Όχι δεν φταίνε (μόνο) οι πλαστικές καρέκλες στο Αρχαίο Θέατρο της Δωδώνης / γράφει ο Νίκος Ντάσιος
Η κα Κιτσοπούλου και πολλοί αντίστοιχοι σύγχρονοι «καλλιτεχνίζοντες» δεν θα είχαν το προνόμιο της χρήσης παγκόσμιων ιστορικών μνημείων και την δυνατότητα ιδιοποίησης έργων διαχρονικής αξίας με κρατική επιδότηση, αν δεν αποτελούσαν τους εκλεκτούς ιδρυμάτων όπως αυτό της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση
του Νίκου Ντάσιου
Πολλές αντιδράσεις υπήρξαν για την χωροθέτηση της συναυλίας του Bregovic στο αρχαίο θέατρο της Δωδώνης, αλλά ελάχιστες για την εμφάνιση της γνωστής κας Κιτσοπούλου στον ίδιο χώρο όπου παρουσίασε πολύ πρόσφατα μια μεταμοντέρνα εκδοχή των Σφηκών του Αριστοφάνη όπως και στην Επίδαυρο. Τα έργα και τις ημέρες της Κας Κιτσοπούλου τα περιγράφει αναλυτικά ο φίλος Κώστας Σαμάντης στο άρθρο του «Η προβλέψιμη κα Κιτσιπούλου», και δεν θα επεκταθώ. Η κα Κιτσοπούλου στηλιτεύει ως σύγχρονες Σφήκες τους χρήστες των κοινωνικών δικτύων -ίσως γιατί τολμούν να της κάνουν κριτική-, παρομοιάζοντας τους με τους δικομανείς Αθηναίους, οπαδούς του Κλέωνα που βιοπορίζονται αποκλειστικά ως δικαστές. Το επίδικο για τον Αριστοφάνη είναι επίπτωση αυτής της ροπής στα θεμέλια της δημοκρατίας την έλλειψη της οποίας διαπιστώνει και η Κιτσοπούλου σήμερα. Το ζήτημα είναι πως η ίδια αποτελεί βασικό μέρος του προβλήματος που διαπιστώνει διότι όπως αναφέρει ο Ισοκράτης: «Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία»….
Η κα Κιτσοπούλου και πολλοί αντίστοιχοι σύγχρονοι «καλλιτεχνίζοντες» δεν θα είχαν το προνόμιο της χρήσης παγκόσμιων ιστορικών μνημείων και την δυνατότητα ιδιοποίησης έργων διαχρονικής αξίας με κρατική επιδότηση, αν δεν αποτελούσαν τους εκλεκτούς ιδρυμάτων όπως αυτό της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση. Ενός ιδρύματος που αποτελεί την κυριότερη έκφραση του αποδομητισμού και της woke ατζέντας της μεταμοντέρνας καλλιτεχνικής πρωτοπορίας στον τόπο μας. Στην πρόσφατη έκθεση του στα Γιάννενα,- όπου προτίθεται να εγκαταστήσει μόνιμα παράρτημα-, με την ονομασία Plasmata II, η κυρα Φροσύνη συναντά τον μύθο της Μέδουσας, βγαίνοντας μέσα από αλγοριθμικά όνειρα κι ένα σώμα από τις γυναίκες που χάθηκαν στην λίμνη αλλά είναι πάντα εκεί, υπενθυμίζοντας στον επισκέπτη τις μαζικές γυναικοκτονίες έως τις μέρες μας. Αυτό που επιχειρείται είναι η υπέρβαση του ιστορικού πλαισίου της Οθωμανικής κατάκτησης για να επικεντρωθεί αποκλειστικά στο σύγχρονο προοδευτικό αφήγημα που θέλει την γυναίκα θύμα της βιαιότητας του λευκού άντρα. Στην ίδια κατεύθυνσή το ίδρυμα Ζογγολόπουλου στην Πρέβεζα μας προτείνει το μνημείο της ηρωικής πτώσης των γυναικών του Ζαλόγγου που προτίμησαν τον θάνατο από την υποταγή στους Τουρκαλβανούς του Αλί Πασά, να αποτελέσει ένα σύγχρονο μνημείο που να καταγγέλλει την βία κατά των γυναικών. Την βία γενικώς!
Από αυτό το σημείο μέχρι την άποψη ότι την ειρήνη στο Αιγαίο και στην Μεσόγειο την δυναμιτίζουν οι ελληνικές διεκδικήσεις που αποτελούν συνέχεια της δυτικής αποικιοκρατίας και ενισχύονται από την «λευκή αρρενωπότητα», η απόσταση είναι τόση όση αυτή μεταξύ του Ιδρύματος Ωνάση και του ΕΛΙΑΜΕΠ.
Απέναντι σ’ αυτόν τον προοδευτικό πολιτιστικό μηδενισμό των ελίτ και των οργανικών διανοουμένων της, οι πολιτιστικές ομάδες, τα παραδοσιακά χορευτικά, τα άτυπα καλλιτεχνικά σχήματα αποτελούν μια ελπίδα που συναντάει όλο και περισσότερο την συλλογική αφύπνιση των λαϊκών μαζών. Όσο για την Δωδώνη θα χρειαζόταν μια νέα προσωπικότητα εφάμιλλή του Σικελιανού για να μπολιάσει μια νέα «Δωδωναία Ιδέα» που θα αποκαθιστούσε τον οικουμενικό χαρακτήρα του μνημείου και μαζί της Ηπείρου.