Ακούσαμε και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, τον κ. Οικονόμου, να δηλώνει ικανοποιημένος γιατί, όπως είπε, η κυβέρνηση έλαβε το μάθημά της από τις περσινές φωτιές και φέτος τα πηγαίνει σαφώς καλύτερα. Την ώρα που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέφραζε την ικανοποίησή του για την ανταπόκριση των μηχανισμών πυρόσβεσης, οι φωτιές έκαιγαν μέχρι και τις ξαπλώστρες στην παραλία των Βατερών στη Λέσβο, ξαναέκαιγαν τα καμένα του 2007 στην Ηλεία και εξαφάνιζαν το δάσος της Δαδιάς στον Έβρο.
Παράλληλα, και σε συντονισμό με τους κυβερνητικούς εντεταλμένους, τα μίντια αναζητούσαν τις αιτίες της καταστροφής στην κλιματική αλλαγή, στα ακραία καιρικά φαινόμενα και στους εμπρηστές…
Τα δάκρυα που χύνονται, όπως συμβαίνει κάθε φορά μετά ή κατά τη διάρκεια της καταστροφής, περισσεύουν, χωρίς ωστόσο να είναι αρκετά ούτε για να σβήσουν τις φωτιές ούτε για να κρύψουν τις ευθύνες.
Μπορεί πράγματι να ζούμε τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, μπορεί οι καιρικές συνθήκες να συντελούν στην εξάπλωση των πύρινων μετώπων, και είναι πιθανόν, τέλος, να εξυφαίνονται «οικοπεδοφαγικά» σενάρια με «επαγγελματίες» εμπρηστές ή ψυχασθενείς πυρομανείς. Σε κάθε περίπτωση όμως, όλα αυτά είναι δεδομένα τα οποία ένα οργανωμένο κράτος λαμβάνει υπόψη του και προσπαθεί να τα προλάβει – όχι να τρέχει πίσω από τις συνέπειες που αυτά προκαλούν…
Για παράδειγμα, η καταστροφή του δάσους της Δαδιάς έρχεται αμέσως μετά την απόφαση της κυβέρνησης για την κατάργηση του οργανισμού διαχείρισης του δρυμού. Η κυβερνητική πολιτική επιλογή ήταν να αφήσει τη διαχείριση ενός δάσους 800.000 στρεμμάτων στη φροντίδα (;) 4 ανθρώπων!
Η εν λόγω κυβερνητική απόφαση θα πρέπει να σημειωθεί ότι έρχεται ως συνεπής συνέχεια των αποφάσεων προηγούμενων κυβερνήσεων οι οποίες αποδιάρθρωσαν – χωρίς να αντικαταστήσουν ή να εκσυγχρονίσουν – τους μηχανισμούς δασικής προστασίας, απολύοντας έμπειρο προσωπικό.
Ταυτόχρονα, η νομοθεσία εξακολουθεί να αφήνει ανοιχτά τα παράθυρα για αλλαγή χρήσης γης στις καμένες εκτάσεις, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο κίνητρο για τους εμπρηστές.
Τα δάκρυα και η οδύνη των κυβερνώντων λοιπόν θα εξαφανιστούν αμέσως μετά την απομάκρυνση των τηλεοπτικών καμερών από τις φλόγες. Αυτό που θα μείνει είναι τα ανεπανόρθωτα τραύματα, η καταστροφή και η κερδοφόρος – για κάποιους –αναδιαμόρφωση του φυσικού περιβάλλοντος.