Άρθρα Ιστορία

“Η συνθηκολόγηση Καρατάσου – Μεχμέτ Ρεσίτ Πασά Κιουταχή” γράφει ο Στέργιος Αποστόλου

Φωτογραφία:Το αρχοντικό πυργόσπιτο Φουρτούνα στο Τρίκερι

Είναι  πύργος χτισμένος το 1770 με αρχικό ιδιοκτήτη τον Γεώργιο Κουμπουρέλο. Στο σπίτι του Γεώργιου Κουμπουρέλου είχε την έδρα της η «ΕφορείαΤρικέρων», τμήμα της Φιλικής Εταιρείας. Επιβλητικό τριώροφο οικοδόμημα, που έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο μνημείο. Βλέπουμε τα φουρούσια, τα λιθανάγλυφα και ένα ηλιακό ρολόι πάνω από την είσοδο στο ύψος του δευτέρου ορόφου. (http://trikeridimotiko.weebly.com/piupsilon rhogamma972sigmapiiotataualpha.html)

Ο ακαδημαϊκός και ιστορικός Διονύσιος Α. Κόκκινος την θεωρεί ως: «Μίαν επαίσχυντον συνθηκολόγησιν, η οποία ολόκληρον επαρχίαν θα υπεδούλωνε εκ νέου και θα εκηλίδωνε το όνομά του»  (Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ, τόμος 6ος, σελ. 393)

————
Μεχμέτ Ρεσίτ πασάς Κιουταχής
(https://el.wikipedia.org › wiki › Μεχμέτ_Ρεσίτ_Πασάς)

Μετά την ατυχή έκβαση των γεγονότων του 1822 στις θεσσαλικές ακτές, ο Τάσος Καρατάσος και ο Αγγελής Γάτσος κατέφυγαν στο Τρίκερι με τα  υπ’ αυτούς επαναστατικά σώματα. Εκεί κατέφυγαν με τα σώματά τους και οι εντόπιοι οπλαρχηγοί Μήτρος Λιακόπουλος, Μήτρος Μπασδέκης, Γιάννης Βελέντζας κ.ά. Την 16η Ιουλίου 1823 αναχώρησε από την Πελοπόννησο για το Τρίκερι ο υπουργός των Στρατιωτικών Χριστόφορος Περραιβός, με την εντολή να συνεργασθεί με τον Έπαρχο της Εύβοιας Ιωάννη Κωλέττη για την καλύτερη οργάνωση του αγώνα και τον εφοδιασμό των στρατευμάτων. Τον Περραιβό συνόδευε δύναμη 200 ανδρών. Παράλληλα, κόμιζε μικρές ποσότητες οπλισμού, πολεμοφοδίων και ειδών επισιτισμού, όχι όμως και επαρκή χρήματα για την αντιμετώπιση των πάσης φύσεως αναγκών των εκεί συγκεντρωμένων δυνάμεων των επαναστατών.

 (https://el.wikipedia.org/wiki/Tasos_Karatasos.jpg)
(https://www.tothemaonline.com/Article/74035/aggelhs-gatsos-o-paragnwrismenos-oplarhhgos-toy

    

————–
Χριστόφορος Περραιβός, υπουργός Στρατιωτικών
(https://cognoscoteam.gr)

 Για τη διασφάλιση της ενότητας του στρατεύματος κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων κατά των Τούρκων και την εξάλειψη των διχονοιών οι οποίες είχαν αναφυεί μεταξύ των Ελλήνων οπλαρχηγών, πλην της αποστολής του Περραιβού, ο οποίος θα είχε την ανώτατη εποπτεία, η κυβέρνηση είχε αποφασίσει προηγουμένως να αναγνωρίσει επίσημα τον Τάσο Καρατάσο ως αρχηγό όλων των εκεί επαναστατικών δυνάμεων. Σημειωτέον ότι ο τελευταίος, μέχρι τότε, έφερε ανεπίσημα αυτόν τον τίτλο. Κατόπιν τούτου, οι προαναφερόμενοι εντόπιοι οπλαρχηγοί τέθηκαν υπό τις διαταγές του.

Ο Καρατάσος με τις δυνάμεις του και με τα πλοία των Τρικεριωτών, προέβη κατ’ επανάληψη στον περιοδικό αποκλεισμό από τη θάλασσα των Τούρκων του Βόλου. Επειδή η  κυβέρνηση έκρινε ότι το Τρίκερι αποτελούσε σημαντική αντιστασιακή εστία, με το από 8ης Απριλίου 1823 έγγραφο του υπουργείου των Στρατιωτικών προς τους προκρίτους των Τρικέρων, υποσχέθηκε να τους αποστείλει πλοία από τη Σκιάθο και τη Σκόπελο, κανόνια και στρατιωτική δύναμη για την άμυνά τους, στην περίπτωση κατά την οποία οι Τούρκοι θα επιχειρούσαν επίθεση εναντίον τους. Αποτελεί αίνιγμα και ένα μη επαρκώς απαντηθέν και αιτιολογηθέν, κατά την άποψή μου, ερώτημα, για ποιον ακριβώς λόγο ο Καρατάσος προέβη στην υπογραφή χωριστής συνθήκης μεταξύ αυτού και του Τούρκου Στρατάρχη Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή.

Κατ’ ουσίαν, πρόκειται για απείθεια προς τις εντολές της κυβέρνησης, η οποία, εκείνη την περίοδο, εκπροσωπούνταν στο Τρίκερι από τον υπουργό των Στρατιωτικών Χριστόφορο Περραιβό. Ο τελευταίος, κατά τη διάρκεια της εκεί παραμονής του, έλαβε γνώση των προθέσεων του Καρατάσου για υπογραφή χωριστής συνθήκης μεταξύ αυτού και του προαναφερθέντος Τούρκου Στρατάρχη και προσπάθησε με κάθε τρόπο να τον μεταπείσει, χωρίς, όμως, να το κατορθώσει. Είναι αδύνατο να διανοηθεί κανείς ότι, πίσω από την υπογραφή αυτής της συνθήκης, κρύβονταν ο φόβος, ένεκα του οποίου, ο μπαρουτοκαπνισμένος από τους ηρωικούς αγώνες κατά την εξέγερση της Νάουσας, Καρατάσος ενέδωσε και την υπέγραψε.

Μήπως, όμως, πίσω από αυτήν, αντί του φόβου, κρύβονταν κάποιοι άλλοι λόγοι, όπως π.χ. η εξυπηρέτηση προσωπικών συμφερόντων του ιδίου και των υπ’ αυτόν εντοπίων οπλαρχηγών; Αυτές τις κατηγορίες εκτόξευσαν πολλοί κατά του Καρατάσου, ο οποίος, σύμφωνα με τις εναντίον του αιτιάσεις, αγνόησε το γενικότερο εθνικό συμφέρον χάριν του προσωπικού και υπέγραψε τη συνθηκολόγηση. Παραθέτω τους όρους της υπογραφείσας συμφωνίας, όπως αυτοί είδαν το φως της δημοσιότητας:

Να φύγουν οι Τούρκοι από τα χωριά της Μαγνησίας.

Να αποδοθούν εντός είκοσι μιάς ημερών εις τον Καρατάσον και τον  Γάτσον αι αιχμάλωτοι οικογένειαί των.

Να επανέλθουν οι Τρικεριώται υπό την Τουρκικήν κυριαρχίαν.

Να δοθή εις τον Δ. Μπασδέκην το αρματολίκι της Μαγνησίας, εις τον Γιάννην Βελέτζαν ο Αλμυρός, εις τον Δημ. Λιακόπουλον η Αγιά και η Ραψάνη, εις δε τον Καρατάσον κατόπιν εγγράφου διαταγής του πασά να δοθή η Εύβοια με το δικαίωμα να εισπράττει από αυτήν τους μισθούς οκτακοσίων ανδρών. (1)

——–
Δημήτριος (Τσάμης) Καρατάσος
(https://www.greekencyclopedia.com/karatasos-tsamis-dimitrios-dixalevri-naoysas-1798-veligradi-1861-p2612.html)

Ιδού, τι ακριβώς γράφει, μεταξύ όλων των άλλων, για το συγκεκριμένο θέμα  ο γιος του Καρατάσου, Δημήτριος (Τσάμης) Καρατάσος, σε αίτησή του την οποία υπέβαλε στο Υπουργικό Συμβούλιο την 1η Ιανουαρίου 1860 με αριθμό πρωτοκόλλου 1735:

 «… Εις την περίπτωσιν ταύτην προσκληθείς ο πατήρ μου υπό της Δημογεροντίας Σκοπέλου και Σκιάθου, ίνα προκινδυνεύση των νήσων, συνήψε την εξής μετά του Κιουταχή συνθήκην:

Να αποσυρθή ο Κιουταχής και τα στρατεύματά του αφ’ όλης της Θετταλομαγνησίας.

Εις μεν τα 24 χωρία να μείνη αρχηγός ο Μήτρος Βασδέκης, εις την επαρχίαν Αγιάς και Κισσάβου ο Μήτρος Λιακόπουλος, εις δε την του Αλμυρού και Βελεστίνου ο Βελέντζας, και:

Να δύναται ο Κιουταχής να διορίση ένα και μόνον Τούρκον εις Τρίκερι, τον Ταΐρ αγάν». (2)

Κατά τα ανωτέρω, ο Δημήτριος (Τσάμης) Καρατάσος προσπαθεί να δικαιολογήσει την ενέργεια του πατέρα του Τάσου Καρατάσου να συνάψει συνθήκη με τον Κιουταχή, ισχυριζόμενος ότι, επειδή οι Δημογεροντίες των νήσων Σκοπέλου και Σκιάθου του ζήτησαν να «προκινδυνεύση αυτών», τουτέστιν, να σπεύσει να αγωνισθεί για την ελευθερία τους που κινδύνευε (αυτή είναι η έννοια του ρήματος: προκινδυνεύω (3)), αυτός, άγνωστο πώς σκεπτόμενος, έκρινε σκόπιμο να συνάψει αυτήν τη συνθήκη. Σαφέστατα, η άποψη του Τσάμη Καρατάσου δεν δικαιολογεί την ενέργεια του πατέρα του επαρκώς.

Επίσης, οι όροι της συμφωνίας, που αναφέρει ο ίδιος στην αίτησή του, διαφέρουν σε αρκετά σημεία, συγκρινόμενοι με αυτούς οι οποίοι δημοσιεύονται στο προμνημονευόμενο ιστορικό πόνημα του Διονυσίου Α. Κοκκίνου. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στο Τρίκερι, ο υπουργός των Στρατιωτικών Χριστόφορος Περραιβός, στις τακτικές επαφές που είχε με τον Καρατάσο, πρότεινε σ’ αυτόν να καταλάβει μόνιμα με τα  υπ’ αυτόν στρατεύματα την μόνη οδό, μέσω της οποίας ο Μεχμέτ Ρεσίτ πασάς Κιουταχής εξασφάλιζε τον επισιτισμό των στρατευμάτων του από τον Βόλο. Στην περίπτωση αυτή, ο τελευταίος, ή θα εξαναγκάζονταν να υποχωρήσει ή να αποκλεισθεί.

Στην πρόταση του Περραιβού, ο Καρατάσος αντέτεινε ότι, για να προβεί σ’ αυτή την ενέργεια, ήταν απαραίτητο το στράτευμά του να ενισχυθεί και με τους ευρισκόμενους στη Σκιάθο και Σκόπελο άνδρες. Ο ίδιος, επειδή έκρινε ότι δεν ήταν επαρκής η στρατιωτική ενίσχυση και τα εφόδια τα οποία έφερε ως βοήθεια ο Χριστόφορος Περραιβός, απέστειλε έγγραφο την 20ή Ιουλίου 1823 προς την  κυβέρνηση, το περιεχόμενο του οποίου, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Διονυσίου Α. Κοκκίνου, ήταν το κατωτέρω:

«… αφού εξέθετεν όλα όσα είχεν ενεργήσει έως τότε εις την Μαγνησίαν κατά των Τούρκων και την κατάστασιν του στρατού του, την οποίαν παρίστανε οικτράν, εζητούσε την αποστολήν πολεμοφοδίων, τροφών και χρημάτων, απαραιτήτων δια να κρατηθή. Απαιτούσε ακόμη να μην καταδιώκωνται από τα περιπλέοντα εκεί Ελληνικά πλοία  οι κινούμενοι δια πλοιαρίων στρατιώται του οι φέροντες την σφραγίδα του και προφανώς, λεηλατούντες τους πληθυσμούς. Εις το τέλος δε απειλούσεν ότι θα διέλυε το στρατόπεδον αν δεν εστέλλοντο ταχύτατα τα ζητούμενα, και κυρίως, αν δεν έπαυαν να καταδιώκωνται οι συλλαμβανόμενοι κάθε τόσον από τους πλοιάρχους στρατιώται του κατά τας πειρατείας των. Το πρωτοφανές αυτό εις θράσος έγγραφον, δια του οποίου η εις βάρος των Ελληνικών πληθυσμών λεηλασία εκ μέρους των ενόπλων που είχαν κληθή εκεί δια να τους λυτρώσουν, εθεωρείτο περίπου δικαίωμα τούτων, προήρχετο από οπλαρχηγόν εις τον οποίον η κυβέρνησις είχε δείξει την εμπιστοσύνην της» (4)

Υπ’ όψιν των ανωτέρω, δεν μπορεί να μην καταλογίσει κανείς στον Διονύσιο Α. Κόκκινο κάποια προκατάληψη έναντι του Καρατάσου και τη διαφαινόμενη πρόθεσή του να αμαυρώσει, κατά κάποιο τρόπο, το πρόσωπό του, παρουσιάζοντάς τον ως θρασύ και τους άνδρες του ως επιδιδόμενους σε πειρατείες σε βάρος των Ελληνικών πληθυσμών της περιοχής. Πιθανόν, να υπήρξαν κάποια περιστατικά πειρατείας και λεηλασίας από μέρους των ανδρών του, όμως αυτά ήταν μεμονωμένα και δεν αποτελούσαν τον κανόνα, αλλά την εξαίρεση. Εντωμεταξύ, με την πάροδο του χρόνου, ο διεξαγόμενος στην Εύβοια αγώνας προβλέπονταν δυσοίωνος και, όπως εξελίσσονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις εκεί και η υπάρχουσα διχόνοια μεταξύ των Ελλήνων οπλαρχηγών δεν έλεγε να κοπάσει, ήταν θέμα χρόνου η κατάληψή της από τα στρατεύματα του Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή. Στην περίπτωση αυτή προβλέπονταν η μεταφορά των επαναστατικών δυνάμεων της Εύβοιας στο στρατόπεδο του Καρατάσου στο Τρίκερι.

Ο Χριστόφορος Περραιβός επανέλαβε την πρότασή του προς τον Καρατάσο να ζητήσουν από τον Ιωάννη Κωλέττη να μεταφέρει με δύο Ψαριανά πλοία στο Τρίκερι τους ευρισκόμενους στη Σκιάθο και Σκόπελο οπλαρχηγούς, προκειμένου να ενεργηθεί επίθεση αντιπερισπασμού κατά του εχθρού. Ο Καρατάσος, όμως, ήταν ήδη σε επικοινωνία με τον Κιουταχή προκειμένου να υπογραφεί η μεταξύ τους συνθήκη. Ο Χριστόφορος Περραιβός, προσπάθησε εκ νέου την τελευταία στιγμή να τον πείσει να μην προβεί στην υπογραφή της συνθήκης, με την αποστολή προς αυτόν της κατωτέρω επιστολής:

 « … Την οποίαν σε επρόβαλε ειρήνην ο Κιουταχής, προέρχεται από έλλειψιν τροφών και επικρατούσαν εις το στρατόπεδόν του νόσον, ως παρά πολλών αξιωματικών, προχθές δε παρά της γενναιότητός σου επληροφορήθην. Χθες, μάλιστα, σας έγραψα να στείλητε τον κ. Μήτρον Λιακόπουλον με τριακοσίους συντρόφους εις το στενόν του Αλατά δια να εμποδίση την είσοδον και έξοδον του εχθρού και τότε, στενοχωρηθείς, ή παραδίδεται ή αφανίζεται. Τότε να είσαι βέβαιος ότι λαμβάνεις ζώσαν την οικογένειάν σου, όταν λάβης εις χείρας σου ζώντα τον Κιουταχήν. Άλλως, εις τας υποσχέσεις του μη βάλης την παραμικράν βάσιν, ως πηγάζουσαν εκ των ρηθέντων αιτίων» (5)

Για να τελεσφορήσει το διάβημά του, ο Περραιβός χρησιμοποίησε τους τοπικούς οπλαρχηγούς, οι οποίοι ήταν εντεταγμένοι στο στράτευμα του Καρατάσου. Έχει γραφεί ότι ο Αγγελής Γάτσος (6) και οι τοπικοί οπλαρχηγοί Λιακόπουλος, Μπαζδέκης και Βελέντζας, ήταν αντίθετοι με την υπογραφή συνθηκολόγησης μεταξύ Καρατάσου και Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή. Παρά ταύτα, ο Καρατάσος, σύμφωνα με όσα γράφει ο Διονύσιος Α. Κόκκινος, παρέμεινε αμετάπειστος, δηλώνοντας ότι:

« … του χρειάζεται η φιλία του Κιουταχή και ότι περισσότερον θα ωφεληθή από αυτήν, παρά από τον αφανισμόν του πασά. Και δεν ηρκέσθη μάλιστα εις την συνθήκην εκείνην, αλλ’ επέβαλεν εις τους Τρικεριώτας δια τυραννικών τρόπων να του πληρώσουν εξήντα πέντε πουγγία γρόσια, αναλογούντα προς τριάντα χιλιάδας χρυσάς δραχμάς, τα οποία εκείνοι, εξηντλημένοι ήδη οικονομικώς, συνέλεξαν με μεγάλην δυσκολίαν, δια να αποφύγουν την μάχαιραν των Ολυμπίων. Επίσης δε εξηναγκάσθησαν να δώσουν δέκα πέντε πουγγία οι ευρισκόμενοι εκεί χωρικοί της Μαγνησίας. Κατ’ αυτόν τον τρόπον, ο Καρατάσος επρόσθεσεν εις την κακήν του συνθήκην και μίαν απροκάλυπτον ληστρικήν ενέργειαν»

Κατά τον ιστορικό Ιωάννη Βασδραβέλλη, ο Περραιβός, υπέβλεπε τον Καρατάσο και προσπαθούσε να τον υποσκελίσει και να μειώσει το γόητρό του ως στρατιωτικού αρχηγού της Θετταλομαγνησίας. Για το σκοπό αυτό, φρόντισε να συνταχθεί με του κατοίκους του Τρίκερι και να τους στρέψει εναντίον του. Οι τελευταίοι, λόγω των οικονομικών επιβαρύνσεων τις οποίες υφίσταντο για τη διατροφή των στρατευμάτων του Καρατάσου, παραπονούνταν συνεχώς και σε μερικές περιπτώσεις, εξέφραζαν και την οργή τους. Για την περίπτωση αυτή, ο Περραιβός απέστειλε έκθεση στην κυβέρνηση γράφοντας ότι ο Καρατάσος επιβάρυνε με τα έξοδα του στρατοπέδου του τους Τρικεριώτες, χωρίς να ρωτήσει τους πολιτικούς και  στρατιωτικούς αρχηγούς που βρίσκονταν στο Τρίκερι. (7α,7β,7γ)

 Η κατάληψη της Εύβοιας από τους Τούρκους δεν οφείλεται μόνο στις επιθέσεις που πραγματοποίησαν αυτοί κατά των εκεί Ελληνικών οχυρών θέσεων, αλλά, όπως προαναφέρθηκε, και στην αδελφική αιματοχυσία μεταξύ των σωμάτων του οπλαρχηγού του Ολύμπου Διαμαντή Νικολάου, που είχε μετακληθεί στην Εύβοια και είχε διορισθεί από την κυβέρνηση ως αρχηγός των εκεί ενόπλων δυνάμεων και του εκ Καρυστίας οπλαρχηγού Νικολάου Κριεζώτη, που δεν τον αναγνώριζε ως αρχηγό.

———-
Ο οπλαρχηγός του Ολύμπου Διμαντής Νικολάου
(ΜΗΧΑΝΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ)
———
Νικόλαος Κριεζώτης, οπλαρχηγός Εύβοιας
(https://www.mixanitouxronou.gr/nikolaos-krieziotis-apo-voskos-egine-oplarchigos-tis-eyvoias/)

Ο τελευταίος είχε τη βοήθεια των εντόπιων οπλαρχηγών, καθώς και των ανθρώπων του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Τελικά, μετά την κατάληψη της Εύβοιας από τους Τούρκους, ο διορισμένος από την κυβέρνηση ως έπαρχος αυτής της νήσου Ιωάννης Κωλέττης κατέφυγε στο Τρίκερι. Το προηγούμενο έτος, ο Ιωάννης Κωλέττης, με απόφαση της Εθνοσυνέλευσης, είχε διορισθεί την 15η Ιανουαρίου 1822 μινίστρος (υπουργός) των Εσωτερικών και μετά την απομάκρυνση του Νότη Μπότσαρη, ανέλαβε προσωρινά το υπουργείο Πολέμου (Στρατιωτι-κών).

Μετά το διορισμό στη θέση αυτή του Χριστόφορου Περραιβού από τον Απρίλιο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1823 και μετά την Β΄ Εθνοσυνέλευση του Άστρους (Μάρτιος – Απρίλιος 1823), διορίσθηκε, όπως προαναφέρθηκε, Έπαρχος της Εύβοιας. Λόγω της προσωπικής αντιπάθειας που έτρεφε προς τον Οδυσσέα Ανδρούτσο, τήρησε αρνητική στάση στο διορισμό του για την αντιμετώπιση της Τουρκικής απειλής κατά της νήσου. Παρά ταύτα, υπό την ιδιότητα του επάρχου της νήσου, συνέβαλε στη συγκέντρωση ικανών επαναστατικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να περιορισθούν στα φρούρια της Χαλκίδας και της Καρύστου.

Ιωάννης Κωλέτης για την εξυπηρέτηση των προσωπικών του συμφερόντων, κατέβαλε προσπάθειες και κατόρθωσε τελικά να προσεταιρισθεί μερικούς Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς, κεντρίζοντας τη φιλοδοξία και τον τοπικισμό τους. Όπως φαίνεται, μετά την καταφυγή του στο Τρίκερι, συνήψε στενούς φιλικούς δεσμούς με τον Καρατάσο. Για την απόφαση του τελευταίου να υπογράψει χωριστή συνθήκη με τον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή, δεν αντέδρασε, όπως αντέδρασε ο Χριστόφορος Περραιβός, προς τον οποίο, βεβαίως, δεν έτρεφε ιδιαίτερη εκτίμηση, μετά την απομάκρυνσή του από το υπουργείο των Στρατιωτικών και τον διορισμό του τελευταίου στη θέση του.

Ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος υπήρξε θεράποντας ιατρός του Αλή πασά Τεπελενλή και του γιου του Μουχτάρ, διέφυγε από τα Ιωάννινα  μετά την πτώση του Αλή και κατέφυγε στην Πελοπόννησο. Εκεί εντάχθηκε στη χορεία των Έλλήνων πολιτικών και άρχισε την πολιτική του καριέρα. Θεωρείται ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Αλεξάνδρου Νούτσου, πολιτικού του αντιπάλου, του Χρήστου Παλάσκα και του Οδυσσέα Ανδρούτσου. (8) Ο Διονύσιος Α. Κόκκινος θεωρεί ότι η  στάση την οποία τήρησε η κυβέρνηση προς τον Καρατάσο δεν ήταν η ενδεδειγμένη, επειδή δεν του επέβαλε καμιά τιμωρία για την αυθαίρετη υπογραφή της συνθήκης με τον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή. Τη στάση αυτή την αποδίδει στο γεγονός ότι ο Καρατάσος έχαιρε της ιδιαίτερης εύνοιας του Ιωάννη Κωλέττη. Ειδικότερα, γράφει:

( … Αλλά χαρακτηριστικόν της επικρατούσης εις το κυβερνητικόν κέντρον συγχύσεως και της μεροληπτικής στάσεως των κρατούντων απέναντι των βαρυνομένων με ενόχους πράξεις, είναι ότι ουδεμία ενέργεια εγένετο υπό της τότε κυβερνήσεως κατά του Καρατάσου, ευνοουμένου του Κωλέττη, ο οποίος εξακολουθούσε να μαίνεται εναντίον του Ανδρούτσου …)

Στην ημερήσια εφημερίδα της Μαγνησίας «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» και στο από 25ης Μαρτίου 2009 φύλλο της, δημοσιεύτηκε άρθρο με τίτλο «Η Επανάσταση του 1821 στη Μαγνησία». Μεταξύ όλων των άλλων, υπάρχει αναφορά και στη συνθηκολόγηση Καρατάσου – Κιουταχή, για την οποία γράφει επί λέξει ότι:

———-
Ιωάννης Κωλέττης
 (https://www.huffingtonpost.gr/entry/ioannes-kolettes-enas-atekmeriota-katasekofantemenos-politikos_gr_607b1a5ae4b058846f24ed19)

« … Η κατάσταση των επαναστατών είναι πλέον απελπιστική. Ο Καρατάσος, κατά πάσαν πιθανότητα, διατάχθηκε από τη Διοίκηση να επιτεθεί κατά των Τούρκων ή να συνθηκολογήσει».

Ο αρθρογράφος, με τη φράση του «κατά πάσα πιθανότητα», δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένο αποδεικτικό ντοκουμέντο, αλλά σε εικασία, πράγμα το οποίο στερείται ιστορικής εγκυρότητας. Δεν έχει δει το φως της δημοσιότητας, από όσα εγώ γνωρίζω, έγγραφο της κυβέρνησης προς τον Καρατάσο, με την εντολή να σπεύσει να υπογράψει συνθηκολόγηση με τον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή. Για το αντίθετο μάλιστα, δηλαδή, για την πραγματοποίηση επιθετικών ενεργειών κατά των Τούρκων, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, υπάρχει η εκπεφρασμένη προς αυτόν άποψη του υπουργού των Στρατιωτικών Χριστόφορου Περραιβού. Μολονότι έχει γραφεί ότι ο Αγγελής Γάτσος και οι λοιποί υπό τον Καρατάσο Θεσσαλοί οπλαρχηγοί, τα ονόματα των οποίων αναφέρονται στη συνθήκη του ιδίου με τον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή, ήταν αντίθετοι με την υπογραφή της, έχω τη γνώμη ότι, τελικά, αυτοί τήρησαν στάση ανοχής απέναντί του, γιατί τους χορηγούνταν αρματολίκια.

Άλλωστε, ο Καρατάσος, πώς θα μπορούσε να προβαίνει σε επιθετικές ενέργειες κατά των Τούρκων με οπλαρχηγούς οι οποίοι ήταν δυσαρεστημένοι μαζί του και αντίθετοι με τις αποφάσεις που έπαιρνε; Ως προς τα «αρματολίκια», γεννάται το ερώτημα: Τι ακριβώς ήταν αυτά;». Θα αναφερθώ εν ολίγοις στο θεσμό του «αρματολισμού» στην Ελλάδα. Τα στοιχεία τα οποία θα επικαλεσθώ για τη δράση των αρματολών προέρχονται από τα αρχεία των οθωμανικών ιεροδικείων Βεροίας και Ναούσης και Θεσσαλονίκης. Ο θεσμός του αρματολισμού άρχισε να λειτουργεί συστηματικά από τον 16ο αιώνα και εντεύθεν, κατά την περίοδο κατά την οποία Σουλτάνος ήταν ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής. Υπήρχε όμως και ενωρίτερα, σε ανοργάνωτη σχετικά μορφή.

Ο Μωάμεθ Β΄ ο Πορθητής επιδίωξε να καταστήσει την Ορθοδοξία έναν ισχυρό σύμμαχο για την αντιμετώπιση των απειλών από τα καθολικά κράτη της Ευρώπης, στέφοντας με Βυζαντινή μεγαλοπρέπεια ως Οικουμενικό Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, τον φανατικό ανθενωτικό Γεννάδιο Β΄ Σχολάριο, τον πρώτο μετά την άλωση.

———-
ΓΕΝΝΑΔΙΟΣ Β΄ ΣΧΟΛΑΡΙΟΣ
 
Ο φανατικός ανθενωτικός Γεννάδιος Β΄ Σχολάριος (κατά κόσμον Γεώργιος Κουρτέσιος, 1400 – 1473) ήταν ο πρώτος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως μετά την Άλωση, τον οποίο, για ιδιαίτερους λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και συμφέροντος, ανέβασε με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια στον πατριαρχικό θρόνο ο Μωάμεθ Β΄ο Πορθητής, για να καταστήσει διαχρονικά πιστό σύμμαχο την Ορθοδοξία και να την χρησιμοποιήσει κατά της Καθολικής Εκκλησίας, που επηρέαζε τους ηγεμόνες της Ευρώπης και εμπόδιζε την πραγματοποίση των επεκτατικών σχεδίων του προς αυτήν
(https://cognoscoteam.gr/γεννάδιος-σχολάριος-ο-πρώτος-ορθόδο-)

Αργότερα, ο Σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής, με στόχο την εξασφάλιση της τάξης και της ασφάλειας στους κόλπους της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, συνέλαβε το σχέδιο να δημιουργήσει ένοπλα σώματα ραγιάδων, τα οποία έξόπλισε κατάλληλα και με φιρμάνια που εξέδωσε, τοποθέτησε τους αρχηγούς αυτών των σωμάτων, τους αρχιαρματολούς, σε ορισμένες νευραλγικές περιοχές της αυτοκρατορίας και μεταξύ αυτών και του Ελλαδικού χώρου.

Τα σώματα αυτά ήταν υπεύθυνα για την καταστολή κάθε επαναστατικής ενέργειας στρεφόμενης κατά της ασφάλειας της οθωμανικής αυτοκρατορίας και ειδικότερα, για την καταδίωξη και εξόντωση των απανταχού «κλεφτών». Μεταξύ των αρματολικίων που δημιουργήθηκαν στην Ελλάδα είναι και αυτό του καζά Βέροιας. Ας μην μας διαφεύγει, άλλωστε, το γεγονός ότι μέχρι την έκρηξη της επανάστασης του 1821, τόσο ο Τάσος Καρατάσος, όσο και ο Αγγελής Γάτσος, υπήρξαν αρχιαρματολοί, ο μεν πρώτος στον καζά Βέροιας, ο δε δεύτερος των Βοδενών (Έδεσσας).

Στο οθωμανικό αρχείο του ιεροδικείου Βεροίας και Ναούσης, οι αντίπαλοι των αρματολών, δηλαδή, οι κλέφτες, αποκαλούνται επαναστάτες, αντάρτες, ταραξίες, καταστροφείς, άρπαγες, ληστές, απαγωγείς, κακοποιοί, φονείς κ.λπ., ενώ οι αρχηγοί τους ως αρχιεπαναστάτες, αρχιληστές, αρχηγοί κ.λπ. Όλοι αυτοί είχαν τολμήσει να υψώσουν το ανάστημά τους και να αντιδράσουν ένοπλα κατά της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Κατά την άποψή μου, αρχικά, λόγοι επιβίωσης και μια ενστικτώδης τάση για ελευθερία ώθησαν τους κλέφτες να καταφύγουν στα όρη και αργότερα, με τη διαδρομή του χρόνου, με την αφύπνιση της ελληνικής εθνικής τους συνείδησης υπό την επίδραση των ιδεών της Γαλλικής επανάστασης, του Ευρωπαϊκού και Ελληνικού Διαφωτισμού και της Φιλικής Εταιρείας, να αγωνισθούν για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία.

Οι αρματολοί, απηνείς διώκτες των κλεφτών και με διαταγές των κατά τόπους τουρκικών διοικήσεων, κατόρθωσαν σε πολλές περιπτώσεις να εξοντώσουν τους κλέφτες. Στην περιοχή του καζά Βεροίας, ονομαστοί υπήρξαν οι Ναουσαίοι αρχηγοί κλέφτικων σωμάτων Πολύζος και Περδικάρης (μέσα με τέλη 17ου αιώνα) και Ανδρέας Σερμπέτης (μέσα με τέλη 18ου αιώνα).

Με τη δράση τους είχαν ανησυχήσει σοβαρά την τουρκική διοίκηση του καζά Βέροιας, με αποτέλεσμα να εξαπολύσει αυτή εναντίον τους τα υπ’ αυτήν αρματολικά σώματα, τα οποία, τελικά, κατόρθωσαν να τους συλλάβουν και να τους παραδώσουν στις τουρκικές αρχές. Με απόφαση του ιεροδικείου Βεροίας, στο οποίο προσήχθησαν για δίκη, καταδικάστηκαν  σε θάνατο. Επικεφαλής των αρματολικών σωμάτων του καζά Βέροιας, κατά διάφορα χρονικά διαστήματα, διετέλεσαν οι Θεοδόσιος, Δούκας, Κόκκινος, Ζαραούρας, Μαυροβούτης, Γεώργιος, Νίκου και άλλοι. Από αυτούς, ο αρχιαρματολός Θεοδόσιος υπήρξε ο πιο αφοσιωμένος στους Τούρκους και ειδικότερα, στην τουρκική διοίκηση του καζά Βέροιας. (10) Με τη διαδρομή του χρόνου, οι αρματολοί είχαν καταστεί πραγματική μάστιγα για τους πληθυσμούς της υπαίθρου, κυρίως για τα χωριά.

Οι πληθυσμοί αυτοί υποχρεώνονταν να πληρώνουν τους μισθούς τους, να τους διατρέφουν και να τους χορηγούν στέγη, πέραν από την οικονομική αφαίμαξη που υφίσταντο από τους Τούρκους για την πληρωμή διαφόρων φόρων. Μέχρι τα πρόθυρα της επανάστασης του 1821, οι αρματολοί είχαν εδραιώσει τη θέση τους και είχαν μεταβάλει τα αρματολίκια σε τσιφλίκια τους, από τα οποία αποκόμιζαν σημαντικά οικονομικά οφέλη. Μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, είχαν καταστεί μάστιγα και για τους ίδιους τους Τούρκους. Με την έκρηξη της επανάστασης του 1821 και τη διαφαινόμενη προοδευτική διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, έκαναν την μεγάλη στροφή. Έσπευσαν να προσχωρήσουν στα κλέφτικα επαναστατικά σώματα ή να συνεργασθούν μ’ αυτά και μεταβλήθηκαν ξαφνικά σε φλογερούς πατριώτες.

Τα αυτό έπραξαν και οι πρώην Τουρκολάτρες Έλληνες κοτζαμπάσηδες, πρόκριτοι και δημογέροντες, οι οποίοι πίστευαν ότι στο μελλοντικό ελεύθερο ελληνικό κράτος, θα συνέχιζαν να διατηρούν τα προνόμια τα οποία τους είχε χορηγήσει διαχρονικά η Υψηλή Πύλη, μέσω του θεσμού των εκάστοτε κανονισμών των ορθόδοξων ελληνικών κοινοτήτων ή άλλων ευνοϊκών γι’ αυτούς διαταγμάτων και μηχανισμών που λειτουργούσαν στους κόλπους του οθωμανικού κράτους. Η δολοφονία του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια στο Ναύπλιο, είναι αποτέλεσμα της αντίδρασης του μεγαλοκοτζάμπαση της Μάνης Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο οποίος αντιτάσσονταν στη δημιουργία και οργάνωση σύγχρονου και ευνομούμενου ελληνικού κράτους, το οποίο, όπως πίστευε, θα του αφαιρούσε τη δυνατότητα να είναι, όπως και πριν, ο ανεξέλεγκτος και ισόβιος ηγεμόνας της Μάνης.

Επανερχόμενος στο θέμα της συνθήκης του Καρατάσου με τον Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή, σημειώνω ότι, μετά την υπογραφή της και μέχρις ότου παραδοθεί το Τρίκερι και η επαρχία του στον Κιουταχή, ο Χριστόφορος Περραιβός και ο Ιωάννης Κωλέττης επιβιβάσθηκαν σε πλοίο και κατέφυγαν στη Σκιάθο. Ωστόσο, ο Κιουταχής παρασπόνδησε και δεν τήρησε τα συμφωνηθέντα, με αποτέλεσμα, τελικά, να υποχρεωθεί να καταφύγει στη Σκιάθο και ο Καρατάσος με όλο το υπ’ αυτόν στράτευμα. (11)

Ο φίλος συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής Μανώλης Βαλσαμίδης, αναφερόμενος στη διεξαχθείσα στο οροπέδιο των Τρικέρων μάχη, κατά την οποία ο Σελήχ πασάς με το εκ 10000 ανδρών στράτευμά του υπέστη ήττα από τον Καρατάσο και τον Γάτσο, γράφει ότι τα αποτελέσματα της μάχης ήταν μεν οδυνηρά για τον Κιουταχή, ήταν όμως και δυσοίωνα για τον Καρατάσο. Οι λόγοι ήταν ότι οι Πελοποννήσιοι δεν έκαναν, τελικά, την εμφάνισή τους, όπως είχε σχεδιασθεί, ο Εύριπος είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων, υπήρχε έλλειψη πόσιμου νερού, ψωμιού, οπλουργών, πολεμικών εφοδίων και το κυριότερο, ότι:

 « … Ο τουρκικός στόλος πλησιάζει απειλητικά τις Σποράδες. Ο Νουνεχής στρατηγός (σημείωση δική μου: Καρατάσος) με ευθύνη παίρνει την απόφασή του. Πρέπει να απαγκιστρωθεί. Αφήνει όμως την πρωτοβουλία στον Κιουταχή, που κι’ αυτός, μετά τη σφαγή που υπέστησαν τα στρατεύματά του και τη φημολογούμενη ασθένειά του, ζητάει πρώτος ανακωχή. Σημειώνεται ότι αντίθετοι με τη συνθηκολόγηση ήταν ο Περραιβός και ο Αγγελής Γάτσος.» (12).

Μετά την παράθεση των ανωτέρω, επαναδιατυπώνω την άποψή μου ότι η συνθηκολόγηση Καρατάσου και Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή, εξακολουθεί ακόμη να αποτελεί ένα αίνιγμα, το οποίο, παρά τις μέχρι τώρα δοθείσες απαντήσεις, δεν έχει επαρκώς αιτιολογηθεί. Επίσης, θεωρώ υπερβολικές τις αρνητικές και σε μερικές περιπτώσει άδικες, για το πρόσωπο του Καρατάσου, κρίσεις και επικρίσεις του Διονυσίου Α. Κοκκίνου.  Αλλά και ο ιστορικός Σπυρίδων Τρικούπης, αναφερόμενος στον Τάσο Καρατάσο και στον Αγγελή Γάτσο μετά την καταστροφή της Νάουσας τον Απρίλιο του 1822 και τη φυγή τους στη Νότια Ελλάδα με τα σώματά τους, τους εμφανίζει ως συμβιβαζόμενους με τις κατά τόπους τουρκικές αρχές κατά τη διαδρομή τους. Ειδικότερα, γράφει ότι:

 « … Ο Γάτσος και ο Καρατάσος, βλέποντες ότι δεν εδύναντο ν’ αντισταθώσιν, ανέβησαν εις το πλησίον της πόλεως (σημείωση δική μου: Ναούσης) χωρίον Σέλι, αλλ’ απελπισθέντες, μετ’ ολίγον έφυγον ολοταχώς εκ Μακεδονίας, διέβησαν τον Ασπροπόταμον και κατήντησαν εις την ελευθέραν Ελλάδα, συμβιβασθέντες κατά την διάβασίν των μετά των κατά τόπους Τούρκων, μήτε να βλάπτωσι μήτε να βλάπτωνται (η υπογράμμιση δική μου)» (13)

Για αισχρή συνθηκολόγηση μεταξύ Καρατάσου  και Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή κάνει λόγο και ο Ορλάνδος, ο οποίος, κατά τον Ιωάννη Βασδραβέλλη, στηριζόμενος στις αναξιόπιστες πηγές του Περραιβού, κατηγορεί τον Καρατάσο ως «συνθηκολογήσαντα αισχρώς με τους Τούρκους» (14)

Αρκετά ήπιος στην κρίση του για τη συνθηκολόγηση Καρατάσου και Μεχμέτ Ρεσίτ πασά Κιουταχή είναι ο αγωνιστής Νικόλαος Κασομούλης, ο οποίος γράφει:

 « … Ο Καρατάσος εις αυτήν την περίστασιν εβγήκεν με όλους τους Μακεδόνας από τα νησιά και προκατέλαβεν το Τρίκερι, καθώς και το στενόν του κόλπον και ενίκησεν τον Ταχίρ πασιάν εις όλους τους πολέμους. Ο Ισούφ πασάς Περκόφτσαλης είχεν απεράσει εις Εύριπον και εκινήθη κατά του στρατοπέδου όπου διοικούσεν ο Διαμαντής Νικολάου. Ο Διαμαντής αμελήσας και αυτού τα χρέη του, εχαλάσθη ο στρατός του μετά δύο ημερών μάχην και έχασεν και μερικούς καλούς αξιωματικούς. Αφ’ ου εσκορπίσθη ο πολιορκητικός στρατός της Ευρίπου, έλειψαν αι προμήθειαι του στρατού του Καρατάσου. Οι Τούρκοι βιασμένοι από αδυναμίας ήρχισαν να διαπραγματεύωνται την υποχώρησιν του στρατού, επί λόγω να ησυχάση ο λαός. Ο Καρατάσος δυσκολευμένος και αυτός αναγκασμένος και από τον στρατόν ενέδωκεν εις μίαν συνθήκην όπου έκαμαν αναμεταξύ των και ετράβηξεν το στράτευμα εις τα νησιά Σκίαθον και λοιπά. (15)

Κλείνω με τη σημείωση ότι ο Καρατάσος, αναντίρρητα, υπήρξε μια προσωπικότητα μεγάλης εμβέλειας και στρατιωτική ιδιοφυΐα κατά την επανάσταση του 1821. Τούτο ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει. Οι νίκες τις οποίες κατήγαγε στο πεδίο της μάχης το αποδεικνύουν περίτρανα. Ως προς τη συνθηκολόγησή του με τον Κιουταχή, έχω τη γνώμη ότι μία πλήρης  και σε βάθος έρευνα, με βάση τα υφιστάμενα παλιά και νεότερα, τυχόν, ντοκουμέντα, είναι ενδεχόμενο να ρίξει περισσότερο φως στην όλη υπόθεση και να δώσει οριστική και τεκμηριωμένη απάντηση σε όλα τα αναπάντητα ερωτήματα.

ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΠΥΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ – ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ

ΝΑΟΥΣΑ

ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

(1) Διονύσιος Α. Κόκκινος: «Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΙΣ», τόμος 6ος, σελ. 357-358, 361, 391-393. Αθήνα 1956 – 1960.

(2) «Αρχείον αγωνιστών» της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος. Φάκελος ο οποίος περιέχει αίτηση του γιου του Καρατάσου, Δημητρίου (Τσάμη) Καρατάσου, με ημερομηνία 1η Ιανουαρίου 1860 και αριθμό πρωτοκόλλου 1735.

(3) ΠΑΠΥΡΟΣ: «ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ». Τομος 9ος, σελ. 599. Aθήνα 2008.

(4) Διονύσιος Α. Κόκκινος: Ό.π. Σελ. 392.

(5) Διονύσιος Α. Κόκκινος: Ό.π. Σελ. 393.

(6) Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος:  «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ». Τόμος ΣΤ΄. Σελ. 528 – 529, 534. Θεσσαλονίκη 1982.

(7α) Διονύσιος Α. Κόκκινος: Ό.π. Σελ. 393-394.

(7β) Ιωάννης Βασδραβέλλης: «Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΗ ΛΕΓΕΩΝ ΚΑΤΑ ΤΟ 1821». Περιοδ. «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΑ» Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών., τόμος 1ος, σελ. 77-107. Θεσσαλονίκη 1940

(7γ)  Χριστόφορος Περραιβός: «ΑΠΟΜΝΗΜΟΝΕΥΜΑΤΑ», τόμος 2ος, σελ. 19-21.  Αθήνα 1836.

(8) Εγκυκλοπαίδεια: «ΠΑΠΥΡΟΣ-LAROUSSE-BRITANNICA». Τόμος 42ος, σελ. 236. Αθήνα 2007.

(9) Διονύσιος Α. Κόκκινος: Ό.π. Σελ. 394-395.

(10) Στέργιος Σπυρ. Αποστόλου: «ΑΡΜΑΤΟΛΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΛΗΣΤΑΝΤΑΡΣΙΑ» (1627 – 1812). Σύμφωνα με το αρχειακό υλικό των Τουρκικών ιεροδικείων Βέροιας και Νάουσας και Θεσσαλονίκης. Σειρά: Μακεδονικές Μελέτες.  Σελ. 99-238. Νάουσα 1991.

(11) Διονύσιος Α. Κόκκινος: Ό.π. Σελ. 394.

(12) Μανώλης Βαλσαμίδης: «ΨΗΦΙΔΕΣ». Τόμος 6ος. Άρθρο με τίτλο: «Καρατάσος και  Κιουταχής». Νάουσα 2017.

(13) Σπυρίδων Τρικούπης: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ». Τόμος Β΄, σελ. 173. Έκδοση δεύτερη. Λονδίνο 1861.

(14) Ορλάνδου Αναστασίου Κ: «ΝΑΥΤΙΚΑ»,  τόμος 1ος, έτος β΄, σελ. 374 εξ. Αθήνα 1869.

(15) Νικόλαος Κασομούλης: «ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΕΝΘΥΜΗΜΑΤΑ» (1821-1832). Τόμος 1ος, σελ. 310, υποσημείωση 2.  Αθήνα 1940-1943.

banner-article

Ροη ειδήσεων