Αγώνα για να «ξεκλειδώσουν» την παθολογία των ασθενών με μακροχρόνιο COVID-19, και να βρουν νέες θεραπείες καταβάλλουν επιστήμονες ανά τον κόσμο, καθώς, βάσει πρόσφατων μελετών, ένα ποσοστό 5% με 10% των ασθενών που έχουν νοσήσει με κορoνοϊό θα καταλήξουν με το σύνδρομο.
«Ακούμε καθημερινά ότι ένα ποσοστό νοσούντων δεν θα επιβιώσει της οξείας λοίμωξης, ενώ ένα άλλο σημαντικό ποσοστό νοσούντων θα παραμείνει εγκλωβισμένο σε μια μεταλοιμωξική παθολογική κατάσταση, που δεν θα του επιτρέπει για πολύ καιρό, από μήνες έως χρόνια, να επανέλθει στην πρότερη ομαλή λειτουργία του.
Η τελευταία κατάσταση περιγράφει το “μακροχρόνιο COVID-19” και, δυστυχώς, ενώ είναι παγκόσμια αναγνωρισμένο ως η σιωπηρή επερχόμενη πανδημία από όλους τους επίσημους οργανισμούς υγείας, ακόμη και σήμερα δεν του έχουμε δώσει συνολικά την προσοχή που πρέπει», τονίζει ο Γ. Πρασσάς.
Τα συμπτώματα
Tο μακροχρόνιο σύνδρομο COVID-19 δεν είναι απλώς στο «μυαλό» κάποιων ανθρώπων. Σύμφωνα με τον ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, το μακροχρόνιο COVID-19 περιγράφει μια επισήμως αναγνωρισμένη και χρόνια παθολογική κατάσταση, που εμφανίζεται σε άτομα με ιστορικό πιθανής ή επιβεβαιωμένης λοίμωξης από κορονοϊό. Τα συμπτώματα διαρκούν τουλάχιστον δύο μήνες και δεν μπορούν να εξηγηθούν με εναλλακτική διάγνωση.
«Ανάμεσα στα εκατοντάδες συμπτώματα που έχουν συσχετιστεί με το μακροχρόνιο COVID-19, τα πλέον κοινά συμπτώματα περιλαμβάνουν εξαντλητική και αδικαιολόγητη κόπωση, δύσπνοια, ταχυκαρδίες και καρδιακές αρρυθμίες, γνωστικές δυσλειτουργίες, παρατεταμένη σύγχυση, αλλά και θέματα ψυχικής υγείας και μνήμης. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να είναι σταθερά, ή να κυμαίνονται, ή να υποτροπιάζουν με την πάροδο του χρόνου», αναφέρει ο Ελληνας ερευνητής.
Έρευνες
Μακροχρόνιο COVID-19 μπορεί να πάθουν όλοι, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου και έντασης της αρχικής νόσησης. Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις μελέτης που δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο του 2022, υπολογίζεται ότι 1,7 εκατομμύρια άνθρωποι ζουν με σύνδρομο long COVID-19 στο Ηνωμένο Βασίλειο (2,7% του πληθυσμού).
«Οι μεγαλύτερης ηλικίας νοσούντες και κυρίως όσοι έχουν νοσηλευτεί με σοβαρή οξεία νόσο έχουν μεγαλύτερες συγκριτικά πιθανότητες να καταλήξουν με μακροχρόνιο COVID-19, αλλά δυστυχώς ακόμη και νεότερα άτομα μετά από ασυμπτωματικές ή ελαφροσυμπτωματικές μολύνσεις μπορεί να βρεθούν στην ίδια κατάσταση», λέει ο δρ. Πρασσάς, τονίζοντας ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα για να καταλάβουμε καλύτερα τους μηχανισμούς πρόκλησης του συνδρόμου long COVID-19 σε κυτταρικό επίπεδο.
«Χρειαζόμαστε ειδικούς δείκτες που να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση του συνδρόμου. Πρέπει να καταλάβουμε τη συσχέτισή του με τα σύνδρομα μακροχρόνιων διαταραχών που προκαλούν και άλλοι ιοί (π.χ. γρίπη, έμπολα). Ολα αυτά θα αποτελέσουν τη βάση για τον σχεδιασμό νέων θεραπειών, που θα ‘‘ξεκλειδώσουν’’ την παθολογία αυτών των ασθενών και θα τους επιτρέψουν να επιστρέψουν στην ομαλή λειτουργία τους. Ήδη προς αυτή την κατεύθυνση γίνονται σημαντικά βήματα», σημειώνει ο Γ. Πρασσάς.