Οι πρώτες σε θνησιμότητα ασθένειες εγκαταλείφθηκαν στη μοίρα τους, οδηγώντας σε απόγνωση και θάνατο. Όποιος καρδιοπαθής ή καρκινοπαθής είχε κομπόδεμα ή πούλησε σπίτι, σ’ αυτή τη συγκυρία «της μιας νόσου», τα κατέθεσε στον κλινικάρχη με την προσδοκία της επιβίωσης. Όποιος δεν είχε το προβλεπόμενο αντίτιμο, ξέμεινε με τη δεκάρα για το βαρκάρη του Αχέροντα.
Καραδοκεί ένας νέου τύπου εμφύλιος μέσα στην καθημαγμένη ελληνική κοινωνία και δεν αφορά σε μια γενναία αναμέτρηση με τους εργοδότες του 12ωρου και τον πλασιέ τους, τη σούπερμαν τούρτα.
Ούτε σε όσα άλλα δραματικά έχουν δρομολογηθεί ανάμεσα σε διαχειριστές-πλιατσικολόγους και μια κοινωνία που βυθίζεται σε βαθιά φτωχοποίηση, εργασιακή ισοπέδωση και υγειονομικό τέλμα.
Ένας νέος κοινωνικός αυτοματισμός πυροδοτήθηκε ανάμεσα σε δυο νέες «τάξεις», εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους, για να συγκαλύψει τις βαριές ευθύνες των διαχειριστών της εξουσίας σε όλα τα επίπεδα. Οχυρώθηκαν βέβαια νομικά με το «ακαταδίωκτο» αλλά δεν εφησυχάζουν στην πιθανότητα μιας κοινωνικής έκρηξης, που σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να είναι μια 24ωρη τουφεκιά όταν η βίαιη εργασιακή οπισθοχώρηση μας πάει 200 χρόνια πίσω.
Με όπλο τον αρχέγονο φόβο του θανάτου, ταξινομούν την κοινωνία σε δυο νέα στρατόπεδα, με επιφανειακές προς το παρόν αψιμαχίες, που ωστόσο βαθαίνουν.
Οι ανεμβολίαστοι κατατάσσονται, ανεξαρτήτως αιτιολογίας, σε μια κατηγορία, «ψεκασμένοι, συνωμοσιολόγοι, γραφικοί και ατρύπητοι», με μια πλειάδα κονδυλοφόρων να μηρυκάζουν την κυβερνητική επιχειρηματολογία, πασπαλισμένη με αριστεροφάνεια.
Κουβέντα για τον αποκλεισμό φαρμάκων που υπάρχουν και θεραπεύουν μόνο τους εκλεκτούς θεού και ανθρώπων, ενώ θα είχαν σώσει τους περισσότερους από αυτούς που είναι ήδη στα κοιμητήρια και θα σήμαιναν, μαζί με μια οργανωμένη πρωτοβάθμια περίθαλψη, αποφόρτιση των νοσοκομείων.
Κουβέντα για το εμπάργκο σε συγκεκριμένα εμβόλια, στη βάση γεωστρατηγικής ταξινόμησης και άνωθεν εντολών.
Ούτε λέξη για την ανοσολογική μνήμη, που τσακίστηκε με τους πολύμηνους εγκλεισμούς και θα είναι ανοχύρωτη ακόμη και στην επόμενη απλή γρίπη.
Τους είναι παντελώς αδιάφορη η απουσία κάθε επιδημιολογικής επιτήρησης, που εξοβελίζει τους ανθρώπους που δεν μπορούν να εμβολιαστούν λόγω αυτοάνοσου, αλλεργιών, χημειοθεραπειών κλπ, όπως και για το συντριπτικό ποσοστό του 40% των θετικών κρουσμάτων που νόσησαν ασυμπτωματικά και δεν πρέπει να εμβολιαστούν στην παρούσα φάση αλλά δεν καταγράφονται πουθενά και ούτε καν ανιχνεύονται.
Όσο για αυτούς που διατυπώνουν επιφύλαξη ή ακόμη περισσότερο, αμφισβήτηση, διαπομπεύονται και στήνονται σε μια «πυρά» δημόσιου διασυρμού.
Η, δίχως λόγο, δημοσιοποίηση μιας προσωπικής ιατρικής πράξης, του εμβολιασμού, σαρώνει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και είναι προς διερεύνηση τι κίνητρα έχει, αν όχι τη συμμόρφωση των “ψεκασμένων, προς το συμφέρον όλων μας και το κοινό καλό”.
Σε λίγο καιρό είναι αμφίβολο αν θα υπάρχει σωματείο που να υπερασπίζεται τους ανεμβολίαστους που θα απολύονται ή αν θα διεγείρεται καν το ελάχιστο αίσθημα συμπαράστασης στον κοινωνικό περίγυρο, αφού ήδη διαταράσσονται διαπροσωπικές σχέσεις χρόνων στην απλή διατύπωση επιφύλαξης.
Ο φόβος είναι το μόνο κοινό χαρακτηριστικό των δύο «αντίπαλων στρατόπεδων» Κατανοητός και σεβαστός όταν μάλιστα εξαπολύεται ως βόμβα μεγατόνων, μέσα από τα βοθροκάναλα.
Ποιον εξυπηρετεί όμως σήμερα ο κρετινισμός μιας σύγκρουσης φόβων αν όχι αυτούς που την καλλιεργούν;
Στη Γερμανία, μετά το Ισραήλ, υπερψηφίστηκαν ήδη, από όλα τα κόμματα, τα προνόμια των εμβολιασμένων και η περιθωριοποίηση των ανεμβολίαστων, παραπέμποντας ιστορικά στους ναζιστικούς νόμους της Νυρεμβέργης
Εδώ, στις 11 Μαρτίου 2020, πριν καν επιβληθεί το πρώτο lockdown, ψηφίστηκε ο ν. 4675/2020, που περιλαμβάνει τον υποχρεωτικό εμβολιασμό.
Ποια διαίσθηση οδήγησε τον κυβερνητικό αχταρμά σε αυτή τη νομική ετοιμότητα, καθώς χρειάζονται τουλάχιστον δυο ή τρεις μήνες για την προετοιμασία ενός νόμου; Και ψήφισαν εκ νέου και σε ανύποπτη στιγμή, την υποχρεωτικότητα όταν ήδη και σωστά, είναι δια νόμου υποχρεωτικά τα εμβόλια ιλαράς, ερυθράς, παρωτίτιδας, ηπατίτιδας πολιομυελίτιδας, διφθερίτιδας, κοκίτη, μηνιγγίτιδας και πνευμονιόκοκκου.
Η άρρωστη πολυνομία που διέπει κάθε παρακμασμένη κρατική οντότητα δεν μπορεί να είναι η απάντηση, καθώς τίποτα δεν είναι τυχαίο.
Ο νόμος αυτός δεν αποτέλεσε ποτέ ως τώρα θέμα στο δημόσιο διάλογο.
Ούτε οι ποινικές ευθύνες που εγείρονται από τη βίαιη καταπάτησή του.
Στο άρθρο 2, παρ. ε’, προβλέπει «αυξημένη φροντίδα για τις ασθένειες υψηλού επιπολασμού, όπως ο καρκίνος». Η εγκατάλειψη που βιώνουν καρκινοπαθείς και καρδιοπαθείς, μόνο με πρόγραμμα ευθανασίας, μπορεί να συγκριθεί. Ματαίωση χημειοθεραπειών και ακτινοβολιών. ματαίωση προγραμματισμένων επεμβάσεων, ματαίωση προληπτικού ελέγχου εξέλιξης της αρρώστιας.
Οι πρώτες σε θνησιμότητα ασθένειες εγκαταλείφθηκαν στη μοίρα τους, οδηγώντας σε απόγνωση και θάνατο. Όποιος καρδιοπαθής ή καρκινοπαθής είχε κομπόδεμα ή πούλησε σπίτι, σ’ αυτή τη συγκυρία «της μιας νόσου», τα κατέθεσε στον κλινικάρχη με την προσδοκία της επιβίωσης. Όποιος δεν είχε το προβλεπόμενο αντίτιμο, ξέμεινε με τη δεκάρα για το βαρκάρη του Αχέροντα.
Περιττεύει κάθε αναφορά σε όλα τα υπόλοιπα άρθρα, που γράφτηκαν μόνο για να παραβιαστούν με κυνισμό, όπως το σχετικό με την ενίσχυση των δομών απεξάρτησης, τη διατροφική βελτίωση, τη σωματική ευεξία ή το άρθρο 3, παρ. 2 για πλήρη κοστολόγηση και σταδιακή αύξηση των δαπανών για τη δημόσια υγεία.
Έμεινε μόνο ο εμπαιγμός από τον προϋπολογισμό για το 2021 που, στην κορύφωση της πανδημίας, προβλέπει μείωση των δαπανών για τη δημόσια υγεία κατά 572 εκατομμύρια ευρώ, ένας πολλαπλά παραβιασμένος νόμος που σε άσχετο χρόνο μιλά για υποχρεωτικό εμβολιασμό κι ένα κοινωνικό σύνολο, με πολλή φτώχεια, πολλή καταστολή και πολλά πένθη, που τρώει τις σάρκες του.