“Μεγέθυνση του ΑΕΠ ή οικονομική ανάπτυξη;” γράφει ο Νίκος Ιγγλέσης
Αλλεπάλληλες εκτιμήσεις, από το ΔΝΤ, την Κομισιόν, την κυβέρνηση, τις τράπεζες και από οίκους αξιολόγησης, για το πόση θα είναι η μεγέθυνση του ελληνικού ΑΕΠ φέτος, βλέπουν το φως της δημοσιότητας το τελευταίο διάστημα. Όλες προβλέπουν μία μεγέθυνση περίπου στο ένα τρίτο τής συρρίκνωσης που προκλήθηκε από τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας.
Το βέβαιο είναι, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ότι το πρώτο τρίμηνο του έτους, σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020, το ΑΕΠ, σε τρέχουσες τιμές, μειώθηκε κατά 4,9%. Αυτή η μείωση έρχεται να προστεθεί στη μείωση κατά 9,6% που σημειώθηκε για όλο το 2020.
Ο πρωθυπουργός και ο υπουργός των Οικονομικών πρόβαλλαν τη μείωση του ΑΕΠ σε αλυσωτούς δείκτες όγκου κατά 2,3% και εξέφρασαν την ικανοποίησή τους γιατί αυτή υπήρξε μικρότερη απ’ ό,τι αναμενόταν! Η ελληνική οικονομία άντεξε, είπαν και τώρα αρχίζει η ανάπτυξη! Μόνο που οι Έλληνες ζουν – αγοράζουν και πουλάνε – σε τρέχουσες τιμές και όχι σε αλυσωτούς δείκτες όγκου.
Η ουσιαστική μείωση του ΑΕΠ είναι στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερη αλλά περιορίζεται σ’ αυτά τα ποσοστά λόγω της χρηματοδότησης της οικονομίας – κοινωνίας από το κράτος. Αυτό δεν θα αποτελούσε πρόβλημα αν η χρηματοδότηση αυτή δεν προερχόταν, στο σύνολό της, από εξωτερικό δανεισμό, που αυξάνει το, ήδη τεράστιο, δημόσιο χρέος. Δυστυχώς η Ελλάδα μέσα στην Ευρωζώνη δεν μπορεί να προβεί σε έκδοση νέου χρήματος, μπορεί μόνο να δανείζεται, για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες που δημιούργησε η διαχείριση της Covid-19 από την κυβέρνηση.
Από την 1η Ιανουάριου του 2020 μέχρι τα τέλη Μαρτίου του 2021 το δημόσιο χρέος (Κεντρικής Διοίκησης) αυξήθηκε κατά 24,8 δις ενώ παράλληλα τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους μειώθηκαν κατά 4,3 δις. Συνολικά, δηλαδή, η χρηματοδότηση του κράτους στην οικονομία ανήλθε σε 29,1 δις μέσα σε 15 μήνες. Όλα δανεικά και επιστρεπτέα. Στο τέλος Μαρτίου 2021 το ΑΕΠ είχε συρρικνωθεί στα 164,1 δις και το δημόσιο χρέος είχε ανέλθει σε 380,8 δις ή το 232% του ΑΕΠ.
Ο γνωστός μας Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, σε πρόσφατη συνέντευξή του, είπε: «Ο δανεισμός σε περιόδους κρίσης έχει νόημα αρκεί να μην ξεχαστεί το θέμα της αποπληρωμής».
Για να υπάρξει μια μεγέθυνση του ΑΕΠ 3,6% φέτος, όπως προβλέπει η κυβέρνηση, θα πρέπει τα υπόλοιπα τρία τρίμηνα το 2021 να αυξάνεται, μεσοσταθμικά, κατά 4,9% προκειμένου να εξουδετερώσει το -4,9% του πρώτου τριμήνου. Μάλλον απίθανο φαντάζει κάτι τέτοιο.
Με την άρση των περισσότερων περιοριστικών μέτρων το Μάιο του 2021 είναι φυσικό το ΑΕΠ να εμφανίσει μια μεγέθυνση σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα. Με την επαναλειτουργία του λιανικού εμπορίου, της εστίασης, της ψυχαγωγίας, του τουρισμού και άλλων δραστηριοτήτων αναμένεται να υπάρξει αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης των νοικοκυριών που θα επιφέρει μεγέθυνση του ΑΕΠ. Πόση όμως θα είναι αυτή; Πόσα χρόνια θα περάσουν για να επανέλθει το ΑΕΠ στα επίπεδα του 2019;
Η κυβέρνηση προσδοκά ότι η σημαντική αύξηση των καταθέσεων κατά τη διάρκεια των τελευταίων 15 μηνών θα διοχετευθεί στην κατανάλωση. Αλλά δεν υπολογίζει ότι το διαθέσιμο εισόδημα για μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες έχει μειωθεί δραματικά, ότι τα χρέη έχουν διογκωθεί και ότι έχει διαφοροποιηθεί η καταναλωτική συμπεριφορά των πολιτών που δεν είναι διατεθειμένοι να δαπανήσουν όλο το εισόδημά τους ή τις καταθέσεις τους, αλλά, θέλουν να διατηρήσουν, όσοι μπορούν, ένα απόθεμα ασφαλείας μήπως ξαναέρθουν δύσκολες εποχές. Η εποχή της καταναλωτικής κραιπάλης έχει παρέλθει. Τέλος δεν υπολογίζει η κυβέρνηση ότι είναι υποχρεωμένη να περιορίσει την καταναλωτική δαπάνη του δημοσίου, για να σταματήσει η ανεξέλεγκτη διόγκωση του χρέους. Μια μνημονιακού τύπου λιτότητα είναι ante portas.
Το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ που, από την κυβέρνηση και τους υπόλοιπους ευρωφετιχιστές, παρουσιάζεται ως «Νέο Ελντοράντο» θα δώσει νέα δάνεια 30,5 δις αλλά σε διάστημα έξι ετών και απ’ αυτά το 37% θα διατεθεί για τη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση» και το 20% για την ψηφιοποίηση. Η Ελλάδα όμως χρειάζεται επειγόντως παραγωγικές επενδύσεις με επέκταση καλλιεργειών, αύξηση κτηνοτροφικών μονάδων, νέες βιομηχανίες και βιοτεχνίες. Αυτές οι επενδύσεις μόνον μπορούν να προσφέρουν βελτίωση των εισοδημάτων και μείωση της ανεργίας. Μόνο τότε θα υπάρξει πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας και όχι απλώς μεγέθυνση του ΑΕΠ από την κατανάλωση, που στο μεγαλύτερο ποσοστό της – ελλείψει παραγωγικού δυναμικού – ενισχύει τις εισαγωγές, δηλαδή, τους ξένους παραγωγούς με χρήματα που μας δανείζουν οι ίδιοι.
Αυτά, όμως, αποτελούν «ψιλά γράμματα» για την κυβέρνηση που προς το παρόν αναζητάει «παράθυρο ευκαιρίας», μόλις υποχωρήσει η πανδημία, για πρόωρες εκλογές καλλιεργώντας ελπίδα και αισιοδοξία για καλύτερες μέρες, υποσχόμενη «πολλές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας» όπως συνηθίζει να λέει ο κ. Μητσοτάκης.
«Η αισιοδοξία είναι το όπιο του λαού» Μίλαν Κούντερα
ellinikiantistasi.gr