Απόψεις Κοινωνία

“(Συν) επιμέλεια και Διαμεσολάβηση” γράφει η Νανά Παπαδογεωργάκη

………………………………..

Το τελευταίο διάστημα έχει ξεκινήσει ζωηρός διάλογος για το νέο νομοσχέδιο που φέρνει το Υπουργείο Δικαιοσύνης, το οποίο υιοθετεί ένα νέο νομικό σύστημα για την από κοινού επιμέλεια των παιδιών μετά το τέλος της έγγαμης συμβίωσης των γονέων – πάντα με βάση το συμφέρον του παιδιού. Η γνωστοποίηση δε αυτών των αλλαγών έχει ήδη εγείρει σειρά αντιπαραθέσεων μεταξύ των γονέων.

Με βάση όσα διαβάζουμε το νέο νομοσχέδιο φιλοδοξεί να καθιερώσει τις προϋποθέσεις εκείνες που θα αναδείξουν τον κοινό ρόλο των γονέων, έναν ρόλο συνεργατικό για το συμφέρον των παιδιών και όχι έναν ρόλο που θα καθιστά την παρουσία του πατέρα απλώς συμπληρωματική, όπως ορίζει συνήθως το περιεχόμενο μίας δικαστικής απόφασης.

Γιατί ποιος ξέρει άραγε ποιο είναι πραγματικά το συμφέρον του παιδιού/παιδιών καλύτερα από τους ίδιους τους γονείς; Μα γιατί τότε οι γονείς προτιμούν την ψυχική και οικονομική ταλαιπωρία που συνεπάγεται ένας δικαστικός αγώνας, εφόσον οι ίδιοι γνωρίζουν καλύτερα τι ωφελεί τα παιδιά τους; Τι έχουν να κερδίσουν;

Η απάντηση είναι ότι, παρόλο που, στη δικαστική διαδικασία υπάρχει πάντα το ρίσκο της πιθανής ήττας, συχνά οι γονείς αναλαμβάνουν να το πάρουν.

Την ίδια στιγμή, μέσω μίας εξωδικαστικής διαδικασίας, όπως είναι π.χ η διαμεσολάβηση, υποθέσεις οικογενειακών διαφορών διευθετούνται για λόγους που αφορούν στις σχέσεις των γονέων και στα μεταξύ τους συναισθήματα και έτσι αναδεικνύονται σταδιακά τα πραγματικά αίτια της διαφοράς που κρύβονται πίσω από την αρχικώς διαφαινόμενη αντιδικία.

Το δεύτερο που ισχύει στις περιπτώσεις των οικογενειακών διαφορών είναι ότι οι γονείς δυσκολεύονται να αφήσουν πίσω τους το «εγώ» και να μετακινηθούν στις πραγματικές ανάγκες των παιδιών τους.

Οι ανάγκες αυτές διαβάζονται πολλές φορές και στη γλώσσα του σώματος των παιδιών, όταν για παράδειγμα μιλούν για τη χαρά άλλων παιδιών – φίλων τους, επίσης χωρισμένων γονιών, που απολαμβάνουν την παρουσία του κάθε γονέα, ισόχρονα και ισότιμα και πολλές φορές όλοι τους συνυπάρχουν πολιτισμένα σε συγκεντρώσεις, γενέθλια, διακοπές. Σε τέτοιες αφορμές, τα παιδιά μοιράζονται τη χαρά της συνύπαρξης και με τους δύο γονείς. Αυτό φυσικά προϋποθέτει ωριμότητα, υπευθυνότητα και και καλή επικοινωνία μεταξύ των γονέων.

Έτσι λοιπόν το νομοσχέδιο αυτό – και σε όσες περιπτώσεις θα προκύπτουν ζητήματα δυσκολίας στην επικοινωνία μεταξύ των γονέων – αναδεικνύει εκ νέου τη λειτουργία του θεσμού της διαμεσολάβησης.
Τι σημαίνει διαμεσολάβηση; Μέχρι σήμερα γνωρίζαμε όλοι το παραδοσιακό σύστημα απονομής της δικαιοσύνης και τη πρόσβαση στη δικαιοσύνη με βάση το Σύνταγμα.

Αυτό που άλλαξε στην ελληνική έννομη τάξη είναι η θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής συνεδρίας διαμεσολάβησης, ως ένα στάδιο προδικασίας, πριν τη συζήτηση της όποιας αγωγής στο δικαστήριο – ενδεικτικά επιμέλειας ή διατροφής – με την παρουσία του διαμεσολαβητή που είναι εκπαιδευμένος σε ειδικές δεξιότητες και ο οποίος θα τη διεξάγει μέσα σε ένα περιβάλλον παραγωγικού διαλόγου και εποικοδομητικής συζήτησης, προσπαθώντας μαζί με τα εμπλεκόμενα μέρη και τους Δικηγόρους τους, για την ανεύρεση μίας βιώσιμης και λειτουργικής συμφωνίας – λύσης.

Ο Διαμεσολαβητής ΔΕΝ είναι δικαστής, ούτε διαιτητής και είναι χρήσιμο αυτό να διευκρινιστεί. Δεν εκδίδει απόφαση και δεν επιβάλλει κανενός είδους λύση. Είναι ειδικά εκπαιδευμένος, με δεξιότητες να ακούει ενεργητικά να κάνει τις σωστές ερωτήσεις, να θέτει τα θέματα σε μία ρεαλιστική βάση, να διευκολύνει τις συζητήσεις και να αναδεικνύει τις πραγματικές ανάγκες και τα συμφέροντα των μερών / γονέων.

Η λύση που θα προκύπτει μέσα από τη διαμεσολάβηση, θα είναι το αποτέλεσμα της ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ και όχι η απόφαση ενός δικαστή, που ούτε γνωρίζει τις ανάγκες των μερών, ούτε και αγαπά τα παιδιά, όπως τα αγαπούν οι γονείς τους και μόνο εκείνοι. Οι γονείς έτσι αποφεύγουν τις δικαστικές διενέξεις μέσα στις δικαστικές αίθουσες, δεν τραυματίζεται ο ψυχισμός των παιδιών τους και ο γονιός, με τον οποίο το παιδί δεν διαμένει μαζί, νιώθει εξίσου σημαντικός στη ζωή του παιδιού του και όχι απλώς επισκέπτης.

Με βάση τα ανωτέρω, η προσφυγή στη δικαστική διαδικασία, χρειάζεται να είναι το έσχατο μέσο, όταν δηλαδή προηγηθούν οι προσπάθειες για διαμεσολάβηση και αυτές δεν καρποφορήσουν. Αυτό ακριβώς κομίζει, μεταξύ άλλων, ως νέα προσέγγιση το νέο νομοσχέδιο για την συνεπιμέλεια.

Την ίδια στιγμή έχει λεχθεί ότι η αλλαγή στη διαμονή του παιδιού στα πλαίσια μίας εναλλασσόμενης κατοικίας μπορεί να επηρεάσει την ψυχική του ηρεμία αλλά και τη καθημερινότητα του (δύο σπίτια, δύο δωμάτια ακόμα και διπλά βιβλία ή ακόμα και διπλό ρουχισμό) σε βαθμό τέτοιο που αντί να διευκολύνεται η ανάπτυξη του, αντίθετα αυτή να κλονίζεται και να επηρεάζεται η συναισθηματική του σταθερότητα. Ωστόσο, οι ειδικοί επιστήμονες έχουν τοποθετηθεί επί του θέματος αυτού και έχει επικρατήσει η άποψη ότι τα παιδιά έχουν ανάγκη την φροντίδα και των δύο γονιών και πολλές φορές η αποκλειστική ανάθεση της επιμέλειας σε ένα γονέα και η όποια στέρηση της επικοινωνίας με τον άλλο, δημιουργεί πολλαπλά ψυχικά τραύματα στα παιδιά και επηρεάζει την ρουτίνα τους και την σταθερότητα τους.

Ένα είναι σίγουρο: Οι όποιες αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο – που δεν έχει αλλάξει από το 1983 – χρειάζεται να περιλαμβάνουν δικλείδες ασφαλείας, με κριτήριο πάντα το συμφέρον των παιδιών.

Η διαμεσολάβηση δεν έχει νικητές αλλά ούτε και ηττημένους. Η δυνατότητα προσφυγής στη τακτική δικαιοσύνη θα υφίστανται πάντα. Όταν όμως μιλάμε για τον ευαίσθητο τομέα των οικογενειακών διαφορών, οι πολίτες είναι χρήσιμο να γνωρίζουν και μία άλλη μέθοδο επίλυσης των διαφορών τους, που τελικά έχει να κάνει με τον ανθρώπινο παράγοντα και τις ανάγκες του. Λέγεται διαμεσολάβηση!

banner-article

Ροη ειδήσεων