Άνω κάτω Ν.Δ. – Μαξίμου: Τριγμούς στη «γαλάζια» Κ.Ο. φέρνει η κύρωση συμφωνιών με τη Βόρεια Μακεδονία
Τα επίχειρα της μικροπολιτικής που η Ν.Δ. ακολούθησε ως αξιωματική αντιπολίτευση για το ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών «εισπράττει» σήμερα ως κυβέρνηση η «γαλάζια» παράταξη. Μια κατάσταση πραγμάτων που δείχνει να προκαλεί ισχυρό «πονοκέφαλο» στο Μαξίμου αλλά και ρωγμές στην κομματική ενότητα. Ρωγμές οι οποίες μπορεί να έχουν (μέχρι και) τεράστιες συνέπειες στο όχι και πολύ μακρινό μέλλον.
Η σκληρή γραμμή που χάραξε και ακολούθησε μέχρι τέλους η Ν.Δ. στη διαδικασία κύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών φαίνεται να προκαλεί σήμερα μεγάλες παρενέργειες στην κυβέρνηση Μητσοτάκη με ένα πέπλο ανασφάλειας και ευθραυστότητας να αρχίζει να σκεπάζει το κυβερνητικό σχήμα.
Και αυτό καθώς στελέχη και βουλευτές της Ν.Δ. από όλη τη χώρα που είχαν αγκαλιάσει το «μακεδονομαχικό» κίνημα καλούνται σήμερα όχι μόνο να αποκαλέσουν τη γείτονα χώρα Βόρεια Μακεδονία αλλά και να «επικυρώσουν», αυτοί με τη σειρά τους, με τον πλέον επίσημο τρόπο, τη Συμφωνία των Πρεσπών, υπερψηφίζοντας τρεις διακρατικές συμβάσεις που απορρέουν από τη Συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ.
Η φύλαξη του FIR της Βόρειας Μακεδονίας από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, η ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η οικονομική συνεργασία των δύο χωρών είναι τα ζητήματα των τριών συμβάσεων που καλείται να κυρώσει η ελληνική Βουλή και έχουν κατατεθεί εδώ και καιρό. Άγνωστο πάντως για την ώρα παραμένει το πότε θα ολοκληρωθεί η κοινοβουλευτική διαδικασία. Ο πρόεδρος της Βουλής Κώστας Τασούλας έχει διευκρινίσει ότι «δεν βρίσκεται στις κυβερνητικές προτεραιότητες» η κύρωση των τριών συμβάσεων.
Σε δήλωσή του την περασμένη εβδομάδα ο Τασούλας και μετά το τέλος της εβδομαδιαίας Διάσκεψης των Προέδρων της Βουλής με αφορμή ανακοίνωση του γραφείου Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ σχετικά με τον χρόνο κύρωσης των τριών διεθνών συμβάσεων με τη Βόρεια Μακεδονία τόνισε πως «στη σημερινή Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής, αλλά και αμέσως μετά, στην επικοινωνία μου με τους κοινοβουλευτικούς συντάκτες, ενημέρωσα, μεταξύ άλλων, πως οι τρεις κυρώσεις διεθνών συμβάσεων με τη Βόρεια Μακεδονία δεν έχουν χαρακτήρα επείγοντα. Τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο. Όλα τα άλλα που εγράφησαν αφορούν προφανώς κάποιον άλλον πρόεδρο, κάποιας άλλης Βουλής».
Δύσβατος δρόμος
Το πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα για την κυβέρνηση γίνεται ξεκάθαρο από πληροφορίες που δεν έχουν διαψευστεί και αναφέρουν ότι ο πρώην πρωθυπουργός και πρώην πρόεδρος της Ν.Δ. Αντώνης Σαμαράς έχει διαμηνύσει ότι δεν πρόκειται να υπερψηφίσει τις τρεις συμφωνίες – οι οποίες υπό κανονικές συνθήκες θα έπρεπε να περάσουν από τη Βουλή χωρίς κανένα πρόβλημα.
Ταυτόχρονα οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι το κυβερνών κόμμα δυσκολεύεται πάρα πολύ – για να το πούμε όσο πιο κομψά γίνεται – να βρει στους κόλπους της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας το πρόσωπο εκείνο που θα αναλάβει χρέη εισηγητή για τη συζήτηση των τριών συμφωνιών συνεργασίας με τη Βόρεια Μακεδονία.
Και αυτό καθώς ο συγκεκριμένος βουλευτής που θα κληθεί να σηκώσει στους ώμους του το βάρος αυτό θα πρέπει να πληροί ένα βασικό κριτήριο: Να μην έχει εκφράσει ιδιαίτερα λάβρες απόψεις κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών. Ταυτόχρονα θα πρέπει ο ίδιος να είναι διατεθειμένος να εκτεθεί τόσο στην κριτική της αντιπολίτευσης όσο και πιθανών ψηφοφόρων του, καθώς το «κίνημα κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών» δεν περιορίστηκε μόνο στη Βόρεια Ελλάδα, αλλά αντιθέτως, όπως έχει παραδεχθεί και ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, είχε πανελλαδικό χαρακτήρα, προκαλώντας ζημιά στην κυβέρνησή του.
Υπό αυτές τις συνθήκες ο Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να βαδίσει μια μεγάλη και δύσβατη απόσταση πάνω σε ιδιαίτερα «λεπτό πάγο», καθώς οι παράγοντες που μπορούν να του προκαλέσουν το οποιοδήποτε πρόβλημα είναι κυριολεκτικά αμέτρητοι. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του «ναρκοπεδίου» που η Ν.Δ. έχει δημιουργήσει από μόνη της με τη στάση της απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών είναι και το πρόσφατο περιστατικό με το κοινό ανακοινωθέν για τη συνάντηση Δένδια – Πομπέο στη Θεσσαλονίκη.
Κυβερνητικές αβλεψίες…
Σε ένα κοινό ανακοινωθέν στο οποίο για μερικές ώρες η Συμφωνία των Πρεσπών ήταν «ιστορική» και στη συνέχεια, κατόπιν – όπως όλα δείχνουν – απεγνωσμένης προσπάθειας της ελληνικής πλευράς ο όρος «ιστορική» απαλείφθηκε, όμως όχι πριν ο Αλέξης Τσίπρας, όπως και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, τον χρησιμοποιήσει στη Βουλή για να στηλιτεύσει συνολικά τη στάση της Ν.Δ. έναντι της Συμφωνίας.
Και αυτό ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας έκανε τα πράγματα ακόμη χειρότερα, κάνοντας λόγο για «αβλεψία» σε ένα επίσημο έγγραφο εγκεκριμένο από δυο υπουργεία Εξωτερικών, το ένα εκ των οποίων ήταν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. «Όταν ανταλλάσσονται κείμενα μεταξύ δύο αντιπροσωπειών, μπορεί να γίνει κάποιο λάθος, να υπάρξει μία αβλεψία. Το τελικό κείμενο είναι αυτό που έχει σημασία, γι’ αυτό και υπάρχουν οι ορθές επαναλήψεις. Δεν είναι η πρώτη φορά, ούτε η τελευταία. Δίνεται σημασία σε αυτή τη λέξη γιατί έχει ένα ιστορικό υπόβαθρο η υπόθεση» είπε ο Πέτσας στο «Καλημέρα Ελλάδα» και στον Γιώργο Παπαδάκη.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μάλιστα έσπευσε να υπενθυμίσει ότι «ο κ. Τσίπρας προχώρησε βιαστικά σε μία Συμφωνία με τους βόρειους γείτονές μας, με αποκλειστικό σκοπό να διχάσει τη Ν.Δ. Ήταν το μόνο του σωσίβιο, προκειμένου να διατηρηθεί στην εξουσία. Δεν το κατάφερε αυτό». Και ενθυμούμενος, όχι το τώρα που η Ν.Δ. κρατάει στα χέρια της τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά τις μέρες που το κυβερνών κόμμα βρισκόταν στα έδρανα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επιτέθηκε στον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζοντας πως «ο κ. Τσίπρας θέλει να πει μία κορώνα, να πιαστεί ακόμα και από μία λέξη ενός μη τελικού κειμένου, μήπως διασωθεί από τα εσωκομματικά του προβλήματα».
Σύμφωνα με τον Πέτσα, η Ν.Δ. είχε μια σταθερή στάση απέναντι στη Συμφωνία. «Προσπαθήσαμε να μην ψηφιστεί και στη συνέχεια να μην κυρωθεί. Αλλά, ταυτόχρονα, προειδοποιήσαμε ότι από τη στιγμή που θα κυρωθεί, δεν μπορεί να μην εφαρμοστεί» ανέφερε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος. «Οι Έλληνες πρέπει να ξέρουν ότι ακρογωνιαίος λίθος της πολιτικής της χώρας, όχι μόνο αυτής της κυβέρνησης, είναι ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο. Επομένως, δεν μπορεί να το εφαρμόζουμε αλά καρτ» είπε ο Πέτσας.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος μάλιστα σημείωσε πως «έχουμε συμφωνία με τη Βόρεια Μακεδονία και την εφαρμόζουμε. Σημασία έχει να είμαστε όλοι συνεπείς όσον αφορά τις δεσμεύσεις μας. Και θα κοιτάμε μέσα από τα διάφορα κεφάλαια της διαπραγμάτευσης των γειτόνων μας με την Ευρωπαϊκή Ένωση να προασπίσουμε τα εθνικά μας συμφέροντα. Αυτό θα κάνουμε και αυτό λέει τελικά το κοινό ανακοινωθέν, το οποίο περιλαμβάνει και πάρα πολλά άλλα κεφάλαια, από τη στρατηγική συνεργασία με τις ΗΠΑ για την ενέργεια και την οικονομία».
…και «γαλάζιοι» τριγμοί
Σε κάθε περίπτωση πάντως μπορεί η συγκεκριμένη «αβλεψία» να έδωσε τη δυνατότητα στον ΣΥΡΙΖΑ να… τρολάρει τη Ν.Δ., ωστόσο είναι εξαιρετικά χαρακτηριστική των προβλημάτων που το ίδιο το κυβερνών κόμμα προκάλεσε στον εαυτό του. Και αυτό γιατί ακολούθησε μια επί της ουσίας αδιέξοδη πολιτική στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών, καθώς γνώριζε, από την πρώτη στιγμή, ότι από την ώρα που αυτή θα κυρωνόταν ακόμα και αν άλλαζε η κυβέρνηση, όπως και έγινε, η εφαρμογή της, που περνά από τις εφαρμοστικές συμφωνίες που βρίσκονται αυτό τον καιρό στον «πάγο» στο ελληνικό Κοινοβούλιο, ήταν και είναι μονόδρομος.
Το γεγονός ότι η ελληνική πλευρά υποχρεώθηκε να ζητήσει από το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να απαλειφθεί ο όρος «ιστορική» από το κοινό ανακοινωθέν δείχνει και το μέγεθος του προβλήματος που η ακραία ρητορική του πρόσφατου, και προεκλογικού, παρελθόντος προκαλεί στη Ν.Δ. σήμερα. Και αυτό καθώς δείχνει ότι στελέχη και ψηφοφόροι του κόμματος αδυνατούν να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα και ότι αν η Ν.Δ. επιχειρήσει να κινηθεί σε πιο ομαλά μονοπάτια θα προκαλέσει τριγμούς στο εσωτερικό του κόμματος.
Ωστόσο η παρούσα κατάσταση εμπεριέχει και εξαιρετικά επικίνδυνες «ουρές» σε μια στιγμή που σχεδόν όλα τα εθνικά θέματα είναι ανοιχτά και σε μια στιγμή που η Ελλάδα δέχεται πιέσεις για διάλογο και – γιατί όχι; – για συμφωνία με την Τουρκία. Και αυτό διότι εντός του κόμματος πλέον είναι απολύτως διακριτή μια πτέρυγα, η οποία επιδιώκει σκληρή γραμμή έναντι της Τουρκίας και δείχνει ότι δεν είναι διατεθειμένη να συζητήσει οτιδήποτε ξεφεύγει από τη γραμμή αυτή.
Το μέγεθος της πτέρυγας αυτής (βουλευτές, στελέχη αλλά και ψηφοφόροι) δεν είναι απολύτως καταμετρημένο και βέβαια δεν είναι και δεδομένο ότι οι άνθρωποι που σήμερα εκφράζουν σκληρές θέσεις δεν θα γίνουν πιο ήπιοι αν τεθεί ζήτημα κομματικής πειθαρχίας. Ωστόσο, η συγκεκριμένη κίνηση δείχνει ως… μη επιλογή για την ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος, καθώς ουσιαστικά θα επιβεβαίωνε τις πληροφορίες για διχασμό στο εσωτερικό της Ν.Δ. και θα έδειχνε αδυναμία πειθούς.
Ο Πομπέο στο… Υπουργικό
Μπορεί να είναι και αυτός ένας λόγος που ο πρωθυπουργός, παρά την… «αβλεψία», ακόμη μία των άριστων του επιτελικού κράτους, όπως λένε οι κακεντρεχείς, στο χθεσινό Υπουργικό Συμβούλιο γέμισε την εισαγωγική του τοποθέτηση με την επίσκεψη Πομπέο στα μέρη μας.
Ο Μητσοτάκης χαρακτήρισε ως «εξαιρετικά επιτυχημένες» τις συζητήσεις που είχε με τον επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Μάικ Πομπέο, στέλνοντας μάλιστα μήνυμα εν όψει της διήμερης συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αρχίζει σήμερα, Πέμπτη.
«Και νομίζω ότι το θετικό αποτύπωμα για τη χώρα μας αποδεικνύεται και από τον εκνευρισμό που το ταξίδι προκάλεσε στην απέναντι πλευρά, κάτι το οποίο θα πρέπει να σκεφτούν και όσοι το υποδέχθηκαν στην Αθήνα με αμηχανία, για να μην πω ενίοτε και με μικροψυχία» είπε ο πρωθυπουργός, αναφερόμενος στην επίσκεψη Πομπέο στη χώρα μας.
Σύμφωνα με τον Μητσοτάκη, η επίσκεψη Πομπέο ενισχύει την εθνική γραμμή εν όψει του Συμβουλίου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. «Εκεί θα εξεταστεί αναλυτικά η τουρκική συμπεριφορά και ελπίζω το μήνυμα προς την Άγκυρα να είναι απολύτως σαφές: Οι μονομερείς ενέργειες προκαλούν παρενέργειες, οι επιθετικές κινήσεις φέρνουν ανάλογες απαντήσεις, συνεπώς πρέπει να σταματήσουν οι προκλήσεις για να ξεκινήσουν οι συζητήσεις, για το ζήτημα το οποίο μας χωρίζει με την Τουρκία, που δεν είναι άλλο από την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο».
Ο πρωθυπουργός τόνισε ότι η θέση της Ελλάδας είναι πάρα πολύ ξεκάθαρη και πως έχει «φτάσει πια η ώρα της διπλωματίας και είναι πια στο χέρι των γειτόνων μας να αποδείξουν έμπρακτα εάν όντως ειλικρινά επιθυμούν την αποκλιμάκωση και τον διάλογο. Διαφορετικά η Ευρώπη έχει και άλλους τρόπους να προστατεύσει τα συμφέροντά της, αλλά και την ευρύτερη ασφάλεια στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου».