Πολιτισμός

Άντον Τσέχοφ: Ο ποιητής του θεάτρου

Στις 15 Ιουλίου 1904, έφυγε από τη ζωή ο Άντον Τσέχοφ, Ρώσος συγγραφέας, που κατέχει επάξια μια θέση ανάμεσα στους μεγαλύτερους δραματουργούς όλων των εποχών, ανάμεσα και στους αρχαίους δραματουργούς, στον Σαίξπηρ κ.α.

Ο Τσέχοφ γεννήθηκε στις 17 Ιανουαρίου 1860 (με το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε τοτε στη Ρωσία) στην κωμόπολη Ταγκανρόγκ, στη νότια Ρωσία. Ο πατέρας του δούλευε ως λογιστής και διατηρούσε τυροκομείο. Το ελάχιστο κέρδος του πατέρα ήταν αδύνατο να καλύψει τις ανάγκες της μεγάλης οικογένειας, γεγονός που τον ανάγκασε να δηλώσει πτώχευση. Τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του Τσέχοφ, ο Αλέξανδρος και ο Νικόλαος, αντιδρώντας στον αυταρχισμό του πατέρα τους τις δύσκολες καταστάσεις που βίωναν έφυγαν απ’ το σπίτι. Ο πατέρας του, για να αποφύγει τη δικαστική δίωξη των δανειστών του κατέφυγε στη Μόσχα. Λίγο αργότερα έφυγε και η μητέρα του με τα αδέρφια του, Μαρία και Μιχαήλ. Από την 6η τάξη του γυμνασίου αναγκάστηκε μόνος του να βγάζει το ψωμί του παραδίδοντας μαθήματα κατ’ οίκον. Πούλησε ότι είχε απομείνει από τα πράγματα του σπιτιού και έστειλε τα λεφτά στους γονείς του στη Μόσχα.

Το 1879 ο Τσέχοφ μπαίνει στο Ιατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου της Μόσχας, από όπου αποφοίτησε το 1884. Από τα χρόνια του γυμνασίου έγραφε χιουμοριστικές σκηνές, αφηγήσεις, μονόπρακτα και ως φοιτητής δημοσίευσε τα πρώτα του ευθυμογραφήματα. Το 1884 κυκλοφόρησε το πρώτο του βιβλίο διηγημάτων «Τα παραμύθια της Μελπομένης» και το 1885 τις «Φανταχτερές Ιστορίες».

Παράλληλα με το επάγγελμα του ιατρού, αναπτύσσει μεγάλη και σημαντική συγγραφική δραστηριότητα. Το 1886 γράφει το πρώτο του μονόπρακτο με τίτλο «Κύκνειο άσμα». Το 1887 ανεβαίνει στη σκηνή του Θεάτρου Κορς στη Μόσχα το έργο του «Ιβάνοφ», το οποίο δέχεται αντικρουόμενες κριτικές. Το γεγονός τον οδήγησε να μην δώσει ποτέ σε επαγγελματικό θίασο το δεύτερο θεατρικό του έργο «Δαίμονας του δάσους» (πρώτη μορφή του έργου «Θείος Βάνιας»).

Το 1888 του απονέμεται το Βραβείο Πούσκιν. Το 1891 ταξιδεύει στην Ευρώπη. Επιστρέφοντας στη Ρωσία εργάζεται εντατικά ως γιατρός για την καταπολέμηση της χολέρας. Εγκαθίσταται στο Μελίχοβο της Ουκρανίας, όπου ως γιατρός εξυπηρετεί 26 χωριά και 7 εργοστάσια. Προηγουμένως, έχει επισκεφτεί τη νήσο Σαχαλίνη, μελετώντας τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των καταδίκων. Το 1894 πραγματοποιεί το δεύτερο ταξίδι του στο εξωτερικό. Το 1896 ανεβαίνει ανεπιτυχώς στην Πετρούπολη, στο θέατρο Αλεξαντρίνσκι, το έργο του «Ο Γλάρος». Εκείνη τη χρονιά εκείνη αντιμετωπίζει την πρώτη σοβαρή εκδήλωση της φυματίωσης. Επίσης, το 1896, με χρήματα που συγκεντρώνει από εράνους, φιλανθρωπίες και παραστάσεις, χτίζει ένα σχολείο στο Ταλέζ. Νέα κρίση της αρρώστιας του 1897, τον αναγκάζει να πάει στη Ριβιέρα της Νότιας Γαλλίας.

Το 1898 και 1899 παρουσιάζονται στο κοινό της Μόσχας από το Θέατρο Τέχνης, με πολύ μεγάλη επιτυχία, τα έργα του «Ο Γλάρος» και «Ο θείος Βάνιας». Η συνεργασία του Τσέχοφ με το Θέατρο Τέχνης και τον Στανισλάφσκι στάθηκε καθοριστική στη διαμόρφωση της δραματουργίας τους. Την ίδια εποχή αυτή εγκαθίσταται μόνιμα στη Γιάλτα της Κριμαίας, λόγω της υγείας του. Το 1900 γίνεται μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας και το 1901 παντρεύεται την ηθοποιό Όλγα Κνίππερ. Ανεβαίνουν στη Μόσχα «Οι τρεις αδερφές», επίσης από το Θέατρο Τέχνης. Το 1902 παραιτείται από τη Ρωσική Ακαδημία, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την μη αποδοχή ως μέλους της, του Γκόρκι. Το 1904 , λίγο πριν το θάνατο του, το Θέατρο Τέχνης παρουσιάζει το έργο του «Ο βυσσινόκηπος». Ο Τσέχοφ έφυγε από τη ζωή στις 15 Ιουλίου του 1904 (2 Ιουλίου με το παλιό ημερολόγιο) στη γερμανική πόλη Μπαντενβέιλερ και τάφηκε στη Μόσχα στις 22 Ιουλίου του 1904.

Τα έργα του για την καθημερινή ζωή της συμβιβασμένης ανώτερης τάξης πέτυχαν ένα λεπτό ποιητικό ρεαλισμό που ήταν έτη μπροστά από την εποχή του. Ανήγαγε σε τέχνη μοναδική το σύντομο διήγημα.  Η υπόθεση στα έργα του είναι απλή. Ο ίδιος έλεγε ότι στη σκηνή όλα πρέπει να είναι τόσο απλά και τόσο σύνθετα όπως και στη ζωή. Εκ πρώτης όψεως οι ήρωες των τσεχοφικών έργων συμπεριφέρονται με απλότητα, μιλώντας συχνά με ευκολονόητες και συνηθισμένες λέξεις. Πίσω όμως από τις λέξεις αυτές κρύβεται ένας ολόκληρος κόσμος από αισθήματα, σκέψεις και ανησυχίες. Οπως έλεγε ο Δημήτρης Χορν, “στον αέρα που αναπνέουν οι άνθρωποι και ασφυκτιούν, ο Τσέχοφ δίνει το λυτρωτικό οξυγόνο της ελπίδας”

imerodromos

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ