Οι Ευρωπαίοι επιχειρούν να απεμπλακούν από κάθε υποχρέωση «αλληλεγγύης»
«Φράγμα» (σαν αυτά που προορίζονται για τα νησιά του Αιγαίου) στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη κατά τη διαχείριση του μεταναστευτικού / προσφυγικού φοβάται πλέον η κυβέρνηση, καθώς είναι εξόχως ανησυχητικές οι πληροφορίες που διαρρέουν για τη μορφή που θα έχει το νέο καθεστώς παροχής ασύλου στις χώρες της Ε.Ε., το οποίο αναμένεται να αντικαταστήσει τον πολιτικά χρεοκοπημένο πλέον Κανονισμό του Δουβλίνου, γνωστό και ως «Δουβλίνο 3».
Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχουν δημοσιευθεί αυτές τις μέρες σε μερικά από τα μεγαλύτερα και εγκυρότερα ελληνικά ΜΜΕ προερχόμενες από ευρωπαϊκές πηγές, το νέο καθεστώς θα εμφανιστεί τον επόμενο μήνα ως πρόταση επί της οποίας θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία σε επίπεδο συνόδου κορυφής της Ε.Ε. Επειδή ωστόσο αυτό μοιάζει εκ των προτέρων αδύνατον, το πιθανότερο είναι ότι θα μπει προσωρινά στο «ψυγείο» μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του έτους, οπότε η Γερμανία θα ασκεί την προεδρία της Ένωσης και θα αναλάβει το φορτίο.
Ο πρώτος κίνδυνος, συνεπώς, είναι οι όποιες ελληνικές επιδιώξεις να μην βρουν ανοιχτά αυτιά μέχρι να προκύψει η επόμενη κρίση, η οποία από πολλές – εγχώριες και ευρωπαϊκές – πλευρές θεωρείται βέβαιη για τους επόμενους μήνες. Κάποιοι μάλιστα προβλέπουν κρίση ανάλογη αυτής του 2015-16!
«Φρούριο» με τα όλα του
Μια πληροφορία γνωστή από καιρό λέει ότι πλέον το άσυλο δεν θα παρέχεται από τη χώρα πρώτης υποδοχής (π.χ. την Ελλάδα). Εκεί θα γίνεται η πρώτη αξιολόγηση, αλλά η οριστική δευτεροβάθμια κρίση θα γίνεται από τη χώρα που αποτελεί τον τελικό προορισμό. Σε περίπτωση απόρριψης ο μη αναγνωρισμένος ως πρόσφυγας θα επιστρέφεται στη χώρα από την οποία προήλθε (π.χ. την Ελλάδα).
Η ρύθμιση αυτή αναμένεται να συνδυαστεί με μια σειρά αυστηρότερων κριτηρίων για την παροχή ασύλου, ώστε να προστατεύεται η κοινωνική συνοχή στις ευρωπαϊκές χώρες και να μην ενθαρρύνονται ούτε οι εγκληματικές οργανώσεις διακίνησης ανθρώπων ούτε τα κράτη που «απεργάζονται την εξασθένιση της συνοχής, την ενίσχυση των ακραίων πολιτικών κινημάτων και την αποσταθεροποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης» («Καθημερινή», 16.2.2020).
Μια ακόμη πληροφορία (Euro2day, 12.2.2020) λέει ότι: «Το νέο σχέδιο δεν αναμένεται να πιέζει τις χώρες που δεν θέλουν μετανάστες στα εδάφη τους να τους δεχθούν. Θα τους δίνει επιλογές, ώστε να καλύπτουν τις υποχρεώσεις τους είτε με το να πληρώνουν επιπλέον κονδύλια είτε με την υποχρέωση διάθεσης ανθρώπινου δυναμικού. Με άλλα λόγια, επιβαρύνεται ο Νότος και γλιτώνει ο Βορράς».
Μια προσεκτική ανάγνωση αυτής της προοπτικής λέει ότι, εφόσον δεν θα υπάρχει κανενός είδους υποχρεωτικότητα στην υποδοχή προσφύγων, ελάχιστες θα είναι οι χώρες που θα δεχτούν να παραλαμβάνουν έναν αριθμό ούτως ή άλλως μηδαμινό μπροστά στην πίεση που πρόκειται να υποστεί η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια. Για να το πούμε… λαϊκά, όποιος θέλει θα μπορεί να μας δίνει λεφτά, φάρμακα και κλινοσκεπάσματα ώστε να μας ανταμείψει για την οριστική μετατροπή της χώρας μας σε «υγειονομική ζώνη» φύλαξης προσφύγων.
Μια «διευκόλυνση» προς την κατεύθυνση της ευχερέστερης αποθήκευσης ανθρώπων αποτελεί η άποψη του προέδρου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Λίνου Σισιλιάνου ότι, υπό την προϋπόθεση της τήρησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ποτέ το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο δεν είπε πως απαγορεύονται οι κλειστές δομές κράτησης, τις οποίες άλλωστε η κυβέρνηση – εγκαίρως πληροφορημένη για τα επερχόμενα – επιχειρεί να εγκαταστήσει αρχικά στα νησιά και εν συνεχεία σε ολόκληρη τη χώρα.
Ευχής έργον θα ήταν, για τους δικούς μας, να δημιουργηθεί ένας ευρωπαϊκός μηχανισμός επιστροφών που θα προβλέπει «την ενίσχυση των οικονομικών ανταποδόσεων για τις τρίτες χώρες που θα συνεργάζονται». Με άλλα λόγια η Ε.Ε. να αναλάβει την ευθύνη της επιστροφής μεταναστών στις χώρες προέλευσής τους. Οι μέχρι τώρα δηλώσεις Ευρωπαίων παραγόντων πάντως δεν προϊδεάζουν για ανάληψη ούτε αυτής της ευθύνης, η οποία έχει μετατεθεί εξ ολοκλήρου στις πλάτες της Ελλάδας.
Γερμανικά βαρίδια
Η προοπτική ότι το θέμα θα αναλάβει, κατά πάσα πιθανότητα, να το επιλύσει η Γερμανία δεν είναι θετική, κυρίως επειδή το μεγάλο αφεντικό της Ε.Ε.:
● Πρώτον, δεν θέλει σε καμιά περίπτωση να ζορίσει την Άγκυρα, η οποία ερμηνεύει κατά το δοκούν τις ρυθμίσεις της Κοινής Δήλωσης Ε.Ε. – Τουρκίας και ήδη έχει επιβάλει σιωπηρώς την ερμηνεία ότι οι αιτούντες άσυλο που μεταφέρονται στην ελληνική ενδοχώρα δεν μπορούν να επιστραφούν στην Τουρκία. Αποδεικνύοντας έτσι περίτρανα ότι πράγματι επιδιώκει τη συσσώρευση δυνάμει χειραγωγήσιμων από την ίδια μουσουλμανικών πληθυσμών στην Ελλάδα και ιδιαίτερα στα νησιά.
● Δεύτερον, διανύει η ίδια μια περίοδο πολιτικής κρίσης δίχως ορατό τέλος, η οποία προκλήθηκε από την ιδιαίτερα «χαλαρή» πολιτική της Μέρκελ στο μεταναστευτικό / προσφυγικό και τώρα ενισχύεται από τη στασιμότητα της γερμανικής οικονομίας – σε αυτό το πλαίσιο ως κρίσιμη αξιολογείται και η στάση της πολυάριθμης, δραστήριας και με πολιτική επιρροή τουρκικής κοινότητας στη Γερμανία.
● Τρίτον, έχει – κατ’ επανάληψη αποδεδειγμένα – τη δυνατότητα να επιβάλλει τη θέλησή της στις ηγεσίες της χρεοκοπημένης Ελλάδας, οι οποίες προστρέχουν διαρκώς στο Βερολίνο για την έγκριση των όποιων πολιτικών και οικονομικών τους σχεδίων.
Τέλος να σημειώσουμε πως η Ελλάδα βρίσκεται σε δυσχερή διαπραγματευτική θέση για δύο ακόμη λόγους: Πρώτον, επειδή το σύστημα απονομής ασύλου και επιστροφών στη χώρα μας βρίσκεται ακόμη σε τραγική κατάσταση. Δεύτερον, επειδή πρακτικά δεν έχουμε καμιά συμμαχία σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Η αδικαιολόγητη μη συμμετοχή μας στη συνάντηση της Μάλτας το περασμένο φθινόπωρο διαμόρφωσε ένα πλαίσιο συμφωνίας μεταξύ Μάλτας, Ιταλίας, Γαλίας, Γερμανίας και Φινλανδίας, από το οποίο εμείς απουσιάζαμε και το οποίο ενδέχεται να αποτελέσει, σε έναν βαθμό, πρόπλασμα του νέου καθεστώτος διαχείρισης του ασύλου σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Τώρα τρέχουμε μόνοι μας – και φτάνουμε… τελευταίοι.