“Η παθητική αποδοχή της συστηματικής χειραγώγησης της ελευθερίας μας, βασική αιτία της δυστυχίας μας” γράφει η Δέσποινα Παπαγιαννούλη
(Εικόνες και παραλειπόμενα από την παράσταση για παιδιά, «Ο Δράκος» του Σβαρτς από το ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας).
Δέσποινα Παπαγιαννούλη
Η βασική συνθήκη της πολυπόθητης ελευθερίας των ανθρώπων, φίλες και φίλοι, είναι να μάθουμε και πάλι να διεκδικούμε την αλήθεια της ζωής σαν άτομα και σαν πολίτες, αλλάζοντας οπτική και χρησιμοποιώντας σωστά τις βασικές αισθήσεις μας όπως, η όραση, η ακοή, ο λόγος. Όταν αυτό μας το στερούν επιτηδευμένα και συστηματικά και εμείς το αποδεχόμαστε, τότε προκύπτει ένας κόσμος, μια παγκόσμια κοινότητα πολιτών με βασικά χαρακτηριστικά το σκληρό ατομισμό, την καθολική επικράτηση του νόμου του χρήματος, την ανθρωποφαγία.
Το λόγο και την αφορμή για τις παρακάτω σκέψεις τον τροφοδότησαν, αυτή τη φορά, συζητήσεις, αναφορές από εκπαιδευτικούς και γονείς καθώς και άρθρα, θετικά και αρνητικά, σχετικά με την παράσταση «Ο Δράκος» του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα Γεβγκένι Σβαρτς. Με λίγα λόγια η συνολική εικόνα αναζήτησης που διαμόρφωσε μια παράσταση σε μικρούς και μεγάλους στην πόλη μας και όχι μόνο.
Αλλά ποια ήταν η ιστορία που κινητοποίησε και ακόμα κινητοποιεί αυτή την πολύτιμη αναζήτηση, ανάμεσά μας, θετική ή αρνητική; Είναι το κείμενο που μας δίνει ο Σβαρτς και που σκιαγραφεί μια ρεαλιστική εικόνα του κόσμου στα μέσα του περασμένου αιώνα και στο απόγειο του ναζισμού με μια εξαιρετική, σύγχρονη, αλληγορική προσέγγιση για τον ολοκληρωτισμό. Ένα κείμενο όπου η απόλυτη στρέβλωση τείνει να γίνει αποδεκτή σαν «κανονικότητα» από όλους, με σπάνιες εξαιρέσεις όπως του ήρωα-ιππότη Λανσελότου που αποθεώνει τη δύναμη της αγάπης. Ενός αντι-ήρωα που πηγαίνει αντίθετα στο ρεύμα, ως ο γραφικός αυτού του χαοτικού κόσμου, που τον συντηρούν ανίκανοι Άρχοντες και Δήμαρχοι που έχουν το θράσος να παρουσιάζουν το μαύρο, άσπρο. Ο μόνος που έρχεται, νιαουρίζοντας αλλά και μιλώντας για να διεκδικήσει την ελευθερία του με την πολιτική του ανυπακοή, είναι ο γάτος της Έλσας, της αγαπημένης του Λανσελότου. Ένας γάτος που, με τον υπερβατικό τρόπο που μονάχα το Θέατρο και η Τέχνη το μπορούν, κάνει αυτό που έχουν ξεχάσει να κάνουν οι άνθρωποι: «να ακούει, να βλέπει, να μιλάει».
Αυτή την εικόνα του κόσμου μας την παρουσιάζει πολύ καθαρά, πάνω στη σκηνή, ο σκηνοθέτης Πάνος Δεληνικόπουλος στήνοντας ένα Theatrum mundi με το θεαματικό άνοιγμα του χρόνου από την προσωπική ιστορία του Λανσελότου και την εποχή του ονειροπόλου ιππότη που αντιστέκεται στην αδικία, όπως ο Δον Κιχώτης, στον κοινό τόπο και χρόνο της κοινότητας των ανθρώπων που αντιστέκονται, απανταχού της γης αλλά και στον κοινό τόπο όσων χειραγωγούν, φιμώνουν και καταπατούν την ελευθερία των άλλων. Έτσι, προκύπτει μια πανανθρώπινη, διαχρονική εικόνα των κυρίαρχων αντιθέσεων, ανάμεσα σε καταπιεστές και καταπιεζόμενους.
Η εποχή του Δράκου δεν είναι παρά η εποχή της δυστυχίας των ανθρώπων, η εποχή της λήθης του καλού μας εαυτού. Τότε που παίρνουν την εξουσία άνθρωποι που κυριαρχούνται από τη σκοτεινή, κακή πλευρά τους και φιμώνουν, στοχοποιούν και εξαφανίζουν όσους επιμένουν να παραμένουν άνθρωποι και αντιστέκονται, διεκδικώντας ελεύθερα την ΑΛΗΘΕΙΑ.
Ο Δεληνικόπουλος μας εξασφαλίζει σαν όχημα σ’ αυτό το διαχρονικό ταξίδι στην Ιστορία, ένα αντι-θέαμα μετα-ανθρωποκεντρικό όπου η κοινότητα των ανθρώπων, όντας σε κρίση, φαίνεται ανίκανη να αναλάβει το μέγεθος της ευθύνης της για τη διαφύλαξη και τη διαχείριση της πολυπόθητης ελευθερίας της. Η αποκλειστική κυριαρχία του ανθρώπινου είδους πάνω στη γη, αφήνοντας και τα ζώα έρμαια στις σκοτεινές ανθρώπινες δυνάμεις του κακού, μοιάζει να έχει αποτύχει παταγωδώς.
Η διάχυτη ενέργεια που εκπέμπουν τα σώματα και η φωνή των προσώπων, όντας σε μία διαρκή κίνηση, τόσο στη σκηνή όσο και στη σάλα, συμβάλλει στο να συμπαρασύρει το νεαρό κοινό σ’ αυτή την πάλη των δύο κυρίαρχων όψεων του κόσμου αλλά και του Ανθρώπου. Η εξαιρετική μουσική, η κίνηση, ο λόγος, ο χορός, η έξυπνη ανατροπή του να παιχτούν οι ανδρικοί ρόλοι από γυναίκες, μια και αυτή η συνήθεια υπήρχε από το αρχαίο ελληνικό θέατρο, με τους άνδρες αποκλειστικά να υποδύονται γυναικείους ρόλους, συνθέτουν τη σύλληψη ενός πολυεπίπεδου σκηνικού που αριστοτεχνικά ενσωματώνει στο παιχνίδι της σκηνής τη σάλα με τους νεαρούς θεατές. Η πρόταση για το διπλό τέλος, ανοίγει την παράσταση σε όλα τα ενδεχόμενα και ενεργοποιεί απόλυτα τα παιδιά-θεατές κάνοντάς τα δημιουργούς και βάζοντάς τα μέσα στο έργο αφού καλούνται να επιλέξουν αυτά το τέλος.
Σαν εκπαιδευτικός, στο σημείο αυτό, οφείλω να αναφέρω μεταξύ άλλων, όχι τυχαία, το σημείωμα για την παράσταση του Νικόλαου Γραίκου, Οργανωτικού Σ.Ε.Ε. 3ου ΠΕ.Κ.Ε.Σ. Κ. Μακεδονίας: «…Τα παιδιά στο έργο θα κατανοήσουν τους μηχανισμούς χειραγώγησης των μαζών, θα συνειδητοποιήσουν την αξία του ηρωισμού αλλά και την αιώνια προσπάθεια καπηλείας των ηρώων, θα μυηθούν στην αξία της αγάπης και θα αφυπνιστούν ως προς τη σημασία της προσωπικής ευθύνης για την αντιμετώπιση του κοινωνικού αυταρχισμού.»
Τηρουμένων των αναλογιών, οφείλω να αναφερθώ και στα αρνητικά σχόλια στον τοπικό τύπο, σημειώνοντας ότι καλώς έγιναν προς επίρρωση της ποιότητας της παράστασης και αυτό γιατί όσο υπάρχουν αυτές οι προβλέψιμες αντιδράσεις από προκατειλημένους ενήλικες, που δε γνωρίζουν ότι το Θέατρο οφείλει να ρισκάρει και να ανοίγει δρόμους, πέρα από τα στρεβλά στερεότυπα, αποκαλύπτοντας τη μόνη ΑΛΗΘΕΙΑ, άλλο τόσο αυτό αποδεικνύει πως το έργο πήγε πολύ καλά.
Υψηλή οφειλή, επίσης, να αναφερθώ σε θέματα που δε σχολιάστηκαν όσο έπρεπε, όπως το ότι το έργο το μετέφρασε η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, η μεγαλύτερη σύγχρονη ελληνίδα ποιήτρια, που δεν το επέλεξε τυχαία, γεγονός που αποτελεί μία αδιάσειστη εγγύηση για τη σωστή επιλογή του. Ακόμη, το ότι το ανέβασε η Ξένια Καλογεροπούλου, που εκπροσωπεί τις πιο ποιοτικές παραστάσεις για παιδιά στον τόπο μας, αυτό διασφαλίζει την επιλογή του Πάνου Δεληνικόπουλου με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Όσο για τις εξαιρετικές κριτικές από φωτισμένους εκπαιδευτικούς και ανοιχτόμυαλους γονείς που είδαν το φως της δημοσιότητας, αυτό ολοκληρώνει την απόλυτα θετική εικόνα της παράστασης. Τέλος, η σαφής τοποθέτηση του ίδιου του σκηνοθέτη για την παράσταση διαλύει τις καχυποψίες κάθε επιφυλακτικού ή κακεντρεχή θεατή :« Η παράσταση επιδιώκει να συνομιλήσει με το παιδικό κοινό, χωρίς ενήλικες προκαταλήψεις, χωρίς αισθητικές και νοηματικές εκπτώσεις…»
Αισθάνομαι πολύ τυχερή που, αν μη τι άλλο, παρακολούθησα μαζί με μαθητές μου μια πρωτότυπη και ιδανική παράσταση για παιδιά. Μια εξαιρετική παράσταση που χωρίς την ελάχιστη πρόθεση στείρου διδακτισμού, μας έβαλε τόσο άμεσα και βιωματικά μπροστά σε μοναδικά μηνύματα- διλήμματα και μας άνοιξε δρόμους για να μπορέσουμε να συνομιλήσουμε με την ΑΛΗΘΕΙΑ του Θεάτρου, να την ακούσουμε, να τη διεκδικήσουμε.
Γιατί είναι τύχη να βιώνεις μια συλλογική εμπειρία, σα μικρός θεατής, που σε βάζει μπροστά στο μεγαλείο της φωτεινής πλευράς του εαυτού σου. Που σε κάνει να αισθανθείς υπεύθυνος και συνυπεύθυνος για τη δική σου ελευθερία αλλά και για την ελευθερία κάθε ύπαρξης πάνω στη γη. Που σε καλεί να λειτουργήσεις μαζί με τους άλλους σαν ΕΝΑΣ ελεύθερος, δημοκρατικός, ευδαίμων άνθρωπος και πολίτης. Εξάλλου, αυτός είναι ο μόνος δρόμος που μπορεί να εξασφαλίσει σε όλους μας και στον καθένα χωριστά τον ύψιστο σκοπό του ερχομού μας πάνω στη γη, τη διεκδίκηση μιας ευτυχισμένης ζωής που όλοι διακαιούμαστε.
Δέσποινα Παπαγιαννούλη
Εκπαιδευτικός Γαλλικής Γλώσσας, Υπ. Διδάκτωρ Σύγχρονου Ευρωπαϊκού Θεάτρου
Φωτογραφίες: faretra.info