Απόψεις Κοινωνία

“Η ανάπτυξη” γράφει ο Γιάννης Αγγελόγλου

Γιάννης Αγγελόγλου

Εντυπωσιάζεται κανείς από το δέος τον έκδηλο θαυμασμό και την φόρτιση με τα οποία προφέρεται η λέξη «ανάπτυξη» από αγορεύοντες, πολιτικούς και μη. Το ίδιο δέος που αυγάζει στα πρόσωπά τους εμφιλοχωρεί και στις δηλώσεις των συμβούλων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Με την ίδια απροκάλυπτη διέγερση, προτάσσουν κι αυτοί τον οίστρο τους για ένα συνεχές και αόριστο αναπτυξιακό «έργο». Είναι ν΄ απορεί κανείς με τoν αγχωτική προαίρεση που διαχέεται από τους τίτλους των εφημερίδων, η ίδια που ενδημεί στις συζητήσεις των απανταχού αντιπολιτεύσεων, κυρίως, για το τάδε leader που χάνεται, για το δείνα κονδύλιο που δεν απορροφήθηκε,  για την ανεπάρκεια των υπηρεσιακών μηχανισμών να υποβάλλουν εγκαίρως μελέτες, δικαιολογητικά και προαπαιτούμενα για επιδοτήσεις. Επενδύσεις που φθάνουν υψηλότατα ποσοστά επί της προβλεπόμενης συνολικής αξίας της επένδυσης κι ενίοτε αγγίζουν τα όρια της Λυδίας λίθου και του ασίγαστου πόθου για το «αεικίνητον» δια μέσου των αιώνων…

Αυτή η ανάπτυξη…

Φαινόμενο των τελευταίων δεκαετιών που ξεκίνησε σαν οικονομική αναγκαιότητα στα βιομηχανοποιημένα κράτη και σε λίγα χρόνια ενέβαλε σε βαθύτατη κρίση την ανθρωπότητα. Ξέφρενη αναπτυξιακή πορεία και κατάσταση υψηλότατου κινδύνου για ολόκληρο τον πλανήτη…

Να κανοναρχεί και να κατευθύνει κάθε προγραμματισμό στη χώρα μας.

Ίσως πανομοιότυπη με την «ανάπτυξη» που μας ήρθε ξαφνικά με τη διαδικασία του κατεπείγοντος κι ενδεχομένως να μας έχει βλάψει ανεπανόρθωτα…

Γιατί όριο δεν έχει.

Τελειωμό δεν έχει.

Και καθώς ποτέ δεν μάθαμε να κάνουμε ορθή χρήση του χρήματος που ρέει, φθάσαμε πολύ γρήγορα  στο κέντρο του δαιμονικό κύκλο του κέρδους και αντικρίζουμε με λαχανιασμένη ανάσα το αδιέξοδο που προβάλει πια σαν εφιάλτης.

Αυτή η Ανάπτυξη δεν ήταν ελληνικό φαινόμενο. Ήταν ξένο! Δυτικό, Αμερικανικό.  Λανθασμένο. Το παράδοξο δε, είναι ότι αυτό το μοντέλο οικονομίας και διαχείρισης των πόρων αν δεν εγκαταλείπεται, οπωσδήποτε επικρίνεται κι ενοχοποιείται παντού. Οι κοινωνίες των αναπτυγμένων κρατών φαίνεται ότι προσπαθούν ν΄ αποβάλλουν, τον τρόπο αυτό του σκέπτεσθαι, βάσει του οικονομικού κέρδους και μόνο, βάσει της οικονομικής ανάπτυξης και μόνο, αλλά όπως όλες οι ιδεολογίες, παίρνει κι αυτή την οδό της θεωρίας και μένει ανεφάρμοστη ως θεώρηση  της ζωής κι ανεπίδοτο γράμμα.

Και μεις, που ξυπνάμε αργά, ως συνήθως, αγόμαστε και φερόμαστε σύσσωμοι απ΄ το δέλεαρ του απατηλού εκσυγχρονισμού.  Κι αντί να διδαχθούμε απ΄ τα παθήματα των άλλων, πιθηκίζουμε τις παρωχημένες τους συνήθειες, προσπαθώντας να τις αφομοιώσουμε άμεσα, με στόχο να τους προφθάσουμε. Την ίδια ώρα εκείνοι εκπονούν προγράμματα να τις εγκαταλείψουν, αντί να φρενάρουμε όσο μπορούμε την επερχόμενη καταστροφή και την υπερεκμετάλλευση της γης, έστω και μερικώς, αντί να κατανοήσουμε έμπρακτα αυτό που λέγεται νέα μορφή σχέσης ανθρώπου  με το περιβάλλον του, που είναι η αναμέτρηση του με τη φύση, με τους φυσικούς πόρους αντί ν΄ αναρωτηθούμε τι συνέβη και η Ευρώπη κατέστρεψε τις θάλασσές της μόλυνε τα ποτάμια και τα δάση της, με βαριά μέταλλα και όξινη βροχή, τρέχουμε μην τυχόν και χάσουμε το τρένο του ευρωπαϊκού μοντέλου που οδήγησε την ίδια, μπροστά στο φάσμα του αδιέξοδου. Οπουδήποτε, ταυτόχρονα με τον τεχνολογικό πολιτισμό που αναπτύσσεται ραγδαία, καιροφυλακτεί το κόστος για τη φύση. Αλλά και από πολύ παλιά ακόμη, αν ανατρέξουμε στην ιστορία της κάθε οικονομίας που αναπτύσσεται, της θήρας, της  συλλεκτικής αργότερα, και της αγροτικής, όλα έτειναν εις βάρος του φυσικού περιβάλλοντος. Και βέβαια τότε το κόστος δεν φαινόταν «αμετάκλητο», ούτε μοιραίο. Σήμερα όμως μετά την  εποχή της βιομηχανικής επανάστασης και τη βαθειά επίγνωση των επιπτώσεων της «μεταβιομηχανικής  τεχνολογικής κοινωνίας» της αφθονίας και της ευμάρειας, το κόστος είναι τεράστιο, η εξάντληση των φυσικών πόρων λογαριθμική  σε βαθμό που σε λίγο καιρό η ού τοπία θα πάρει πραγματική υπόσταση.

Αρκεί να αναλογιστεί κανείς ότι κάθε επέμβαση για την διάσωση του περιβάλλοντος ήταν και παραμένει μόνο συμπτωματική. Προσπαθεί να επουλώσει την καταστροφή αντί να την προλάβει. Αν φέρουμε στο νου μας τον τρόπο με τον οποίο ξεπλένονται οι κηλίδες του πετρελαίου που χύνεται στη θάλασσα απ΄ τα τερατώδη κι επισφαλή δεξαμενόπλοια διαισθανόμαστε αμέσως την παραδοξότητα. Πλένουν τη θάλασσα με… απορρυπαντικά. Στον τόπο μας, ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος των διαχειριστών των πολιτικών πραγμάτων, είναι όχι μόνο «πού και πώς» θα θάψουν απόβλητα και απορρίμματα, αλλά και πολυέξοδες παραγωγές προϊόντων όπως του ροδάκινου που θα έτρεφαν μια αφρικανική πόλη για μήνες. «Πώς θ΄ αποφύγουν την μόλυνση» του υδροφόρου ορίζονται με τα προϊόντα της αναερόβιας ζύμωσης και της ασφυξίας των ψαριών. 

Συστήνονται αναπτυξιακές εταιρείες με μοναδικό σκοπό την απορρόφηση κονδυλίων για τα οποία δεν υπάρχουν προβλέψεις ούτε  «πώς»  θ΄ αξιοποιηθούν. Ελλιπείς προγραμματισμοί.  Καν μελέτες. Στην καλύτερη περίπτωση ψηφίζονται για να καλύψουν ελλείμματα, χρέη και αστοχίες των άλλων προϋπολογισμών.  Επιδοτούν παραγωγές που είναι προορισμένες να αποσυρθούν απ΄ την κατανάλωση, στο βωμό της συγκράτησης των τιμών. Θεμελιώνονται  πανάκριβοι βιολογικοί καθαρισμοί σε εργοστάσια επεξεργασίας φρούτων και κονσερβοποιείων όπου τα τελικά προϊόντα τους θα πουληθούν, αν πουληθούν, κάτω του κόστους· η οργάνωση της προώθησης των προϊόντων γίνεται … εκ των ενόντων!

Παρατηρείται συχνά το οξύμωρο φαινόμενο να θριαμβολογούν οι πολιτικοί επειδή κατάφεραν να εντάξουν μια περιοχή στις «φθίνουσες» όπως έγινε με τη Νάουσα.Η αειφόρος ανάπτυξη δεν αναφέρεται πουθενά, κι αν συμβεί προσκρούει εις «ώτα μη ακουόντων». Απαθείς κι ασυγκίνητοι, δέσμιοι του νέου τρόπου ζωής σαν φυσική απόρροια της αναζήτησης μια χιμαιρικής ευδαιμονίας, κοντοστεκόμαστε στην κατάληξη. Η μόνη λύση που διαφαίνεται γι΄ αυτήν την ευφορία είναι η «φορολόγηση» και τα «φορεία» των πολέμων που λυμαίνονται τον πλούτο σε πολλά μέρη του κόσμου.

Μα επιτέλους αυτή η ανάπτυξη που στοχεύει σε ολοένα και μεγαλύτερη απόκτηση αγαθών και πόρων, έκανε; Θα κάνει τον άνθρωπο ευτυχισμένο;

Όχι. Και είναι παγκόσμια παραδεκτό. Η ανάπτυξη που στηρίζεται στο κέρδος και στην κατανάλωση δεν έφερε πουθενά κοινωνική δικαιοσύνη, σταθερή ευημερία, ηρεμία… Αντίθετα για κάθε πρόβλημα που έλυνε παρουσιαζόταν πληθώρα άλλων, δημιουργώντας εκατομμύρια φτωχών, εκατομμύρια περιθωριακών, έσπρωξε σε απελπισία ολόκληρες κοινωνικές τάξεις, εξαθλίωσε τον τρίτο κόσμο και έκανε τον μέλλον του αβέβαιο σε βαθμό άκρως ανησυχητικό. Όλοι περιμένουν το χειρότερο.  Θα πρέπει λοιπόν, να αναλογιστούμε και να σταθμίσουμε τις καταστάσεις γιατί δεν μας μένει πολύς χρόνος ν΄ αναστοχαστούμε ότι ζούμε σε μια χώρα μοναδική και δεν έχουμε καμιά ελπίδα αν πέφτουμε σαν αποικιοκράτες στην ίδιο μας τον τόπο.  Σ΄ αυτό το κρίσιμο κρισιμότατο σημείο για τη χώρα μας, που βρίσκεται σε πολύ καλύτερη μοίρα από πολλές άλλες, ευνοούμενη καθώς έχει κληρονομήσει μια τεράστια και πλουσιότατη πολιτιστική παράδοση, είναι ν΄ αναρωτιέται κανείς πάλι και πάλι.

Αυτή η ανάπτυξη που στοχεύει σε ολοένα μεγαλύτερη απόκτηση αγαθών και πόρων, έκανε; Θα κάνει τον άνθρωπο, ευτυχισμένο;

«Η οικολογία και η αειφόρος ανάπτυξη θα ήταν «μια κάποια λύσις»,  προτείνει ο συγγραφέας Χρόνης Μίσσιος: «Η οικολογία ούτε φέρει ούτε εδραιώνει κάποια εξουσία, αντίθετα την καθιστά άχρηστη. Είναι επαναστατική, με την έννοια ότι στοχεύει να καταργήσει όλες τις αρνητικές δομές της κοινωνίας. Είναι η μόνη επανάσταση, η οποία δεν φέρει εξουσία και δεν εδραιώνει καμία εξουσία. Είναι μια επανάσταση αυτογνωσίας, μια επανάσταση ανθρώπινης συνείδησης. Δεν είναι μια “πίστη” σε μια ιδεολογία αλλά μια καθημερινή πρακτική για να επανασυνδέσουμε τη λογική με τις αισθήσεις, να απελευθερώσουμε τη συμπαντική μας ιδιαιτερότητα. Να αναγνωρίσουμε τη διαφορετικότητα, την αυταξία και την αναγκαιότητα του συνόλου της ζωής…»

Ας απαγκιστρωθούμε λοιπόν από κάθε άλλο μοντέλο ανάπτυξης και ας πάψει πια να μας ντροπιάζει η ένταξή μας στις «υπό ανάπτυξιν» χώρες. Ας το δούμε έργο, αποστολή, καθήκον. Ας το δούμε σαν mission, όπως θα έλεγε η διεθνής γλώσσα.

«Έχουμε ανάγκη να ξαναβρούμε την νέα μας αισθητική, τα προσωπικά μας μονοπάτια, της ευγένειας του έρωτα, της αγάπης και της τρυφερότητας, το άρωμα του κόσμου και της ύπαρξής μας».

Αγγέλογλου Θ. Ιωάννης  sinidisis1995@gmail.com

Υγ.: Το άρθρο δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 1995 στην εφημερίδα «Η ΣΥΝ(+)είδηση» φύλλο αριθμ. 11. και στον ιστότοπο  www.synidisi.gr τον Οκτώβριο του 1998.

banner-article

Ροη ειδήσεων