16 Φεβρουαρίου 1943: Το ολοκαύτωμα στο Δομένικο Ελασσόνας!
Το Δομένικο Ελασσόνας είναι ένα από τα χωριά της πατρίδας μας, που μαρτύρησε την εποχή της γερμανικής και ιταλικής κατοχής και το οποίο, ενώ ξεχωρίζει για την μακραίωνα ιστορία του (6800 π.Χ. ως σήμερα), εν τούτοις παραμένει άγνωστο στους πολλούς Έλληνες -τους μακράν και τους εγγύς. Και θα παρέμενε έτσι, αν δεν το έβγαζε στην επιφάνεια η εθνική υπερηφάνεια και ο ηρωισμός των κατοίκων του, προβάλλοντας σθεναρή αντίσταση στην επέλαση του Άξονα (1943) και υποκείμενο σε αιματηρές θυσίες…
Ήταν Φεβρουάριος του 1943 όταν έφθασε η πληροφορία στο αρχηγείο των ανταρτών του ΕΛΑΣ -που είχαν έδρα την ΟΞΙΑ- ότι οι Ιταλοί κατακτητές, ορμώμενοι από Λάρισα και Ελασσόνα, θα έκαναν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στον Όλυμπο. Έτσι οι αντάρτες αποφάσισαν να τοποθετήσουν στον δημόσιο δρόμο (Λάρισας-Ελασσόνας) ενέδρα και να τους χτυπήσουν!
Τρία τμήματα ανταρτών συγκεντρώθηκαν στην θέση ΜΑΥΡΙΤΣΑ (μεταξύ Δομένικου και Μυλόγουστας). Στις 10 το πρωί κάνει την εμφάνισή της η ιταλική φάλαγγα 6 αυτοκινήτων, με 130 Ιταλούς στρατιώτες περίπου και δύο προπορευόμενους μοτοσικλετιστές, κινούμενη προς Ελασσόνα. Η μάχη άρχισε και με τα πρώτα πυρά ο ένας μοτοσικλετιστής σκοτώθηκε επιτόπου, ενώ ο άλλος κατόρθωσε να διαφύγει προς τον Τύρναβο όπου και ειδοποίησε για ενισχύσεις. Σε λίγο εμφανίστηκαν ιταλικά αεροπλάνα, που είχαν απογειωθεί από το αεροδρόμιο της Λάρισας και πετώντας χαμηλά βομβάρδιζαν θέσεις των ανταρτών, αναγκάζοντάς τους να υποχωρήσουν προς τα ορεινά. Οι απώλειες των Ιταλών ανήλθαν στους 9 νεκρούς -μεταξύ των οποίων ένας αξιωματικός που υπέκυψε στα τραύματά του στη Λάρισα- ενώ των ανταρτών μόνο στους 2 τραυματίες. Ορισμένοι κάτοικοι του Δομένικου έφυγαν αλλά οι περισσότεροι έμειναν.
Όπως ήταν φυσικό, το χωριό κυκλώθηκε από πολλές ιταλικές φάλαγγες, που κατέφθασαν με 40 αυτοκίνητα ειδοποιημένες από τον διασωθέντα μοτοσικλετιστή, και άρχισαν να εκτελούν αδιακρίτως οποιονδήποτε έβρισκαν μπροστά τους. Η Κωνσταντινίδου Βαρβάρα και η Μπαράκου Κατερίνα μη μπορώντας να διαφύγουν, λόγω ασθενείας, εκτελέσθηκαν μέσα στα σπίτια τους!
Ο διοικητής της Μεραρχίας ΠΙΝΟΡΕΛΟ (που στάθμευε στην Λάρισα) Αντιστράτηγος Μπενέλι, αφού λήστευσε κυριολεκτικά τις αποθήκες τροφίμων, διέταξε να βάλουν φωτιά σε όλη τη κατοικημένη περιοχή!
Στην πλατεία του χωριού συγκεντρώθηκαν οι Δομενικιώτες και με την απειλή των πολυβόλων οδηγήθηκαν στον τόπο της συμπλοκής, στην θέση ΜΑΥΡΙΤΣΑ. Εκεί άρχισαν να ξεχωρίζουν τους άνδρες (14 ετών και άνω) από τα γυναικόπαιδα και τους πολύ ηλικιωμένους. Στην συνέχεια διέταξαν τα γυναικόπαιδα να βαδίσουν προς το διπλανό χωριό ΑΜΟΥΡΙ για διανυκτέρευση. Αμέσως μετά, με ονομαστική κατάσταση που τους είχε παραδώσει ο διορισμένος Πρόεδρος του χωριού Νικόλαος Χώτος, έβγαλαν από τη γραμμή τους αδελφούς Ζάγκα και εκτέλεσαν πρώτα τον Γεώργιο με στιλέτο, κόβοντάς του την καρωτίδα. Ο δεύτερος -ο Βαγγέλης- πιάνοντας το χέρι του Ιταλού, ζήτησε και εκτελέστηκε με τουφέκι. Στην συνέχεια, αφού θανάτωσαν άλλους 20 περίπου, τους υπόλοιπους, με το πρόσχημα πως τους πάνε για ανάκριση στα κεντρικά της Λάρισας, τους φόρτωσαν σαν ζώα στα στρατιωτικά καμιόνια. Καθ’ οδόν πετούσαν κάτω 2-3 αιχμαλώτους, τους οποίους πυροβολούσαν εκείνοι που ακολουθούσαν.
Σταμάτησαν στην Μυλόγουστα (σημερινό Μεσοχώρι), έκαψαν εκεί περίπου 80 σπίτια και σκότωσαν ανύποπτους περαστικούς ή εργαζόμενους στα κτήματά τους. Ευτυχώς που οι περισσότεροι κάτοικοί του ενημερώθηκαν εγκαίρως και εγκαταλείποντας τα σπίτια τους γλίτωσαν.
Πλησίαζε το σούρουπο όταν οι «αιχμάλωτοι» του Δομένικου κατάκοποι από την αγωνία, την ταλαιπωρία και την θλίψη, πορεύονταν προς το άγνωστο, ώσπου στις 10.30 το βράδυ, έφθασαν στην θέση ΚΑΥΚΑΚΙ (εκεί που σήμερα βρίσκεται το μνημείο).
Τότε ήρθε η διαταγή από τον εγκληματία πολέμου και αιμοβόρο φασίστα ΜΠΕΝΕΛΙ για την εκτέλεσή τους. Και χωρίς χρονοτριβή, στις 12 τα μεσάνυχτα, οι εντολές άρχισαν να πραγματοποιούνται. Ανά επτά (7) άτομα οδηγήθηκαν σε παρακείμενο ανάχωμα και δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ χωρίς να ξεχάσει ο επικεφαλής να δώσει την χαριστική βολή.
Η εκτέλεση διήρκησε αρκετές ώρες και το αίμα πότισε το χώμα για να βλαστήσει σε λίγο καιρό το δέντρο της λευτεριάς. Από την θηριωδία αυτή γλύτωσαν έξι (6) άτομα. Ο Πέτρος Κιάτος έσπρωξε τον Ιταλό σκοπό και πηδώντας ανάμεσα στα πουρνάρια κατευθύνθηκε προς το ποτάμι χωρίς να τον βρουν οι σφαίρες που τον ακολουθούσαν. Οι υπόλοιποι 5 γλύτωσαν προσποιούμενοι τους νεκρούς και παραμένοντας σκεπασμένοι από τα νεκρά σώματα των συγχωριανών τους, ζώντας την φρίκη και την αγωνία σ’ όλη της την τραγική μορφή.
Τραγικότερη φιγούρα του χωριού υπήρξε ο παπα-Δημήτρης που επέμενε και πάσχιζε να αποδείξει την αθωότητα του ποιμνίου του, με σκοπό να το ελευθερώσει. Κάποιος Ιταλός, «γενναίος άντρας», προσπάθησε να του ξεριζώσει τα γένια και στην συνέχεια του τα έβαλε φωτιά, κρατώντας τον μάλιστα από τα χέρια για να νιώσει περισσότερο πόνο. Φωνάζοντάς τον δε «Ρήγκα Φεραίο-Ρήγκα Φεραίο» τον πέταξε κάτω αδειάζοντας το πολυβόλο του πάνω στον μισοπεθαμένο ιερέα.
Λίγο πριν τα χαράματα και μετά την ολοκλήρωση του απάνθρωπου έργου του, οι Ιταλοί κατευθυνόμενοι προς τον Τύρναβο, εκτελούσαν αδιακρίτως όποιον συναντούσαν. Έτσι μετά τους 117 εκτελεσθέντες Δομενικιώτες, προστέθηκαν άλλοι 50 περίπου. Πολλά πτώματα των θυμάτων παρέμειναν άταφα για 3-4 ημέρες!
Ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΡΩΝΗΣ σε άρθρο του στον Ριζοσπάστη την 1 Μάρτη 1996 αναφέρει:
“Ο διοικητής Χωροφυλακής Ελασσόνας, Μοίραρχος Νικόλαος Μπάμπαλης,αναστατώνεται από το χαλασμό του Δομένικου. Είναι οικογενειάρχης και ζει στερημένα μόνο από το μισθό του. Ομως αυτό δεν τον εμποδίζει, και χωρίς να λογαριάσει καριέρα και το μέλλον των κοριτσιών του, να κάνει δυο αναφορές, η μια προς το υπουργείο Εσωτερικών και η άλλη προς τον Ιταλό Φρούραρχο, που μέσα τους συμπυκνώνεται όλη η λεβεντιά, ο ανθρωπισμός, η αντρειοσύνη του Ελληνα πατριώτη.
“Διαμαρτύρομαι – γράφει στην αναφορά του προς τους Ιταλούς – ως αξιωματικός και ως άνθρωπος, διά τα αποτρόπαια εγκλήματα τα οποία διέπραξε ο στρατός σας εις Δομένικον, εναντίον άοπλων και αθώων ανθρώπων, οι οποίοι βασισθέντες εις τας επισήμους υποσχέσεις σας, όπως οσάκις μεταβαίνουν Ιταλοί στρατιώται εις τα χωριά των, να παραμένουν εις τας οικίας των, μη διατρέχοντες κανένα κίνδυνο. Γνωρίζετε βεβαίως ότι τον άμαχον πληθυσμόν προστατεύουν διεθνείς νόμοι και συνθήκαι, τας οποίας δεν εσεβάσθειτε. Είσθε το πλέον πεπολιτισμένον κράτος της Ευρώπης και όμως διαπράξατε κακουργήματα που μόνον βάρβαροι διαπράττουν.
Πραγματικός καταπέλτης το “κατηγορώ” του γενναίου πατριώτη. Οι Ιταλοί λύσσαξαν. Τον συλλαμβάνουν και τον πάνε δεμένο στη Λάρισα. Το έκτακτο Στρατοδικείο που συγκροτείται, τον καταδικάζει σε θάνατο. Δεν εκτελείται όμως γιατί η καταδίκη του είναι με ψήφους 4 – 1. Τον μεταφέρουν σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Ιταλία και υποφέρει τα πάνδεινα. Επιζεί όμως. Μετά το τέλος του πολέμου επιστρέφει. Το μισαλλόδοξο καθεστώς της εποχής τον αγνοεί. Ο ίδιος πικραμένος λέει: “Με κρίνουν ανάξιοι άνθρωποι, μετά τον Δεκέμβριον επέπλεαν οι φελλοί”.
Ο Νικόλαος Μπάμπαλης είναι και αυτός ένα παράδειγμα για τη νέα γενιά της πατρίδας μας. Δε θα μπορούσε, άραγε, η πολιτεία να τιμήσει, έστω και μετά θάνατον, τον άξιο αυτό Πατριώτη και Ανθρωπο;”
Κλείνοντας αυτήν την σύντομη αναφορά στους αδιακρίτως φύλου και ηλικίας εκτελεσθέντες Δομενικιώτες την 16 Φεβρουαρίου 1943 από τις Ιταλικές κατοχικές δυνάμεις, θα μπορούσε να ισχυρισθεί ο κατακτητής ότι αμύνονταν στις επιθέσεις των ανταρτών και δικαιολογημένα προέβαινε σε αντίποινα.
Απαντούμε, ότι ο ισχυρισμός τους είναι ανυπόστατος, καθότι, σύμφωνα με τους νόμους του διεθνούς δικαίου, όφειλαν να διώξουν τους αντάρτες και όχι να προβούν σε εκτελέσεις άοπλου και άμαχου πληθυσμού, που δεν πρόβαλλε καμία αντίσταση. Τα αντίποινα σε βάρος άμαχου πληθυσμού αποτελούν έγκλημα, που χαρακτηρίζει τους διαπράττοντας βάρβαρους, απολίτιστους και ενόχους, υποχρεούμενους να δικαστούν από τα διεθνή δικαστήρια και όχι να εμφανίζονται ως αθώοι και αναμάρτητοι.
Ας αποτελέσουν τα γραφόμενά μας στεφάνι τιμής στην θυσία τους, την οποία μας θύμισε η 16 Φεβρουαρίου, ημέρα εκτέλεσής τους.
ΦΙΛΜ ΤΟΥ ΑΓΓΛΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΡΑΜΕΝΟ ΔΟΜΕΝΙΚΟ (Σύλλογος Οικογενειών Θυμάτων Ολοκαυτώματος Δομένικου)