Απόψεις Κοινωνία

“Ο δρόμος με τις φάμπρικες” γράφει ο Νίκος Λάζαρης

Μια φωτεινή μέρα τού φετινού φθινοπώρου, βγαίνοντας από το σούπερ μάρκετ τής γειτονιάς μου (από το οποίο, σημειωτέον,αγοράζω μόνον τα εντελώς απαραίτητα πράγματα), μου φάνηκε ότι άκουσα να έρχεται από το απέναντι μισό-ερειπωμένο κτήριο, ο θόρυβος μιας κλωστοϋφαντουργικής μηχανής! Έμεινα κατάπληκτος. Μα καλά, υπάρχουν ακόμη κλωστήρια στην πόλη μας; Αυτή η ιστορία δεν έχει τελειώσει στις αρχές τής δεκαετίας τού ’70; Διέσχισα διαγωνίως τον στενό δρόμο,ακούμπησα την πάνινη τσάντα μου στο καπό ενός αυτοκινήτου και πλησίασα όσο μπορούσα πιο κοντά στο παλιό κτήριο για να ακούσω καλύτερα. Όχι δεν είχα κάνει λάθος.Ήταν ο χαρακτηριστικός θόρυβος μιας μηχανής από κλωστήριο.

Γνωρίζω πολύ καλά αυτό τον θόρυβο, τον έχω ακούσει πάρα πολλές φορές στα παιδικά μου χρόνια, μπορώ να πω μάλιστα ότι έχει βαθιά εντυπωθεί στη μνήμη μου, μαζί με εκείνο τον άλλο, πολύ πιο δυνατό (και ακόμη πιο χαρακτηριστικό) θόρυβο τον οποίο έκαναν οι σειρήνες των δύο εργοστασίων κλωστοϋφαντουργίας που δέσποζαν στην ευρύτερη περιοχή τής μικρής μας πόλης.Τού Αργύρη που βρισκόταν στη θέση που είναι τώρα η βιβλιοθήκη τού Δήμου Λυκόβρυσης-Πεύκης και τού Μπαρδαβίλια που στεγαζόταν σε ένα κτήριο απέναντι από το Τοσίτσειο Ίδρυμα στα όρια Λυκόβρυσης- Κηφισιάς.

Όμως τον δρόμο προς τις φάμπρικες, (για να θυμηθούμε και τον Στάινμπεκ) εκείνη την εποχή, θα τον συναντούσε κανείς στη φτωχομάνα Νέα Ιωνία,στον Περισσό,στην Καλογρέζα και βέβαια στη Νέα Φιλαδέλφεια.Σε αυτές τις φάμπρικες, όπως ονομάζονταν τότε όλα τα εργοστάσια, (οι οποίες αναζωογόνησαν τη χειμαζόμενη οικονομία τής χώρας μας), εργάστηκαν χιλιάδες άνθρωποι, ποτίζοντας κυριολεκτικά με τον ιδρώτα (ενίοτε και με το αίμα τους) τα κτήρια και τις μηχανές.

Στον εικοστό πρώτο αιώνα, αυτός ο κόσμος, ο μικρός, ο μέγας, ο οποίος έχει αποτυπωθεί με αξιοθαύμαστη ενάργεια σε όλες τις τέχνες, (στη λογοτεχνία,στον κινηματογράφο,στο θέατρο,στη ζωγραφική,στη γλυπτική,στο τραγούδι), δεν υπάρχει πια. Έχει βυθιστεί στη λήθη,όπως ένα μεγάλο πλοίο σε ένα παλιό λιμάνι.

Μας τον θυμίζουν οι γραφικές καμινάδες των εργοστασίων (που βρίσκονται διάσπαρτες στην Αττική, αλλά και σε άλλες πόλεις τής Ελλάδας) και βέβαια κάποιες παλαιού τύπου κλωστοϋφαντουργικές μηχανές, όπως αυτή που με παρακίνησε να γράψω το σημερινό σημείωμα, ή μια άλλη που είχα δει πριν από αρκετά χρόνια έξω από ένα ετοιμόρροπο κλωστήριο στο Ηράκλειο και μου έδωσε το ερέθισμα να γράψω ένα ολιγόστιχο,ειρωνικό ποίημα-σχόλιο (περιέχεται τώρα στη συγκεντρωτική έκδοση των ποιημάτων μου), το οποίο αμέσως παραθέτω:

 

Ειδυλλιακή εικόνα ή το πάθος μου  για τις στατιστικές

Σκουριασμένες μηχανές
έξω από το ετοιμόρροπο κλωστήριο.
Καθώς η λεπτή,διαφανής βροχή
ποτίζει το σώμα σας
(εξαγνίζοντάς το είναι αλήθεια
για μια στιγμή)
δεν αντέχω στον πειρασμό
να μη ρωτήσω:
πόσους τρυφερούς μαστούς μαράνατε
προκειμένου ν’ αυξήσετε
των αφεντικών σας την παραγωγή;

Nikos Lazaris
banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ