Εκκλησια Περισσότερο διαβασμένα Συνεντευξεις Τοπικά

Παλαμάς ο Καλλιπετρίτης. Ένας χαρισματικός ιερωμένος με μεγάλο λαϊκό έρεισμα / συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή

Η επίσκεψη, πριν περίπου δύο χρόνια, Μεγάλη Εβδομάδα, στο Μοναστήρι της Καλλίπετρας, η κουβέντα με τον Ηγούμενο  και η αποκάλυψη πως  υπήρξε μαθητής μου με το κατά κόσμον όνομα Ιωάννης Κυριλλίδης,  αλλά και η ακτινοβολία της Μονής, ήταν η αφορμή αυτής της συνέντευξης.

Πώς, αλήθεια, ένα 14χρονο τότε, πάντα γελαστό και ανέμελο παιδί, μπορεί να οδηγηθεί στο δύσκολο δρόμο του μοναχισμού, πώς μπορεί να συγκεντρώνει τώρα, παρά τη μικρή σχετικά ηλικία του, το σεβασμό και την αγάπη τόσων πιστών, που βιώνουν δίπλα του την ουσία της Ορθοδοξίας, ήταν ερωτήματα που ζητούσαν απάντηση.  

Παλαμάς ο Καλλιπετρίτης. Έχει συνδέσει το όνομά του με το Μοναστήρι της Καλλίπετρας εδώ και δεκαπέντε χρόνια.

Η Μονή της Θεοτόκου της Καλλίπετρας, στις όχθες του Αλιάκμονα,  υποβάλλει τον επισκέπτη με την ηρεμία και την απέραντη ομορφιά του τοπίου. Υποβάλλει όμως πολύ περισσότερο με την αίσθηση της ιερότητας του χώρου, που τον διακρίνει μια διάχυτη γλυκύτητα, ταυτισμένη με το λατρευόμενο πρόσωπο, το πρόσωπο της Θεοτόκου.

Μέσα σ΄αυτήν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα η προσωπικότητα του πατέρα Παλαμά εναρμονίζεται απόλυτα με το χώρο.

Απλός, προσιτός, βαθύτατα λαϊκός, ιερωμένος προικισμένος με φυσική ευφυΐα, με παιδεία δεδομένη, την οποία αποφεύγει να προβάλλει αλλά είναι εμφανής, με σεμνότητα αλλά και πάθος στο λόγο του, όταν πρέπει, μιλά στη faretra.info για την Καλλίπετρα, το χώρο με τον οποίο έχει πια ταυτιστεί, για το μοναχισμό και την Ορθοδοξία, για το σημερινό Έλληνα, για τη σχέση ανθρώπου με άνθρωπο, για τη σχέση του ανθρώπου με το Θεό.

Γεννιέστε στη Βέροια. Τελειώνετε εδώ το σχολείο, σπουδάζετε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Πληροφορική -εισάγεστε μάλιστα δεύτερος στη Σχολή- και αποφοιτώντας φεύγετε με υποτροφία στην Αγγλία. Πότε και πώς γίνεται η μεγάλη στροφή από την κοσμική ζωή στην ιεροσύνη;

Από μικρός, από παιδάκι, πέρασα μια περίοδο με πολύ έντονη πνευματική αναζήτηση. Οι γονείς μου ήταν άνθρωποι όχι ιδιαίτερα θρησκευόμενοι. Η μητέρα μου βέβαια πήγαινε στην εκκλησία, αλλά σε μένα ο χώρος ασκούσε από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου μια ιδιαίτερη έλξη.

Πέρα από την περίοδο της εφηβείας, όπου κράτησα μια απόσταση απέναντι στην Εκκλησία, έζησα εκείνο το εντυπωσιακό γεγονός, που θεωρώ πως καθόρισε την μετέπειτα πορεία μου. Προσκυνώντας τη λάρνακα του Αγίου Σπυρίδωνα στην Κέρκυρα, στη σχολική εκδρομή του Λυκείου, με εντυπωσίασε, με καθήλωσε κυριολεκτικά, το ότι ένα λείψανο παραμένει 1700 χρόνια άφθαρτο. Αυτό το υπερφυσικό γεγονός, που δεν έχει κάποια λογική εξήγηση, θεωρώ ότι ήταν η κινητήρια δύναμη για να κάνω αργότερα τη μεγάλη στροφή στη ζωή μου.

Βέβαια, συνέχισα σπουδάζοντας Πληροφορική, γιατί είχα και πολύ υψηλές επιδόσεις σ’ αυτόν τον τομέα, άρχισε όμως να σχηματίζεται στο μυαλό μου η ιδέα πως δε θα ήθελα ν’ ασχοληθώ μόνο μ’ αυτό.

Θα το περιέγραφα περισσότερο σαν εμπειρία το ότι έγινα μοναχός. Γιατί ένας νέος στα 20-22 του χρόνια δεν είναι εύκολο να ξεφύγει από τις διασκεδάσεις και την κοσμικότητα γενικότερα. Έβλεπα όμως ότι εμένα μου άρεσε πιο πολύ να προσεύχομαι παρά να διασκεδάζω με τους φίλους μου.

Πάντως, ιδιαίτερα στην Αγγλία, όπου είχα άπλετο χρόνο μοναξιάς, καθώς ήμουν συγκεντρωμένος στις σπουδές, εκεί διαπίστωσα πως θα ήθελα να φορέσω το ράσο. Διάβαζα βιβλία θρησκευτικού περιεχομένου που με ενθουσίαζαν. Ιδιαίτερα μια προσωπικότητα, όπως αυτή του Ιωσήφ του Σπηλαιώτη, ενός αγίου του 20ου αιώνα, στάθηκε για μένα τότε πρότυπο για μίμηση.

Βέβαια, φαινόταν πως δε θα μπορούσα να εγκαταλείψω την Πληροφορική, αφού όλα πήγαιναν τόσο καλά με τις σπουδές μου, αλλά συνέβη κάτι απρόοπτο που ανέτρεψε την κατάσταση.

Έπρεπε, για να συνεχίσω τις μεταπτυχιακές μου σπουδές, μ’ έναν νόμο που ίσχυσε για πολύ λίγο στην Ελλάδα, να εκπληρώσω πρώτα τις στρατιωτικές μου υποχρεώσεις. Κι ενώ στην Αγγλία, στους έξι μήνες που πρόλαβα να παρακολουθήσω, οι καθηγητές μου ήθελαν να με κρατήσουν και να με προωθήσουν, δεν μου δόθηκε αναβολή από το στρατό και γύρισα το Σεπτέμβρη του ’91 πίσω. Γενάρη του ’92 πήγα στο στρατό και μετά από λίγο η νομοθεσία άλλαξε πάλι. Για μένα ήταν το γεγονός αυτό η αφορμή για να ξεκόψω από τις μεταπτυχιακές σπουδές μου.

Τα δύο χρόνια του στρατού ήταν πολύ καταλυτική περίοδος για τις μετέπειτα αποφάσεις μου. Εκείνη ειδικά την περίοδο με διέκρινε μια πολύ έντονη θρησκευτικότητα, στα όρια του φανατισμού. Καμιά φορά ο νεανικός ζήλος οδηγεί σε υπερβολές νηστείας και πνευματικής προσπάθειας.

Τελειώνοντας το στρατό τον Οκτώβριο του ’93, έρχομαι στη Βέροια, αποχαιρετώ τους δικούς μου και μπαίνω στο Όρος για μοναχός.

Ο μοναχισμός είναι μια πολύ δύσκολη επιλογή. Ποια ήταν η πορεία σας στο χώρο και πώς τελικά βρεθήκατε στο Μοναστήρι της Θεοτόκου στην Καλλίπετρα Ημαθίας;

Ήθελα αμέσως να προσχωρήσω στο μοναχισμό, ο πνευματικός μου όμως με φρέναρε. Ήταν πολύ λογικό, γιατί πραγματικά ο μοναχισμός είναι δύσκολη επιλογή κι εγώ ήμουν νέος και ανώριμος, ώστε να πάρω μια τόσο σοβαρή απόφαση.

Έτσι, γυρνώντας από την Αγγλία, μού επέβαλε να πάω στο στρατό, ενώ θα μπορούσα να τον αποφύγω, για να έχω μπροστά μου τους 21 μήνες της θητείας, ώστε να το σκεφτώ σοβαρά. Να φανεί τελικά αν είναι ένας ενθουσιασμός ή μια πραγματική επιλογή.

Ο πόθος μου από την αρχή ήταν να πάω στο Μοναστήρι του Προδρόμου, εδώ στον Αλιάκμονα, που το γνώριζα καλά, όπου εκκλησιαζόμουν τακτικά και είχα πνευματική σχέση με τους πατέρες. Ο πνευματικός μου όμως, που ήταν από τη Θεσσαλονίκη, ήθελε να μου δώσει μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα του μοναχισμού και με προέτρεψε να πάω τουλάχιστον για ένα μικρό διάστημα στο Άγιο Όρος, ώστε να βιώσω σωστά την παράδοση της Εκκλησίας στο θέμα του μοναχισμού.

Εκείνο που θυμάμαι πολύ έντονα είναι ότι κάποια στιγμή συνάντησα στο Όρος έναν από τους παλιούς ασκητές, έναν πολύ χαρισματικό άνθρωπο με πολύ υψηλό επίπεδο πνευματικά, που ήταν εντελώς κουφός. Τον έλεγαν γέροντα Θεολόγο, όλοι όμως τον φωνάζαν γέρο κουφό, επειδή δεν άκουγε.

«Κοίταξε, στο μοναχισμό είσαι στην πρώτη γραμμή του πολέμου. Έτσι, βλέπεις και αίματα και ακρωτηριασμούς. Εσύ όμως δε σταματάς, συνεχίζεις να πολεμάς»  μου είπε.

Είναι μια φράση που τη θυμάμαι ακόμα έντονα, γιατί στο μοναχισμό υπάρχουν πολλοί λόγοι να απογοητευτεί κανείς. Υπεισέρχεται ο ανθρώπινος παράγοντας, που εξαιτίας των εμπαθειών που έχουμε όλοι μας μπορεί να προκαλέσει το φθόνο, τη ζήλεια, την εκδικητικότητα… Με τη φράση αυτή που έμεινε για πάντα στο μυαλό μου εξακολούθησα να παραμένω στον «πόλεμο».

Έμεινα, λοιπόν, δυο χρόνια στο Άγιο Όρος και ολοκληρώνοντας το δεύτερο κύκλο, αποφασίστηκε να γυρίσω στον Τίμιο Πρόδρομο, στην πατρίδα μου και να γίνω μοναχός.

Έγινα μοναχός, διάκονος, ιερέας, δηλαδή ιερομόναχος, και μου δόθηκε και το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Ήμουν υπό την καθοδήγηση του πατρός Γρηγορίου Σοφού, ο οποίος άφησε το καλύτερο όνομα στη Βέροια ως ηγούμενος της Μονής.

Ο Πρόδρομος, βέβαια, μετά από μια δεκαετία έγινε ένα πολύβουο μελίσσι. Δεν υπήρχε στιγμή που να μην περάσει κόσμος. Πλήθος τα λεωφορεία των επισκεπτών. Γοήτευε το ίδιο το μοναστήρι, η φυσική του θέση αλλά και η προσωπικότητα του πατρός Γρηγορίου, που έλκυε πολύ κόσμο. Οι συνεχείς ξεναγήσεις, η αδιάκοπη επαφή με τον κόσμο, σε συνδυασμό με κάποια μικρά προβλήματα που υπήρξαν μ΄ έκαναν να ζητήσω την ευλογία του Δεσπότη, ώστε να γυρίσω πίσω στο Όρος.

Αρχικά μου το επέτρεψε αλλά σε λιγότερο από μια βδομάδα με κάλεσε πίσω θεωρώντας πιο καλό να μου αναθέσει το Μοναστήρι της Καλλίπετρας, χώρο άκρως ησυχαστικό, χωρίς δρόμο, ρεύμα, νερό, τηλέφωνο, χωρίς απολύτως τίποτα. Έτσι αναλαμβάνω την Καλλίπετρα το 2003.

Πώς ήταν το Μοναστήρι όταν πρωτοήρθατε και με ποιο παρελθόν; Πώς διαμορφώθηκε μετά τον ερχομό σας;

Το Μοναστήρι έχει ζωή τουλάχιστον από το 1100, σύμφωνα με τις ιστορικές πληροφορίες. Το 1822 καταστράφηκε ολοσχερώς, το 1908 σφαγιάστηκαν κι οι τελευταίοι πατέρες στο Μακεδονικό Αγώνα. Με την απελευθέρωση των εδαφών το ’12, το μοναστήρι  εγκαταλελειμμένο δεν τακτοποιήθηκε νομικά. Έτσι βρέθηκε στο στόχαστρο των επιτηδείων, που θέλουν να του αφαιρέσουν τα αιώνια δικαιώματά του, κι εκεί βρίσκεται η αρχή των προβλημάτων μας και με το Δασαρχείο.

Όταν έρχομαι, βρίσκω ένα μοναστήρι που κάηκε το ’41 από κάποιο δωσίλογο των Γερμανών θέλοντας να το εκμεταλλευτεί ως βοσκοτόπι. Και μάλιστα αξίζει να σημειωθεί ότι δεν τιμωρήθηκε. Οι κάτοικοι του γειτονικού χωριού, της Ραχιάς, κουβαλούν, όχι μόνο οι άντρες αλλά και οι γυναίκες, τούβλα με τα χέρια τους και χτίζουν το εκκλησάκι, και σιγά-σιγά τον πρώτο ξενώνα.

Έτσι το μοναστήρι αρχίζει και λειτουργεί. Οι Πόντιοι είχαν ένα έντονο αίσθημα ευγνωμοσύνης, γιατί τα κτήματα της Καλλίπετρας τούς δόθηκαν καθώς ήρθαν πρόσφυγες ως κλήρος. Γεωργιανοί, Τριπόταμος, Ασώματα, Ραχιά, ήταν κτήματα της Μονής που μοιράστηκαν. Αλλά και οι ντόπιοι κάτοικοι του χωριού έδειξαν τον ίδιο ζήλο για την αποκατάσταση του μοναστηριού.

Η ευσέβεια των κατοίκων αποδεικνύεται  κι από το ότι, ενώ το μοναστήρι είχε το ’41 καεί, καθημερινά ένας διαφορετικός κάτοικος του χωριού ερχόταν ποδαράτος, πάντα με οποιοδήποτε καιρό και άναβε το καντήλι. Έλεγαν ότι είχαν πολλές θεοφανίες, πολλά σημεία θαυμαστά, που τους εντυπωσίαζαν.

Το παλιό Ηγουμενείο του Μοναστηριού

Την πρώτη μέρα που ήρθα ένιωσα βαθιά απογοήτευση, γιατί δεν υπήρχαν ούτε τα βασικά. Δεν υπήρχε ούτε τουαλέτα. Πριν από μένα διέμενε ο μοναχός Δοσίθεος, ευλαβέστατος, που είχε αρχίσει να αναπτύσσει μια πνευματική κίνηση, όμως ήταν εξαιρετικά δύσκολο μέρος κι αναγκάστηκε να φύγει.

Όχι μόνο κτηριακές εγκαταστάσεις δεν είχαμε, όταν ήρθαμε, εγώ και δύο άλλοι δόκιμοι μοναχοί, αλλά ούτε τα απολύτως απαραίτητα. Ήμασταν τρεις κι είχαμε δυο πιάτα, δυο ποτήρια και τα χρησιμοποιούσαμε εκ περιτροπής!

Την 1η Ιουλίου του 2003, τη θεωρώ σημαδιακή μέρα, γιατί φωνάζοντας έναν μάστορα γνωστό από τον Πρόδρομο, για να φτιάξει μια τουαλέτα, συνέβη το εξής. Η αμοιβή του, όταν τελείωσε, ήταν όλα τα χρήματα που είχα (300 ευρώ) και πληρώνοντάς τον ένιωσα απελπισμένος. Για την επόμενη μέρα δε θα είχα ούτε λάδι για τα καντήλια, ούτε μακαρόνια να μαγειρέψω.

Ενώ ήμουν σ’ αυτήν την κατάσταση, μπήκαν από την πύλη ένας παππούς και μια γιαγιά. Με χαιρέτησαν – μάλιστα μου έκανε εντύπωση πώς ήρθαν μέχρι εδώ, γιατί τότε δεν υπήρχε δρόμος, μόνο τετρακίνητο αμάξι μπορούσε να έρθει- λέγοντάς μου πως έφεραν ένα τάμα για τη Μονή. Βγάζουν και μου δίνουν 350 ευρώ, περισσότερα απ’ όσα είχα πληρώσει στο μάστορα πριν από λίγο.

Τα δέχομαι συγκινημένος και τους οδηγώ στο εκκλησάκι να προσκυνήσουν περιμένοντας να βγουν. Δεν βγήκαν, δεν ήταν μέσα και δεν υπήρχε άλλη έξοδος. Βγήκα έξω να δω τη σκόνη από το αμάξι που ίσως τους έφερε –πάντα τ’ αμάξια άφηναν κουρνιαχτό, γιατί ήταν χωματόδρομος- κανείς.

Θορυβήθηκα. Δεν θυμόμουν τα πρόσωπά τους, θυμόμουν όμως τα μακριά τους ρούχα, Ιούλιο μήνα. Ξανακοίταξα τα χρήματα στην τσέπη μου. Ήταν εκεί…

Προστάτες του Μοναστηριού είναι οι γονείς της Παναγίας, ο Ιωακείμ και η Άννα. Έτσι η μόνη εξήγηση που μπόρεσα να δώσω για το γεγονός είναι πως αφού δεν το συλλαμβάνει η λογική, οι επισκέπτες μου ήταν οι γονείς της Παναγίας. Γεγονός υπερφυσικό.

Έτσι, μετά απ’ αυτό  αποφασίσαμε να μείνουμε. Κι από τότε κι όταν τα χρήματά μας εξαντλούνταν, τα καταφέρναμε πάντα να τα φέρνουμε στο όριο αντιμετωπίζοντας όλες τις υποχρεώσεις μας. Σαν να πλανιόταν μια παρουσία ευεργετική πάνω από το Μοναστήρι.

Ο χώρος του Μοναστηριού σήμερα όχι μόνο επεκτείνεται αλλά γίνονται πολλές και σοβαρές εργασίες σ’ αυτό. Πώς αντιμετωπίζονται τα έξοδα; Κονδύλια της Εκκλησίας ή προσφορά υλικών και εργασίας από τη μεριά των πιστών;

Αυτό το Μοναστήρι, όπως σας είπα και πριν, χτίστηκε με την αγάπη των πιστών. Οι άνθρωποι το λατρεύουν. Μέχρι και σήμερα ό,τι γίνεται είναι προσωπικός τους κόπος. Μπορεί εμείς να λειτουργούμε συμβουλευτικά ή να κάνουμε ένα σχέδιο στο χαρτί, όλη η προσπάθεια όμως είναι αυτών των ανθρώπων που έρχονται και δουλεύουν εθελοντικά, μετά το ωράριο της δουλειάς τους. Είναι εντυπωσιακός ο εθελοντισμός σ’ αυτό το Μοναστήρι.

Παράλληλα το 2010, με την πυρκαγιά που κατέστρεψε τη μονή, ιδρύθηκε ένας σύλλογος, “Σύλλογος Φίλων της Μονής Καλλίπετρας”, με 300 ενεργά μέλη και άλλα βοηθητικά. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι κάνουν αυτόν τον αγώνα που βλέπετε εδώ πέρα.

Δεν υπάρχει κάτι καινούριο. Όλα είναι αναπαλαιώσεις παλιών κτισμάτων στις ίδιες βάσεις, στα ίδια θεμέλια, κατασκευές που χρειαζόταν στο Μοναστήρι. Δε νοείται μοναστήρι χωρίς αρχονταρίκι, τραπεζαρία, μαγειρεία, ξενώνες ή κελιά. Ό,τι βλέπετε, λοιπόν, είναι στα πλαίσια της αναπαλαίωσης της Μονής. Το πιο μικρό τούβλο αλλά και οι ατέλειωτες ώρες δουλειάς είναι προσφορά του κόσμου.

Ας μην ξεχνάμε όμως και το δρόμο που άνοιξαν οι κάτοικοι με τη βοήθεια του Στρατού. Έγιναν κάποιες ανακαινίσεις με κονδύλι του Υπουργού Βορείου Ελλάδος κ. Μάρτη, ’70-’80, και στη συνέχεια πιο συντονισμένες ενέργειες στη διάνοιξη του δρόμου έγιναν από το Στρατηγό Φράγκο Φραγκούλη, που πέρασε από τη Βέροια, συνδέθηκε πάρα πολύ με το μοναστήρι, το αγάπησε πολύ, είδε θαυμαστά σημεία, και εξακολουθεί να είναι συμπαραστάτης μας μέχρι και σήμερα.

Αναφερθήκατε πριν λίγο στο Δασαρχείο και είναι γνωστό πως υπάρχει διένεξη ανάμεσα στη Μονή και σ’ αυτό. Τι ακριβώς συμβαίνει;

Μέσα στις προσπάθειες που κάναμε για να αξιοποιήσουμε αυτά που βρήκαμε στα χαρτιά, ότι ανήκαν δηλαδή στη Μονή, ήταν κι η αξιοποίηση  ενός κομματιού πέντε στρεμμάτων με ελιές, στην πλαγιά, ακριβώς πάνω από το Μοναστήρι.

Υπήρξε μία διένεξη και με τον προηγούμενο Δασάρχη, σε πλαίσια πάντα πολιτισμού, σε υψηλό επίπεδο, τον κ. Ευαγγελόπουλο, για το συγκεκριμένο κτήμα, στο οποίο θέλαμε να περιποιηθούμε τα ελαιόδεντρα.

Από τις πρώτες προσπάθειές μου ήταν η νομιμοποίηση όσων βρήκα στο Μοναστήρι. Έτσι, πολύ σύντομα κατάφερα να εκδοθεί προεδρικό διάταγμα για τη λειτουργία της Μονής, το οποίο δέχεται την ύπαρξη περιουσίας της τριών χιλιάδων στρεμμάτων –βέβαια βράχια είναι γύρω από το Μοναστήρι- τα οποία άφησε η Επιτροπή Απαλλοτριώσεων το 1932, μετά την κατανομή γης στους πρόσφυγες.

Νομιμοποίησα τα κτήρια, και ήρθα σε επαφή με το Δασαρχείο με δική μου πρωτοβουλία, προκειμένου ό,τι κάνω να το κάνω νόμιμα. Έβλεπα ότι υπήρχαν περιφράξεις στο κτήμα, ότι οι κάτοικοι του χωριού κατεβαίναν και περιποιούνταν τα δέντρα, χωρίς να ξέρω σε πρώτη φάση αν ήταν της Μονής ή των κατοίκων του χωριού. Οι ίδιοι οι κάτοικοι μού έλεγαν ότι είναι της Μονής κι έχουν παραλάβει από τους πατεράδες τους την εντολή να τα περιποιούνται Οι άνθρωποι αυτοί κινούνται με πραγματική διάθεση ευγνωμοσύνης απέναντι στο Μοναστήρι.

Ο Δασάρχης διαφώνησε με την ιδέα του ελαιώνα, λέγοντας πως ακαλλιέργητο τόσα χρόνια το χαρακτηρίζει βοσκοτόπι. Η στάση αυτή, χωρίς να το γνωρίζουμε εμείς, οδηγούσε στην πρόθεση να χαρακτηριστεί ο χώρος ως δημόσια δασική έκταση. Δεν υπογράψαμε τελικά με τη σκέψη πως κάτι συμβαίνει.

Σε επιστολή μου έδειξα πως ενοχλήθηκα από τη στάση του Δασαρχείου να με υποχρεώσουν έμμεσα να υπογράψω κάτι για το οποίο θα είμαι υπόλογος και απέναντι στο ίδιο το Μοναστήρι και απέναντι στην Ιστορία.

Ο Δασάρχης αρρώστησε και πολύ σύντομα κατέληξε. Αυτό κάποιοι το εξέλαβαν ως αποτέλεσμα δικής μου… κατάρας! Σκοταδισμός! Λες και βρισκόμαστε στο Μεσαίωνα!

Όταν ανέλαβε η καινούρια Δασάρχης, την επισκέφτηκα και ζήτησα το λόγο για τον οποίο είχαν υποβληθεί μηνύσεις εναντίον μου. Η απάντηση ήταν πως είχα βλάψει τον προηγούμενο Δασάρχη, πράγμα το οποίο λέχθηκε μπροστά σε κόσμο, προκαλώντας μου κατάπληξη.

Συνέχισε με την ίδια στάση, επισκεπτόμενη το Μοναστήρι και απειλώντας πως θα το γκρεμίσει και πως θα με κάνει να πληρώνω ατελείωτα πρόστιμα μέχρι να φύγω. Αυτό αποδεικνύεται και από τις μηνύσεις που γίνονται στο δικό μου όνομα και στο δικό μου ΑΦΜ και όχι στης Μονής, λες και διεκδικώ εγώ τα ελαιόδεντρα της Μονής! Τα δέντρα είναι 700 χρόνων!

Ήδη έχω ένα πρόστιμο 12.800 ευρώ! Αν παραδεχτώ ότι είναι δημόσια δασική έκταση και τα πάρω στο όνομά μου, πληρώνω ένα παράβολο 180 ευρώ, αν πω ότι είναι της Μονής, πληρώνω εγώ με το δικό μου ΑΦΜ 12.800. Είναι ένας πόλεμος αδικαιολόγητος που γίνεται σε μένα προσωπικά.

Να φανταστείτε ότι, όταν κάηκε το Μοναστήρι το 2010, το Δασαρχείο των Τρικάλων θέλησε να μου δώσει δώρο την ξυλεία των σκεπών. Το Δασαρχείο εκεί έχτισε όλα τα Μετέωρα. Έπρεπε, λοιπόν, να υπογράψει το Δασαρχείο Βεροίας πως το επιτρέπει. Και δεν υπέγραψε!

Είναι ένας πόλεμος ακατανόητος. Προσπάθησα με κάθε τρόπο να αντιτάξω στην εριστικότητα τη νηφαλιότητα. Ειλικρινά είναι ένας πόλεμος που δεν μας ταιριάζει. Με άλλα και για άλλα πράγματα πρέπει να πολεμά η ιεροσύνη…

Πόσους μοναχούς και πόσα κελιά αριθμεί η Μονή; Ποια είναι η καθημερινή ζωή και ποιοι δεσμοί αναπτύσσονται ανάμεσά σας;

Δεν κατορθώσαμε ποτέ σ’ αυτό το Μοναστήρι να έχουμε μια μεγάλη συνοδεία, γιατί είναι πραγματικά δύσκολη εδώ η διαβίωση ενός μοναχού.

Δεν είναι εύκολο να πεις σ’ ένα παιδί που θα έρθει εδώ πως θα ξυπνά στις τρεις το πρωί, καθημερινά θεία λειτουργία και άλλες ακολουθίες, εσπερινοί και απόδειπνα, πολλές εργασίες, γιατί το μοναστήρι βρίσκεται σε συνεχή ανακαίνιση.

Υπάρχουν δέκα κελιά για μοναχούς, είκοσι δωμάτια για φιλοξενία, αλλά οι εγκαταστάσεις τραπεζαρίας και αρχονταρικιού δίνουν μεγάλες δυνατότητες φιλοξενίας. Παράδειγμα στις μεγάλες γιορτές, όπως τα Χριστούγεννα, ο κόσμος που έρχεται στην αγρυπνία και στο τέλος παρακάθεται στην τράπεζα, σύμφωνα με το μοναστηριακό τυπικό, είναι γύρω στα 200 άτομα. Οι  νέοι χώροι που δημιουργήθηκαν μας δίνουν άλλες δυνατότητες.

Αυτήν τη στιγμή είμαστε τρεις. Επειδή είμαστε μόνο τόσοι και τριβόμαστε καθημερινά, οι σχέσεις μας δεν είναι τυπικές, όπως συμβαίνει σ’ ένα μεγάλο μοναστήρι. Εδώ ο Γέροντας δεν είναι απόμακρος. Εδώ ο Γέροντας θα πλύνει πιάτα μαζί με τους μοναχούς, θα σκουπίσει μαζί με τους μοναχούς. Είμαστε τρεις άνθρωποι που μοιραζόμαστε ισόποσα τα διακονήματα. Αναπτύσσονται σχέσεις κυριολεκτικά οικογενειακές.

Θαμμένος στο Μοναστήρι είναι ο μοναχός Θεωνάς, του οποίου κάνατε το πορτρέτο με μια δημόσια επιστολή, πραγματικά εντυπωσιακή. Τι ήταν για σας ο Θεωνάς;

Στο Μοναστήρι κηδέψαμε και θάψαμε τρεις ανθρώπους. Ο πατήρ Θεωνάς είναι ο τελευταίος. Τη μητέρα μου, τον πατέρα Ιωακείμ και το Θεωνά.

Η μητέρα μου μας είχε δώσει τα πρώτα χρήματα για να ορθοποδήσουμε. Παραδοσιακή Μικρασιάτισσα μάζευε χρήματα για να μην κουράσει τα παιδιά της με την κηδεία της, και μ’ αυτά πήραμε ένα αυτοκίνητο και κάναμε το πρώτο μας νοικοκυριό.

Καθώς ένιωσε πως ο θάνατός της πλησίαζε, μου ζήτησε να την πάω με το αναπηρικό της καροτσάκι πίσω από το εκκλησάκι και μου υπέδειξε να τη θάψω εκεί, όταν έρθει η ώρα. «Θέλω να σ’ ακούω από δω, όταν λειτουργείς» μου είπε. Δυο μέρες μετά κοιμήθηκε απρόσμενα. Το τέλος ενός ανθρώπου δικαιώνει κάποιες φορές την προσπάθεια μιας ολόκληρης ζωής.

Ο πατήρ Ιωακείμ, ήταν αρχικά διακονητής σε άλλα μοναστήρια και όχι μοναχός, γιατί αντιμετώπιζε νευρολογικά προβλήματα. Όταν τελικά στην Καλλίπετρα μάς δόθηκε η άδεια να γίνει η κουρά του, θυμάμαι ακόμα τη στάση του, την απόλυτη προσήλωσή του. Καθώς εξελισσόταν η κουρά, έδινε την εντύπωση αγγέλου…

Ξεχωριστός ήταν και ο θάνατός του. Τον βρήκαμε καθιστό την επομένη των Εισοδίων της Θεοτόκου, σε στάση προσευχής, ενώ είχε πεθάνει. Στα χέρια του το κομποσκοίνι… Ήταν σα να κοιμόταν. Τόση γαλήνη… Ένας άνθρωπος που όλοι θεωρούσαμε πως είχε πρόβλημα έφυγε μ’ ένα τόσο εντυπωσιακό τέλος…

Με το μοναχό Θεωνά

Το μοναστήρι μας είναι μικρό, ίσως το ταπεινότερο της Μακεδονίας. Εδώ σ’ αυτό το μοναστήρι πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο πατήρ Θεωνάς, που δεν πληρούσε τον όρο του κλασικού μοναχού, ήταν ιδιόρρυθμος.

Μπορεί να πάλευε με τα πάθη του, ήταν όμως αφάνταστα εργατικός. Εργάστηκε ατελείωτα στο Μοναστήρι του Προδρόμου κι εδώ στην Καλλίπετρα χτίζοντας πέτρα την πέτρα. Έφερε πολλούς ανθρώπους κοντά στο Χριστό, αλλά πολλές φορές η συμπεριφορά του δεν ήταν η προσήκουσα.

Άνθρωπος αφάνταστα αυθεντικός, μεγάλη καρδιά, όταν ήρθε στην Καλλίπετρα, έδωσε τον εαυτό του. Ειλικρινής, με το πραγματικό μέγεθος και αίσθημα της αγάπης, διέθετε κι ένα ιδιαίτερο χιούμορ. Ήταν γενικά ιδιαίτερος άνθρωπος με τις σκοτεινές και τις φωτεινές πλευρές του. Ήταν άνθρωπος, κι η Εκκλησία αγαπά τον άνθρωπο γενικά στις πραγματικές του διαστάσεις.

Κοιμήθηκε την ημέρα του Σταυρού, μέρα σημαντική για κάποιον που αποδημεί, σύμφωνα με την Εκκλησία. Κι όμως μια τέτοια μέρα έφυγε! Είναι θαμμένος κι αυτός πίσω από το παρεκκλήσι.

Στις περιπτώσεις που σας ανέφερα με εντυπωσιάζει το σχέδιο του Θεού. Πώς ανατρέπονται καταστάσεις, πώς οδηγούνται πέρα από το προσδοκώμενο… Είναι πραγματικά θαυμαστό!

Στην Καλλίπετρα συγκεντρώνεται ένας πολύ μεγάλος αριθμός πιστών που ζουν την ενοριακή ζωή, έτσι όπως τη θέλει η Εκκλησία. Γιατί βιώνεται τόσο έντονα στην Καλλίπετρα;

Γενικά τα μοναστήρια διατήρησαν μια πιο αγνή έκφραση της ενοριακής ζωής. Κι αυτό γιατί δεν είναι μια απρόσωπη λειτουργία την οποία τελεί ένας παπάς, που δίνει μια ευχή στον κόσμο κι ύστερα ο κόσμος φεύγει και διαμοιράζεται στα σπίτια του ή στις παρέες, σα να είναι ξένοι. Στα μοναστήρια οι άνθρωποι μαζεύονται και αισθάνονται οικογένεια.  Έτσι, νιώθουμε κι εμείς, σαν μια μεγάλη οικογένεια. Οικογένεια της Καλλίπετρας, που εντάσσεται στην Εκκλησία της Μητρόπολης Βεροίας, που εντάσσεται στην Εκκλησία της Ελλάδος, που εντάσσεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Και κατά τα λεγόμενα του Αγίου Παϊσίου είμαστε τελικά στη οικογένεια του Αδάμ του Θεού.

Είναι πολύ ωραίο πράγμα ένας άνθρωπος να εντάσσεται σ’ έναν κύκλο και να αισθάνεται ότι ανήκει σ’ αυτόν. Όχι ότι τον διαφοροποιεί ως προς την πίστη του από τους άλλους ανθρώπους, απλά αισθάνεσαι ότι έχεις ένα δέσιμο συναισθηματικό κι αποκτάς αδέλφια. Αυτό συμβαίνει σε πολλά μοναστήρια και στην περιοχή μας.

Στην Καλλίπετρα δεν υπάρχει τίποτα ιδιαίτερο πέρα από τη χάρη της Παναγίας, η οποία βρίσκεται παντού. Εμείς εδώ νιώθουμε πως βρισκόμαστε στην αγκαλιά της.

Πολλοί προσπαθούν να ταυτίσουν το κλίμα που επικρατεί εδώ με το πρόσωπο. Δεν είναι έτσι. Το πρόσωπό μου δεν είναι κάτι διαφορετικό.

Ειλικρινά θαυμάζω ιερείς που κρατούν την επαφή τους με τον κόσμο στις ενορίες τους σε καθημερινή βάση, έξω από τη μοναστηριακή ζωή. Καλό είναι, λοιπόν, για έναν άνθρωπο, που θα προσεγγίσει την Καλλίπετρα και τον Ηγούμενο, να ξέρει πως θα δει έναν άνθρωπο απλό και καθημερινό, με ό,τι αυτό σημαίνει.

Μεγάλη η βοήθεια που προσφέρει πάντα η Εκκλησία στους οικονομικά αδύναμους και ιδιαίτερα τώρα στην εποχή της κρίσης. Παράλληλα, πώς θα μπορούσε να έρθει πιο κοντά στους πιστούς της δημιουργώντας σχέσεις ανθρώπου προς άνθρωπο; Θυμάμαι το ποίημα του Μίλτου Σαχτούρη «το ψωμί» και τον τελευταίο του στίχο «διψάμε για ουρανό». Έχει χαθεί πια η ανθρώπινη επαφή στις μέρες μας;

Στις μέρες μας υπάρχει μια έξαρση στα ψυχολογικά προβλήματα των ανθρώπων, πράγμα που δεν έχει σημειωθεί σε παλιότερες, ακόμη πιο δύσκολες εποχές, παράδειγμα στη Μικρασιατική Καταστροφή ή στην Κατοχή. Οι άνθρωποι άντεχαν, επιβίωναν και επικοινωνούσαν.

Σήμερα ζούμε σε μια εποχή που τα πολύ απαραίτητα τα έχουμε, όσο κι αν μας έχει πλήξει η κρίση. Μας λείπει η επαφή, η επικοινωνία. Και το περίεργο είναι πως γίναμε πολύ καχύποπτοι. Σε μια καθαρά υλιστική κοινωνία, όπως και να προσεγγίσεις κάποιον φαντάζεται πως πίσω από τις πράξεις σου βρίσκεται κάποια σκοπιμότητα. Αποσκοπείς στην περιουσία του, στο κέρδος, αποσκοπείς να τον υποτάξεις πνευματικά…

Οι περισσότεροι κληρικοί περιτειχιστήκαμε έτσι και είπαμε όποιος θέλει ας έρθει κοντά μας. Ας μην πλησιάσουμε εμείς τους ανθρώπους. Ας έρθουν μόνοι τους. Δυστυχώς οποιεσδήποτε κινήσεις γίνονται από τη μεριά της Εκκλησίας είναι πάντα παρεξηγήσιμες, γιατί υπάρχουν εκείνοι που θα τις χαρακτηρίσουν υστερόβουλες. Υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα.

Η αλήθεια είναι πως γίνονται προσπάθειες στη Μητρόπολη Βεροίας προσέγγισης των παιδιών, (παράδειγμα με τις αθλοθεσίες), πράγμα δύσκολο που χρειάζεται λεπτότατους χειρισμούς και οι υπεύθυνοι είναι πραγματικά πολύ προσεκτικοί και επιτυχείς στους χειρισμούς τους.

Ας ξέρει ο κόσμος ότι υπάρχει μια πόρτα πάντα ανοιχτή για τον καθένα, η πόρτα της Εκκλησίας.

Η Εκκλησία με τα πρόσφατα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία έδειξε πως έχει δύναμη στο λαό και μπορεί να τον κινητοποιήσει. Θα μπορούσε να το κάνει και σε άλλα θέματα που τον  ισοπεδώνουν κυριολεκτικά, όπως αυτό της οικονομικής του αφαίμαξης, καθώς βρέθηκε ερήμην του δέσμιος άδικων συμφωνιών που του στερούν ακόμη και το σπίτι του; Θα μπορούσε να τον αφυπνίσει, ώστε να φωνάξει για το δίκιο του;

Το θέμα της Μακεδονίας είναι θέμα εθνικό.  Η Εκκλησία προσπαθεί να προλάβει μια κατάσταση που εγκυμονεί κινδύνους, ακόμη και έναν πόλεμο με τους γείτονες. Στα εθνικά θέματα η Εκκλησία είχε συμμετοχή πάντα.

Όσες φορές όμως αναμίχθηκε σε καθαρά πολιτικές αποφάσεις, το αποτέλεσμα δεν ήταν το προσδοκώμενο. Εμείς, επειδή δεν είμαστε και γνώστες της πολιτικής κατάστασης, μπορεί να κάνουμε και λάθος.

Θυμάστε το θέμα των ταυτοτήτων. Έγινε πολιτική εκμετάλλευση της θέσης μας. Όταν ήρθε η ώρα να διοικήσει η αντιπολίτευση , η οποία και μας επαινούσε μέχρι τότε, ως κυβέρνηση πια άλλαξε στάση και στις ταυτότητες δεν γράφτηκε το θρήσκευμα!

Νομίζω ότι εδώ ταιριάζει αυτό που λέει ο Απόστολος Παύλος, όταν τον ρωτούν αν πρέπει να υποτάσσονται στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Λέει ότι η Εκκλησία δεν είναι κοινωνικό σύστημα που ασχολείται με τα επίγεια, αλλά με τα μετά το θάνατό μας. Αυτός είναι ο σκοπός της ύπαρξης της Εκκλησίας.

Αν μέσα σ’ αυτόν το στόχο μπορούμε παράλληλα να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που υποφέρουν, το κάνουμε και το έχουμε αποδείξει μέσα στους αιώνες. Το να οργανώσουμε όμως ένα πολιτικό σύστημα, έστω δικαιότερο, δε γίνεται, γιατί το δικό μας πολίτευμα είναι στον ουρανό.

Βέβαια υπάρχουν και μορφές που αντιτάχθηκαν στην πολιτική εξουσία, όπως ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, που ήρθε ως Πατριάρχης σε άμεση σύγκρουση με το διεφθαρμένο καθεστώς της Κωνσταντινούπολης.

Η σύγκρουσή του με την Αυτοκράτειρα Ευδοκία, που καταχράστηκε το κτήμα μιας φτωχής χήρας είναι εντυπωσιακή, καθώς της απαγόρευσε, σ’ αυτήν, μια ολόκληρη αυτοκράτειρα, την είσοδο στην εκκλησία! Άμεση σύγκρουση Πολιτείας-Εκκλησίας για ένα θέμα όχι τόσο σημαντικό, όχι μεγάλων διαστάσεων. Θα μπορούσε να αποφευχθεί. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος όμως δεν άντεχε την έννοια της αδικίας. Και φυσικά πλήρωσε αυτήν τη στάση του με εξορίες και το θάνατο, καθώς τον οδηγούσαν στην τελευταία εξορία.

Τα μεγάλα αναστήματα πάντα και όλοι τα θαυμάζουμε και μακάρι να υπάρχουν!

Συζητιέται πολύ τελευταία ο όρος «Οικουμενισμός». Ποιο είναι το περιεχόμενό του και τι κινδύνους εγκυμονεί για την Ορθοδοξία;

Είναι έντονη η προσπάθεια συνεργασίας τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στους ανθρώπους. Αυτό εκφράζεται ως κοινωνικό φαινόμενο με την παγκοσμιοποίηση, η οποία εξελισσόμενη έφτασε στο επίπεδο της Θρησκείας.

Προκειμένου να μην υπάρχουν συγκρούσεις πολεμικές, η τακτική  βαθμιαία οδηγούσε και στην κατάργηση των θρησκευτικών διαφορών.

Η εξίσωση όμως της Ορθόδοξης Πίστης με τις κάθε λογής θρησκείες είναι παράλογη. Θεολογικά ισχύει ο λόγος του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς ότι «ο Οικουμενισμός είναι παναίρεση». Ομοίως και ο ψαλμικός στίχος του Προφητάνακτα Δαβίδ ότι «πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια»!!! Η γραμμή των Πατέρων είναι ότι σε επίπεδο πίστης και λατρείας ο δρόμος της Ορθοδοξίας δεν μπορεί ποτέ να συγκλίνει με παρασυναγωγές  αιρετικών και αλλοδόξων.

Νομίζω πως η παγκοσμιοποίηση μάλλον ως σκοπό έχει την ύπαρξη μιας ενιαίας και τεράστιας αγοράς. Ο κυρίαρχος στόχος της είναι μάλλον οικονομικός και κατ’ επέκταση υλιστικός.

Βέβαια, μην παρακάμπτουμε μέσα από το οικονομικό πρίσμα τους ατέλειωτους θρησκευτικούς πολέμους, με τα τόσα θύματα στο παρελθόν αλλά και την ένταση που παρουσιάζουν ακόμη και σήμερα οι θρησκευτικές διαφορές, παράδειγμα οι τζιχαντιστές. Μπορεί πίσω από τους θρησκευτικούς πολέμους και παλιά να υπήρχαν πολιτικά και οικονομικά αίτια, οι πόλεμοι όμως είχαν το μανδύα της Θρησκείας.

Με τους παραπάνω στόχους σχεδιάστηκε να καταργηθούν οι θρησκείες προχωρώντας σε μια Πανθρησκεία. Ο τρόπος για να οδηγηθούμε στη Πανθρησκεία είναι ο Οικουμενισμός. Δηλαδή να κρατήσει ο καθένας τις παραδόσεις του αλλά να ξέρουμε όλοι  ότι έχουμε τον ίδιο Θεό. Έτσι θα μπορέσουμε να συνυπάρξουμε με τους γύρω μας, ακόμη και σε λειτουργικό επίπεδο.

Εδώ όμως καταστρατηγείται μια ειδοποιός διαφορά της Ορθοδοξίας. Δε μιλάμε απλά για ένα διαφορετικό τυπικό λατρείας, αλλά αναφερόμαστε σε διαφορετικό Θεό. Υπάρχουν πολλά είδη ποτηριών, αν όμως ο καθένας θεωρεί κάτι άλλο για ποτήρι, τότε δεν πρόκειται να συνεννοηθούμε ποτέ.

Έχουμε έναν αληθινό Θεό, αλλά εμείς πιστεύουμε ότι είναι κοινωνία προσώπων, δηλαδή η Αγία Τριάδα. Οι μουσουλμάνοι πιστεύουν ότι είναι ένας θεός, το κλειδί για τον Παράδεισο είναι το σπαθί σου, ο παπισμός πιστεύει ότι είναι ο θεός της υπερδύναμης, κι όποιος δεν προσκυνάει την εξουσία του Πάπα δεν προσκυνάει τον αληθινό θεό κι ούτω καθεξής.

Δε μιλάμε, λοιπόν, για διαφορετικούς τρόπους λατρείας, αλλά για διαφορετικά πρόσωπα. Και η Ορθοδοξία μας έχει ως δόγμα  την τριαδικότητα.

Επομένως, κάποιος που είναι ορθόδοξος έρχεται σε απόλυτη σύγκρουση με τον Οικουμενισμό. Δε μας λείπει η αγάπη για τους αλλόθρησκους, μας νοιάζει όμως να κρατήσουμε καθαρή την πίστη μας. Ο Οικουμενισμός δεν είναι μια σύγκλιση απόψεων σε έδρανα, αλλά μια προσπάθεια σύγκλισης λατρείας διαφορετικών θεοτήτων. Αυτό δεν μπορεί να γίνει. Ο Οικουμενισμός ενέχει τον κίνδυνο της νόθευσης της πίστης μας.

Άλλο πράγμα είναι η αγάπη στο συνάνθρωπο και την έχουμε δείξει και σε καθολικούς και μουσουλμάνους και εδώ στο μοναστήρι, και άλλο είναι το θέμα της λατρείας.

Μεγάλος θόρυβος έχει γίνει γύρω από τα σχολικά βιβλία των Θρησκευτικών, ποια είναι η άποψή σας για το θέμα;

Θα ήμουν πολύ ευχαριστημένος, αν υπήρχε ισονομία στους πολίτες της Ελλάδας. Τα παιδιά των καθολικών διδάσκονται από ομολογιακό βιβλίο που έχει συγγραφεί από καθολικούς, τα παιδιά των μουσουλμάνων το ίδιο, γιατί στα βιβλία των Θρησκευτικών  τα ορθόδοξα Ελληνόπουλα να μαθαίνουν προσευχή στον Αλλάχ;

Να υπάρχει ένα μάθημα Θρησκειολογίας στο Λύκειο, είναι απαραίτητο, αλλά να υπάρχουν εγχειρίδια της Ορθόδοξης Πίστης για τα Ελληνόπουλα στα σχολεία.

Είμαστε πολλά χρόνια στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η παραμονή μας σ’ αυτήν τι αλλαγές έχει επιφέρει στο χαρακτήρα και τη συμπεριφορά του σημερινού Έλληνα; Πόσο τον άλλαξε;

Όταν έφυγα στην Αγγλία μετά τις σπουδές μου εδώ, άφησα πίσω μου μια Ελλάδα παραδοσιακή. Ήταν η δεκαετία του ’80-’90. Η διαφορά ήταν τεράστια και στα πιο απλά πράγματα. Τα παιδιά εδώ γελούσαν με τα cartoon  και στην Αγγλία με τα  transformer.

Η προσπάθεια αλλοτρίωσης εκεί είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα απ’ ότι σε μας. Κυρίαρχο χαρακτηριστικό της αγγλικής νοοτροπίας τότε οι πολύ ελεύθερες σχέσεις σε σημείο που να ενοχλεί, κάτι που έγινε πια και στην Ελλάδα. Επίσης απογοητευτική η έλλειψη φιλίας, η οποία έπαιρνε τη μορφή ερωτικής σχέσης, κάτι που δυστυχώς άρχισε να φαίνεται κι εδώ…

Πιστεύω πως αγωνιστική διάθεση υπάρχει έντονα στους νέους ανθρώπους. Όταν περάσει κανείς τα 30 έχει εξοικειωθεί πια με το γύρω του περιβάλλον και δε θέλει να το αλλάξει. Ένας 20άρης αλλάζει τον κόσμο. Λαμπρό παράδειγμα οι εκτελεσμένοι αγωνιστές της ΕΟΚΑ στην Κύπρο, που ήταν όλοι σχεδόν 18άρηδες. Στα «φυλακισμένα μνήματα», χώρο της εκτέλεσής τους, οι φωτογραφίες τους δείχνουν πως ήταν σχεδόν παιδιά.

Αν, λοιπόν, στους νέους δώσεις ναρκωτικά και υπνωτικά χάπια, ώστε να βρίσκονται σε καταστολή, καθώς και άκρατη φιληδονία, πετυχαίνεις να ακυρώσεις την επαναστατική δύναμη ενός λαού.

Αυτή είναι η συστηματική μέθοδος που αλλοιώνει τους λαούς. Δε μ’ ενδιαφέρει αν τώρα όλοι φοράνε τζιν  και πριν 150 χρόνια φορούσαν φουστανέλες, δε μ’ ενδιαφέρουν τα μακριά ή κοντά μαλλιά. Αυτές είναι διαφορές πολιτισμού. Μ’ ενδιαφέρει όμως η επαναστατική διάθεση της νεολαίας, που να βασίζεται σε αξίες ζωής.

Δυστυχώς προς τα κει βαδίζουμε εδώ και χρόνια, προς την αλλοτρίωση, που μας θέλει υποταγμένους. Γιατί άλλο πράγμα είναι η πειθαρχία και άλλο η υποταγή στα όποια συμφέροντα.

Έχετε μια μοναδική σχέση με τους πιστούς σας, παρά την ηλικία σας, που εκφράζεται με αισθήματα εκτίμησης, σεβασμού, θαυμασμού και αγάπης από τη μεριά τους. Τι νομίζετε πως προκαλεί αυτήν τη σχέση;

Το ξαναλέω, το πρόσωπό μου δεν είναι κάτι διαφορετικό. Να σας φέρω ένα παράδειγμα. Ποιος δε θαυμάζει τα φτερά του παγωνιού όταν τ’ ανοίγει; Όταν όμως κράζει, τότε γίνεται αυτό το κράξιμο τόσο αντιπαθητικό… Έτσι, λοιπόν σ’ όλους συγκεντρώνονται αρετές αλλά και μειονεκτήματα. Κανείς δεν ξεφεύγει απ’ αυτό. Πολλές φορές λοιπόν απογοητευόμαστε, γιατί εξιδανικεύουμε.

Ο κάθε Παλαμάς κι ο κάθε άνθρωπος εμπίπτει σ’ αυτόν τον κανόνα. Υπάρχουν φορές που σφάλλει. Το κακό είναι πως αν ένα μαραγκός κάνει λάθος στα μέτρα που θα πάρει για ένα παράθυρο, μπορεί να το διορθώσει. Αν κάνει όμως λάθος ένας πνευματικός στην επαφή του μ΄ έναν πιστό, τότε αυτός ο δεύτερος μπορεί να χάσει την επαφή του με το Θεό. Είμαστε πολύ μικροί, πρέπει να γνωρίζουμε το ανάστημά μας.

Κάποτε, κουβεντιάζοντας με συνομιλητή μου υψηλού πνευματικού επιπέδου, μού εξέφρασε το θαυμασμό του για το πρόσωπό μου. «Μα είμαι ατελής άνθρωπος, του είπα, και και τα ελαττώματά μου είναι εύκολα αναγνωρίσιμα». «Γι’ αυτό σ’ αγαπάμε, σ’ αγαπούν όλοι, μου είπε, δεν κρύβεις τα ελαττώματά σου, κι αυτό είναι πολύ σημαντικό».

Στην πορεία μου στην ιεροσύνη γνώρισα κληρικούς πολύ απλούς κι άλλους που τους διέκρινε η τυπικότητα και η ιεροπρέπεια. Θαυμάζω τους δεύτερους, μου αρέσουν οι γνήσια ιεροπρεπείς κληρικοί, αυτό όμως ίσως δεν ταίριαζε σε μένα το λαϊκό Παλαμά, με τα μπαλωμένα ράσα και την όχι και τόσο περιποιημένη εμφάνιση.

Δεν έχω να δείξω κάτι παραπάνω που να με χαρακτηρίζει πέρα από το ότι πονώ με τον πόνο του άλλου. Το βράδυ, όταν ξαπλώνω για να ξεκουραστώ, περνώ πολλή ώρα αναλογιζόμενος τα βάσανα των ανθρώπων. Απασχολούν το μυαλό και την ψυχή μου βαριές περιπτώσεις αρρώστιας συνανθρώπων μας, πολύ κοντά στο θάνατο, που πραγματικά με ισοπεδώνουν. Κι αν για όλους μας το να χάσουμε αγαπημένα πρόσωπα είναι δυσβάσταχτο, για μας, που τα πρόσωπα αυτά είναι πολύ περισσότερα, ανήκοντας στη μεγάλη οικογένεια της Καλλίπετρας, είναι πραγματικά πολύ δύσκολο.

Και τελειώνοντας, ποιο μήνυμα θα θέλατε να στείλετε στον απλό καθημερινό άνθρωπο, μήνυμα που μπορεί να γίνει πυξίδα ζωής;

Στα βάσανα των ανθρώπων παρηγοριά είναι η αγάπη του Θεού. Κι αν κοινωνικά η ουσία του Χριστιανισμού βρίσκεται στο «αγαπάτε αλλήλους», θεολογικά βρίσκεται στη φράση  «ούτως ο Θεός ηγάπησεν τον άνθρωπον, ώστε τον Υιόν Αυτού έδωκεν, ίνα σταυρωθή  υπέρ αυτού».  Τόσο πολύ αγάπησε ο Θεός τον άνθρωπο, ώστε του έδωσε και το παιδί του, να σταυρωθεί γι’ αυτόν…

Αγαπάτε αλλήλους, πάντα όμως μέσα από την αγάπη για το Θεό. Ό,τι με εκφράζει πιο πολύ στην Αγία Γραφή, όσες φορές τη διαβάζω, είναι η τελευταία της φράση από την «Αποκάλυψη» του Ιωάννη. Είναι η κραυγή του Ιωάννη του Θεολόγου προς το Θεό «έρχου, Κύριε». Επιτέλους, έλα, Θεέ μου… Φτάνουν τα βάσανά μας, έλα να τα αποκαταστήσεις όλα. Στα βάσανα, λοιπόν, των ανθρώπων παρηγοριά είναι η αγάπη του θεού…Εκείνος ξέρει…

Φωτογραφίες faretra.info – αρχείο π. Παλαμά

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας