Απόψεις

“Ειρήνη υμίν” και “Έμπαινε, Γιούτσο” γράφει ο Δημήτρης Βύζας

 

Η  εκκλησιαστική έκφραση του τίτλου χρησιμοποιείται στην καθημερινότητα, όταν κάποιοι συνάνθρωποί μας οξύνουν επικίνδυνα την συζήτηση τους, με κίνδυνο να ξεφύγει η συμπεριφορά τους από τα συνηθισμένα λογικά πλαίσια. Που σημαίνει: Ηρεμήστε, κατεβάστε τον τόνο της φωνής σας, μη φωνάζετε, βρείτε τα. «Ειρήνη σε σας» ως ευχή.

Ένας λόγος είναι, ΕΙΡΗΝΗ.  Η διατήρηση της σε παγκόσμιο επίπεδο κοστίζει ακριβά. « Ετοιμάσου για πόλεμο, αν θέλεις την ειρήνη» λέει ένα ρητό. Άλλωστε, όσοι θέλουν την ησυχία μιλούν εκατό φορές για πόλεμο και μία για ΕΙΡΗΝΗ. Κάποιος λαϊκός δάσκαλος έλεγε: « ειρήνη να βασιλεύει στον κόσμο και ας γράφουν τη λέξη ανορθόγραφα, όλα τα ει, η, η με γιώτα, ΙΡΙΝΙ. Αυτό επειδή στους πολέμους οι πολλοί χάνουν και οι λίγοι κερδίζουν.»

Ο αναγνώστης  θα διερωτηθεί: προς τι ο παραπάνω πρόλογος. Εξηγούμαι. Οι έριδες των ανθρώπων για την κατοχή της γης αρχίζουν με τους Κάιν και Άβελ. ( Αυτό διδάσκουν τα θρησκευτικά  βιβλία). Στις μικρές κοινωνίες τα αδέρφια, οι συγγενείς, οι γείτονες τύχαινε να σκοτωθούν για τον διεκδικούμενο διάγρο (σύνορο μεταξύ δύο αγρών). Οι κάτοικοι χωριών έφταναν στα χέρια για έναν βοσκότοπο που τυχόν χώριζε ξεροπόταμος που δεν υπήρχε μόνιμα. Οι γειτονικές πόλεις σχεδόν παντού γίνονταν ανταγωνιστικές μεταξύ τους με διάφορες κακολογίες. Καταστροφικές διενέξεις τις απέφευγαν έξυπνα  μερικές φορές, όπως: πάλευε ο πιο δυνατός κάτοικος του ενός χωριού με τον ισχυρό του άλλου. Το αποτέλεσμα ήταν υπέρ της κοινότητας του νικητή. Μας είναι γνωστές από την Ιστορία και τα Θρησκευτικά μονομαχίες όπως: Αχιλλέα- Έκτορα, Δαβίδ-Γολιάθ, Νέστορα-Λυαίου. Στο μακρινό παρελθόν, υπήρχε ο από μηχανής θεός  που έσωζε μεροληπτικά από πολέμους. Ο Διγενής Ακρίτας φύλαγε μόνος του τα αχανή σύνορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Ας μην ξεχνάμε πως σχεδόν όλοι οι λαοί θεωρούν το Θεό αποκλειστικά δικό τους.

Όταν οι κάτοικοι του Βυζαντίου έγιναν μόνο καλλιεργητές γης και βαριά φορολογούμενοι δεν τους ενδιέφερε ποιος θα ήταν ο δυνάστης τους. Έφτανε ο καινούργιος κατακτητής, οι Οθωμανοί, να τους υποχρεώσει σε πληρωμή ελάχιστων σχετικά φόρων. Έτσι σχεδόν χωρίς πολέμους, πάρθηκε σε βάθος χρόνου, η Κωνσταντινούπολη, η Βασιλεύουσα. Αυτά αναφέρουν οι ιστορικοί.

Με όνειρο την διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι λαοί των Βαλκανίων τους τελευταίους αιώνες έζησαν με την Μεγάλη Ιδέα. Μιλούσαν για Μεγάλη Ρουμανία, Σερβία, Βουλγαρία, Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια ακούγεται πιο δειλά και η Ιδέα για Μεγάλη Αλβανία. Οι βαλκανικοί αλλά και οι ευρωπαϊκοί λαοί υπέστησαν πολύ μεγάλες καταστροφές κατά τους τελευταίους Παγκόσμιους Πολέμους. Ιδιαίτερα η Ελλάδα κυνηγώντας την πραγμάτωση του ονείρου της Μεγάλης Ελλάδας, έφερε τον ξεριζωμό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας, την καταστροφή.

Ο διαμελισμός της Γιουγκοσλαβίας με επεμβάσεις και του ΝΑΤΟ  δημιούργησε μικρότερα κράτη. Τα προβλήματα που υπάρχουν τα αισθάνεται όποιος  ταξιδεύει από Αλβανία- Σαράγιεβο-Ζάγκρεμπ-Βιέννη. Σε μια πανσπερμία λαών είναι δύσκολο να γίνει σωστό έθνος-κράτος. Αυτοί που τώρα διαπραγματεύονται το όνομα της γειτονικής μας χώρας, μακάρι να βρουν την καλύτερη ποθητή λύση. Η φωτιά ενός πολέμου δεν σβήνει εύκολα, αν εκραγεί.

Τα τελευταία χρόνια αυξήθηκαν οι μάζες μετακίνησης πληθυσμών λόγω πολέμων, ανεργίας και φτώχειας. Η Ελλάδα ιστορικά έζησε πολλές φορές την προσφυγιά, την εξωτερική ή εσωτερική μετανάστευση. Οι πατριώτες μας τραγούδησαν την προσφυγιά και τον καημό της ξενιτειάς.

Πέντε οσπίτια έχτισα κι ας όλα ξεσπιτούμαι
Πρόσφυγας ειμ ασό κουνίμ Θεμ’ θα παλαλούμαι
Πατρίδα μ’ αραεύω σε, αμόν καταραμένος
Σα ξένα είμαι, έλληνας και σην Ελλάδα ξένος.

(Τραγούδι: Στέλιος Καζαντζίδης)

Οι τωρινοί αλλοεθνείς  πρόσφυγες και οι ‘’μετανάστες ή λαθρομετανάστες’’ είναι και αλλόθρησκοι. Η διαχείριση της πολιτισμικής διαφοράς δυσκολεύει και όταν ακόμη μια συνάντηση γίνεται καλοπροαίρετα με ‘’επίθεση φιλίας’’, για αλληλογνωριμία.  Φανταστείτε πόση λεπτότητα χρειάζεται στον παρακάτω διάλογο και ποια οικογενειακή ανατροφή.

-Μάνα, μάνα!!. Ήπιε ο μάστορας (ο ξένος) νερό από τον κουβά, να δώσω και στον γάιδαρο νερό να πιεί?!!.  (μην τυχόν και πάθει κάτι το υποστατικό).

Λέγεται ότι ο αθλητισμός και οι ποδοσφαιρικοί αγώνες και όχι μόνο, ενώνουν γειτονιές, πόλεις, λαούς. Ο πρωταθλητισμός και οι τοπικιστικοί ή εθνικοί φανατισμοί έχουν κάποτε παρατράγουδα.

Παρακάτω αναφέρω κάποια παραδείγματα προς αποφυγή, που η επιλογή τους είναι τυχαία.

Μετά τη λήξη του Εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα του 1949, πάνω από εκατό χιλιάδες έλληνες πρόσφυγες βρήκαν περίθαλψη στις Λαϊκές Δημοκρατίες, στην Ανατολική Ευρώπη. Ένα μέρος τους βρέθηκε στην Πολωνία. Να τι γράφει στα απομνημονεύματα του ο Γ.Σ πρώην αντάρτης και πολιτικός πρόσφυγας.

Το 1952 σε μια επαρχιακή πόλη, νεαροί που είχαν παίξει λίγο μπάλα στην Ελλάδα έκαναν ποδοσφαιρική ομάδα. Κάποια στιγμή η πολιτική ηγεσία των προσφύγων τους ανακοίνωσε ότι έκλεισαν με τις  τοπικές πολωνέζικες αρχές φιλικό ποδοσφαιρικό αγώνα. Παράλληλα αγοράστηκαν  ποδοσφαιρικά ρούχα και παπούτσια. Εντάθηκαν οι προπονήσεις της ελληνικής προσφυγικής ομάδας και οι παίκτες της αισθάνονταν ότι εκπροσωπούσαν την Ελλάδα. Όμως οι καλές στολές απότομα δε κάνουν και καλούς ποδοσφαιριστές!!.

Την καθορισμένη ώρα μιας Κυριακής, σε γεμάτο στάδιο των είκοσι χιλιάδων, παρατάχτηκαν οι πολωνοί και οι έλληνες παίκτες, χωρίς φαίνεται να είχαν κατατοπιστεί για την δυναμική των αντιπάλων ομάδων. Οι πολλοί πολωνοί φίλαθλοι ήξεραν την ομάδα τους, ενώ οι λίγοι έλληνες πίστευαν στην αγωνιστικότητα των συντρόφων τους.

Η πολωνική ομάδα πρόσφερε μεγάλη, πανέμορφη ανθοδέσμη στους φιλοξενούμενους.

«Μέσα σε λίγα λεπτά, η επίθεση μας σημειώνει το πρώτο μας γκολ. Αυτό ήταν… Μας περιλαβαίνουν ύστερα και μόνο στο πρώτο ημίχρονο μας έβαλαν 5-6 γκολ.. Εμείς στην αρχή τρέχαμε. Μετά από μισή ώρα παιχνιδιού όμως κοπήκαμε τελείως. Δεν είχαμε αντοχή.  Τα πόδια μας κόπηκαν. Επιτέλους τελείωσε το πρώτο ημίχρονο και η ομάδα ανέβηκε στα αποδυτήρια. Τότε μας μάζεψε ο Β.., ανεβήκαμε στα αυτοκίνητα και φύγαμε αμέσως σαν κλέφτες… Οι πολωνοί φίλαθλοι περίμεναν αρκετή ώρα για να συνεχίσουμε το δεύτερο ημίχρονο. Όπως  μάθαμε αργότερα αυτή η πόλη λεγόταν Λούμπαν και η ομάδα της ανήκε στην Α’ κατηγορία.

Μα πώς να μην φάμε τόσα γκολ , όταν η ομάδα μας αποτελούνταν από παίκτες που μετά από 5-6 προπονήσεις μόνο, έδιναν αγώνα με μια ομάδα της Α’ κατηγορίας; Μάλιστα ο δικός μας τερματοφύλακας ήταν ανάπηρος πολέμου και το αριστερό του χέρι ήταν κομμένο».

Δεύτερο παράδειγμα: Στη Λ. Δ. της Ουγγαρίας το 1949-50 έφτασαν 5-6  χιλιάδες έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες.  Γύρω στο 1958 περίπου δύο χιλιάδες επέστρεψαν στην Ελλάδα ή μετανάστευσαν στον Καναδά και την Αυστραλία. Πέρα από το χωριό Μπελογιάννης, η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτικών προσφύγων κατοίκησε συγκεντρωμένα στο DOHANYGYAR, στη Βουδαπέστη. Ένας δρόμος χώριζε τον συνοικισμό των Ελλήνων από το μεγάλο εργοστάσιο GANZ-MAVAG που παρήγαγε τρένα και απασχολούσε πάνω από είκοσι χιλιάδες εργάτες.  Το γήπεδο της αξιόλογης ομάδας του εργοστασίου και την μεγάλη αίθουσα εκδηλώσεων χρησιμοποιούσαν μετά από συνεννόηση και οι πρόσφυγες.  Οι ουγγαρέζοι πολίτες ανεπίσημα ονόμαζαν τον συνοικισμό ως ελληνικό. Εκεί δημιούργησαν οικογένειες οι ανύπανδροι, δούλεψαν στα εργοστάσια, έμαθαν τέχνες και μορφώθηκαν.  Στον χώρο αυτόν υπήρχε μεγάλη Αίθουσα Πολιτισμού και με Εστία. Όλες οι πολιτιστικές και πολιτικές εκδηλώσεις γινόταν σε αυτόν τον χώρο.

Στο μεγαλύτερο γειτονικό πάρκο της Βουδαπέστης το NEPLIGET (Πάρκο του Λαού) οι έλληνες ξανάσαιναν από τον στενό χώρο του συνοικισμού τους.  Κάποιοι εδώ αθλούνταν ή λιάζονταν. Όσοι από τους μεγαλύτερους αντάρτες γνώριζαν από πρόβατα, αναστέναζαν μονολογώντας: «Νάχα λίγα πρόβατα να τα βόσκω στο καταπράσινο αυτό λιβάδι ..»

Ο συνοικισμός αυτός άρχισε να διαλύεται μετά το 1963 που άρχισε μεγάλο οικιστικό πρόγραμμα στη Βουδαπέστη.  Έτσι πάλι οι διασκορπισμένοι πρόσφυγες έζησαν σε γειτονιές στα ευρύτερα τετράγωνα της πρωτεύουσας.

Μέσα στα πλαίσια του Συλλόγου των Ελλήνων Προσφύγων από την Ελλάδα στην Ουγγαρία  δημιουργήθηκε και ποδοσφαιρική ομάδα που αποτελούνταν αποκλειστικά από έλληνες με την ονομασία ΟΛΥΜΠΟΣ. Οι ποδοσφαιριστές αυτοί έπαιζαν με περισσότερο ζήλο, γιατί μεγάλωναν μαζί από παιδιά, τους έπιανε και το πατριωτικό να αγωνιστούν για την φανέλα. Αυτή η ομάδα στις αρχές του 1960, διεκδίκησε και πήρε την πρωτιά στην ΙΙΙ κατηγορία του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος στη Βουδαπέστη. Με την άνοδο  της δύναμης του «Ολύμπου» αυξήθηκαν οι φίλαθλοι του και κάθε Κυριακή οι πρόσφυγες ήταν σαν να παρακολουθούσαν αγώνα Ελλάδας – Ουγγαρίας. Οι αξιώσεις του «Ολύμπου» για παραπέρα άνοδο στη Β’ κατηγορία του Ουγγρικού Πρωταθλήματος δημιουργούσε πρόβλημα διαχείρισης της ομάδας. Υπήρξαν και κάποιοι θερμόαιμοι φίλαθλοι που δημιουργούσαν επεισόδια σε αμφισβητούμενες φάσεις των διαιτητών, σε μια χώρα που τους παρείχε φιλοξενία. Ο πρωταθλητισμός τα έχει αυτά γιατί ο κόσμος μοιράζεται.

Ποδοσφαιριστές Δ. Τσάτσος και Ν. Γιούτσος

Οι ουγγαρέζοι ποδοσφαιρικοί ιθύνοντες βρήκαν τη λύση του αδυνατίσματος του ΟΛΥΜΠΟΥ. Προώθησαν τους καλύτερους παίκτες σε ανώτερες ποδοσφαιρικά ομάδες. Μετά το 1963 ακολούθησε η κάθοδος και διάλυση της Ομάδας.  Άξιους παίκτες που έβγαλε η ομάδα «Όλυμπος» πήραν αργότερα κάποιες ελληνικές ομάδες των Αθηνών, της Θεσσαλονίκης, των Τρικάλων. Ενδεικτικά αναφέρω τα ονόματα: Ν. Γιούτσου, Δ.Τσάτσου, Σινάτκα,  Π. Κερμανίδη,  Ντούμα, Γ. Ανανιάδη και άλλους. Και άλλοι άξιοι παίκτες έμειναν στη Βουδαπέστη με το όνειρο αξιοποίησης τους στην Ελλάδα. Όταν άνοιξαν οι πόρτες για ελεύθερο επαναπατρισμό γι’ αυτούς ηλικιακά ήταν αργά. Η προσφυγιά κράτησε πάνω από τριάντα χρόνια.

Από τους επαναπατρισθέντες ποδοσφαιριστές ο Νίκος Γιούτσος διέπρεψε στον Ολυμπιακό.  Συνολικά αγωνίστηκε σε 499 επίσημα ματς και σημείωσε 211 γκολ.  Στην πλούσια καριέρα του κατέκτησε 4 Πρωταθλήματα  και  4 Κύπελλα   και είναι ο 5ος κορυφαίος σκόρερ όλων των εποχών του Ολυμπιακού.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Φέρεντς Πούσκας, προπονητής τότε του Παναθηναϊκού είχε δηλώσει πως ο «Γιούτσος μαζί με τον Δομάζο είναι οι καλύτεροι Έλληνες ποδοσφαιριστές»!

Εκρηκτικός ποδοσφαιριστής και παθιασμένος μαχητής μέσα στο παιχνίδι ο Γιούτσος, δεινός ντριπλέρ και σκόρερ, με οξυδέρκεια και σπάνια ευφυΐα στο παιχνίδι του, θα ξεχωρίσει για τον «καλπασμό» του στον άξονα του γηπέδου και για τις κατά μέτωπο επελάσεις του, που πολλές φορές κατέληγαν στο να περάσει και τον τερματοφύλακα και να μπαίνει με την μπάλα στα δίχτυα. Γι’ αυτό και όταν έπαιρνε την μπάλα στα πόδια του, όλο το γήπεδο σηκωνόταν και άρχιζε να φωνάζει «Έμπαινε Γιούτσο! Έμπαινε»

Οι παλαιότεροι φίλαθλοι, λοιπόν, και ιδιαίτερα του Ολυμπιακού  θυμούνται το σύνθημα: ΕΜΠΑΙΝΕ ΓΙΟΥΤΣΟ, ΕΜΠΑΙΝΕ.    

(Τα στοιχεία για τον Νίκο Γιούτσο ως ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού  είναι από ΕΔΩ)

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας