“Πίσω από την βιτρίνα της Black Friday” γράφει ο Αντώνης Αναστασόπουλος
Η περίπτωση της Μαύρης Παρασκευής ή Black Friday όπως είναι ευρύτερα γνωστή, είναι κάπως κωμικοτραγική. Πως αλλιώς να χαρακτηρίσει κανείς την οικειοποίηση ενός όρου που δημιουργήθηκε για να δώσει όνομα σε ένα φαινόμενο μαζικής εργατικής… κοπάνας, από τους εργοδότες τους που τον εξέλιξαν στον εφιάλτη των εμποροϋπαλλήλων;
Η πρώτη αναφορά της σχετικής φράσης, εμφανίζεται σε επιχειρηματικό έντυπο στη δεκαετία του 1950 και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την τάση των εργαζομένων, να προφασίζονται ασθένεια την Παρασκευή αμέσως μετά την αργία του Thanksgiving, ώστε να δημιουργήσουν ένα όμορφο τετραήμερο μακριά από την εργασία τους. Ούτε το ιερό δικαίωμα στην τεμπελιά ή στην παρατεταμένη ανάπαυση δεν άφησαν ήσυχο οι επιχειρηματίες. Το πήραν και το μετέτρεψαν στο ακριβώς αντίθετο. Σε μια μέρα – κόλαση για τους υπαλλήλους των πολυκαταστημάτων.
Πίσω από την βιτρίνα της Black Friday, υπάρχουν απλήρωτες υπερωρίες και εξουθενωτική εργασία: της προηγούμενης μέρας (για να ετοιμαστεί το κατάστημα), της ημέρας των προσφορών κατά την οποία οι υπάλληλοι θα κληθούν να εξυπηρετήσουν εκατοντάδες πελάτες σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, και της επομένης οπότε και θα πρέπει να ξανασουλουπώσουν το χώρο έπειτα από την επέλαση των καταναλωτών. Κάποια πολυκαταστήματα στις ΗΠΑ, ανοίγουν τις πόρτες τους από τα… μεσάνυχτα της προηγούμενης, σχεδόν καθιερώνοντας και την Black Thursday, για να μην περιμένουν τόσες ώρες οι πελάτες.
Η μεταφορά της συγκεκριμένης ημέρας στα καθ’ ημάς, είναι μια ακόμη απόδειξη πως οι Έλληνες επιχειρηματίες πιθηκίζουν τις «καινοτομίες» των ομολόγων τους στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού.
Οι ουρές με κόσμο να κοιμάται σε σκηνές ή sleeping bags έξω από καταστήματα και τις οποίες θα έχετε πετύχει σε τουλάχιστον μια τηλεοπτική σειρά δεν γίνονται για 20% και 30% εκπτώσεις, αλλά για 70% και 80%. Πόσο μάλλον σε εργάσιμη ημέρα και στο τέλος του μήνα, όταν σου λείπουν 9 ευρώ για να συμπληρώσεις δεκάευρο. Η τόσο μεγάλη έκπτωση, αφορά βέβαια και τα πιο φτωχά λαϊκά στρώματα που βρίσκουν μια ευκαιρία το χρόνο να αποκτήσουν από είδη πρώτης ανάγκης μέχρι κάτι σχετικά “πολυτελές” για τα δικά τους μέτρα.
Στην Ελλάδα, ένα smartphone τελευταίας τεχνολογίας παραμένει πολυτέλεια για λίγους, είτε κάνει 800 είτε 500 ευρώ, όσα δηλαδή θα πάρουν στο τέλος του μήνα οι υπάλληλοι που θα εξυπηρετήσουν, αυτούς που θέλουν να το αποκτήσουν. Πριν από την μαύρη Παρασκευή, οι επιχειρηματίες είχαν ανακαλύψει τις λευκές νύχτες με τα καταστήματα να μένουν ανοιχτά μέχρι τα μεσάνυχτα ή και μετά από αυτά. Αν όμως προσπαθείς να αυξήσεις την κερδοφορία σου την ίδια ώρα που πιέζεις τους μισθούς μέχρι να φτάσουν σε επίπεδα Κίνας, τότε… βράσε ρύζι.
Και βέβαια η Black Friday δεν πρόκειται να προσφέρει καμία τόνωση στην αγορά, αυτό το ξέρουν καλά οι επιχειρηματίες. Όπως ξέρουν από την άλλη, ότι η αυταπάτη που δημιουργούν στους καταναλωτές ότι βρήκαν κάποια τρομερή ευκαιρία, τους δίνει τον κρισιμότερο σύμμαχο στη de facto νομιμοποίηση της αξίωσής τους να χρησιμοποιούν τους εργαζόμενους, όποτε, όπως και για όσο θέλουν, χωρίς την υποχρέωση να τον αποζημιώσουν αναλόγως.
«Σκέψου σαν εργάτης και όχι σαν πελάτης» έλεγε ένα παλιό σύνθημα που βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στην συγκεκριμένη περίπτωση. Αν χθες ζητήθηκε από τους εμποροϋπαλλήλους να δουλέψουν 32 Κυριακές τον χρόνο δήθεν για να έχουν οι υπόλοιποι μισθωτοί ώρα για να ψωνίσουν, αύριο δεν θα έχουν ούτε αυτήν γιατί η εργασία την Κυριακή θα θεωρείται πλέον εκ των ων ουκ άνευ για όλους. Να βρούμε 8η μέρα για να ψωνίσουν κάπως δύσκολο, οπότε μπορούμε –γιατί όχι;- να πάμε και σε ανοιχτά καταστήματα μέχρι τα ξημερώματα. Και όχι σε αυτήν την περίπτωση, δεν δίνουν δικαιώματα. Τα παίρνουν πίσω.