“Η επέτειος της 25ης Μαρτίου 1821 – Η ιστορική πραγματικότητα” γράφει ο Αλέξανδρος Τρομπούκης
Εορτάζουμε με εθνική υπερηφάνεια την επέτειο της 25ης Μαρτίου 1821,την παλιγγενεσία των Ελλήνων, την αναγέννηση του Ελληνικού Κράτους και, ταυτόχρονα, πανηγυρίζουμε με θρησκευτική ευλάβεια, τον Ευαγγελισμό της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Στρέφουμε τη σκέψη μας στο παρελθόν, για να εξετάσουμε την ιστορική αυτή περίοδο, όχι για μια απλή υπόμνηση των γεγονότων, αλλά για να επισημάνουμε τις ευθύνες μας από τις υποθήκες των προγόνων μας και να αντλήσουμε διδάγματα.
Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, στις 29 Μαΐου 1453, η μαύρη νύχτα της σκλαβιάς κάλυψε τον εθνικό ορίζοντα, και το όνομα της Ελλάδας έσβησε από το χάρτη της Υδρογείου. Για 400 και πλέον χρόνια οι Έλληνες δοκίμασαν την καταπίεση και τη σκληρότητα του δυνάστη, που εκδηλωνόταν με σφαγές και διώξεις, αρπαγές και καταστροφές της περιουσίας, με βίαιο εξισλαμισμό και παιδομάζωμα. Η ελπίδα όμως και η πίστη δεν έσβησαν από τις καρδιές των Ελλήνων. Έγιναν τραγούδι και ύμνος, που απλώνονταν στα χωριά και τις πόλεις, στους κάμπους και στα βουνά και γίνονταν δύναμη όλων των σκλαβωμένων Ελλήνων εναντίον του βάρβαρου κατακτητή.
Η έλλειψη μορφωμένων Οθωμανών υποχρέωνε τους Τούρκους να χρησιμοποιούν τους υπόδουλους Έλληνες, ως διοικητικούς υπαλλήλους -ακόμη και ηγεμόνες-, γιατρούς, διερμηνείς και σε άλλες ανώτερες θέσεις του κρατικού μηχανισμού. Παράλληλα, όσοι ακολουθούσαν το επάγγελμα του εμπόρου ή του ναυτικού, δημιουργούσαν μεγάλες περιουσίες και στόλους εμπορικών πλοίων, αποκτώντας ισχυρή δύναμη στα χέρια τους. Επίσης, αρκετοί ‘Έλληνες, μορφωμένοι και πλούσιοι, διέπρεπαν σε διάφορες ξένες χώρες.
Όλοι αυτοί, είτε καταπιεζόμενοι στην υπόδουλη Ελλάδα είτε επιφανείς στο εξωτερικό, καλλιεργούσαν στη σκέψη τους την Επανάσταση και οργάνωσαν την αντίσταση και τον πόλεμο εναντίον του Τούρκου κατακτητή. Οι “Κλέφτες” και οι “Αρματολοί” αποτελούσαν το μαχόμενο στρατό και έκαναν τον ένοπλο αγώνα. Οι μορφωμένοι γενικά και οι κληρικοί δίδασκαν τα ελληνικά γράμματα στα Ελληνόπουλα, τόνωναν το εθνικό φρόνημα και προέτρεπαν το λαό να επαναστατήσει, για να διώξει τον Οθωμανό δυνάστη.
Πολλές εξεγέρσεις, μικρές και μεγάλες, περισσότερες από 150, έγιναν στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, που όμως απέτυχαν, χωρίς να φέρουν το “ποθούμενο”, στο σκλαβωμένο Γένος. Ένα μέρος από τις αποτυχίες ήταν αποτέλεσμα της εγκατάλειψης από τους ξένους και ισχυρούς της εποχής εκείνης. Οι Έλληνες πίστευαν στις υποσχέσεις τους, τις οποίες όμως οι ξένοι πάντα λησμονούσαν.
Προς το τέλος του 18ου αιώνα, εξετάζονταν τρεις ιστορικές προοπτικές, για τον τρόπο με τον οποίο η Ελλάδα θα αποκτούσε τη μέλλουσα λευτεριά της.
Η πρώτη βασιζόταν στην αντίληψη ότι ήταν δυνατόν, η οθωμανική αυτοκρατορία να αλωθεί βαθμιαία και ειρηνικά με την μεθοδική άνοδο των Ελλήνων στην οικονομία και στις επιστήμες αλλά και την επιδίωξη ανάληψης όλο και περισσοτέρων θέσεων στην κυβέρνηση και στη διοίκηση.
Η δεύτερη αφορούσε σε ανανέωση της παλιάς προσδοκίας για απελευθέρωση του Έθνους με πρωτοβουλία της Ρωσίας.
Η τρίτη προοπτική ήταν η ένοπλη επανάσταση.
Αποφασιστικό ρόλο στην επιλογή τελικά της τρίτης προοπτικής και στην προετοιμασία για την αποτελεσματική εξέγερση του ελληνικού Έθνους, έπαιξε και η δράση της Φιλικής Εταιρείας, η οποία υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής της ενόπλου επανάστασης.
Ύστερα από πολλές τέτοιες δοκιμασίες, αποφάσισαν να στηριχθούν στις δυνάμεις τους, για την ελευθερία της πατρίδας. Εμπνευσμένοι Έλληνες όπως: ο Αθανάσιος Τσακάλωφ και ο Νικόλαος Σκουφάς από την Ήπειρο και ο Εμμανουήλ Ξάνθος από την Πάτμο, ίδρυσαν τη “Φιλική Εταιρεία” και οργάνωσαν το Έθνος για την εξέγερση και την τελική αναμέτρηση. Για το λόγο αυτό η “Φιλική Εταιρεία” δίκαια θεωρείται προπομπός της Επανάστασης του 1821.
Η έναρξη της Ελληνικής επανάστασης έγινε από τον γενόμενο αρχηγό της Φιλικής Εταιρείας, Αλέξανδρο Υψηλάντη στο Ιάσιο της Μολδαβίας τότε κέντρο πολιτικής και πολιτιστικής δράσης των Ελλήνων, στις 24 Φεβρουαρίου 1821 με την κυκλοφορία της περίφημης προκήρυξης, που άρχιζε με την φράση ’’Η ώρα ήλθε ω άνδρες Έλληνες’’. Αν και ουσιαστικά η εναρκτήρια ημέρα της επανάστασης είναι η 24 Φεβρουαρίου, επίσημα καθιερώθηκε σαν ημέρα έναρξης η 25η Μαρτίου του ίδιου έτους. Η χρονική κλιμάκωση της έναρξης διήρκεσε περί τους 2 μήνες. Οι συνθήκες όπως είχαν διαμορφωθεί ήταν ευνοϊκές για την ευδοκίμηση της επανάστασης, οι σπουδαιότερες των οποίων ήταν:
-Η ύπαρξη συμπαγών ελληνικών πληθυσμών σε αναλογία κατά περιοχή τουλάχιστον 11 προς 1 σε σχέση με τους εγκατεστημένους Τούρκους.
– Η τεράστια εξάπλωση της Φιλικής Εταιρείας και κυρίως στην Πελοπόννησο με πολλά αφοσιωμένα και τολμηρά στελέχη.
-Η μειωμένη τότε τουρκική στρατιωτική δύναμη στην Πελοπόννησο διότι μεγάλο μέρος της και ο αρχηγός της βρισκόταν στην Ήπειρο για την καταπολέμηση του Αλή Πασά.
-Ο γεωγραφικός παράγοντας με την ορεινή διαμόρφωση του εδάφους, που άφηνε λίγες διαβάσεις, αλλά και η μεγάλη απόσταση, ιδίως της Πελοποννήσου, από τα κύρια οθωμανικά κέντρα και την πρωτεύουσα.
Ωστόσο εκτός από τα ευνοϊκά στοιχεία υπήρχαν και σοβαρές δυσκολίες όπως η απουσία του αρχηγού κατά την έναρξη της επανάστασης, ο δισταγμός πολλών προκρίτων της Πελοποννήσου και των νησιών του Αιγαίου να προσχωρήσουν σ’ αυτήν. Οι Έλληνες άρχισαν τον πόλεμο του 1821 ολιγάριθμοι και σχεδόν άοπλοι, χωρίς οργανωμένο και πειθαρχημένο στρατό. Ήταν υποχρεωμένοι να πολεμήσουν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που διέθετε πολυάριθμο και άρτια εξοπλισμένο στρατό. Η ιδέα του χρέους όμως εμψύχωσε και δυνάμωσε τους Έλληνες, ώστε να υπερισχύσουν των Τούρκων όπως άλλοτε οι Μαραθωνομάχοι και οι Σαλαμινομάχοι εναντίον των Περσών.
Ο αγώνας του 1821 ήταν καθολικός. Δεν ήταν έργο των ολίγων μιας τάξης ή μιας κοινωνικής ομάδας. Ήταν έργο όλων των Ελλήνων και όλων των περιοχών, πλούσιων και φτωχών, μορφωμένων και αγράμματων. Ήταν αγώνας υπέρ βωμών και εστιών , ‘’για του Χριστού την πίστη την Αγία και της Πατρίδας την Ελευθερία’’. Ήταν αγώνας για το ποθούμενο.
Επιγραμματικά, τα εννέα χρόνια διάρκεια της ελληνικής Επανάστασης μπορούν να διακριθούν, σε τέσσερις περιόδους η κάθε μια με ιδιαίτερη φυσιογνωμία:
Η πρώτη (1821), είναι η περίοδος έναρξης και τοπικής επικράτησης της Επανάστασης
Η δεύτερη (1822 μέχρι 1823), είναι η περίοδος σταθεροποίησης της Επανάστασης, με χαρακτηριστικό την απόκρουση σοβαρών προσπαθειών των Τούρκων για την καταστολή της.
Η τρίτη (1824 μέχρι 1827), είναι η περίοδος της κρίσιμης κάμψης του αγωνιστικού σθένους εναντίον του κατακτητή λόγω εσωτερικών διαμαχών και συντονισμένης πολεμικής δράσης Τούρκων και Αλβανών. Σε αυτή την περίοδο τοποθετείται και η εκδήλωση του θετικού ενδιαφέροντος για την επανάσταση , της Αγγλίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, με κορυφαίες εκδηλώσεις τη Συνθήκη του Λονδίνου (Ιούλιος 1827) και τη ναυμαχία του Ναυαρίνου.
Η τέταρτη, (1828 μέχρι τον Φεβρουάριο του 1830), είναι η περίοδος ανάκαμψης, ισχυροποίησης και τελικής επικράτησης της επανάστασης.
Η ανταρσία του Αλή Πασά, εναντίον του Σουλτάνου, θεωρήθηκε η κατάλληλη ευκαιρία.
Έτσι, στις 25 Μαρτίου 1821, ο Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών Γερμανός με τους οπλαρχηγούς Ανδρέα Λόντο και Ανδρέα Ζαϊμη, κήρυξαν την επανάσταση στη Μονή της Αγίας Λαύρας, στα Καλάβρυτα. Ήδη όμως από τις 23 του μηνός οι Μανιάτες και οι Μεσσήνιοι, με οπλαρχηγούς τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τον Πέτρο Μαυρομιχάλη, είχαν ελευθερώσει την Καλαμάτα, όπου στις 28 Μαρτίου, σχηματίσθηκε προσωρινή Κυβέρνηση.
Από την Πελοπόννησο διαδόθηκε σε όλη την υπόδουλη Ελλάδα. Η Στερεά και η Εύβοια, η Θεσσαλία, η Ήπειρος και η Μακεδονία, η Κρήτη και τα άλλα Νησιά εξεγέρθηκαν με μια κραυγή “Ελευθερία ή Θάνατος”. Δύο μήνες αργότερα, αν και ο Υψηλάντης ηττήθηκε στο Δραγατσάνι, οι Έλληνες δεν πτοήθηκαν, αλλά συνέχισαν τον “υπέρ πάντων αγώνα” με ιερό πείσμα και πνεύμα αυτοθυσίας.
Η θυσία του Αθανασίου Διάκου στις 22 Απριλίου στη γέφυρα της Αλαμάνας, του Οδυσσέα Ανδρούτσου στις 8 Μαίου στο Χάνι της Γραβιάς, η κατάληψη της Τρίπολης στις 23 Σεπτεμβρίου 1821 και η καταστροφή της Στρατιάς του Δράμαλη στις 26 Ιουλίου 1822 στα Δερβενάκια αποτέλεσαν γεγονότα που εδραίωσαν την πίστη των Ελλήνων και χαλύβδωσαν τη θέλησή τους, για την κατάκτηση της ελευθερίας.
Εκτός όμως από τις επιτυχίες υπήρξαν μεγάλες καταστροφές και αρκετές αποτυχίες. Η καταστροφή της Χίου στις 31 Μαρτίου 1822, η συντριβή των Ελλήνων στη μάχη του Πέτα της Ηπείρου στις 4 Ιουλίου 1822, η δυσμενής εξέλιξη της Επανάστασης στη Μακεδονία έπειτα από τις πρώτες επιτυχίες, και άλλες περιπτώσεις στην ξηρά και στη θάλασσα αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα. Από τις αποτυχίες και τις καταστροφές αυτές, αρκετές οφείλονται στη συντριπτική υπεροχή του εχθρού και μερικές στα σφάλματα και στη διένεξη μεταξύ των Ελλήνων, που δυστυχώς εκδηλώνονταν σε κάθε απομάκρυνση του εχθρικού κινδύνου.
Από τον πρώτο χρόνο της Επανάστασης οι Πελοποννήσιοι ίδρυσαν με ψήφισμά τους τη Γερουσία των Καλτετζών, οι Αιτωλοακαρνάνες τη Γερουσία της Δυτικής Ελλάδας και οι Στερεοελλαδίτες τον Άρειο Πάγο της Ανατολικής Ελλάδας. Για ένα χρονικό διάστημα το 1823, η Ελλάδα είχε δύο Κυβερνήσεις, αντιμαχόμενες και έτοιμες να αλληλοσπαραχθούν. Παρόμοια διαμάχη το 1824 οδήγησε στη φυλάκιση του Κολοκοτρώνη, ο οποίος αποφυλακίσθηκε το 1825, για να αντιμετωπίσει την απειλή του Ιμπραήμ.
Ευτυχώς όμως, “ο Θεός είχε υπογράψει την ελευθερία της Ελλάδας και δεν επήρε πίσω την υπογραφή του”, όπως έλεγε ο γέρος του Μωριά. Το σκλαβωμένο Γένος είχε πάρει την απόφασή του, “Ελευθερία ή θάνατος” και ο αγώνας του δεν ήταν εύκολο να καταπνιγεί. Παράλληλα, οι ωμότητες των Τούρκων, η καταστροφή των Ψαρών, η επιτυχία στα Δερβενάκια, η πυρπόληση της τουρκικής ναυαρχίδας στη Χίο, η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου και πολλά άλλα παρόμοια γεγονότα προκάλεσαν τη συμπάθεια των λαών της Ευρώπης και ανάγκασαν τους ηγέτες τους να υποστηρίξουν την επαναστατημένη Ελλάδα.
Η 25η Μαρτίου είναι μια ημερομηνία σταθμός στην ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Οφείλουμε να στρέφουμε τη σκέψη μας στα γεγονότα της εποχής εκείνης, σήμερα που η τύρβη της ζωής και οι τριβές της καθημερινότητας, δυστυχώς πλήττουν βάναυσα την ιστορική μνήμη, την εθνική μας παράδοση και κληρονομιά. Καθίσταται επιτακτικό να προβληθούν εκείνα τα ανεπανάληπτα μηνύματα της λεβεντιάς, της αξιοπρέπειας και του πατριωτισμού. Έτσι θα φανεί αναγκαίο να επισημάνω και τις αυξημένες ευθύνες μας, από τις λαμπρές υποθήκες των ενδόξων προγόνων μας και να αντλήσουμε διδάγματα. Έχουμε, σαν Έλληνες, την ιερή υποχρέωση να αποδώσουμε φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στους επώνυμους και ανώνυμους ήρωες του Εικοσιένα.
Τελικά η εθνεγερσία των Ελλήνων του 1821 πέτυχε την Εθνική Παλιγγενεσία, την αναγέννηση της Ελλάδας. Με το πρωτόκολλο του Λονδίνου της 3ης Φεβρουαρίου 1830 η διεθνής κοινότητα αναγνώρισε την Ανεξαρτησία της Ελλάδας. Ένα χρόνο πριν, την 6η Ιανουαρίου 1829, κυβερνήτης του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους είχε αναλάβει ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο οποίος με τις συνεχείς και άοκνες προσπάθειές του συντέλεσε πάρα πολύ στη θεμελίωση του νέου Ελληνικού Κράτους.-
Τιμή και δόξα στους ήρωες του 1821.
(Το κείμενο αποτέλεσε ομιλία του Υποστράτηγου ε.α. Αλέξανδρου Τρομπούκη στη Σχολή Μετεκπαίδευσης της Ελληνικής Αστυνομίας , σήμερα, 24η Μαρτίου 2017)