των Θέμη Τζήμα και Κωνσταντίνου Γαβριηλίδη
Η ελληνική οικονομία στο πλαίσιο της ταχύρυθμης υλοποίησης του τρίτου μνημονίου και της προετοιμασίας του νέου, που θα έλθει με τη μορφή του μεσοπρόθεσμου, βιώνει τις δομικές εκείνες αλλαγές, που μετά το ασφαλιστικό και το φορολογικό την καθηλώνουν περαιτέρω στη μόνιμη καθυστέρηση σε σχέση με τις υπόλοιπες αναπτυγμένες οικονομίες. Την ισοπέδωση της μικρομεσαίας αυτοαπασχόλησης, της ιδιωτικής μισθωτής εργασίας και της μικρομεσαίας ιδιοκτησίας ακολουθούν οι επανακρατικοποιήσεις των κρατικών υποδομών και μονοπωλιακών δημοσίων επιχειρήσεων υπέρ ξένων κρατών.
Η μετα-σοβιετική διάλυση των οικονομιών των κρατών του λεγόμενου Ανατολικού Μπλοκ επεβλήθη ως δήθεν αναγκαίος εκσυγχρονισμός. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για τη μεγάλη λεηλασία που -όχι τυχαία- γέννησε ισχυρότατες μαφίες. Επιχειρήσεις με παραγωγικές δυνατότητες απαξιώνονταν συνειδητά, ώστε κατόπιν ως προβληματικές να πουληθούν για λίγα δολάρια. Ήταν, όπως αποδείχτηκε, ο άλλος τρόπος για να διαλυθεί μια εθνική οικονομία ως τέτοια, προκειμένου η ντόπια παρασιτική ολιγαρχία και οι ξένοι πάτρωνές της να διασφαλίσουν εγγυημένα κέρδη. Η πορεία αυτή δεν οδήγησε μόνο στη διάλυση ενός κράτους και μιας οικονομίας αλλά και σε μια τρομακτική κοινωνική καταστροφή.
Πηγή: Privatization and the Looting of Russia: An Interview with Paul Klebnikov
Οι περιπτώσεις των ιδιωτικοποιήσεων των αεροδρομίων, του ΟΛΠ, εσχάτως της ΤΡΑΙΝΟΣΕ αλλά και της ΔΕΗ είναι χαρακτηριστικές αυτού του υβριδικού μοντέλου εγκλωβισμού της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας ως εθνικής οικονομίας σε καθεστώς παρακμής που προωθούν τα μνημόνια, ως αναπόσπαστο όρο συμμετοχής της χώρας στη ζώνη του Ευρώ. Είναι αυτό το μοντέλο που υλοποιεί με θρησκευτική ευλάβεια πια, η κυβέρνηση Τσίπρα-Καμένου.
Η ΤΡΑΙΝΟΣΕ πωλήθηκε μόλις 45 εκ. ευρώ στο ιταλικό δημόσιο, με μία μόνη προσφορά και με μαγείρεμα των στοιχείων της εταιρείας. Η μονοπωλιακή θέση της εταιρείας και άρα και οι προοπτικές δεν κοστολογήθηκαν. Η κερδοφορία της ακόμα και στα μνημονιακά χρόνια επίσης όχι. Και εκεί που 300 εκ. ευρώ συνιστούσαν ξεπούλημα, κατά το ΣΥΡΙΖΑ, τα 45 εκ. ευρώ συνιστούν θρίαμβο. Γιατί; Μα εδώ μπαίνει η Κομισιόν, δηλαδή η ΕΕ. Η ΕΕ φέρεται να απειλεί ότι θα ζητήσει την ανάκτηση παρανόμων κατά την ίδια ενισχύσεων, ύψους 750 εκ. ευρώ, εκτός και αν η εταιρεία πωληθεί. Ασχέτως του ότι όλα αυτά ήταν γνωστά και στο παρελθόν, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε όσα σήμερα υπερασπίζεται, πρόκειται για ένα καταπληκτικό παιχνίδι: η νομιμότητα του δήθεν κράτους δικαίου της ΕΕ και των υποτιθέμενα άκαμπτων κανόνων σε ό, τι έχει να κάνει με μια εταιρεία, τροποποιείται αναλόγως του ποιος έχει την πλειοψηφία των μετοχών της. Αν είναι το ελληνικό δημόσιο ο μέτοχος, οι κανόνες είναι άκαμπτοι. Αν είναι ιδιώτες ή ξένα κράτη, τότε οι παράνομες επιδοτήσεις που πρέπει να επιστραφούν από την εταιρεία εξαφανίζονται. Παρεμπιπτόντως δε, πρόκειται για απειλή της Κομισιόν, όχι για απόφαση.
Τι έπραξε απέναντι σε αυτά η ελληνική κυβέρνηση; Απαίτησε, όπως είχε πετύχει η Μ. Βρετανία ενόψει δημοψηφίσματος και έχουν επιβάλλει άλλες ευρωπαϊκές χώρες εκ των πραγμάτων, εξαίρεση από κανόνες της ΕΕ που διαλύουν την οικονομία μας; Κατέστρωσε εναλλακτικό σχέδιο απέναντι στις απειλές της Κομισιόν; Όχι. Απλά πούλησε άρον άρον και κοψοχρονιά εγγυημένα κέρδη σε ένα ξένο κράτος.
Με τη ΔΕΗ το έγκλημα είναι αντίστοιχο, αλλά πολύ μεγαλύτερου μεγέθους. Αφού η εταιρεία επί χρόνια επιδοτεί τους ανταγωνιστές της και απαξιώνεται από τους διαχειριστές της, καλείται μέσα σε λίγα χρόνια να χάσει με το ζόρι το 50% της πελατείας της! Πρόκειται για πρωτοφανή στην οικονομική ιστορία συμφωνία αναγκαστικής απαξίωσης μιας επιχείρησης, που ταυτίστηκε με τις πιο ισχυρές αναπτυξιακές φάσεις της εθνικής μας οικονομίας, προς όφελος εγχώριου παρασιτικού και ξένου κεφαλαίου.
Σε αντίστοιχη μεταρρύθμιση στην Αργεντινή, στην διάρκεια μιας δεκαετίας (1991-2001) οι τρείς εταιρείες EDENOR, EDESUR, και EDELAP ήταν οι κύριες εταιρείες του ιδιωτικού δικτύου διανομής, που δημιουργήθηκε μετά την ιδιωτικοποίησή του SEGBA.
Ο νόμος καθόριζε ότι η τιμολόγηση θα πρέπει να είναι σύμφωνη με το κόστος και, ως εκ τούτου, απέκλειε τις διασταυρούμενες επιδοτήσεις για χαμηλόμισθους και συνταξιούχους. Οι τιμές κατανάλωσης κινήθηκαν προς τα επάνω, ενώ το ΑΕΠ της χώρας μίκραινε.
Την ίδια στιγμή, περισσότεροι από 85.000 άνθρωποι απολύθηκαν από FFAA (τραίνα) και SEGBA (δίκτυο διανομής ηλεκτρικού ρεύματος) , οι οποίοι προστέθηκαν στην ήδη αυξημένη ανεργία της χώρας και φυσικά αύξησαν υπέρογκα τα κέρδη των ιδιωτικών εταιρειών που συμμετείχαν στην ιδιωτικοποίηση.
Το μέλλον των ιδιωτικοποιήσεων στη χώρα μας δεν προβλέπεται να είναι διαφορετικό.
Αυτές είναι δύο μόνο από τις υποθέσεις εκείνες που κάνουν την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ να πανηγυρίζουν, την αντιπολίτευση να διεκδικεί το δικό της μερίδιο στην “επιτυχία”, ενώ στην πραγματικότητα σηματοδοτούν πώς και γιατί ελληνική οικονομία καθηλώνεται σε μόνιμη καθυστέρηση, ενώ υφίσταται άγρια λεηλασία των πλέον παραγωγικών τομέων της και επιχειρήσεών της.
Σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα θα φανούν και οι επιπτώσεις χειραγώγησης και του Τουρισμού στη χώρα μας μετά και την έσχατη ‘’επιτυχία’’ εξαγοράς των 14 περιφερειακών αεροδρομίων από μία μόνο εταιρεία (FRAPORT) και σε συνδυασμό με τουριστικό κολοσσό που συνεργάζεται (BTW German Tourism Industry) είναι θέμα χρόνου να λειτουργήσουν τα ολιγοπώλια στο όνομα του εκσυγχρονισμού και της ανάπτυξης.
Βάσει των παραπάνω, ωστόσο, λαμβάνει χώρα και μια παράλληλη εξέλιξη: διαμορφώνεται μια κατατμημένη, χωρικώς μόνο εθνική οικονομία, στο πλαίσιο της οποίας τα στρώματα που παρήγαγαν και κατανάλωναν κατ’ εξοχήν στο πλαίσιο της εθνικής οικονομίας, άρα εξαρτώντο κατά βάση από την αντίστοιχη ζήτηση σε εθνικό επίπεδο, συρρικνώνονται έως εξαϋλώνονται. Μετά τους “μικρούς” και τους “μεσαίους” -εργαζομένους και αυτοαπασχολούμενους- έρχεται σταδιακά η σειρά και μεγαλύτερων επιχειρήσεων -όχι αναγκαστικά και των επιχειρηματιών φυσικά.
Οι μεγαλύτερες υποδομές και επιχειρήσεις, ωστόσο, με την εγγυημένη κερδοφορία αποσπώνται κατ’ ουσίαν και κατά το δυνατόν από την εθνική οικονομία μέσα από την επανακρατικοποίησή τους υπέρ ξένων κρατών. Κοινώς διαμορφώνονται δύο αποκλίνουσες τάσεις: παρακμή της όντως εθνικής οικονομίας και απόσπαση από την εθνική οικονομία δομών που γεωγραφικώς -και μόνο εν μέρει από οικονομικής άποψης- παραμένουν στο εθνικό πλαίσιο, ενώ κατά βάση εντάσσονται στον κύκλο ξένων και ισχυρότερων εθνικών οικονομιών.
Πρόκειται ταυτόχρονα για νεοαποικιοκρατία και για λεηλασία μετα-σοβιετικού τύπου, που με πρόσχημα-απειλή την παραμονή στην ευρωζώνη επιβάλλουν μια μόνιμη σχέση αδυναμίας εντός του αναπτυγμένου κόσμου. Μια σχέση ελεγχόμενων ολιγοπωλίων με πυλώνα τον τραπεζικό και νομισματικό έλεγχο των χωρών που συμμετέχουν στην Ε.Ε. Μοιραία δε, εξελίσσεται σε ερημοποίηση των παραγωγικών δυνάμεων και αναστολή κάθε πιθανότητας αναπτυξιακής πολιτικής.