Αλλος ένας «εθνικός διάλογος» για την Παιδεία, άλλη μια «μεταρρύθμιση», αυτήν τη φορά από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ., την ίδια στιγμή που έχει περάσει στην ολομέτωπη αντιλαϊκή επίθεση υλοποιώντας το 3ο Μνημόνιο.
Προηγήθηκαν ο «διάλογος» της Μ. Γιαννάκου, για να περάσει η συνταγματική αναθεώρηση του άρθρου 16 και το νομοσχέδιό της για τα Πανεπιστήμια, και ο «διάλογος» της Α. Διαμαντοπούλου για να «αλλάξει το DNA του ελληνικού Πανεπιστημίου».
Οι τότε κυβερνήσεις θέλησαν να χρησιμοποιήσουν τον «διάλογο» ως μέσο για να νομιμοποιήσουν τόσο στην πανεπιστημιακή κοινότητα όσο και στην κοινωνία τα σχέδιά τους, που ήταν πλήρως προσαρμοσμένα στις πολιτικές της Μπολόνια και του ΟΟΣΑ.
Εάν το πανεπιστημιακό και ευρύτερα το εκπαιδευτικό κίνημα δεν τις αποδεχόταν, κακό για το κίνημα, οι «μεταρρυθμίσεις» έπρεπε να προχωρήσουν.
Γι’ αυτό, αυτοί οι «διάλογοι» συνοδεύτηκαν από όργιο βίας και καταστολής, ενώ παράλληλα από όλα τα κέντρα εξουσίας ασκήθηκε μια απίστευτης έκτασης δυσφήμηση των ελληνικών Πανεπιστημίων.
Σήμερα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. εξαγγέλλει ένα νέο «διάλογο», και μάλιστα πολύ πιο αναβαθμισμένο, οργανωμένο μέσα από τρεις επιτροπές: την Εθνική Επιτροπή Διαλόγου, ένα νέο είδος «συμβουλευτικής» επιτροπής με 36 μέλη, την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής και το ΕΣΥΠ.
Ωστόσο, η τοποθέτηση του Αντ. Λιάκου ως επικεφαλής του «διαλόγου» έχει σημαντικό πολιτικό συμβολισμό για τις επιλογές της κυβέρνησης και τους στόχους αυτού του «διαλόγου», αφού αυτός πρωτοστάτησε στην κίνηση των 1.000 «προθύμων» για τη «μεταρρύθμιση» Γιαννάκου με το νόμο-πλαίσιο, αλλά και στη συνταγματική αναθεώρηση.
Εκτός από την ιδιότυπη οργάνωσή του και τον πολιτικό του συμβολισμό, ο συγκεκριμένος διάλογος έχει ένα άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό, που σε κανέναν άλλο διάλογο δεν έχει υπάρξει.
Η κυβέρνηση αναγνωρίζει ανοιχτά τη δέσμευση και υποχρέωσή της προς τα υπερεθνικά κέντρα. Ο επικεφαλής του διαλόγου με ξεκάθαρο τρόπο δήλωσε ότι «η κυβέρνηση είναι εξαναγκασμένη να παίρνει υπόψη της δεσμεύσεις που προέρχονται από διεθνείς οργανισμούς, όπως ο ΟΟΣΑ, και από τις μνημονιακές υποχρεώσεις».
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση λέει ξεκάθαρα ότι θα πρέπει να αποδεχτούμε και να ακολουθήσουμε την πολιτική του ΟΟΣΑ και των μνημονίων στον χώρο της εκπαίδευσης και εντός αυτών των πλαισίων θα κινηθεί ο «διάλογος». Ο ΣΥΡΙΖΑ, που ως αντιπολίτευση κατήγγελλε τους προηγούμενους «διαλόγους» για την Παιδεία ως προσχηματικούς και ψευδεπίγραφους, οργανώνει ένα διάλογο-κοροϊδία.
Τι σημαίνει η διαβόητη «εργαλειοθήκη» του ΟΟΣΑ για τα Πανεπιστήμια;
Κάλυψη της μη κρατικής χρηματοδότησης των Πανεπιστημίων με δίδακτρα από φοιτητές και άλλους ιδιωτικούς πόρους, καταργήσεις τμημάτων με λίγους φοιτητές, καταργήσεις/συγχωνεύσεις τμημάτων και Πανεπιστημίων (δηλαδή συρρίκνωση και υποβάθμιση με νέο σχέδιο «Αθηνά»), μεγαλύτερη σύνδεση των Πανεπιστημίων με την αγορά εργασίας, η μισθοδοσία των εργαζομένων στα Πανεπιστήμια να μην καταβάλλεται εξ ολοκλήρου από το κράτος, αλλά να έχει οριστεί από το κράτος κατώτατος και ανώτατος μισθός, η διοίκηση των Πανεπιστημίων να γίνεται από ολιγαρχικά συμβούλια, που θα διορίζουν ακόμη και τον πρύτανη, κατάργηση του τμήματος και κινητικότητα φοιτητών και καθηγητών στο εσωτερικό μιας σχολής, που θα αποτελεί και την ακαδημαϊκή και διοικητική μονάδα, μετατροπή των πανεπιστημιακών σπουδών σε κατάρτιση χωρίς επιστημονικό υπόβαθρο, επιβολή αγοραίων κανόνων «ανταγωνιστικότητας» και «ανταποδοτικότητας» στη λειτουργία των Ιδρυμάτων.
Πρόκειται για ακραίες νεοφιλελεύθερες πολιτικές, μέρος των οποίων υλοποιήθηκε στον νόμο Διαμαντοπούλου και τώρα έχει αναλάβει να ολοκληρώσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η κυβέρνηση όχι μόνο απέσυρε το νομοσχέδιο Μπαλτά υποχωρώντας στους δανειστές και τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά απέσυρε ακόμη και αυτό το κουτσουρεμένο ν/σ Φίλη. Οχι όμως ολόκληρο! Κράτησε όλες τις διατάξεις που προωθούν την επιχειρηματικότητα μέσα στα Πανεπιστήμια και, όπως δηλώθηκε, θα τις φέρει σύντομα στη Βουλή για ψήφιση.
Η κυβέρνηση απέδειξε για ακόμη μια φορά ότι έχει αποκοπεί πλήρως από τις αρχές και τις διεκδικήσεις του πανεπιστημιακού κινήματος, και μάλιστα ότι υπερασπίζεται και προωθεί τις πιο αντιδραστικές νεοφιλελεύθερες πολιτικές στον χώρο των Πανεπιστημίων.
Ο διάλογος που προωθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. αποσκοπεί μόνο στο να νομιμοποιήσει στην πανεπιστημιακή κοινότητα και την κοινωνία τις νεοφιλελεύθερες και μνημονιακές επιλογές στον χώρο της Παιδείας.
Οι μαχόμενες δυνάμεις του πανεπιστημιακού και φοιτητικού κινήματος σε συντονισμό με όλα τα στρώματα που πλήττονται από την αντιλαϊκή νεοφιλελεύθερη πολιτική θα πρέπει να οργανώσουν την αντίστασή τους.
Η Τίνα Ζορμπαλά είναι πανεπιστημιακός, μέλος Ε.Γ. της ΠΟΣΔΕΠ