“Μένουμε Ευρώπη. Με συνεννόηση, όχι με κραυγές”, του Στ. Καλπάκη
Είναι κακό που βγαίνει ο κόσμος στις πλατείες;
Μήπως δεν είναι δίκαιος ο αγώνας των διαδηλωτών κατά της λιτότητας και υπέρ μίας Ευρώπης δημοκρατίας και αλληλεγγύης; Βεβαίως και είναι. Από την άλλη όμως δεν είναι δικαιολογημένη η ανησυχία των πολιτών για την παραμονή της χώρας μας στην ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση και η διεκδίκησή τους μέσω του κινήματος «Μένουμε Ευρώπη»; Στο σημείο που βρίσκεται η διαπραγμάτευση, το σενάριο της ρήξης κερδίζει πόντους και ο φόβος για το Grexit είναι δικαιολογημένος.
Η διεξαγωγή ωστόσο των δύο συγκεντρώσεων δημιουργεί ορισμένους προβληματισμούς
Στις συγκεντρώσεις κατά της λιτότητας αναπτύσσονται έντονα αντιευρωπαϊκά και εθνικιστικά στοιχεία που θυμίζουν εποχή αγανακτισμένων και όχι μόνο δε βοηθούν τη διαπραγματευτική προσπάθεια της χώρας αλλά την υπονομεύουν. Την ίδια ώρα, πίσω από το δίκαιο αίτημα ενάντια στη λιτότητα προσπαθούν τα κρυφτούν τα προκλητικά προνόμια ομάδων συμφερόντων, που ακόμη και με πέντε χρόνια μνημονίου συνεχίζουν να υπάρχουν. Το απλουστευτικό σχήμα «νεοφιλελευθερισμός-λαός» αποκρύπτει τον παρασιτισμό των ομάδων αυτών που δημιουργούν επίσης ανισότητες και αναπαράγουν την αδικία.
Η δε εκδήλωση «Μένουμε Ευρώπη» δίνει την εντύπωση ότι σηκώνει το γάντι της πρόκλησης της πλευράς που την πενταετία αυτή λειτουργούσε στη λογική του «ή εμείς ή αυτοί». Το σχόλιο του Νίκου Μπίστη ότι «οι δρόμοι και πλατείες ανήκουν πλέον σε εμάς» είναι ενδεικτικό μιας λογικής της ρεβάνς σε έναν αγώνα κατάληψης των πλατειών. Η κίνηση «Μένουμε Ευρώπη» παρ’ ότι θέλει να εκφράζει τους μετριοπαθείς αυτής της κοινωνίας δείχνει να αποδέχεται τη διχαστική ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, την οποία μέχρι χθες καταδίκαζε και να προκαλεί την δημιουργία μιας εικόνας διχασμού της κοινωνίας σε ευρωπαϊστές και αντιευρωπαϊστές. Βρισκόμαστε μπροστά στον κίνδυνο μιας αυτοεκπληρούμενης προφητείας.
Ενώ δεν υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις διχασμού της κοινωνίας και επιθυμίας εξόδου από το ευρώ, η συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού μετώπου, αντίπαλου ενός άλλου -αυθαίρετα χαρακτηριζόμενου στο σύνολό του ως αντιευρωπαϊκού- (προφανώς και δεν είναι αντιευρωπαϊστές το 36% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ και αυτών που διαμαρτύρονται επειδή είναι άνεργοι ή φτωχοί) δημιουργεί σκηνικό διχασμού.
Έτσι και έγινε την επόμενη ημέρα της πρώτης «Μένουμε Ευρώπη» συγκέντρωσης. Η διχαστική ρητορική των δημοσιογράφων και των διαδικτυακών αντιμνημονιακών τραμπούκων εντάθηκε, θυμίζοντας τις χειρότερες ημέρες της πενταετίας. Οι «γερμανοτσολιάδες», οι «μερκελιστές» ( αλήθεια ο Τσίπρας σε ποιος ανήκει;), οι εντολοδόχοι του ψεκαστή έκαναν και πάλι την εμφάνισή τους. Η δεύτερη συνεχόμενη συγκέντρωση κατά της λιτότητας, την Κυριακή εξελίχθηκε στην κατεξοχήν αντιευρωπαϊκή, με τα πανό της ρήξης και της εξόδου απ’ το ευρώ να κυριαρχούν και να ενισχύουν τον ευρωσκεπτικισμό και την εικόνα των δύο μετώπων. Μήπως τελικά το ευρωπαϊκό μέτωπο πετυχαίνει τα αντίθετα απ’ αυτά που επιθυμεί;
Τι έχεις να προτείνεις τότε ρε φίλε; Εύλογο το ερώτημα
Είναι λοιπόν αναγκαία η εύρεση ενός ελάχιστου κοινού τόπου μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του δημοκρατικού τόξου, με 3-4 εθνικές κόκκινες γραμμές που θα έχουν να κάνουν με την προστασία από τη λιτότητα και την προοπτική εξόδου από τη φτώχεια των πιο αδύναμων στρωμάτων αυτής της κοινωνίας. Αρραγές μέτωπο, με εθνικές κόκκινες γραμμές που απαγορεύεται να τις περάσουν οι παράλογες και φανατικά νεοφιλελεύθερες προτάσεις μερίδας των εταίρων. Ταυτόχρονα, μία σειρά μεταρρυθμίσεων για τον δίκαιο περιορισμό δαπανών με κατάργηση προκλητικών προνομίων που απολαμβάνουν ακόμη και σήμερα ομάδες συμφερόντων.
Η δραστική μείωση των υψηλών συντάξεων και η κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων είναι τέτοιες. Αυτά που τόσο καιρό η κυβέρνηση προσπαθεί να αποφύγει για να μη θίξει τη «φοροδίαιτη» πελατεία της και αυτά που ούτε εκείνοι που της κουνούν το δάχτυλο σήμερα ως «ευρωπαϊστές» και «μεταρρυθμιστές» τόλμησαν να κάνουν. Πράγματα για το οποία δεν θα έπρεπε να πιέζουν οι εταίροι αλλά να τα είχαμε κάνει από μόνοι μας, ως ένα ελάχιστο δείγμα δίκαιης κατανομής των βαρών και των πόρων του κράτους. Αλήθεια αγαπητοί αναγνώστες, θα έπρεπε οι Ευρωπαίοι «ιμπεριαλιστές» να πιέζουν μια κυβέρνηση της Αριστεράς για περικοπή 500 εκατομμυρίων ευρώ από αμυντικές δαπάνες;
Η πρότασή μου λοιπόν είναι το «κίνημα της άδειας πλατείας»! Είναι ο δύσκολος δρόμος της συναίνεσης και της μίνιμουμ συμφωνίας σε εθνικές κόκκινες γραμμές και δίκαιες μεταρρυθμίσεις υπέρ των πιο αδύναμων και αδικημένων αυτής της κοινωνίας. Είναι η πρόταση που λέει ότι στις πιο κρίσιμες στιγμές, το πολιτικό σύστημα μιας κανονικής χώρας βάζει στην άκρη τις σκοπιμότητες και αναζητεί τον κοινό τόπο. Όσο κάποιοι προσπαθούν να δημιουργήσουν την εικόνα των δύο μετώπων και να αντικαταστήσουν το «μνημονιακοί-αντιμνημονιακοί» με το «ευρωπαϊστές-αντιευρωπαϊστές», το μεγάλο μέρος της κοινωνίας που επιθυμεί την παραμονή στην ευρωζώνη και πιστεύει στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας αλλά ταυτόχρονα πλήττεται από την άδικη λιτότητα, την ανεργία και τη φτώχια δεν θα δει ποτέ τα προβλήματά του να βρίσκουν λύση.
Οι ιστορικές ευθύνες της κυβέρνησης και προσωπικά του κ. Τσίπρα είναι δεδομένες. Παρά την αποδεδειγμένα αποτυχημένη διαπραγματευτική του τακτική οφείλει να δώσει τέρμα στην αβεβαιότητα και να πετύχει την καλύτερη δυνατή συμφωνία παρουσιάζοντας σοβαρές μεταρρυθμιστικές προτάσεις που όχι μόνο θα ικανοποιούν δημοσιονομικούς στόχους αλλά θα είναι δίκαιες για το σύνολο της κοινωνίας, όχι όμως απαραίτητα βολικές για τις ομάδες συμφερόντων.
Αν δε το κάνει και πάει σε ρήξη τότε το ζήτημα «ευρωπαϊστές – αντιευρωπαϊστές» θα τεθεί εκ των πραγμάτων και όλοι θα πρέπει να τοποθετηθούμε με ειλικρίνεια. Όσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, να μην αναζητά ακόμη μία φορά κάποιους ανατροπείς της Αριστεράς. Μόνος του θα έχει ανοίξει και θα έχει εγκλωβιστεί στην παρένθεση των εύκολων λύσεων και των ιδεολογημάτων. Και πολύ φοβάμαι ότι από τον ενθουσιασμό του «Πρώτη φορά Αριστερά» θα περάσουμε στο «Πρώτη φορά και τελευταία», με ότι αυτό σημαίνει για την προοδευτική προοπτική της χώρας και τα πιο αδύναμα στρώματα της κοινωνίας.