“Δεν λαογραφούμε εν κενώ”, έγραψε μεγαλόσχημος δημοσιογράφος, διευθυντής εφημερίδας, ελέγχοντάς μας ως προς την επιστημονική μας αποστολή! Και φυσικά συμφωνούμε…Καμιά επιστήμη και κανείς επιστήμονας δεν λειτουργεί “ποτέ των ποτών” εν κενώ. Το ερώτημα ωστόσο, είναι, εάν δεν λειτουργεί εν κενώ, από ποια θέση και οπτική θεραπεύει την επιστήμη του και ασκεί το λειτούργημά του, είτε ως ερευνητής είτε ως δάσκαλος ο επιστήμονας. Υπάρχει ουδέτερη επιστήμη; Συμφωνούμε, αφού δεν λειτουργούμε “εν κενώ”, όχι. Κατά συνέπεια, λειτουργούμε σε συγκεκριμένο τόπο και χρόνο, δηλαδή σε συγκεκριμένο ιστορικό πλαίσιο και, επιπλέον, σε συγκεκριμένες ιστορικές συγκυρίες. Και η επιστήμη, όπως όλα τα κοινωνικά φαινόμενα έχει την ιστορικότητά της. Και η ίδια η επιστήμη της Ιστορίας.
Το φλέγον, λοιπόν, ζήτημα είναι ο ρόλος, η θέση και η οπτική. Ποιο ρόλο επιλέξει κανείς, ποια θέση και και και ποιον τρόπο να “διαβάζει τις πραγματικότητες”. Διότι και η ίδια η “ανάγνωση” υπόκειται στους δικούς της ποικίλους κοινωνικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς περιορισμούς και προσδιορισμούς.
Και ερχόμαστε τώρα στο ” λαογραφείν”. Υπήρξε κάποια λαογραφική σχολή άμοιρη ιδεολογίας; Η ίδια η επιστήμη ιδρύθηκε στο πλαίσιο της εθνικής ιδεολογίας και του αντίστοιχου αφηγήματος, που έπρεπε να υπηρετήσει την υπόθεση του ελληνικού εθνικού κράτους και τη συγκρότηση μιας ενιαίας και ομοιογενούς εθνικής ταυτότητας. Στο πλαίσιο αυτό οι πρώτοι Έλληνες λαογράφοι και λαογραφούντες έγιναν οργανικοί διανοούμενοι του έθνους-κράτους. Η πραγματικότητα αυτή εξηγείται και αιτιολογείται με βάση το ιστορικό πλαίσιο της εποχής και είναι ανιστορικό να κατηγορεί κανείς τους πρώτους λαογράφους γι’ αυτή τους την επιλογή, που ήταν επιλογή εθνικού χρέους. Άλλωστε, ο εθνικισμός τον 19ο και στις αρχές του 2ού αιώνα ήταν προοδευτική ιδεολογία και κίνημα, διότι οδήγησε τα έθνη στην απελευθέρωσή τους από μεσαιωνικές δυναστείες και αυτοκρατορίες. Στα Βαλκάνια στην αποτίναξη του οθωμανικό ζυγού και τη μετάβαση στη νεωτερικότητα.
Ωστόσο, εάν ασχοληθεί λίγο κανείς με τον ” πατέρα” της ελληνικής Λαογραφίας, το Νικόλαο Πολίτη, ιδιαίτερα στη δράση και τα κείμενά του της πρώτης περιόδου, πριν στραφεί στη ρομαντική σχολή χάριν του πατριωτικός χρέους, θα διαπιστώσει ότι η άποψή του για το έθνος είναι σχεδόν ταυτόσημη με αυτή του Γάλλου Ernest Renan, δηλαδή βουλησιαρχική, και επίσης ταυτόσημη με αυτή του αρχαίου ελληνικού ρητού “Έλληνες είναι όσοι μετέχουν της ελληνικής παιδείας” . Και πρέπει να γνωρίζουν όσοι επικαλούνται με απύθμενο θράσος εν τη αγνοία τους το όνομά του, ότι ο Πολίτης επέβλεψε εργασίες φοιτητών με διαφορετικές εθνολογικές καταβολές, ενθάρρυνε μελετητές ερασιτέχνες και μη να καταγράψουν ακόμα και να δημοσιεύσουν ήθη και έθιμα και μνημεία του λόγου τέτοιων ομάδων και, σε ό,τι αφορά τα μνημεία του λόγου, να καταγράφονται στην αντίστοιχη γλώσσα και με τον δέοντα επιστημονικά τρόπο ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
Πριν λίγα χρόνια η Ακαδημία Αθηνών δημοσίευσε εργασία Βλάχου φοιτητή του Νικολάου Πολίτη για τον οικισμό Ίτσκοκ, που συγκρότησαν Περιβολιώτες κτηνοτρόφοι κοντά στην Αχρίδα.
Δεν λαογραφούμε, λοιπόν, εν κενώ αλλά ούτε μιλάμε και γράφουμε ερήμην των κειμένων !