Άρθρα Κόσμος

«Η Ευρώπη το σπίτι μας» μένει χωρίς στέγη σε Ισπανία και Πορτογαλία / γράφει ο Γιώργης-Βύρων Δάβος

Στις επικείμενες Ευρωεκλογές εκείνο που θα ζυγίσει περισσότερο στην πρόθεση των πολιτών να ψηφίσουν και ποιους είναι αναμφίλεκτα η κοινωνική πολιτική και το πώς αντιμετωπίζονται τα προβλήματά τους. Εδώ και πολλά χρόνια είναι διαπιστωμένο πως η εμπιστοσύνη που χτίζουν οι εθνικές κυβερνήσεις με τους πολίτες δραστικά καθορίζει τον βαθμό αποδοχής  και της Ε.Ε. εν γένει. Με δεδομένο πως οι πολίτες είναι πλέον απόλυτα πεπεισμένοι πως η εθνική πολιτική των κυβερνήσεών τους, καθορίζεται πρώτιστα από τις συνθήκες μέσα από τις οποίες οι Βρυξέλλες επιτρέπουν να εκτελούνται οι προϋπολογισμοί και με βάση τις οικονομικές προτεραιότητες των ευρωπαϊκών οργάνων, πολλοί είναι εκείνοι οι ψηφοφόροι που αμφισβητούν μέσω των εγχώριων συστημικών κομμάτων και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς διοίκησης και λήψης αποφάσεων. Ιδίως όταν νιώθουν πως η πραγματικότητα και η καθημερινότητα διαψεύδουν τις αναλύσεις και τις προβλέψεις των ευρωπαϊκών οργάνων και ολοένα και διαλύουν τις ελπίδες τους για βελτίωση μέσα στον επόμενο χρόνο.

Και πώς να πιστέψουν οι πολίτες σε πολλές χώρες πως τα μέτρα για την ανάπτυξη που επικαλούνται κυβερνήσεις και ευλογούν οι Βρυξέλλες, αρκεί να διαπιστώνουν πως οι αριθμοί που επιτυγχάνονται συμβαδίζουν με τους στόχους που έχει εκπονήσει μία αμέτοχη στις συνθήκες ζωής τους ευρωπαϊκή διοίκηση; Η υποχώρηση της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στην Ισπανία έχει δεν συμβαδίζει με τις διατυπώσεις του Ευρωπαίου επιτρόπου Τζεντιλόνι πως η χώρα είναι σε καλύτερη θέση από πολλές άλλες στην Ευρώπη, ιδίως όταν εγχώριοι οργανισμοί προβλέπουν μείωση του ΑΕΠ στο 1,8%; Κι όταν τα προβλήματα που απασχολούν τους πολίτες εξακολουθούν να είναι η ανεργία, η οικονομία και η ακρίβεια, αλλά και κυρίως εκείνοι οι τομείς όπου θα έπρεπε το κράτος να δείχνει μεγαλύτερη μέριμνα για την κοινωνία και απεναντίας με ραγδαίους ρυθμούς  παραδίδονται στις ορέξεις του ιδιωτικού τομέα: η υγεία, η παιδεία και η στέγαση.

Ιδιαίτερα το πρόβλημα της στέγασης λίγο πριν τις Ευρωεκλογές επανέρχεται με μεγάλη ένταση στην Ισπανία: αφορά κυρίως την πλημμυρίδα των εξώσεων, που εμφανίζεται για άλλη μία χρονιά με ένταση και με κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά, παρά το γεγονός ότι η νομοθεσία για την κατοικία, που θεσπίσθηκε πριν ένα χρόνο, έθεσε ένα πλαίσιο ώστε να σταματήσουν οι αναγκαστικές κι αυθαίρετες εξώσεις. Σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Δικαστικού Συμβουλίου (CGPJ), 26.659 εξώσεις σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια του 2023. Η συντριπτική πλειοψηφία, το 75%, επηρέασε ανθρώπους που ζούσαν με ενοίκιο, το άλλο 20% αφορά απλήρωτα στεγαστικά δάνεια και 1.723 περιπτώσεις αφορούν άλλες αιτίες, οι οποίες όμως δεν διευκρινίζονται στα επίσημα στοιχεία. Όσον αφορά τις ζώνες στις οποίες σημειώνονται οι περισσότερες εξώσεις, εκεί κάποιος μπορεί να διαπιστώσει καθαρά ταξικο-οικονομικούς λόγους, που συνδέονται και με τη γενικότερη επιθετική οικιστική πολιτική, που σχετίζεται με τις αλλαγές χρήσης, τον «εξευγενισμό», την Golden Visa και τον μαζικό τουρισμό και τα AirBnB. Και τούτο γιατί πρωταθλητές είναι η Καταλονία (πάνω από 7.000 εξώσεις), η Ανδαλουσία (4.500), η Βαλένσια (3.800) και η Μαδρίτη (2.400).

Βέβαια, τα στατιστικά στοιχεία παρουσιάζουν μόνο μία μερική εικόνα του προβλήματος και μάλιστα εάν τα πιστέψει κανείς θα διαπιστώσει πως καταγράφουν μείωση κατά 30% από την προηγούμενη χρονιά. Όμως σε μεγάλο βαθμό η μείωση των αριθμών των εξώσεων δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση μία βελτιωμένη εικόνα. Γιατί σε μεγάλο ποσοστό οφείλεται στο γεγονός ότι πλέον, μετά τόσα χρόνια «αιμορραγίας» δεν έχουν μείνει και πολλοί κάτοχοι στεγαστικών δανείων που δεν καταφέρνουν να αποπληρώσουν τις δόσεις. Ούτε και πλέον έχουν μείνει και πολλοί ενοικιαστές που «επιμένουν» να επιδιώκουν να κατοικούν σε συγκεκριμένες περιοχές, παρά την αύξηση των ενοικίων και των αντικειμενικών τιμών.

Τωόντι, η μάστιγα τούτη έχει μια άλλη σκοτεινή πλευρά που δεν φαίνεται στα στατιστικά. Πρόκειται για τις «σιωπηλές» ή «αόρατες» εξώσεις, οι οποίες επηρεάζουν τους ενοικιαστές που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους λόγω μιας αγοράς ενοικίων που δεν τους αφήνει να πάρουν ανάσα. Σε περιοχές όπως η Μαδρίτη, η Βαρκελώνη, οι Βαλεαρίδες, η Μάλαγα και η Βαλένσιατα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 20%, σύμφωνα με τα στοιχεία του δείκτη ενοικίων που δημοσιεύει η κυβέρνηση. Αυξήσεις που δεν λαμβάνουν καθόλου υπ’ όψη τους τις νομοθετικές υποχρεώσεις για την προστασία της λαϊκής κατοικίας και του ενοικιαστή, ιδιαίτερα όταν συντρέχουν συνθήκες ευαλωτότητας του «υπόχρεου», όπως φανερώνουν πολλά περιστατικά. Πριν εβδομάδες, λίγο προτού την έξωση, ένας 70χρονος, με σύζυγο με κινητικά προβλήματα, έβαλε τέλος στη ζωή του, ενώ στη Βαλένθια, η ίδια η δημαρχία έκανε έξωση σε μία γυναίκα και τα τρία ανήλικα παιδιά της, γιατί δεν μπορούσε να πληρώσει το ενοίκιο. Ενώ στην Βαρκελώνη μία 78χρονη εκδιώχθηκε από το σπίτι της για ένα χρέος 88 ολόκληρων ευρώ!!

Και τούτο, όταν σύμφωνα και με τον Νόμο για την Κατοικία  το ενοίκιο -και γενικότερα το κόστος για τη στέγαση- δεν πρέπει να ξεπερνά το 30% του εισοδήματος για να θεωρηθεί προσιτό και να μην επηρεάζει την ποιότητα της ζωής του. Και δεν είναι μόνον ο ισπανικός νόμος που θεωρεί πως το ποσοστό τούτο είναι το nec plus ultra για τις δαπάνες για τη στέγη, ώστε τα νοικοκυριά να τα βγάζουν πέρα χωρίς δυσκολίες: και ο ΟΟΣΑ, αλλά και η ίδια η Ε.Ε. συμφωνούν «τυπικά». Στην Καταλονία, από τον Μάρτιο επιβλήθηκε με δρακόντειο τρόπο η εφαρμογή του δείκτη ανώτατου ενοικίου, με σκοπό να ανακοπεί η ανοδική πορεία τους σε πάνω από 14 Δήμους. Το ίδιο περιεχόμενο είχε και η συμφωνία που είχε συνάψει η κυβέρνηση Σάντσεθ με το βασκικό EH Bildu, προκειμένου να τη στηρίξει στο Κοινοβούλιο μετά τις εκλογές του περασμένου Ιουλίου. Εντούτοις, παρά τα όσα μέτρα, στην Ισπανία σχεδόν 1.300.000 νοικοκυριά διαθέτουν περισσότερο από το 30% του εισοδήματός τους στην πληρωμή ενοικίου, σχεδόν 120.000 περισσότερες οικογένειες από ό,τι πριν από οκτώ χρόνια, το 2015. Και εάν αναλογισθούμε τα νούμερα, προκύπτει πως  οι 26.659 εξώσεις το 2023, ισοδυναμούν με  73 κάθε μέρα, τρεις κάθε ώρα, ένας άνθρωπος χάνει το σπίτι του κάθε 20 λεπτά.

Τις αδυσώπητες διαταγές για εξώσεις στην Ισπανία επιτάσσουν σε μεγάλο βαθμό οι ραγδαίες εξελίξεις στον κλάδο των ακινήτων, που έχουν αλλοιώσει κατά μεγάλο ποσοστό τα ειωθότα, τόσο στις αγοραπωλησίες, όσο και στην ενοικίαση και τη χρήση των ακινήτων. Οι ολέθριες στρατηγικές για την προσέλκυση «επενδυτών» την εποχή της κρίσης, είτε μέσω της πολιτικής της Golden Visa, είτε με τη διευκόλυνση στα ξένα funds να λυμαίνονται τον τομέα, έχουν αφαιρέσει τον έλεγχο της κατάστασης από το κράτος και έχουν αδιαμφισβήτητα δημιουργήσει ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα. Μία οξύτατη κατάσταση που μοιράζεται η Ισπανία με την συγκάτοικό της στην Ιβηρική, την Πορτογαλία. Η οποία πέρα από τα προβλήματα με την κινεζική εισβολή της Golden Visa, βλέπει τις τιμές στην αγορά ακινήτων και ενοικίων και λόγω AirBnB να εκτινάσσονται. Και τώρα, με τη νέα δεξιά συμμαχία του AD  στην κυβέρνηση να θέλει να επεκτείνει την Golden Visa και κυρίως να καταργήσει το πακέτο «Περισσότερες Κατοικίες» της προηγούμενης κυβέρνησης Κόστα, που στόχευε στην επίλυση του επείγοντος στεγαστικού προβλήματος των ευάλωτων οικογενειών και των νέων. Μία κατάσταση που στην Πορτογαλία έχει λάβει τέτοια διάσταση, που αποτελεί πλέον και ένα από τα κύρια προεκλογικά θέματα για το Ευρωκοινοβούλιο. Δεν είναι τυχαίο που ο επίτροπος Κοινωνικών Υποθέσεων και Σοσιαλιστής υποψήφιος Νίκολας Σμιτ αναφέρθηκε στον περιορισμό του AirBnB, της Golden Visa και στο στεγαστικό, στη συνάντηση που είχε το ΕΣΚ στη Λισσαβώνα.

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας