Εκδηλώσεις Πολιτισμός

Κινηματογραφική Λέσχη εργαζομένων ΕΡΤ3: “Οι ψίθυροι” του Γουίλιαμ Γουάιλερ

 

Με την αριστουργηματική ταινία του Γουίλιαμ Γουάιλερ, «Οι ψίθυροι» («The  children´s hour», ασπρόμαυρη, ΗΠΑ, 1961, διάρκεια 108´) τη Δευτέρα 22 Ιουλίου στις 21:30, στο θερινό σινεμά ΑΠΟΛΛΩΝ, η κινηματογραφική λέσχη των εργαζομένων της ΕΡΤ3 και το ΚΕΜΕΣ εγκαινιάζουν το νέο αφιέρωμα «Τα μεγάλα μελοδράματα του σινεμά», όπου θα προβληθούν συνολικά πέντε φιλμ  διακεκριμένα, βραβευμένα, με το μελόδραμα να είναι κωδικοποιημένο κοινωνικά.

Το σενάριο των «Ψιθύρων» είναι του Τζον Μάικλ Χέις και προέρχεται από το ομώνυμο θεατρικό έργο της Λίλιαν Χέλμαν, που γράφτηκε το 1934. Πρωταγωνιστούν σπουδαίοι ηθοποιοί όπως η Όντρεϊ Χέπμπορν, η Σίρλεϊ Μακ Λέιν, ο Τζέιμς Γκάρνερ και η Φέι Μπέιντερ.

Η Μάρθα Ντόμπι (Μακ Λέιν) και η Κάρεν Ράιτ (Χέπμπορν), φίλες από την εφηβεία τους, είναι συνιδιοκτήτριες και δασκάλες ενός οικοτροφείου θηλέων. Η Κάρεν είναι αρραβωνιασμένη με το Τζο (Γκάρνερ), έναν νεαρό γιατρό. Μια μικρή μαθήτρια, θέλοντας να τις εκδικηθεί γιατί την τιμώρησαν, διαδίδει πως οι δύο γυναίκες διατηρούν μεταξύ τους κρυφό ερωτικό δεσμό. Η φήμη μεταδίδεται από στόμα σε στόμα και ακολουθούν αναταραχές και σεναριακές ανατροπές.

Σκληρή, δυναμική ταινία, με «επιθετική» φωτογραφία, αξέχαστους ρόλους, λειτουργικά ντεκόρ και έντονο κοινωνικό σχόλιο. Αξιοσημείωτο είναι πως ο Γουάιλερ την πρωτογύρισε το 1936 ως «Σκιές που περνούν» και επανήλθε με το ριμέικ 25 χρόνια αργότερα. Κοντά στο στιλ της ταινίας είναι και η «Carol» του Τοντ Χέινς, αλλά και το «Πρόσωπο με πρόσωπο» του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Το φιλμ προτάθηκε για πέντε βραβεία Όσκαρ, β’ γυναικείου ρόλου (Φέι Μπέιντερ), φωτογραφίας , ντεκόρ, κουστουμιών, ήχου και τρεις Χρυσές σφαίρες (σκηνοθεσίας και ερμηνειών για τις Μακ Λέιν και Μπέιντερ).

Την ταινία θα προλογίσει ο Αλέξης Δερμεντζόγλου, στο κοινό θα διανεμηθεί έντυπη ανάλυση της Πόλυς Λυκούργου (flix.gr), ενώ το προς συζήτηση θέμα μετά την προβολή θα είναι «Το κωδικοποιημένο κοινωνικό μελόδραμα».

Η κριτική που θα διανεμηθεί είναι η ακόλουθη:

«Δύο γυναίκες, ιδιοκτήτριες ενός ιδιωτικού οικοτροφείου για μικρά κορίτσια, βλέπουν τη ζωή τους να καταστρέφεται, όταν μία ανυπότακτη μαθήτριά τους διαδίδει ότι η σχέση τους είναι «αφύσικη». Ο κοινωνικός τους μικρόκοσμος σοκάρεται ανεπανόρθωτα, οι γονείς αποσύρουν τα παιδιά τους από το σχολείο, ο αρραβώνας της μίας διαλύεται, και η τραγωδία δεν αργεί να ακολουθήσει…

Ο Γουάιλερ καθοδηγεί εξαιρετικά τις δύο πρωτοκλασάτες ηθοποιούς του – η ανακάλυψή του Όντρεϊ Χέπμπορν διαλύεται σταδιακά και αθόρυβα μπροστά στο φακό του, ενώ η Σίρλεϊ ΜακΛέιν, άλλοτε εκρηκτικά κι άλλοτε με εγκράτεια, κλέβει την παράσταση σ’ έναν εξαιρετικά δύσκολο ρόλο. Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει το πόσο αριστοτεχνικά ο Γουάιλερ σκηνοθετεί τους χώρους, χρησιμοποιώντας το βάθος πεδίου, τη γεμάτη σκιές ασπρόμαυρη φωτογραφία και το γεωμετρικό στήσιμο των κάδρων με τρόπο που δίνει στα σπίτια ένα χειροπιαστό όγκο, ένα «βάρος» που καταπλακώνει σημειολογικά τις ηρωίδες. Πέρα από όσα διαδραματίζονται στην οθόνη, οι σκάλες, τα ύψη, τα κάγκελα και τα σκοτάδια του οικοτροφείου μας κάνουν να νιώθουμε τη σαφέστατη διάσταση ενός κοινωνικού περιβάλλοντος που εγκλωβίζει, τιμωρεί.

Κατά ειρωνικό τρόπο, αυτό το ίδιο το περιβάλλον είναι και ο πραγματικός πρωταγωνιστής. Για τα ήθη του 1961, η απόφαση να μη στήσεις ξεκάθαρα το θέμα σου μέσα από την πραγματικότητα μίας γκέι σχέσης αλλά πάνω στον αστήριχτο ψίθυρό της, ήταν αναπόφευκτη υπεκφυγή. Ακόμα και σήμερα όμως, ίσως αυτό να αποτελεί τη δύναμη της ταινίας. Το κακόβουλο κουτσομπολιό της μικρής σατανικής μαθήτριας δεν είναι αλήθεια (ή, τουλάχιστον, για την ηρωίδα της Σίρλεϊ Μακ Λέιν «είναι ψέμα με μία δόση αλήθειας»), αυτό όμως που αληθεύει είναι η κοινωνική αντίδραση απέναντί του. Η έλλειψη ανοχής σε οποιαδήποτε διαφορετικότητα, η καταδίκη σε απομόνωση, ο ρατσισμός, ή αηδία. Η σαρωτική δύναμη ενός θρασύδειλου ψιθύρου που αποδεικνύεται εκκωφαντικός. Το κοινό μπορεί να μην έρχεται αντιμέτωπο με μία πραγματική γκέι σχέση, βλέπει όμως ξεκάθαρα τον εαυτό του.

Επιπλέον, ο πρωτότυπος τίτλος, «The Chidren’s Hour» θέτει μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παράμετρο. Ακόμα και άνθρωποι που θεωρούν τους εαυτούς τους προοδευτικούς, δε θέλουν την παραμικρή επαφή του παιδιού τους με γκέι εκπαιδευτικό. Η οποιαδήποτε ανεκτικότητα σταματά εκεί. Η λογική σταματά εκεί. Και όλα δίνουν τη θέση τους για άλλη μια φορά στο φόβο. Τα παιδιά ήταν, είναι και θα είναι πάντα το κοινωνικό άλλοθι για να χαράζονται διαχωριστικές γραμμές στην ανοχή μας. Αν κάποιος φυτέψει έστω και τον σπόρο μίας αδιόρατης απειλής απέναντι «στα παιδιά μας», η μάζα είναι έτοιμη να αποδεχτεί και τα πιο φασιστικά μέτρα. Και δυστυχώς κάπου εκεί χάνεται η κρίση, η ψυχραιμία, η πραγματικότητα.

Όχι, ο Γουάιλερ δεν έστησε ποτέ μία ταινία γύρω από το σοκαριστικό και «εξωτικό» θέμα μίας γκέι σχέσης. Και τότε, και πενήντα χρόνια μετά, στο μικροσκόπιό του δεν ήταν ποτέ το ζευγάρι. Ήμασταν πάντα εμείς. Όσα πιστεύουμε ότι ξεπεράσαμε κι όσα έχουν μείνει τρομαχτικά ίδια».

Την άλλη Δευτέρα, 29 Ιουλίου, στο ίδιο αφιέρωμα θα προβληθεί η πολύκροτη οσκαρική ταινία του Βινσέντε Μινέλι «Το στίγμα του κολασμένου».

Για οποιαδήποτε επικαιροποιημένη πληροφορία για τις ταινίες, τους συντελεστές και το πρόγραμμα, ανατρέχετε στο kemes facebook  ή στο kemes.wordpress.com

banner-article

Ροη ειδήσεων