Κοινωνία Περισσότερο διαβασμένα Συνεντευξεις

Τηλέμαχος Χατζηαθανασίου. Μια πορεία αγώνα, εντιμότητας και προσφοράς

Συνέντευξη στη Δήμητρα Σμυρνή

Γεννιέται μέσα στον Εμφύλιο, με όλους τους κραδασμούς που επιφέρει η εποχή στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Διώκεται και φυλακίζεται στα φοιτητικά του χρόνια από τη Χούντα, ενώ δουλεύει σκληρά, για να τελειώσει την Ιατρική. Διακρίνεται για το υψηλό επιστημονικό του επίπεδο, το ταλέντο του στη Χειρουργική, αλλά και για το δέσιμο με τους ασθενείς του. Ακέραιος συνδικαλιστής στον ιατρικό χώρο, υπηρετεί αργότερα το Δήμο της Βέροιας από θέσεις ευθύνης, με την έννοια της πραγματικής προσφοράς, χωρίς καμιά σχέση με οικονομικές απολαβές.

Κάποτε κάποιος είπε γι αυτόν: «Ο γιατρός Χατζηαθανασίου νοσεί βαρύτατα από τη νόσο της εντιμότητας!». Παρατηρείται συχνά τέτοια νόσος στις μέρες μας;

Με περιμένει στο γραφείο του. Απλό, όπως αυτός. Δεν τον ενδιαφέρει το «φαίνεσθαι». Άλλα πράγματα, πολύ σημαντικότερα, υπήρξαν γι αυτόν πυξίδες ζωής.

 Πληθωρικός στο λόγο και στα συναισθήματά του, συγκινείται με το παρελθόν και αγανακτεί με το παρόν, καταγράφοντας μέσα από μια κατάθεση ζωής και δράσης μια ολόκληρη εποχή…

Έχετε συσσωρευμένη πείρα ζωής, μιας και έχετε ζήσει τα μεγαλύτερα γεγονότα της μετεμφυλιακής Ελλάδας, πάντα στην πρώτη γραμμή, είτε ως γιατρός είτε ως ενεργός πολίτης. Ποια ήταν τα παιδικά σας χρόνια που καθόρισαν την προσωπικότητα και την ψυχολογία σας;

Τα παιδικά μου χρόνια κουβαλούσαν όλη τη συμφορά μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Χωρίς να έχω άμεση αντίληψή του, λόγω της ηλικίας μου, έζησα  τον απόηχό του πολέμου στην πιο σκληρή μορφή του.

Μεγάλωσα σ’ ένα χωριό των Σερρών, το Δαφνούδι, όπου, ως γόνος ενός αριστερού, αντιμετώπισα πάρα πολλά προβλήματα κι ας ήμουν 5-6 χρονών. Πάρα πολλά προβλήματα, που είχαν σχέση με τις διώξεις που υφίσταντο όλοι, όσοι είχαν σχέση και με την Εθνική Αντίσταση και με τον Εμφύλιο.

Ακόμη και σήμερα, και θα το αναφέρω γιατί έχει μεγάλη σημασία, συνάντησα έναν άνθρωπο της ηλικίας της δικιάς μου, ο οποίος μπροστά στη γυναίκα μου θεώρησε αναγκαίο να ζητήσει συγγνώμη, διότι μεταξύ των άλλων παιδιών που με πετροβολούσαν τότε ήταν κι αυτός.

Τα παιδικά χρόνια, λοιπόν, από τη στιγμή μάλιστα που σκοτώθηκε κι ο πατέρας μου, ήταν πάρα πολύ δύσκολα. Σκοτώθηκε το ’49, όταν εγώ ήμουν τριών χρονών. Στον Εμφύλιο, όταν έφυγε στο βουνό, ήμουν μόλις εννιά μηνών. Δε με γνώρισε ούτε τον γνώρισα.  Ακόμα με πονάει η μορφή του πατέρα μου, που στην ουσία τον γνώρισα μέσα από τις αφηγήσεις των άλλων… Μίλησα πολύ αργότερα μ’ εκείνον που τον μετέφερε τραυματία στο Μπέλες, αλλά έψαξα κι άλλους που τον ήξεραν –γιατί πάντα θέλεις να ξέρεις ποιος ήταν πραγματικά ο πατέρας σου- κι όταν τους ρωτούσα γι αυτόν, βάζαν τα κλάματα…

Τότε, στα παιδικά μου χρόνια, δεν αντιλαμβανόμουν τι ακριβώς συνέβαινε γύρω μου. Έβλεπα στον περίγυρο ότι δεν είναι ανεκτή η παρουσία μου, χωρίς να καταλαβαίνω τι γίνεται. Όταν χρησιμοποιούσαν τη λέξη «παλιοκομμούνι», καταλάβαινα ότι ήταν βρισιά, αλλά ήμουν παιδί και δεν μπορούσα να μπω στο νόημα της λέξης.

Όσο για τη μητέρα μου, ήταν εξόριστη στο Τρίκερι και τη φροντίδα μου την ανέλαβε η αδελφή μου, που ήταν εννιά χρόνια μεγαλύτερη.

Τελειώνοντας το Δημοτικό δεν υπήρχε η δυνατότητα να πάω στο Γυμνάσιο και για ένα χρόνο έκανα το ράφτη. Κάποια στιγμή, παρά τις αντιρρήσεις όλων,  αποφάσισα να πάω και ξεκίνησα να πηγαίνω σ’ ένα διπλανό χωριό, που ήταν οχτώ χιλιόμετρα μακριά. Περπατούσα για να πάω και να έρθω δεκαέξι χιλιόμετρα τη μέρα.

Το χειμώνα, μέσα στο κρύο, νύχτωνε και νωρίς καθώς κάναμε και απόγευμα μάθημα, είχα πρόβλημα να επιστρέψω στο σπίτι. Φορούσα παπούτσια του ξαδέλφου μου που ήταν δύο-τρία νούμερα μεγαλύτερα. Χιόνια πολλές φορές… είχε και λύκους… Να ουρλιάζουν οι λύκοι και να τρέχεις… Μια μέρα έφτασα στο σπίτι χωρίς παπούτσια. Πώς δεν έπαθα κρυοπαγήματα! Τόσο δύσκολες εποχές…

Στην τρίτη για τετάρτη τάξη συνέβη ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή μου. Στο χωριό εκείνα τα δύσκολα χρόνια παίρναμε, ο θείος μου συγκεκριμένα, την «Αυγή» ως συνδρομητές. Την παίρναμε φυσικά κρυφά. Όμως μας είχαν σημαδέψει. Το ήξεραν. Πέρα απ’ την εφημερίδα είχαμε πάρει και βιβλία της «Σύγχρονης Εποχής», με ανάμεσά τους τη «Μαύρη Βίβλο». Αυτά τα βιβλία, λοιπόν, τα συζητούσα μ’ έναν συμμαθητή μου, ο οποίος αφού τα δανείστηκε για μια βδομάδα μού τα επέστρεψε μαζί με την Ασφάλεια. Ήταν δικός τους άνθρωπος. Ακολούθησε ένας μαραθώνιος ανακρίσεων και τόση αγραμματοσύνη υπήρχε τότε στην Αστυνομία, που θεώρησαν ότι τη «Μαύρη Βίβλο» την έγραψα εγώ με το θείο μου!

Ο εκδότης  των βιβλίων, ένας αριστερός στη Μπενάκη, που ήταν το βιβλιοπωλείο των άπορων φοιτητών, ανέβηκε στο χωριό και με πήρε μαζί του στην Αθήνα, γιατί είχα γίνει αντικείμενο διώξεων.

Τετάρτη Γυμνασίου βρίσκομαι στην Αθήνα και τελειώνω το Γυμνάσιο στη Νέα Ιωνία. Στον ελεύθερο χρόνο μου, μετά το σχολείο, θα έπρεπε να διαβάσω και να δουλέψω. Το Σάββατο στη Λαϊκή πουλούσαμε μήλα και την Κυριακή πακετάραμε τα βιβλία για να πουληθούν.

Δίνω εξετάσεις στο Καποδιστριακό και τελειώνω το ’73 την Ιατρική.  Ως φοιτητής έκανα όλες τις δουλειές. Σε κάποια στιγμή κατεβαίνει και η μάνα μου στην Αθήνα, για να με στηρίξει οικονομικά στις σπουδές μου. Ζούμε σ’ ένα ημιυπόγειο και καθαρίζει σπίτια. Είναι πράγματα που δεν ξεχνιούνται αυτά…

Μέχρι την τελευταία χρονιά που τελείωσα, δούλευα στην οικοδομή. Μάλιστα κινδύνεψα να σκοτωθώ κι από ένα καδρόνι που έπεσε στο κεφάλι μου. Η ζωή μου, όπως είδατε, ήταν μια περιπέτεια. Τελείωσα το Πανεπιστήμιο, αφού με πιασαν κάνα-δυο φορές επί Χούντας.

Φυλακίζεστε, λοιπόν, απ’ ότι είναι γνωστό κατά τη διάρκεια της Χούντας για αντιδικτατορική δράση. Πόσο το διάστημα της φυλακής διαμορφώνει τον μετέπειτα ενεργό πολίτη;

Φυλακίστηκα στην Αλικαρνασσό της Κρήτης για παράνομη συγκέντρωση μαζί μ’ έναν εργάτη. Πιστεύω πως ήταν η αφορμή για να μας δικάσουν. Γιατί υπήρχε μια δράση από την πλευρά μου κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους των σπουδών μου, αλλά και στα μαθητικά μου χρόνια, μέσα από το μαθητικό και φοιτητικό κίνημα, μια δράση γνωστή στις Αρχές, που τις έκανε να ψάχνουν τρόπο για να με συλλάβουν.

Την πρώτη φορά που με πιασαν, στην Πανεπιστημίου το ’67, γυρίζαμε από τη Σχολή, και με παίρνουν στα κρατητήρια της Μπουμπουλίνας. Κατά κακή σύμπτωση κουβαλούσα πάνω μου δύο προκηρύξεις αντιδικτατορικού περιεχομένου. Τη μία κατάφερα να την ξεφορτωθώ και την άλλη, όσο κι αν φαίνεται παράξενο, για καλή μου τύχη δεν την είδαν, καθώς μπερδεύτηκε με τα υπόλοιπα χαρτιά που κουβαλούσα.

‘Όσο με πηγαίνουν στην Ασφάλεια, σκέφτομαι αν θ’ αντέξω το ξύλο. Με ρίχνουν σ’ ένα κελί 2χ2, γεμάτο βρωμιά, μ’ ένα φινιστρίνι. Άρχισαν την ανάκριση με «ήπιο» τρόπο, δηλαδή μ’ έναν χάρακα μεταλλικό. Αφού ακολούθησαν απειλές και προσβολές, όπως «άμα τελειώσεις εσύ Πανεπιστήμιο…», με κράτησαν 24 ώρες και μ’ άφησαν. Από κείνη την επίσκεψη στη Μπουμπουλίνας μού έμειναν για ένα διάστημα οι χαρακιές στην πλάτη. Αν όμως μ’ ανέβαζαν στην περίφημη «ταράτσα» με τη φάλαγγα, πόσο τάχα θα άντεχα; Δεν ξέρεις ποτέ ποια είναι τα όριά σου στον πόνο…

Τη δεύτερη φορά  οδηγήθηκα πια στη φυλακή, για ασήμαντη αφορμή, βέβαια. Ενώ καθόμασταν σε μια αυλή ν’ αποχαιρετήσουμε έναν φαντάρο έξι άτομα, μας συνέλαβαν για… «παράνομη»  συγκέντρωση, γιατί ήμασταν έξι  αντί για πέντε που επιτρεπόταν.

Δικαστήκαμε τέσσερα χρόνια! Το Δεκέμβρη του ’67 βρισκόμαστε στην Αλικαρνασσό γύρω στους 48 πολιτικοί κρατούμενοι. Εκεί, ανάμεσα στους άλλους, γνώρισα έναν από τους σπάνιους πολιτικούς που είχε την τύχη να έχει η Ελλάδα, σπάνιο πολιτικό, σπάνιο άνθρωπο, δυστυχώς όμως όχι από κείνους που αναγνωρίστηκε η αξία τους, τον Λεωνίδα τον Κύρκο.

Ο Κύρκος, λοιπόν, ήταν ο συμπαραστάτης μας. Ανάμεσα στους 48 ήταν ο Δήμαρχος της Δάφνης ο Μιχαλόπουλος, ο Σαχίνης από τη Θεσσαλονίκη, που καταδικάστηκε ισόβια, με το γιο του, γιατί τους πιασαν μ’ έναν πολύγραφο σ’ ένα υπόγειο. Πολλά γνωστά ονόματα από την εποχή εκείνη. Ο πιο ανθρώπινος όμως ήταν ό Λεωνίδας Κύρκος. Ήταν αυτός που φαινόταν. Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο. Βαθιά ανθρώπινος! Θεωρώ μεγάλη τύχη το ότι τον γνώρισα.

Με την απόπειρα του βασιλικού πραξικοπήματος δίνεται αμνηστία κι από τους 48 κρατουμένους κρατούν δύο, το Σαχίνη και το γιο του, ισοβίτης ο πρώτος, βαρυποινίτης ο δεύτερος. Οι υπόλοιποι αμνηστευθήκαμε και βγήκαμε.

Αλλά και τα υπόλοιπα φοιτητικά μου χρόνια δεν ήταν ομαλά. Κάθε τόσο με κουβαλούσαν στην Ασφάλεια. Υπήρχε και επιπλέον η απόσταση, στην οποία με κρατούσαν οι συμφοιτητές μου, προκειμένου να μην μπλέξουν. Άσχημα χρόνια που δεν μπορούν να μη σε σημαδέψουν…

Τώρα, με την απόσταση του χρόνου, πώς εκτιμάτε τα όσα αρνητικά λέγονται για τη Γενιά του Πολυτεχνείου, στην οποία ανήκετε;

Η Γενιά του Πολυτεχνείου, δυστυχώς, σ’ένα μεγάλο ποσοστό εξαργύρωσε την προσφορά της με ανοίκειο τρόπο. Έπρεπε να διαφυλάξει την κληρονομιά που πέτυχε με τόσους αγώνες.

Πρόσφερε πολλά κι αυτήν την προσφορά έπρεπε να την αρχειοθετήσει και να την αξιοποιήσει μ’ έναν καλύτερο τρόπο. Ξέφυγε πάρα πολύ από τις προσδοκίες του ελληνικού λαού.

Για να μην επιρρίψουμε τις ευθύνες της σημερινής κατάντιας σε κείνη τη γενιά, την οποία εμπιστεύθηκε ο λαός, αλλά και από την οποία προδόθηκε τις περισσότερες φορές…

Αξίζει όμως να τονίσουμε ότι το Πολυτεχνείο δεν ανήκει μόνο σε κείνους που το εξαργύρωσαν, αλλά κυρίως ανήκει σ’ όλους τους αφανείς, που αγωνίστηκαν ασυμβίβαστοι και οι οποίοι είναι η μεγάλη πλειοψηφία της γενιάς του! Η μεγάλη, λοιπόν, πλειοψηφία συνέχισε τον αγώνα επιβίωσης, αγώνα διδαχής και δημοκρατίας, αλλά και μεταφοράς των εμπειριών της στο λαό. Δυστυχώς όμως αυτοί οι άνθρωποι μπήκαν στο περιθώριο, ήταν αφανείς, είτε αρνούμενοι να ασκήσουν αυτής της μορφής την εξουσία, είτε γιατί δεν γίνονταν αποδεκτοί στα κέντρα εξουσίας.

Υπηρετείτε την Ιατρική για 35 χρόνια από δημόσιες θέσεις και τώρα το κάνετε ως ιδιώτης, με την ειδικότητα του χειρουργού. Γιατί επιλέξατε τη συγκεκριμένη ειδικότητα;

 

Ήρθε από μόνη της. Από τα γυμνασιακά μου χρόνια ήθελα να γίνω γιατρός για να υπηρετήσω τον πολίτη. Ήταν το όνειρό μου.

Μέσα από τη διαδικασία των σπουδών μου στο Πανεπιστήμιο, διαπίστωσα ότι μου ταιριάζει μια δυναμική ειδικότητα και γι αυτό κατέληξα στη Χειρουργική. Πιστεύοντας ότι η Γενική Χειρουργική εμπεριέχει τα πάντα, την επέλεξα. Και το δηλώνω μετά από τόσα χρόνια ότι, αν ξεκινούσα τώρα, πάλι τη Γενική Χειρουργική θα επέλεγα, με την οποία έχω μια σχέση έρωτα.

Δεν είμαι άθεος, το δηλώνω. Και αυτή η συγκεκριμένη ειδικότητα που διάλεξα μου πρόσφερε πάρα πολλά και σ’ αυτόν τον τομέα, να δω από κοντά, πέρα από τα θαύματα της Ιατρικής, τα θαύματα που από άλλους θεωρούνται θαύματα του Θεού κι από άλλους θαύματα της Φύσης.

Η ειδικότητα αυτή μού έδωσε τη χαρά να προσφέρω ό,τι καλύτερο μπορεί να προσφέρει κανείς. Γι αυτό μπήκε πια στο DNA μου ότι τα προβλήματα υγείας είναι εκείνα που τσακίζουν κόκκαλα. Όλα τ’ άλλα ξεπερνιούνται. Οι γιατροί ας μην επαίρονται ότι είναι θεοί. Ας κάνουν το καθήκον τους, αφήνοντας το θαύμα της Φύσης να τους ακολουθεί…

Δούλεψα 35 χρόνια στο δημόσιο τομέα, πραγματοποίησα χιλιάδες εγχειρίσεις και θα δήλωνα, με κάθε επίγνωση αυτού που λέω, πως με πάρα πολλούς ασθενείς μου είμαι πια συγγενής εξ αίματος. Με το αίμα το δικό τους ζυμώθηκα… Έχω προσωπική, άρρηκτη φιλία με ανθρώπους που πέρασα δύσκολες στιγμές μαζί τους. Αγωνιούσα θα σωθούν ή δε θα σωθούν; Και σώθηκαν! Αντιλαμβάνεστε, λοιπόν, την προσφορά της ειδικότητάς μου όχι μόνο σε κείνους αλλά και σε μένα! Πολύτιμη προσφορά, αφού μπόρεσα να ζήσω τόσο δυνατές στιγμές μαζί τους!

Τίμησα με τον καλύτερο τρόπο το ρόλο του δημόσιου λειτουργού μέσα στο νοσοκομείο, έδωσα όσες μάχες χρειαζόταν και μπορούσα, μέσα και έξω από το χώρο του νοσοκομείου, για να κρατηθούμε όρθιοι. Τα κατάφερα; Αυτό θα το πουν οι άλλοι…

Κρατάτε στη μνήμη σας κάποιες δυνατές στιγμές, που παλέψατε σε σκληρό αγώνα με το θάνατο, που απειλούσε τους  ασθενείς σας;

Θα μπορούσα να συγκεντρώσω πάνω από είκοσι τέτοια περιστατικά, τα οποία και φυσικά δεν μπορώ να ξεχάσω.

Θυμάμαι, για παράδειγμα, το περιστατικό μιας ανακοπής στο χειρουργείο και, καθώς δεν μπορούσαν να επαναφέρουν τον ασθενή, άνοιξα το διάφραγμα, άρπαξα την καρδιά και άρχισα να  κάνω μαλάξεις. Το παιδί συνήλθε, έζησε και είναι παλικάρι τώρα. Το έχασα αυτό το παιδί, και θα ήθελα πολύ να το ξαναδώ.

Και πολλά, όπως σας είπα, ανάλογα περιστατικά, που δεν ξεχνιούνται. Και δεν είναι μόνο θέμα ικανότητας. Υπεισέρχεται και ο παράγοντας που προαναφέραμε. Δεν μπορεί σε μια λίμνη αίματος να σταματάς την αιμορραγία με μια ραφή, χωρίς να μιλάς και για κάτι παραπάνω, έξω από σένα…

Κι ενώ αντιμετωπίζαμε όλοι μας ακούραστα την αρρώστια και στη χειρότερη μορφή της το θάνατο, θέλω να το καταθέσω πως ποτέ δεν παραπονέθηκα για τους μισθούς μας. Ήμουν ευχαριστημένος μ’ αυτά που μου πρόσφερε η Χειρουργική, με τους μισθούς και τις εφημερίες που παίρναμε. Περιφρουρούσα την κλινική μου με κάθε τρόπο από το πολυσυζητημένο «φακελάκι». Μάλιστα, προκειμένου να αποφύγω τέτοιες κινήσεις από τη μεριά των ασθενών, είχα πάντα μαζί μου στο απογευματινό ιατρείο την προϊσταμένη.

Μετά το νοσοκομείο, από το οποίο συνταξιοδοτήθηκα, εξακολουθώ να δουλεύω. Λέω πως είμαι πολύ τυχερός, αφού είμαι γερός και μπορώ να το κάνω. Το δήλωσα πως όσο βλέπω, δεν τρέμουν τα χέρια μου και εγκεφαλικά είμαι καλά, θα δουλέψω.

Χαίρομαι που με τον Τάσο Κοτρώνη, τον αξιόλογο αυτό νέο χειρουργό με τον οποίο συνεργάζομαι, κάναμε βαριές επεμβάσεις στη Θεσσαλονίκη, μετά από επιλογή της ομάδας μας από  κλινικές, επεμβάσεις που πήγαν θαυμάσια. Αυτό είναι μια άλλη ικανοποίηση, να εξακολουθείς να μάχεσαι και να έχεις σημαντικές νίκες. Επαγγελματικά, λοιπόν, είμαι γεμάτος.

Κι εδώ θέλω να προσθέσω πως την ίδια πληρότητα νιώθω και οικογενειακά, μέσα από τη σχέση μου με τη γυναίκα μου και τα τέσσερα παιδιά μου,  επιστήμονες και τα τέσσερα, και προπαντός δυναμικά παιδιά. Για μένα, που στα παιδικά μου χρόνια στερήθηκα τη χαρά της οικογένειας, είναι ακόμη πιο σημαντική η έννοια και η αξία της.

Δουλέψατε στο Νοσοκομείο της Βέροιας, όπως είπατε και είναι σε όλους γνωστό, για πολλά χρόνια. Έχετε μια εικόνα της λειτουργίας του και της προσφοράς του στον τόπο. Πόσο διαφορετική εικόνα έχετε σήμερα για το Νοσοκομείο μας,  στα χρόνια που η Δημόσια Υγεία πλήττεται, όσο τίποτα άλλο, από την κρίση;

Τα νοσοκομεία σήμερα έχουν τεράστιες ελλείψεις, κυρίως σε στελεχιακό δυναμικό. Δεν αναφέρομαι μόνο στους γιατρούς αλλά και στο νοσηλευτικό προσωπικό, που υποφέρει κι εκείνο μαζί τους. Και φυσικά και οι υπόλοιποι εργαζόμενοι. Γιατί όλοι μαζί προσπαθούν να κρατήσουν όρθια τα νοσοκομεία.

Μ’ αυτές τις ελλείψεις όμως είναι αδύνατον το σύνολο αυτών των ανθρώπων να ανταποκριθεί σε σύγχρονες ανάγκες. Αν  το εξειδικεύσουμε τώρα στο δικό μας το νοσοκομείο, εδώ έγινε μία επέκταση. Έτσι, από πλευράς κτιριακών εγκαταστάσεων και χώρων το νοσοκομείο αποκτά πληρότητα. Μένει να δούμε πώς θα στελεχωθεί, με ποιες προοπτικές θα στελεχωθεί, ώστε να μπορεί να καλύψει τις ανάγκες του Νομού.

Να μη θεωρηθεί ότι η επέκταση δεν ήταν αναγκαία, επειδή στη συνέχεια δε μπόρεσε να γίνει η απαραίτητη στελέχωση. Δε νοείται νοσοκομείο χωρίς κρεβάτια στην εντατική. Είχαμε μόνο δύο κρεβάτια στη μονάδα εντατικής θεραπείας. Στην ουσία ήταν σα να μην υπήρχε. Δε νοούνται χειρουργεία, δε νοείται μονάδα νεφρού σ΄ αυτό το χάλι. Η κτιριακή επέκταση ήταν απόλυτα απαραίτητη. Σημειώστε ότι στα μη πανεπιστημιακά νοσοκομεία η αναλογία τετραγωνικών μέτρων κτίσματος ανά κρεβάτι πρέπει να είναι 60-70 τετραγωνικά. Πρέπει να υπάρχουν γύρω στα 16-17000 μέτρα. Τα μισά είχε το νοσοκομείο. Η επέκταση, λοιπόν , το ξαναλέω, ήταν απαραίτητη.

Ακούγονται πάρα πολλές απόψεις για το τι πρέπει να γίνει, καθώς, με την αδυναμία των συμπολιτών μας να προσφύγουν στον ιδιωτικό τομέα, τα νοσοκομεία δέχονται όλο και μεγαλύτερο φορτίο.

Βέβαια, το ΕΣΥ, το ’84 – ‘85, ήταν μια επανάσταση. Εγώ έζησα και τις δύο καταστάσεις. Πριν την εφαρμογή του ΕΣΥ, το Νοσοκομείο διέθετε 25 γιατρούς. Μέσα σε δύο χρόνια είχε 125 γιατρούς. Έγιναν άλματα, αλλά σε κάποιο σημείο της διαδρομής το Εθνικό Σύστημα Υγείας νόσησε βαριά. Οι δαπάνες της Υγείας διογκώθηκαν τόσο πολύ και ασφαλώς έγιναν τεράστιες καταχρήσεις. Να αναφέρει κανείς το φάρμακο; Δισεκατομμύρια παραπάνω απ’ αυτά που απαιτούνταν ξοδεύονταν. Υπήρξε αναμφισβήτητα διαπλοκή. Το σύνολο των γιατρών ήταν ταγμένο να παλεύει, κάποιοι όμως ενέδωσαν στη διαπλοκή.

Ας ξαναγυρίσουμε στο τι πρέπει να γίνει τώρα. Τώρα πρέπει να παλέψουμε όλοι μαζί. Ο αγώνας δεν είναι εύκολος, γιατί η χώρα μας είναι ρημαγμένη. Δε θα το παίξω ούτε συμπολίτευση ούτε αντιπολίτευση. Μ’ ενδιαφέρει μόνο ο χώρος της Υγείας ως οντότητα , η οποία είναι αναγκαίο να προσφέρει στο συμπολίτη μας αυτά που έχει ανάγκη.

Πώς μπορεί να γίνει πρακτικά αυτός ο αγώνας; Παράδειγμα οι αρμοδιότητες ανήκουν στο διοικητή του Νοσοκομείου. Δε δέχομαι όμως σε καμιά περίπτωση ότι οι τοπικοί άρχοντες, είτε με τη μορφή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είτε της Περιφέρειας, είναι αναρμόδιοι. Αλλοίμονο, αν ο πρώτος πολίτης του Νομού και ο πρώτος πολίτης του μεγαλύτερου Δήμου δεν είναι αρμόδιοι να πιέσουν για τα θέματα υγείας.

Πίεση αλλά και με καταγραφή της τεκμηριωμένης άποψης του τι ζητάμε. Άρα, όλοι μας είμαστε αρμόδιοι. Κι όταν πάμε στο νοσοκομείο να μην ρίχνουμε τις ευθύνες στη νοσηλεύτρια ή τον εργαζόμενο. Έχουμε όλοι μερτικό ευθύνης.

Κάτι ακόμη. Αποκέντρωση και συνεργασία των φορέων. Κάποια στιγμή δεν είχε χειρουργούς το νοσοκομείο. Τρεις είχε το ΙΚΑ επί της θητείας μου. Ζήτησα να ‘ρθει ένας και μου απάντησαν ότι είναι δύσκολο, γιατί ανήκουν σε άλλο υπουργείο. Κι εγώ ρωτάω αφελέστατα είναι άλλο υπουργείο, αλλά είναι και άλλη χώρα; Τόσο δύσκολο είναι τα δύο υπουργεία να συνεννοηθούν για να στείλουν έναν χειρουργό; Άρα υπάρχουν προβλήματα που μπορούν να λυθούν.

Επίσης λείπει η ενημέρωση. Υπάρχουν άξιοι άνθρωποι στο ΙΚΑ, στο σημερινό ΠΕΔΥ, όπως λέγεται. Δεν είναι όμως ενημερωμένοι οι άνθρωποι που ανήκουν στον ΟΓΑ ότι μπορούν να πάνε στο ΙΚΑ.

Ας περάσουμε και στη συνδικαλιστική σας δράση. Υπήρξατε συνδικαλιστής για πολλά χρόνια. Ποια είναι η εμπειρία σας από το συνδικαλισμό παλιότερα και ποια η άποψή σας για το σημερινό συνδικαλισμό; Ασκείται με τους ίδιους στόχους και με το ίδιο πάθος;

Ο συνδικαλισμός είναι αναγκαίος. Ξεκινώ τη συνδικαλιστική μου δράση από τότε που ήμουν ειδικευόμενος στο Γενικό Κρατικό της Αθήνας. Στη Δράμα ήμουν μέλος του Ιατρικού Συλλόγου. Ήμουν σε νοσοκομειακές επιτροπές, πρόεδρος σε μια εταιρεία που οργάνωνε επιστημονικές εκδηλώσεις και πολλές φορές με περιεχόμενο που ξέφευγε από τα όρια της Ιατρικής. Παράδειγμα οργανώσαμε μία εκδήλωση για τα πυρηνικά. Στην Πτολεμαΐδα οργανώσαμε το Μποδοσάκειο Νοσοκομείο. Ήμουν Διευθυντής της Χειρουργικής και καταφέραμε να μετατρέψουμε το Μποδοσάκειο από γιαπί σε νοσοκομείο. Τότε οι συνδικαλιστές της ΔΕΗ λέγανε για μένα πως δε θέλουν συνδικαλιστή αλλά επιστήμονα. Μέσα σε έξι μήνες το κλίμα μεταστράφηκε και αποδείχτηκε πως μπορεί να συνυπάρχουν και τα δύο.

Στη Βέροια χρημάτισα πρόεδρος της  Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Κεντρικής Μακεδονίας, εκλεγμένο μέλος στο ΔΣ του Νοσοκομείου για εφτά χρόνια, χωρίς κομματική πατρότητα. Ήμουν εκπρόσωπος στην Πανελλήνια Ομοσπονδία Νοσοκομειακών Γιατρών, όπου, αντιλαμβανόμενος ότι λείπει ο νέος κόσμος είπα: «Εμείς στην επαρχία θεωρούμε ότι κουβαλάμε στην πλάτη μας ένα μερτικό για την κατάντια της Υγείας. Εσείς, εδώ, σαν Συμβούλιο στην Αθήνα που έχετε το μεγαλύτερο μερτικό ευθύνης, συναισθάνεστε ότι έχετε μεγαλύτερη ευθύνη από μας; Δεν αντιλαμβάνεστε την απουσία του νέου κόσμου εδώ μέσα;» Κι από τότε δεν ξαναπήγα. Δεν πήγα, γιατί αντιλήφθηκα ότι είχε αρχίσει να ξεφτίζει ο συνδικαλισμός.

Και όχι μόνο έχει ξεφτίσει στις μέρες μας, αλλά πέρασε και σε μια άλλη φάση, όπου ο καθένας χρησιμοποιεί το συνδικαλισμό μόνο για την προσωπική του ανέλιξη.

Άρχισε να ξεφτίζει, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε πόλο εξουσίας το συνδικαλισμό. Έκανε μεγάλο λάθος. Ο συνδικαλισμός είναι απαραίτητος και έχει τη δικιά του θέση. Ο σπόρος της εκτροπής του από τον πραγματικό του ρόλο έπεσε τότε.

Και βέβαια το αποτέλεσμα είναι η νέα γενιά να τα βλέπει όλα αυτά και να αποστασιοποιείται ή να προσχωρεί σ’ αυτόν για προσωπικό όφελος. Αναρρίχηση ή προσωπική προβολή.

Για δέκα ολόκληρα χρόνια εκλέγεστε στο Δήμο της Βέροιας σε θέσεις ευθύνης με τελευταία τη θέση του Προέδρου του Δημοτικού Συμβουλίου. Τι πιστεύετε για την Τοπική Αυτοδιοίκηση; Ποιον ρόλο τής επιτρέπουν να παίζει και ποιον ρόλο θα έπρεπε να παίζει στη ζωή του πολίτη;

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ένας φορέας που θα μπορούσε να είναι ένας μοχλός ανάπτυξης, εφόσον το επιθυμούσε και η Κεντρική Εξουσία. Δεκαετίες τώρα όλοι μιλάμε για αποκέντρωση. Η ΤΑ είναι ο φορέας μέσα από τον οποίο μπορεί να γίνει η αποκέντρωση. Αλλά φαίνεται ότι η Κεντρική Εξουσία δε θέλει να αφήσει τα ηνία, θέλει να ελέγχει ακόμη και τις πιο αστείες μορφές εξουσίας, παραχωρεί μόνο διαχειριστικές αρμοδιότητες στους Δήμους.  

Η ΤΑ θα μπορούσε να είναι μια τοπική κυβέρνηση, η οποία βρίσκεται κοντά στον πολίτη, ελέγχεται πιο εύκολα,  εξυπηρετεί πιο εύκολα, δίνει πιο εύκολα λύσεις στα προβλήματά του.

Η ΤΑ όμως κουβαλά και πολλές παθογένειες. Μια απ’ αυτές τις παθογένειες είναι αυτό το οποίο έχω πει κατά κόρον, γιατί για μένα αυτό ήταν ένα ζητούμενο, όταν ασκούσα τα καθήκοντα του Προέδρου του ΔΣ της Βέροιας. Να αποκτήσει ο κάθε Δήμος ένα ΔΣ που να ενδιαφέρεται, όχι φραστικά αλλά ουσιαστικά, για τα προβλήματα της πόλης.

Ας υποθέσουμε ότι είμαι στην Αντιπολίτευση. Θα κατέβαζα συνεχώς προτάσεις για λύση των προβλημάτων της πόλης. Η Αντιπολίτευση δεν κατεβάζει προτάσεις, είναι ταμπουρωμένη στο χαράκωμά της, όπως ταμπουρωμένη είναι και η Συμπολίτευση.

Δηλαδή δε θα μπορούσε και δε θα έπρεπε να συναντιέται η Συμπολίτευση με την Αντιπολίτευση, τουλάχιστον σε ηγετικό επίπεδο, για να συζητήσουν τα προβλήματα;

Στο τέλος του ’16 αποφασίσατε να παραιτηθείτε από τη θέση του Προέδρου του ΔΣ στην οποία και τελικά παραμείνατε. Ποιοι λόγοι σας οδήγησαν στην αρχική και ποιοι στην τελική απόφαση;

Αμφισβητήθηκε ο τρόπος λειτουργίας μου ως Προέδρου από μερικούς δημοτικούς συμβούλους της Συμπολίτευσης, οι οποίοι θεώρησαν ότι έπρεπε με τη στάση μου να στηρίζω στις συνεδριάσεις περισσότερο τη Συμπολίτευση.

Θέλησα να παραιτηθώ από ευθιξία, γιατί θεωρώ ότι ένας Πρόεδρος ΔΣ είναι Πρόεδρος όλων και όχι μόνο της δημοτικής παράταξης στην οποία ανήκει. Ζήτησα από το Δήμαρχο μια διαδικασία επανεκλογής για νομιμοποίηση, αλλά ο Δήμαρχος αρνήθηκε επίμονα την παραίτηση.

Δεν παντρεύτηκα την καρέκλα για να κάθομαι εκεί, όταν δε με δέχονται. Όταν δεν προσδοκάς κανένα άλλο όφελος παρά μόνο την αποδοχή, τότε οφείλεις να την επιζητείς  αυτήν την αποδοχή. Αυτό έκανα. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.

Όσοι παρακολουθούσαν τις συνεδριάσεις του ΔΣ έβλεπαν έναν Πρόεδρο μαχητικό, γνώστη της ΤΑ, ανθρώπινο, εκρηκτικό πολλές φορές στις αντιδράσεις του, αλλά πάντα δίκαιο, κρατώντας ίσες αποστάσεις απέναντι σε όλους. Θεωρείτε πως έχουμε ένα τέτοιο έλλειμμα στον  τρόπο  συμπεριφοράς των πολιτικών προσώπων στις μέρες μας;

Δυστυχώς υπάρχει έλλειμμα και είναι ζητούμενο, όχι μόνο σ’ ένα Δημοτικό Συμβούλιο αλλά σ’ όλες της μορφές άσκησης της πολιτικής. Οι ίσες αποστάσεις ή σωστότερα η ισονομία είναι απαραίτητη. Η πίστη μου στο σεβασμό των δικαιωμάτων του άλλου είναι για μένα η ίδια η έννοια της Δημοκρατίας. Άλλωστε αποδεικνύεται καθημερινά πως έχουμε έλλειμμα Δημοκρατίας.

Το αν μπορούμε να βιώσουμε ή όχι  την έννοια της Δημοκρατίας φαίνεται και στις πιο καθημερινές εκδηλώσεις μας, ακόμη και στη συμπεριφορά μας μέσα στο σπίτι μας.

Εδώ θα πρέπει να προσθέσω ότι πάντα θεωρούσα τη συμμετοχή στην ΤΑ κοινωνική προσφορά και γι αυτό σε προηγούμενη θητεία, με πρόταση δική μου, για μια διετία δεν πληρωνόταν οι αντιδήμαρχοι. Αυτό το τηρώ με θρησκευτική ευλάβεια πάντα για το άτομό μου. Στα δέκα χρόνια θητείας στην ΤΑ, όπου κι αν συμμετείχα, δε θέλησα να έχω σχέση οικονομική.  Ακόμη κι όταν πληρώθηκα αναγκαστικά, τα χρήματα τα πρόσφερα για διάφορους σκοπούς. Για μένα είναι θέμα αρχής.

Πώς βλέπετε την εικόνα της σημερινής Ελλάδας, των οικονομικών αδιεξόδων  και της πολιτιστικής και ηθικής παρακμής; Ελπίζετε; Κι αν ναι, πού εστιάζετε τις ελπίδες σας;

Η ελπίδα είναι ο Πολιτισμός. Ο Πολιτισμός με την ευρύτερη έννοια της Παιδείας. Γιατί διευρύνει τους ορίζοντες και ενισχύει τη δυνατότητα να αντιλαμβάνεται κανείς καλύτερα τα προβλήματα.

Αυτά όμως δυστυχώς κερδίζονται μακροπρόθεσμα και ο κόσμος ζητά άμεσες λύσεις. Υπάρχουν;

Όταν  περνάς δια πυρός και σιδήρου, όπως εγώ, πάντα αφήνεις ένα παραθυράκι ελπίδας. Έμαθα να ελπίζω.

Αυτήν τη στιγμή, δυστυχώς, δε φαίνεται φως στην άκρη του τούνελ. Θα  πρέπει ίσως λίγο να σταθούμε στη διεθνοποίηση που πάνε να εφαρμόσουν στα Βαλκάνια. Η διεθνοποίηση, κρατώντας τα χαρακτηριστικά κάθε λαού δεν είναι κακή. Όταν όμως γίνεται ομογενοποίηση, όταν δεν ξεχωρίζει ο καθένας από τον άλλο, τότε οδηγούμαστε σε μία καταστροφή.

Δεν πρέπει να υποχωρήσουμε γενικά στα υποπροϊόντα του πολιτισμού. Δεν πρέπει να υποχωρήσουμε στα survivor. Πρέπει να αντισταθούμε ο καθένας ξεχωριστά και όλοι μαζί.

Χρειάζονται συμμαχίες, μ’ έναν κοινό στόχο και συνειδητοποίηση των προβλημάτων και των αιτίων που τα προκαλούν.  Αν δεν εγκαταλείψουν οι διάφοροι φίλαρχοι τη διάθεσή τους να είναι αρχηγοί, και δεν προσχωρήσουν σε μία κοινή προσπάθεια, με τη μορφή εθνικής συνεννόησης, όχι στους τύπους αλλά στην ουσία, με ενιαίο πρόγραμμα και προσανατολισμό, τότε όλος ο λαός πρέπει να κατέβει και να ψηφίσει λευκό 100%, για να καταλάβουν ότι επιτέλους διαφωνούμε όλοι με τον τρόπο που ασκείται η εξουσία. Δε θέλουμε πολιτικούς που σκέφτονται μόνο την καρέκλα τους. Το πολιτικό σκηνικό είναι πραγματικά τραγικό.

Και κλείνοντας, έστω κι αν κινούμαστε στη σφαίρα της ουτοπίας, ποια χώρα και ποια πόλη, ποια Βέροια, οραματίζεστε;

Είμαστε εγκλωβισμένοι σε ιδεοληψίες του παρελθόντος. Θα έπρεπε κατά τη γνώμη μου να προχωρήσουμε σε συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα. Μ’ ένα κράτος όμως που θα μπορούσε να ελέγξει  τους ιδιώτες στη συνεργασία αυτή, όχι όπως συνέβη με τα διόδια. Το κράτος οφείλει να επανιδρυθεί. Να γίνει ένα κράτος αντιγραφειοκρατικό, ένα κράτος αξιοκρατικό, ένα κράτος κατά της διαφθοράς.

Μ’ αυτήν τη λογική, λοιπόν, θα ονειρευόμουν μια Βέροια, όπου η Τοπική Αυτοδιοίκηση θα ήταν μια τοπική κυβέρνηση,  με φροντίδα για τον πρωτογενή τομέα, για τη γεωργία, για την κτηνοτροφία… Και πάλι με τη συνεργασία ιδιωτικού και δημόσιου τομέα θα μπορούσαν να γίνουν κι εδώ πολλά.

Έχουμε ένα καταπληκτικό τοπίο, αυτό του Αλιάκμονα. Αν το συνδυάζαμε με τη Βεργίνα, κάνοντας έναν σχεδιασμό, θα ήταν μια άλλη εικόνα της πόλης και της περιοχής γενικότερα. Και πάλι με τη συμμετοχή ιδιωτών αλλά ελεγχόμενων, όπως είπα.

Όμως μια τέτοια Βέροια δεν μπορεί να είναι μια νησίδα σ’ ένα κράτος διεφθαρμένο, αν δεν ξεκινήσει η επανίδρυση και η αποκέντρωση.

Μήπως όμως όλα αυτά είναι όνειρα όχι «θερινής νυκτός» αλλά… εαρινής;

banner-article

Ροη ειδήσεων