Γράμματα & Τέχνες Λογοτεχνία

Αρετή Γκανίδου “Χαράζει ο άλλος μου εαυτός” – Μια οδυνηρή απόπειρα αυτοπροσδιορισμού

Δήμητρα Σμυρνή

Μονάχα να πιστέψω θέλω
στις πυγολαμπίδες

Το ποίημα είναι ένα σώμα που γεννιέται με πολλή οδύνη από μια μήτρα παράξενη, όπου κατοικούν το χθες, το σήμερα και το αύριο του κόσμου.

Κι ο ποιητής άλλοτε γίνεται ξαφνιασμένος παρατηρητής αυτής της μαγικής γέννας, όταν η έμπνευση την οδηγεί, κι άλλοτε γίνεται εργάτης, που σκάβει βαθιά μέσα του, χωρίς να μπορεί να πιάσει άστρο

Σκάψε με λύσσα μέσα σου
ώσπου να πιάσεις άστροimage17

Η ποίηση της Αρετής Γκανίδου, που παίρνει τη μορφή 35 ποιημάτων στη δεύτερη ποιητική της συλλογή με τίτλο «Χαράζει ο άλλος μου εαυτός», Εκδόσεις Μελάνι, Δεκέμβριος του 2015, έχει μια απόσταση τεσσάρων χρόνων από την πρώτη της με τίτλο «Ορυκτό Φως» του 2011,που διακρίθηκε με την τοποθέτησή της στη λίστα των καλύτερων πρωτοεμφανιζόμενων ποιητών του περιοδικού « Διαβάζω».

Το «τώρα» της ποιήτριας είναι απότοκο ενός κόσμου τρομακτικού, που τον βιώνει έντονα τα τελευταία χρόνια και τον μετατρέπει σε λέξεις, που πονάνε την ίδια και τον αναγνώστη. Όμως δε βοηθάνε οι παρηγοριές, όταν το ξέρουμε πως όλοι πια εξασκηθήκαμε στην ήττα. Απλά εμείς μόνο το ξέρουμε, εκείνη το κάνει ποίηση.

Για άλλη μια φορά στην ήττα εξασκούμαι
Στο μεταλλείο της τα λόγια μου οξειδώνονται
-ενώ τα επαργύρωνε ως τώρα-   

Η Γκανίδου ωριμάζοντας ηλικιακά και ποιητικά θέτει εαυτόν απέναντι στον κόσμο κι αναρωτιέται πού το σκοτάδι και πού το φως, πού ο άνθρωπος και πού το τέρας που κρύβει μέσα του, πού η ομορφιά και πού η ασχήμια…

Κι όμως μπορεί και παντρεύει όλες αυτές τις αντιθέσει στην ποίησή της, μέσα από μια δική της θέαση του κόσμου, που δεν παύει να είναι πάντα «αυτός ο κόσμος ο μικρός ο μέγας».

Πολίτης αυτού του κόσμου, ξεκινά από τον τόπο της, τον κάμπο της Ημαθίας, οχυρό της ευαισθησίας της, και μεταπλάθει ποιητικά τα γεγονότα και τις ειδήσεις τους, που πάντα ρίχνουν τη μάσκα του Πολιτισμού, αποκαλύπτοντας την ασημαντότητα ενός κόσμου, που μεγαλύνεται από τη μια μέσα στην τεχνολογική του έκρηξη –ο κόσμος των review και forward και pause-  κι από την άλλη δέχεται σαν κάτι απόλυτα φυσικό την αδικία και τον ανθρώπινο εξευτελισμό

Ωστόσο σε ξαναρωτώburne Jones night 1870
Εκείνος στη Σταδίου
Δες στα δόντια του την παγωμένη νύχτα θρυμματίζει
κι αργοκυλούν τα θρύψαλα ερπύστριες
στον ύπνο του δικαίου

Μέσα σ’ αυτό το κλίμα το καταγγελτικό, όπου ούτε ο ίδιος ο εαυτός της απαλλάσσεται από τις ενοχές του

Λύθηκαν τα σκυλιά
Πεινάνε και γαβγίζουν
Οι ενοχές επίσης

οχυρώνεται πότε πίσω από την ομορφιά του τόπου της, που τη γαληνεύει, και πότε αφήνεται στη δίνη ενός κόσμου άδικου και ισοπεδωτικού, που την εκμηδενίζει με την απανθρωπιά του.

Παίρνοντας εμφανώς τη θέση της γυναίκας, που γι αυτήν είναι η πιο αδικημένη στον κόσμο μας

Το νόημα είναι ρούχο αντρικό
Μην το φοράς
Είναι κάποιου κενταύρου εκδίκηση

ταξιδεύει με τις ειδήσεις των εφημερίδων από το Μεξικό μέχρι την Ινδία κι από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Πακιστάν και τη Μαλαισία, αλλά και Νιγηρία και Βρυξέλλες, Θεσσαλονίκη και Αθήνα…

Περπατά ξυπόλυτη μέσα  στη λάσπη και τη βροχή του κόσμου, για να ντύσει τη γυμνή γυναίκα με το φόρεμα που έπλεξαν οι λέξεις της, για να μην κρυώνει στην παγωνιά της αδιαφορίας…

Πακιστάν… κοπέλας που λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου από την οικογένειά της είχε…  29/ 5/ 2014

Ματόφυλλα ταμπλαδωτά βαριά
Όταν ανοίγουν
πέφτει άλλο φως στο Βέρμιο
και στον κάμπο
χαράζει ο άλλος μου εαυτός

Μεξικόσειρά δολοφονιών με πρώτες τη 13χρονη Άλμα και…1664999_orig

Άλμα
δεν ξέρω ισπανικά
Πάψε να μου μιλάς

……………………………………………..
Δεκατριών χρονών κορίτσι
φαρσί την έμαθες τη γλώσσα των νεκρών

Ένας κόσμος που σαπίζει, παλιός κάδος σκουπιδιών…

Φαγώθηκα απ’ τη διάβρωση
Απ’ τα οξέα
που χρόνια κάνουν τη δουλειά τους στα τοιχώματα

Κι η ποιήτρια έχει το αντίδοτο στη σήψη, είναι η ποίηση και η ομορφιά της.

Αναζητώντας το αληθινό της πρόσωπο, πέρα από το εγώ, στο εμείς και στο αυτοί, νιώθοντας πολλές φορές να «αίρει τας αμαρτίας του κόσμου» αναίτια αλλά βασανιστικά, βρίσκει καταφύγιο στην ποίηση, που το φως της ζωγραφίζει με όλα τα χρώματα την ελπίδα μιας άνοιξης.

Το Φως αράδιασε τα όπλα του01-1-β1
Τράβηξε μια δαχτυλιά αστραφτερό λευκό
μες στο χωράφι
Πίσω στρατιές μεικτές τα μπλε και πράσινα
απ’ όλες τις φυλές τους
Καμπούριαζαν ανάμεσά τους λίγα καφετιά
λικνίζονταν δυο τρία χρυσοκόκκινα

Η ποίηση της Γκανίδου δεν έχει την πρόθεση να εντυπωσιάσει. Είναι μια ποίηση που δε φωνάζει αλλά υποβάλλει. Συνομιλεί με τον αναγνώστη, κάνοντάς τον κοινωνό της αγωνίας της, χωρίς όμως να τον καθιστά υπεύθυνο γι αυτήν. Τον αφήνει να πάρει τις αποστάσεις του, χωρίς όμως να απομακρυνθεί.

Όπλα της η πλήρης κατοχή της λέξης σ’ όλη της τη δύναμη, η αύρα των ποιητών που αγάπησε και που τους βλέπεις μέσα στους στίχους της απόλυτα αφομοιωμένους, τα εκφραστικά της μέσα όχι εξεζητημένα, αντίθετα  απόλυτα εύστοχα μέσα στην απλότητά τους και προπαντός η μοναδική εκείνη αίσθηση της πληρότητας, που μόνο η ποίηση δίνει στον αναγνώστη της, όταν ο τεχνίτης ποιητής έχει τη δύναμη να κάνει τη λέξη νόημα και το νόημα λέξη, μια και μόνο λέξη.

Δικαιούται, λοιπόν, να ζητά από το ποίημα, που η ποίηση της οδυνηρά γέννησε, να πάρει τη θέση του.23-0

Στάσου λοιπόν ορθό
Με πρόσωπο σημαδεμένο
έστω
Στάσου  ορθό Ποίημα με αστασία
Άσε για λίγο τα ακατάδεχτα αδέλφια σου
Κοίτα κατάματα τον εαυτό σου
στον καθρέφτη
Ας είναι τόσο ραγισμένος

«Έστω, ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου» που θα έλεγε κι ο Μανώλης Αναγνωστάκης…  Κι η ποίηση της Αρετής Γκανίδου είναι μια εύρωστη ποίηση σ΄ έναν ανάπηρο κόσμο. Και γι αυτό πολύτιμη.

 

 

banner-article

Ροη ειδήσεων