Απόψεις

“Το «υποκείμενο νόσημα» των Ελλήνων” γράφει ο Ηλίας Γιαννακόπουλος

«Ψυχή μου! τι λιακάδα! τι ουρανός! τι φύσις! / αχνίζει εμπροστά μας ο καϊμακλής καφές, / κι εγώ κατεμπνευσμένος για όλα φέρνω κρίσεις, / και μόνος μου τις βρίσκω μεγάλες κι σοφές» («Ο Ρωμηός», Γ. Σουρής).

Ηλίας Γιαννακόπουλος

Η ενημέρωση για τον κορωνοϊό εμπλούτισε το λεξιλόγιό μας με όρους σχετικούς με την πανδημία και την ιατρική. Οι ειδικοί τόνιζαν με έμφαση πως τα άτομα με υποκείμενο νόσημα κινδύνευαν περισσότερο από τον covid-19. Έτσι ο όρος «υποκείμενο νόσημα» κυριάρχησε στην προσπάθεια κάποιων – ειδικών και μη – να αιτιολογήσουν τον θάνατο κάποιων ασθενών συνανθρώπων μας.

Ο όρος, όμως, «υποκείμενο νόσημα» άρχισε να χρησιμοποιείται κατά κόρον και σε άλλες περιπτώσεις, όταν κάποιος προσπαθούσε να ανιχνεύσει το ευρύτερο πεδίο αιτιολόγησης ενός φαινομένου (κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού, ιδεολογικού…). Έτσι λίγο – πολύ όλοι γίναμε χρήστες του όρου στη μεταφορική του σημασία.

Η Ελληνική κακοδαιμονία

Δεν είναι λίγοι εκείνοι – επιστήμονες, εθνολόγοι, ψυχολόγοι, πολιτικοί… – που στην προσπάθειά τους να αιτιολογήσουν την πορεία ενός κράτους ή λαού καταφεύγουν στη χρήση του όρου «υποκείμενο νόσημα»… Ειδικότερα για τη χαρτογράφηση της ελληνικής αδυναμίας (ως λαού ή κράτους) να πετύχει θετικούς δείκτες ανάπτυξης και προόδου – σε όλα τα επίπεδα – οι μελετητές καταφεύγουν στην επισήμανση εκείνων των ελαττωμάτων που λειτουργούν ως «υποκείμενα νοσήματα».

Είναι, δηλαδή, αυτά τα γνωρίσματα – ελαττώματα που λειτουργούν ως αφανή υπόγεια ρεύματα και διαμορφώνουν καταλυτικά την ιδιοσυγκρασία και νοοτροπία των Ελλήνων. Όσο κι αν οι δύο τελευταίοι όροι δεν συμπίπτουν σημασιολογικά, ωστόσο βρίσκονται σε μία σχέση αλληλεπίδρασης. Βέβαια θα συνιστούσε μεθοδολογικό ολίσθημα, αν εκλαμβάναμε την ιδιοσυγκρασία και τη νοοτροπία των Ελλήνων – και ιδιαίτερα των νεοελλήνων – ως στοιχείων που διαχρονικά ενυπάρχουν στον γενετικό τους κώδικα.

Ωστόσο, η παραπάνω μεθοδολογική αυθαιρεσία δεν μάς εμποδίζει να καταγράψουμε εκείνα τα ελαττώματα του λαού μας που ως «υποκείμενα νοσήματα» προσδιορίζουν και ερμηνεύουν την Ελληνική κακοδαιμονία. Μία κακοδαιμονία που εμποδίζει την νεοελληνική κοινωνία να ανταποκριθεί στις πολυποίκιλες προκλήσεις και απαιτήσεις της σύγχρονης παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας.

Όσο κι αν μία καταγραφή των ελαττωμάτων ενέχει το στοιχείο της υποκειμενικότητας και τον κίνδυνο γενίκευσης, ωστόσο είναι αναγκαία για την επίτευξη της εθνικής αυτογνωσίας και την αποφυγή λαθών του παρελθόντος. Εξάλλου την ανάγκη αυτής της καταγραφής την αναδεικνύει και η γνωστή φράση:

«Δεν είμαστε λαός κύριοι…».

Τα «υποκείμενα νοσήματα»

α. Η αρχομανία: Ίσως το πιο αναγνωρισμένο από τα ιστορικά δεδομένα ελαττώματα των Ελλήνων. Ένας διάχυτος εγωκεντρισμός χαρακτηρίζει τον Έλληνα που αισθητοποιείται σε όλες τις εκδηλώσεις της προσωπικής και κοινωνικής του ζωής. Αυτό δυσκολεύει τη συνεργασία και πολλές φορές οδήγησε σε διχόνοιες και εμφύλιες διαμάχες.

«Η Διχόνοια που βαστάει / Ένα σκήπτρο η δολερή∙ / Καθενός χαμογελάει, / Πάρ’ το λέγοντας, και συ».

Εξάλλου η αρχομανία αποτελεί και την κυρίαρχη αιτία της διαμάχης – ρήξης μεταξύ του Αγαμέμνονα και Αχιλλέα, όπως καταγράφεται και στο προοίμιο της Ιλιάδας: «Μῆνιν ἄειδε, θεά, Πηληϊάδεω Ἀχιλῆος / … ἐξ οὗ δὴ τὰ πρῶτα διαστήτην ἐρίσαντε / Ἀτρεΐδης τε ἄναξ ἀνδρῶν καὶ δῖος Ἀχιλλεύς». Το ελάττωμα της αρχομανίας το απέδωσε με γλαφυρότητα η παροιμία:

«Πέντε Έλληνες, έξι αρχηγοί»

 β. Ο εθνοκεντρισμός: Οι Έλληνες είναι προσδεδεμένοι στο «ένδοξο» παρελθόν και διακατέχονται από μία ναρκισσιστική αντίληψη σχετικά με την υπεροχή του έθνους τους έναντι των άλλων. Αυτή η αντίληψη τούς οδηγεί σε μία λανθασμένη στάση και τρέφει μία νοοτροπία σχετικά με την «υποχρέωση» των άλλων κρατών νά μας βοηθούν. Πιστεύουμε πως έχουμε το δίκαιο με το μέρος μας και όταν αυτό δεν αναγνωρίζεται προβαίνουμε σε συνεχείς εκκλήσεις και «παρακλήσεις» προς τον ξένο παράγοντα για βοήθεια.

Θεωρούμε, δηλαδή, δεδομένο ότι κι οι άλλοι λαοί αναγνωρίζουν την ιστορική μοναδικότητά μας. Πιστεύουμε ότι και μόνο η επίκληση του λαμπρού παρελθόντος (Αριστοτέλης, Αισχύλος, Λεωνίδας…) θα ευαισθητοποιήσει τους ξένους και θα προστρέξουν προς υπεράσπιση των εθνικών μας δικαίων. Όλα αυτά αδυνατίζουν την κρίση μας και τη γνώση της σκληρής πραγματικότητας που διέπει τις διεθνείς σχέσεις: «Μεταξύ των ανθρώπων υπάρχει φιλία. Μεταξύ των κρατών υπάρχουν μόνο συμφέροντα» (Χόχουτ).

γ. Η αδυναμία αξιοποίησης των υγιών και δημιουργικών δυνάμεων: Η Ελλάδα υφίσταται μία αιμορραγία ανθρώπων – και ιδιαίτερα νέων σε ηλικία – με πολλά προσόντα και δεξιότητες. Είναι κοινό μυστικό πως στο εξωτερικό οι Έλληνες «διαπρέπουν», ενώ στη χώρα τους βρίσκονται στα αζήτητα. Μία σειρά από αίτια, όπως έλλειψη οργάνωσης, συντονισμού και μακροχρόνιου προγραμματισμού, αναγκάζει προσοντούχα άτομα να «μεταναστεύσουν». Κυριαρχεί η λογική του «βλέποντας και κάνοντας» και η νοοτροπία του «ο καθένας είναι ελεύθερος να βρει μόνος του το δρόμο». Και όταν κάποιοι θέλησαν ή προσκλήθηκαν να προσφέρουν στην «πατρίδα» γρήγορα απογοητεύθηκαν ή αποπέμφθηκαν ως «ακατάλληλοι».

Η αντιφατικότητα

Στον κατάλογο των ελαττωμάτων – «υποκείμενων νοσημάτων» θα μπορούσαν να προστεθούν κι άλλα όπως: Η ευκολία με την οποία ως άτομα και λαός ενοχοποιούμε τον «ξένο» παράγοντα για τις εθνικές μας ήττες, η ελλιπής γνώση της Ιστορίας, η αδιαφορία για τη γλώσσα μας, η αδυναμία – απροθυμία για συνεννόηση και διάλογο (σε όλα τα επίπεδα). Ο Σεφέρης χαρακτήρισε την Ελλάδα ως «χώρα των παράλληλων μονολόγων».

Παρενέργεια της αδυναμίας για διάλογο είναι και η ακατάσχετη «πολιτικολογία» που συνοδεύεται από επιφανειακές αναλύσεις και εστίαση στα πρόσωπα και όχι στις βαθύτερες δομές της κοινωνίας και της πολιτικής μας. Αποτέλεσμα όλων αυτών να καθίσταται ο Νεοέλληνας θύμα του λαϊκισμού και της φθηνής προπαγάνδας που στοχεύει στην «κατασκευή υπηκόων».  Ο πολιτικός ορθολογισμός απουσιάζει, ενώ αντίθετα κυριαρχεί ο κομματικός συναισθηματισμός.

Κατεξοχήν, όμως, εκείνο που χαρακτηρίζει αρνητικά τους Νεοέλληνες είναι η αντιφατικότητά τους. Με ευκολία καταγγέλλουν τη διαφθορά και το «μέσο» ενώ την ίδια στιγμή οι ίδιοι είναι πρωταγωνιστές πιέσεων για μία μετάθεση σε προνομιακή θέση. Καταγγέλλουν τη φοροδιαφυγή τη στιγμή που ζουν με τα «μαύρα». Στο όνομα της υπεράσπισης κάποιου κλαδικού δικαιώματος κλείνουν δρόμους εμποδίζοντας τους άλλους να εργαστούν. Διαμαρτύρονται για την αλλαγή ενός νόμου, ενώ πριν από χρόνια διαδήλωναν εναντίον αυτού του νόμου. Μέμφονται τους πολιτικούς για το επίπεδο της πολιτικής ζωής, αλλά στις εκλογές τους ψηφίζουν με πάθος…

Ο Κέλλυ για τους Έλληνες

Την αντιφατικότητα των Ελλήνων, ως το μείζον «υποκείμενο νόσημα» την περιγράφει με το γνωστό του ύφος ο Γιώργος Σουρής: «Ποιος είδε κράτος λιγοστό / σ’ όλη τη γη μοναδικό / εκατό να εξοδεύει / και πενήντα να μαζεύει; / …Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς / σαν πιάσει πόστο, δερβέναγας».

Με περισσή, όμως, παραστατικότητα απέδωσε το  διπλό πρόσωπο των Ελλήνων ο Αμερικανός δικαστής Κέλλυ που έλαβε μέρος σ’ έναν παγκόσμιο διαγωνισμό να περιγραφεί με τίτλο «Ένας λαός». Σχετικά γράφει:

ΧΡΗΣΙΜΑ ΑΡΘΡΑ

  1. «Σολωμός: Διαχρονικές αλήθειες για τους «προστάτες και τη διχόνοια», Ηλίας Γιαννακόπουλος, Διαδίκτυο.
  2. «Εμφύλιον πάθος: Η Ελλάς εν καμίνω», Ηλίας Γιαννακόπουλος, Διαδίκτυο.

————————————-

ΙΔΕΟπολις

https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com

banner-article

Ροη ειδήσεων