Απόψεις Ιστορία

Γιώργης Έξαρχος: Βλαχολογικοί ίαμβοι και ανάπαιστοι…8 / “τους γαρ το παλαιόν Έλληνας, ους Αχιλλεύς ήγε, Μεγαλοβλαχίτας καλών επεφέρετο”

——–

ΓΙΩΡΓΗΣ Σ. ΕΞΑΡΧΟΣ – ΒΛΑΧΟΛΟΓΙΚΟΙ ΙΑΜΒΟΙ ΚΑΙ ΑΝΑΠΑΙΣΤΟΙ … 8

«τους κατά τον Αίμον βαρβάρους, οι Μυσοί μεν ωνομάζοντο πρότερον, Βλάχοι δε νυν και Βούλγαροι»·

«τους γαρ το παλαιόν Έλληνας, ους Αχιλλεύς ήγε, Μεγαλοβλαχίτας καλών επεφέρετο»·

[ΠΗΓΩΝ ΣΥΝΕΧΕΙΑ]

  • «…εστί και η Θεσσαλία, και το όρος το χεινώδες το καλούμενον Αίμος φαίνεται εν αυταίς. Υπεράνω δε τήσδε της Μακεδονίας εστίν η μεγάλη γη των Αιτωλών, επί την εξοχήν του όρους της Ιταλίας, ο κείται προς νότον. διά μέσου δε τούτου του όρους ο Αχελώϊος ο ποταμός συστρεφόμενος, διασύρεται διαμέσον των Εχινάδων νησών.» (Νικηφόρος Βλεμμύδης).

  • «…στην επισκοπή των Κουμάνων υπάρχουν διάφοροι λαοί με το όνομα Βλάχοι (Walati/Walathi), οι οποίοι κι αυτοί συμπεριλαμβάνονται στους Χριστιανούς, αλλ’ ακολουθούν διαφορετικά τυπικά και ήθη στην πίστη τους, και κάνουν πράγματα που είναι αντίθετα προς τη θρησκεία μας. Επειδή αυτοί περιφρονούν την Εκκλησία της Ρώμης, εκτελούν όλα τα εκκλησιαστικά μυστήρια, όχι στον αξιοσέβαστο αδελφό μας . . . ο επίσκοπος των Κουμάνων, που είναι ο υπεύθυνος εκείνης της επαρχίας, η οποία όμως ελέγχεται από κάποιους ψευδοεπισκόπους, που ακολουθούν το τυπικό των Γραικών [είναι Ορθόδοξοι]…» (Επιστολή Πάπα προς βασιλιά Ουγγαρίας, 14 Νοεμβρίου 1234).

  • «Blackis, qui ipsorum fuere Pastores et coloni, remanentibus sponte in Pannonia» – «Οι Βλάχοι, που ήταν Ποιμένες και άποικοι, ζούσαν ελεύθερα στην Παννονία». (Το έτος 1285)

Η ΠΕΛΑΣΓΙΚΗ ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΑΡΜΑΝΩΝ-ΒΛΑΧΩΝ

ΚΑΙ Η ΨΕΥΔΩΣ ΔΙΑΚΗΡΥΣΣΟΜΕΝΗ «ΛΑΤΙΝΟΦΩΝΙΑ» ΤΟΥΣ

Συνεχίζω με τις «αποκαλύψεις» των όσων οι πρωτογενείς πηγές αναφέρουν, με την επισήμανση ότι οι «βλαχολόγοι» και οι «ιστορικοί» αρκούνται μόνο σε εκείνες τις πηγές πάνω στις οποίες στηρίζουν την… ερμηνεία τους, για την υποστήριξη του ισχυρισμού και του δόγματός τους περί λατινοφωνίας των Βλάχων, παρ’ όλο που η μελέτη όλων των πηγών (εκατοντάδων πηγών) οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα… 

  • Μαρτυρία του Γεωργίου Κωδινού ή Ψευδοκωδινού (λόγιος 15ου αι.), για «Βουλγαρία» στα έτη της ίδρυσης της ΚΠολης (330 μ.Χ.), για «Βλαχέρνες», στις οποίες ίδρυσε ναό της Θεοτόκου η βασίλισσα Πουλχερία (399 – 453), λόγω κάποιου Βλάχου (Vlachi), για Βλάχους και Βούλγαρους της Ζαγοράς (Walachorum et Bulgarorum), επί Ισαακίου Αγγέλου (1203-1204), για Βλάχους και Κομάνους (Walachorum et Comanorum) του Ιωαννίτζη ή Καλογιάννη (1197-1207). Δίνει και «βυζαντινές λέξεις» που τις έχουν οι Αρμάνοι-Βλάχοι: «ταμπάριον: τη μεν χλαμύδι του σώματος περιείλησε τον λύγον» (τâμπάρε), «τέντα: σκηνή» (τέντâ), «κόρτη: locus tentorium» (κούρτε), «κατούνα: tentoria» (κâτούνâ). (Georgii Codini et alterius cuiusdam anonymi excerpta de antiquitatibus Constantinopolitanis, ed. P. Lambeck, Paris 1655, p. 75-83. Και Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continu-ata, Georgius Codinus, Bonnae MDCCCXLIII
    [1843] – Georgii Codini Exrpta De Antiquitatibus Constantinopolitanis Ex Recognitione Immanuelis Bekkeri, Bonnae MDCCCXLIII [1843] –
    Γεωργίου του Κωδινού Παρεκβολαί εκ της Βίβλου του Χρονικού Περί των πατρίων της Κωνσταντινουπόλεως.). – Στέκομαι σε ένα μόνο σημείο: Ο Μέγας Κωνσταντίνος [272-337, βασ. 312-324 στη Δύση και 324-337 μονοκράτορας], κατά την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης, «Έκτισε δε και τους μυδρώνας, και τους αγωγούς έφερεν από Βουλγαρίας. […] Εις δε τα ονόματα των τριών αυτού υιών έκτισε τα παλάτια τα καλούμενα Κώνστα.» (Ό.π., σ. 22-23).

  • Μαρτυρία του Ιωάννη Σταυράκιου (τέλος 12ου – αρχή 13ου αι.) για τον «βασιλέα των Βουλγάρων Ιωαννίτζη», ο οποίος ήταν Βλάχος, μα και για τους Ρηγχίνους, Στρυμόνιους, Σαγουδάτιους, «έθνη του Παραδούναβι, Τάταροι και Σθλαβίνοι, εκείθεν του Ντούναβι ποταμού έθνη» και «ερημάζοντας και χαλώντας τας χώρας και κάστρη όλα της Μακεδονίας, έφθασε και εις την μεγαλόπολιν Θεσσαλονίκην με ορμήν ακράτητον και φουσάτον αμέτρητον ως την άμμον της θαλάσσης». Ανήκαν στους «Δάκας» και ήταν «Σκλαβίνοι, έθνος παρίστριον και αιμοχαρές» και οι «Ρυγχίνοι, Στρυμόνιοί τε και Σαγουδάτιοι, έθνη όμορα σκυθικά τε και σκλαβινίσια», οι δε Άβαροι «έθνος τούτο Ουνικόν ομού και Βουλγαρικόν». (Νέος Ελληνομνήμων τχ. Β΄-Γ΄, 1921, σ. 189-216. Και Μακεδονικά, τ. Α΄, Θεσσαλονίκη 1940, Ιωακείμ Ιβηρίτου, Ιωάννου Σταυρακίου λόγος εις τα θαύματα του Αγίου Δημητρίου, σ. 324-376.).

  • Μαρτυρία του Χρονικού του Ιερέα της Διοκλείας (τέλος 12ου αι.), που αναφέρει ότι στις περιοχές της Δαλματίας οι χριστιανοί μιλούσαν λατινικά, ότι ο αυτοκράτορας Ιωάννης Κομνηνός, γιος του Αλέξιου Κομνηνού και αδελφός της λογίας Άννας, ονομαζόταν Καλοϊωάννης Κουμάνος, ότι μετά την κατάληψη της Μακεδονίας οι Βούλγαροι προχώρησαν σε κατάληψη των περιοχών που κατοικούσαν «Μορόβλαχοι, ήτοι μαύροι Λατίνοι», ότι οι Γότθοι ήταν Σλάβοι, ότι ο Κύριλλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, παραβλέποντας την αλήθεια παλαιότερης μαρτυρίας ότι ο Μεθόδιος γεννήθηκε από Σκλάβους γονείς στη Δαλματία, σε περιοχή όπου οι κάτοικοι μιλούσαν λατινικά (βλ. Patrologiae Latinae., τόμος 129, στ. 1272-1273). (Αγγελική Παπαγεωργίου, Το Χρονικό του ιερέα της Διοκλείας [Κείμενο, Μετάφραση, Σχόλια, Τα πρόσωπα και ο χώρος], Εκδόσεις Αρμός, Αθήνα 2012).

  • Μαρτυρία του Πατριάρχη Γερμανού Β’ (1175-1240, πατριαρχία 1222-1240), σε ντοκουμέντο του 1240, ότι για τη Ρωμανία εχθροί ήταν οι Περσοσκύθες και οι Ιταλοί, χωρίς να γίνεται αναφορά σε άλλους λαούς και άλλα «έθνη». (Jules Nicole, Bref Inedit De Germain II Patriarche De Constantinople [Annee 1230] Avec Une Recension Nouvelle Du Chrysobulle De L’ Empereur Jean Ducas Vataces, Revue Des Etudes Grecques, Année 1894, Volume 7, Numéro 25, σ. 68-80).

  • Μαρτυρία του Βασιλιά Ανδρέα Βτης Ουγγαρίας (1176/1177-1235): α) ότι το 1222 γίνεται για πρώτη φορά αναφορά σε Βλαχία (terram Blacorum) και Βλάχους (Blacis) άνωθεν του Δουνάβεως, σε περιοχή της Τρανσυλβανίας· β) ότι το 1234 γίνεται αναφορά σε Βλάχους (populi, qui Walati vocantur) Ορθόδοξους (episcopis Grecorum ritum), οι οποίοι βρίσκονταν στην Τρανσυλβανία, και η Ορθοδοξία τους οφειλόταν στο γεγονός ότι βρέθηκαν εκεί μετεγκατασταθέντες από ελληνικές χώρες ή ελλαδικούς τόπους, και αναφέρονταν ως «Walati, Walathis, Walathi, Walathos» – Η αναγραφή των ονομάτων «Βλαχία» και «Βλάχος», με το λατινικό αλφάβητο, από το 1222 έως το 1763, έχει ως ακολούθως: 1222-1484: terram Blacorum, terra Vlachorum, Blacis, Valachiae, Blacos, Blacis, Blachis, Blachorum, Blachos, Olahi, Olahum natione Blacum, Blaccis, Olahorum, Olachoque, Olacorum, Olachalis, Olahfalu· 1222: terram Blacorum, terram Blachorum· 1223: Blaccis· 1224: Blacorum, Blacis· 1228: Olachoque· 1231: terram Blachorum, terram Blacorum· 1233: Bachiensi, Bacchiensis· 1234: Walati, Walathis, Walathi, Walathos· 1247: Olatis, Olatorum· 1250: Olahis. 1252: terram Olahorum· 1256: Olacorum· 1260: Valachorum· 1263: Olachis· 1270: Olacorum· 1283: Olahteluk· 1288: Volachis· 1272-1290: Olacorum· 1291: Olachis· 1292: Olacos· 1293: Olacos, Olacorum, Olaci· 1301: Olachalis· 1317: Valachor· 1322: Olaceis· 1333: Olakali, Olacos· 1387: Iwan Olachi· 1390: Johannem Olahum, Olahis· 1406: Olahfalu· 1426: Valachorum,Wolahos· 1484: Olachorum, Olachi, Olachos. – Στην περίοδο 1222-1484, για πάνω από δυόμισι αιώνες, στην Τρανσυλβανία φαίνεται να ονομάζονταν κάποιοι κάτοικοι με τα ονόματα: Blaccis, Olatis, Olacis, Olachis, Volachis, Valachi, Olacos, Olaci, Olahis, Olahfalu, Olachos, Wolahos – και ότι κάποιοι που πήγαν στην Τρανσυλβανία από ελληνικές χώρες, ιδρύοντας την terra Walathis, ονομάζονταν: Walati, Walathi, Walathos– και κατοικούσαν σε περιοχή με ονομασία: terra Blacorum, Olachoque, terra Blachorum, terra Bacchiensis, terra Walathis, Olatorum, Olahorum. Olacorum, Walachorum, Olahteluk, ville Olachalis, Valachor, villis Olaceis, societate Olakali, Olachorum, Valachorum. Οι γεωγραφικές περιοχές όπου υπήρχαν, ήταν: η Τρανσυλβανία, η Μολδαβία, η Κουμανία, η άνωθεν του Δουνάβεως Βουλγαρία, όμως Βλαχία (με τα όρια της μετέπειτα «Muntenia» ή «Ţara Românească») δεν υφίστατο, με βάση τα λατινικά κείμενα, εκείνη την περίοδο. Αυτή η διαπίστωση επιτρέπει να θεωρήσουμε ως δεδομένη τη μεταφορά των όρων «Βλάχος/Βλάχοι» και «Βλαχία» από Ελλαδικούς Βλάχους στον ανωδουναβικό χώρο, και μετακίνηση Ελλαδικών Βλάχων από ελληνικές χώρες στις άνωθεν του Δουνάβεως περιοχές, μετακίνηση που πρέπει να είχε αρχίσει την πρώτη περίοδο του εκχριστιανισμού των άνωθεν του Δουνάβεως πληθυσμών Δακών, Γετών κ.ά., και η οποία κράτησε έως και στα χρόνια του 19ου αιώνα. – Για να έχουν Επισκοπή δική τους, σημαίνει ότι οι Ελλαδικοί Βλάχοι ήταν σαφώς πολυπληθύς λαός, θρησκευτικά ανεξάρτητοι από Κουμάνους και Ούγγρους, στην Τρανσυλβανία. Η ονομασία τους, ασφαλώς, δεν τους δόθηκε στην Τρανσυλβανία, και την είχαν από τις πατρογονικές ελλαδικές κοιτίδες, από όπου έφυγαν ως Βλάχοι ποιμένες και εγκαταστάθηκαν στην Τρανσυλβανία ως Βλάχοι ποιμένες, διατηρώντας τις θρησκευτικές συνήθειές τους. Κύριο επάγγελμά τους ήταν η εκτροφή ζώων, και ζούσαν βίο ποιμενικό, αυτό που σημαίνει και το προσωνύμιο «Βλάχος», σχεδόν στις πιο πολλές γλώσσες των λαών της Βαλκανικής. – Εκτός από τους «Βλάχους» της Τρανσυλβανίας, οι πηγές μιλούν και για «Βλάχους» του Μαραμούρες, στα ΒΔ Καρπάθια, γειτονικά στη νυν Ουκρανία, και τους οποίους οι Ούγγροι αποκαλούσαν «οι δικοί μας Βλάχοι»! Με χρονολογική σειρά, οι πηγές αναφέρουν: 1342: Olachorum de Maramoriosio, Olachis, Olachos· 1360: Olachi, Olachos, Olachales· 1381: Olah Janos, Olahus· 1390: Johanni Olacho· 1424: Zakaz Valahalem, Olahorum, Blasii Fekethew, Blasius Hamos, Valachalis Reztelek, Walachales Ohabbyko, Walahwth· 1471: Valachicalium· 1472: Valachos· 1481: Valachorum· 1504: Valachorum, Valachi. – Το 1763: terra Valachorum sive terra Rumuj vel Remej, Valachis, Valachica. – Μείζονα ερωτήματα που τίθενται είναι τα κάτωθι: –Αν οι «Βλάχοι», τόσο στο Μαραμούρες όσο και στην Τρανσυλβανία, ήταν ομόφυλοι και ομόγλωσσοι των Μαραμουρεσιάνων και Τρανσυλβανών, ή και των Μολδαβών, τότε γιατί στα σχετικά έγγραφα παρουσιάζονται ως «μικρές νησίδες» σε αυτές τις γεωγραφικές περιφέρειες; –Αν ήταν από τη Μουντένια, τότε γιατί αυτό να μη σημειώνεται; –Οι «δικοί μας Βλάχοι» των Ουγγρικών εγγράφων, μήπως έγιναν τέτοιοι από τη στιγμή της εμφάνισής τους στα βορειοδουναβικά μέρη, το 1222, σε Τρανσυλβανία και Μαραμούρες, αλλά ήταν ίδιοι με εκείνους του 1234, που μετανάστευσαν εκεί –πολύ νωρίτερα– από τις ελληνικές χώρες; – Ο Carl Friedrich Hermann Roesler (1834-1894), ανέπτυξε την θεωρία (το 1871) περί της ανόδου των Βλάχων από νοτιουδαναβικές περιοχές προς τις βορειοδουναβικές, σύμφωνα με την οποία ο «ρουμανικός λαός» σχηματίσθηκε νοτίως του Ίστρου και ύστερα μετανάστευσε στα βόρεια αυτού. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Herman-nstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis. Και De Initiis Ivribvsqve Primaevis Saxonvm Transsilvanorvm Commentatio, Quam Avtographorvm Potissimvm Docvmentorvm Fide Conscripsit Josephus Carolus Eder, Civis Coronensis, Liber. Artium et Philos. Doctor. Scholae Norm. Cibin. Director. Viennae, Typis Ignatii Alberti, MDCCXCII [1792]. Και Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafel Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis). – Καταθέτω το έγγραφο (Επιστολή του Πάπα Γρηγορίου Θ’ (1145-1241), προς τον βασιλιά της Ουγγαρίας Bela IV (1206-1270, βασ. 1234-1270), ημ/νίας 14 Νοεμβρίου 1234), που πιστοποιεί τη μετακίνηση Ελλαδικών Βλάχων στον χώρο της νυν Ρουμανίας, και στους οποίους οφείλεται η ονομασία Βλαχία, σε άνωθεν του Δουνάβεως περιοχή. Ιδού το τεκμήριο:

Ο Χάρτης δημοσιεύτηκε το 1943 από τον Ρουμάνο ιστορικό Gheorghe I. Bratianu (1898-1953), και δείχνει την ευρύτερη περιοχή της Πίνδου σε Θεσσαλία-Ήπειρο-Μακεσονία, όπου στην περίοδο 600-1200 μ.Χ. κατοικούν ήδη ΒΛΑΧΟΙ/ΑΡΜΑΝΟΙ [ΕΛΛΗΝΟΒΛΑΧΟΙ], και από όπου το 983, το 1120, το 1240, το 1330, ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΧΩΡΕΣ ΜΕΤΑΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΟΥΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΒΟΡΡΑ σε όλες τις περιοχές νότια και βόρεια του ποταμου Ίστρου ή Δούναβη, φτάνοντας μέχρι και σε περιοχές της νυν Πολωνίας, Ουκρανίας και Ρωσίας. Οι χρονολογίες που κομίζει και αναφέρει ο Bratianu προκύπτουν από τις πηγές που καταθέτει. (Βλέπε:  Gheorghe I. Bratianu, “L’Histoire roumaine ecrite par les historiens hongrois”, Revue Historique du Sud-Est Europen XX, Bucarest 1943. [Fondee par N. Iorga, Directeur: G.I. Bratianu], pp. 80-165. Ο Χάρτηε μεταξύ των σελίδων 126-127. Και Galdi Ladislaus u. Ladislaus Makkai [Hrsg.], Geschichte der Rumane, Budapest 1942. Και L. Galdi, “L’influence de la civilization hongroies sur l’active scientifique des Roumains de Transylvanie”, Revue d’hist. compare, XXI, 1943. Και Herbert Van Leisn, Le probleme Transylvain, Ed. Buchdruckerei a Kundig, Geneve, 1943). – Βέβαια, υπάρχουν ανόητοι και ανιστόρητοι που και σήμερα θα πιστεύουν ότι οι Βλάχοι ήρθαν από την νυν Ρουμανία ή από την Ιταλία, ή ότι είναι… λατινόφωνοι και λατινογενής οι γλώσσα τους, αναπαράγοντας το κυρίαρχο στερεότυπο. Το πιστεύουν, μα… δεν μπορούν να το αποδείξουν, διότι άλλα φυέγγονται οι πρωτογενείς πηγές!…

 

ΤΟ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ:

«1234 Noiembrie 14, Perugia. || Gregorius episcopus etc. carissimo in Christo filio. B. regi, primogenito regis Ungarie, salutem etc. In Cumanorum episcopatu, sicut accepimus, quidam populi, qui Walati vocantur, existunt, qui etsi censeantur nomine christiano, sub una tamen fide varios ritus habentes et mores, illa committunt, que huic sunt nomini inimica. Nam Romanorum ecclesiam contempnentes non a venerabili fratre nostro . . . episcopo Cumanorum, qui loci diocesanus existit, sed a quibusdam pseudo episcopis Grecorum ritum tenentibus universa recipient ecclesiastica sacramenta, et nonnulli de regno Ungarie, tam Ungari, quam Theutonici et alii orthodoxi, morandi causa cum ipsis traseunt ad eosdem, et sic cum eis, quia populus unus facti cum eisdem Walathis eo contempto, premissa recipiunt sacramenta, in grave orthodoxorum scandalum et derogationem non modicam fidei christiane. Ne igitur ex diversitate rituum pericula proveniant animarum, nos volentes huiusmodi periculum obviare, ne prefati Walathi materiam habeant pro defectu sacramentorum ad scismaticos episcopos accedendi, eidem episcopo nostis damus litteris in mandatis, ut catholicum eis episcopum illi nationi conformem provida deliberatione constituat sibi iuxta generalis statuta concilii vicarium in predictis, qui ei per omnia sit obediens et subiectus. Contradictores etc. usque compescendo. Cum autem tu tamquam princeps catholicus ad commonitionem dilecti filii nostri I. Prenestini electi, tunc apostolice sedis legati, prestito iuramento promiseris, te omnes inobedientes Romane ecclesie in terra tua ad obediendum eidem ecclesie compulsurum prout confecte super hoc tue littere continebant, ac eidem electo viva voce promiseris, quod prefatos Walathos compelleres ad recipiendum episcopum, quem eis ecclesia ipsa concesserit et assignare sibi de redditibus tuis, quos ab eis percipis, sufficientes redditus et honestos, sicut idem electus nobis exposuit, regalem excellentiam rogamus, monemus et hortamur attente, ac in remissionem tibi iniungimus peccatorum, quatenus cum te non deceat in regno tuo huiusmodi scismaticos sustinere, ac ea, que promisisti, deo grata et hominibus sint accepta ne faceas irrita, que de tuis labiis tam laudabiliter processerunt, ea studeas efficaciter adimplere, ita quod ex hoc placeas Regi Regum, et nos sinceritatis tue zelum possimus dignis in domino laudibus commendare. Datum Perusii, XVII. Kalendas Decembris, pontificatus nostril anno octavo.» – Είναι έγγραφο που αποσιωπούν ή μάλλον αγνοούν εν Ελλάδι και εν Ρουμανία και αλλαχού οιιστορικοί!

  • Μαρτυρία του Πάπα Ονώριου Γ’ (1150-1227), σε επιστολή του έτους 1222, στην οποία αναφέρει περιοχή Blacorum της τότε Ουγγαρίας. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmer-mann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis).

———————— 

*Γιώργης Σ. Έξαρχος /  Συγγραφέας – Ερευνητής / Βιογραφικό – Κάνετε κλικ                                                                                                                                                                                         

Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα / εργασίες του Γιώργη Έξαρχου μπορείτε να τα διαβάζετε κάνοντας κλικ στον σύνδεσμο ΕΔΩ

———————-

  • Μαρτυρία του 1231 ότι στην Τρανσυλβανία υπήρχε «terra Blacorum» και «terra Bulgarorum», ήτοι υπήρχε «χώρα των Βλάχων» και «χώρα των Βουλγάρων», αλλά και «Βουλγαρική Κουμανία» («Bulgariae Comaniaeque») το 1233. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis.).

  • Μαρτυρία του Μακάριου Καλορείτη, έτους 1231, που σε ποίημά του για τον Κεκαυμένο Κατακαλών (; – μετά το 1057), τον επαινεί για τους αγώνες του κατά των Σκυθών και κατά των Ούννων. (Νέος Ελληνομνήμων τχ. Ι΢Σ΄΄, 1922, σ. 30-57. Εις στρατηγόν Κατακαλών).

  • Μαρτυρία του Πάπα Γρηγορίου Θ’, σε επιστολή του ημερομηνίας 11.10.1234, ότι το 1233, υπήρχε Κουμανική Βουλγαρία (Bulgariae Comaniaeque)· σε αυτήν υφίσταντο: «Kerch Olacorum», «Bazarab Olacum», «Vlati/Vlathi» ή «Olaci» ή «Olachi», στο θρήσκευμα Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και σίγουρα σχετίζονταν με Βλάχους των ελληνικών χωρών. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis).

  • Μαρτυρία του Πάπα Γρηγορίου Θ’ (1145-1241), σε επιστολή του ημερομηνίας 14.11.1234, προς τον βασιλιά της Ουγγαρίας Bela IV (1206-1270, βασ. 1234-1270), ότι στην Επισκοπή των Κουμάνων υπήρχαν διάφοροι λαοί με το όνομα Βλάχοι (Walati, Walathis), «που ακολουθούν το τυπικό των Γραικών», δηλ. είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, και προσηλυτίζουν κι άλλους, και έτσι «θα συγκροτήσουν έναν και μόνον λαό με Βλάχικη συνείδηση»! Τούτο το ντοκουμέντο του 1234, οδηγεί στα εξής ασφαλή συμπεράσματα: i) Οι Βλάχοι αυτοί ήταν μέτοικοι – άποικοι στην Τρανσιλβανία (περιοχή Μπρασόβ – Σιμπίου) προερχόμενοι από Βλάχους ελληνικών χωρών της «εν Ελλάδι Βλαχίας.» ii) Οι τότε κάτοικοι της συγκεκριμένης περιοχής (της νυν λεγόμενης Ρουμανίας) ονομάζονταν συνολικά Κουμάνοι και διέφεραν από τους εκεί Βλάχους. iii) Τούτοι οι Βλάχοι έφερναν στην πίστη τους και στη θρησκεία τους όχι μόνον Κουμάνους, μα και Ούγγρους και Γερμανούς. – Oι Βλάχοι (Walati/Walathi), όπως αναφέρονται στο ντοκουμέντο της 14ης Νοεμβρίου 1234, σαφώς κι είχαν εγκατασταθεί εκεί πολλά χρόνια ή και αιώνες πιο νωρίς σε αυτές τις άνωθεν του Δουνάβεως χώρες, ίσως από τον 4ο αιώνα, τότε που οι πάνω και κάτω από τον Δούναβη «Γότθοι, Γέτες, Δάκες, Μυσοί, Παίονες κ.ά.» είχαν εκχριστιανιστεί και συμμετείχαν με επισκόπους τους στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νίκαιας της Βιθυνίας, το 325 μ.Χ. Ίσως από τότε οι Βλάχοι ή Ελλαδικοί των ελληνικών χωρών έδωσαν το όνομά τους στους άνωθεν του Δουνάβεως πληθυσμούς Δακών, Γετών, Κουμάνων!Η ύπαρξη σήμερα στο Μπρασόβ και στο Σιμπίου χωριών όπου οι κάτοικοί τους μιλούν γλώσσα όμοια με αυτή των Βλάχων των ελληνικών χωρών, ιδίως οι «mocani» των χωριών του «Săcele» (Baciu, Turcheş, Cernatu, Satulung), των οποίων η τοπική παράδοση λέει ότι προέρχονται από ελληνικές χώρες, πιστοποιεί περίτρανα ότι Βλάχοι «εξ Ελλάδος» έδωσαν το «εθνωνύμιο» στους Δουναβίτες Δάκες, Γέτες και Κουμάνους. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis). – Την επιστολή τη δώσαμε λατινιστί πιο πριν, οπότε να τη δούμε και σε νεοελληνική μετάφραση-απόδοση: «Όπως ανακάλυψα, στην επισκοπή των Κουμάνων υπάρχουν διάφοροι λαοί με το όνομα Βλάχοι (Walati/Walathi), οι οποίοι κι αυτοί συμπεριλαμβάνονται στους Χριστιανούς, αλλ’ ακολουθούν διαφορετικά τυπικά και ήθη στην πίστη τους, και κάνουν πράγματα που είναι αντίθετα προς τη θρησκεία μας. Επειδή αυτοί περιφρονούν την Εκκλησία της Ρώμης, εκτελούν όλα τα εκκλησιαστικά μυστήρια, όχι στον αξιοσέβαστο αδελφό μας . . . ο επίσκοπος των Κουμάνων, που είναι ο υπεύθυνος εκείνης της επαρχίας, η οποία όμως ελέγχεται από κάποιους ψευδοεπισκόπους, που ακολουθούν το τυπικό των Γραικών [είναι Ορθόδοξοι], ενώ μερικοί, τόσο Ούγγροι όσο και Τεύτονες [γερμανικό φύλο], μαζί και άλλοι, ευθέως πιστοί του Βασιλείου της Ουγγαρίας, πηγαίνουν στο μέρος αυτών [δηλ. των Βλάχων] να εγκατασταθούν, και έτσι θα συγκροτήσουν έναν και μόνο λαό με Βλάχικη συνείδηση, και περιφρονώντας τούτον [τον επίσκοπο των Κουμάνων], λαμβάνουν αυτοί τα προαναφερθέντα Μυστήρια [από τους επισκόπους του γραικικού τυπικού], προς μεγάλη αγανάκτηση των άμεσων πιστών και για παρέκκλιση/ παρεκτροπή από τη χριστιανική πίστη.»

  • Μαρτυρία του Ricardus ή Richard, συγγραφέα του Ουγγρικού Χρονικού, ετών 1235-1238, ότι όταν κατήλθαν οι Ούγγροι στις πεδιάδες της Παννονίας το 898 μ.Χ., που τότε ήταν «Ρωμαϊκός βοσκότοπος», στις λεγόμενες αργότερα «Ουγγρικές πεδιάδες», βρήκαν εκεί διάφορους λαούς, μεταξύ των οποίων και τους «Ποιμένες των Ρωμαίων» –δηλ. τους «Βλάχους»– να βόσκουν τα πόροβατά τους. (De Facto Hungariae Magnae, a fratre Ricardo 0. Fr. Praedicatorum inventae, tempore papae Gregorii IX [1170-1241], relatio. – ΚΑΙ: FRATER RICARDUS, DE FACTO UNGARIAE MAGNAE, FR. RICARDO ORDINIS FF. PRAEDICATORUM INVENTO, TEMPORE DOMINI GREGORII IX. (E codice seculi XIII. bibliothecae Vaticanae).

Ο Χάρτης δείχνει «ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ-ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΙΣ» ΤΩΝ ΑΡΜΑΝΩΝ-ΒΛΑΧΩΝ (ΕΛΛΗΝΟΒΛΑΧΩΝ) ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ, μετά την αποδημία τους από τις Ελληνικές Χώρες, και τη μετάβαση κι εγκατάστασή τους σε περιοχές κάτωθεν και άνωθεν του Ίστρου καθώς και σε περιοχές των Καρπαθίων. (Βλ. Gheorghe I. Bratianu, “L’Histoire roumaine ecrite par les historiens hongrois”, Revue Historique du Sud-Est Europen XX, Bucarest 1943. Και τις άλλες πηγές που αναφέρονται στον προηγούμενο Χάρτη). Δεν απαιτείται παραπέρα σχολιασμός για πράγματα οφθαλμοφανή…
  • Μαρτυρία του Νικηφόρου Βλεμμύδη (1197-1272), ο οποίος στη Γεωγραφία του δίνει πληροφορίες για τους λαούς στην ευρύτερη περιο-χή της Ρωμανίας, τους οποίους και κατονομάζει: Γερμανοί, Σαρμάτες, Γέτες, Βαστάρνες (Βατάρνες), Δάκοι, Αλανοί, Τούρκοι, Πανόννιοι (Βούλγαροι), Θράκες, Ίβηρες, Αυσόνιοι, και πληροφορίες για τους Πανέλληνες, τη Μακεδονία, την Αιτωλία κ.ά. Αναφέρει ως Ιταλούς τους κατοίκους της Πίνδου, όπου οι πηγές του Αχελώου! Πρέπει να είμαστε προσεχτικοί στην… ταύτιση των λαών που αναφέρει με σύγχρονους λαούς. (Carolus Mullerus, Geographi Graeci Minores, Volumen Secundum, Parisiis MDCCCLXI [1861] – Του σοφωτάτου Νικηφόρου του Βλεμμίδου Γεωγραφία Συνοπτική, σ. 458-468).

  • Μαρτυρία της Χρονογραφίας του Ιωήλου (τέλος 12ου – αρχή 13ου αι.) ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος «εξ Ελένης εγεννήθη περί την της Δακίας πόλιν»· ότι στον Βούλγαρο Τέρβελο (675-721, τσάρος 700-721), ο Ιουστινιανός ο Ρινότμητος χάρισε «χώραν Ρωμαϊκήν την λεγομένην νυν Ζαγόρια». (P.G. J.-M. Migne, Parisiis 1894, Tomus 139 – Joel Chronographus – Ιωήλου Χρονογραφία εν Συνόψει – Joelis Chronographia Compendiaria).

  • Μαρτυρία Ανώνυμου Χρονικού («Devastio Constantinopolitana»), έτους 1202, που μιλάει για την άλωση και καταστροφή της ΚΠολης από τους Σταυροφόρους, και αναφέρει ότι οι Βλάχοι (Brachii) και οι Βενετοί λεηλατούσαν τη Ρωμανία. (Chroniques Greco-Romanes, Inedites ou peu Connues publiee avec notes et tables genealogiques par Charles Hopf. Berlin, Librairie de Weid-mann, 1873. – Devastio Constantinopolitana, p. 86-92).

  • Μαρτυρία του Πάπα Ιννοκέντιου Γ (1161-1216), στην αποκαλυπτική αλληλογραφία του με τον Καλογιάννη, τον «ego Calojoannes, imperator Bulgarorum et Blacorum», ή «rex Bulgarorum», ή «regis Bulgarici», τον οποίο ο πάπας θεωρεί Ρωμαίο/Ρωμάνο, διότι «populous terrae tuae, qui de sanguine Romanorum», και του εξηγεί ότι είναι απόγονος της Πρώτης Βουλγαρικής Αυτοκρατορίας. Ο «Caloioahannes Imperator Bulgarorum et Blachorum» είχε και «Bulgarorum et Blachorum Ecclesia» και «Archiepiscopo de Zagora»! Αυτό το «Βλαχοβουλγαρικό βασίλειο» απαιτεί σοβαρή μελέτη για συναγωγή ορθών συμπερασμάτων, μιας και έως τώρα αποτελεί αντικείμενο… απόδειξης των εθνικιστικών μύθων των νυν Βουλγάρων και των νυν Ρουμάνων. (Regestorum Sive Epistlarum [AD 1198 1202] – Innocentii III, Romani Pontificis, Regestorum Sive Epistolarum, Liber I, Pontificatus anno I, Christi 1198 – Liber V, Christi 1202. Και Magyar Tortenelmiemlekek, Kiadja A Magyar Tudomanyos Akademia, Tortenelmi Bizottmanya, Elso Osztaly, Tizenegyedik Kotet, Pest 1867, Eggenberger Ferdinand M. Akademiai Konyvarusnal – Codex Diplom. Arpadianus Continuatus, Arpadkori Ujokmanytar, A M. Tud. Akademia Tort. Bizottmanya, Megbizasabol Kozze Teszi, Wenzel Gusztav, M. Akad. Rendes Tag, Hatodik Kotet, (A Masodik Folyam Elso Kotete) 890-1235, Pest 1867, Nyomatott Emich Gusztav, magy, akad. Nyomdaszaznal, Pesten 1868).

  • Μαρτυρία Εγγράφου του 1256, στη λατινική, που μιλάει για «Βλαχία» άνωθεν του Δουνάβεως, αποκαλώντας την «Olacorum». (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis).

  • Μαρτυρία Εγγράφου του 1262, στη λατινική, που μιλάει για «Βλάχους» άνωθεν του Δουνάβεως, αποκαλώντας τους «Olachis». (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenbur gische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis).

  • Μαρτυρία του Γεώργιου Ακροπολίτη (1217-1282): α) ότι «Το δε Βουλγάρων φύλον έκσπονδον μεν τα πρώτα Ρωμαίοις τελούν και πολέμων πολλών πρόξενον γεγονός αυτοίς ανδραποδισμών τε και αλώσεων πόλεων και μυρίων άλλων δεινών, και ταύτα εν πολλοίς τοις έτεσιν, ύστατα παρά του βασιλέως Βασιλείου χειρούται, ον διά ταύτα Βουλγαροκτόνον η φήμη εκάλεσε. Μέχρι γουν του βασιλέως Ισαακίου υπόφορον το γένος ετέλει Ρωμαίοις, διά δε την ταύτην πρόφασιν μεμελέτηκεν ανταρσίαν, και ανίσταταί τις Ασάν τούνομα και βασιλεύει της χώρας, άπαντα τα εντός του Αίμου μέχρι και του Ίστρου υφ’ εαυτού ποιησάμενος. Εκ τούτου ουκ ολίγα πράγματα Ρωμαίοις ξυνέβη· έχοντες γαρ οι Βούλγαροι το Σκυθικόν σύμμαχον πολλά εποίουν τη Ρωμαίων δεινά»· β) ότι «Ο γαρ δηλωθείς Ασάν δύο έσχεν αδελφούς, ων ο μεν Πέτρος εκαλείτο ο δε Ιωάννης»· γ) ότι «ο Ασάν βασιλικώς κατάρχων του Βουλγαρικού γένους φονεύεται παρά του πρωτεξαδελφού αυτού Ιβαγγού»· δ) ότι γιος της αδελφής των Ασάν, Πέτρου και Ιωάννη, η οποία είχε παντρευτεί Σκύθη, ήταν ο Βορίλας· ε) ότι «του της Ροδόπης όρους, όπερ και Αχριδώς ωνόμασται, και των εν τούτω άστεων και του Μελενίκου· τούτων γαρ ήρχεν ο Σθλάβος, προσγενής ων του βασιλέως Ασάν και δεσπότης τετιμημένος από του βασιλέως Κωνσταντινουπόλεως Ερρή, ου και την θυγατέρα εκ παλλακής αυτώ γεγεννημένην ηγάγετο εις γυναίκα»· στ) ότι ο Ιωάννης (Καλογιάννης ή Σκυλογιάννης) «Κατέδραμε δε και της μεγάλης Βλαχίας, αλλά και του Ελβάνου κατα-κυριεύει, και μέχρι του Ιλλυρικού τας λείας ποιεί»· ζ) ότι «το των Σκυθών γένος, των Ταρτάρων καταδραμόντων αυτών, οπόσοι το ξίφος εκείνων εξέφυγον, ασκοίς τον Ίστρον διαπεράσαντες τέκνοις άμα και γυναιξί και ακόντων Βουλγάρων (πολλαί γαρ υπήρχον χιλιοστύες) τους της Μακεδονίας χώρους κατέλαβον, οι μεν περί τον Έβρον και τα εκείσε πεδία τας νομάς ποιούμενοι, οι δε περί τα κατωτέρω μέρη και τον ποταμόν ον η χύδην ρέουσα γλώττα, καθάπερ έφημεν, Μαρίτζαν κατονομάζει. […] Ελήϊζον ουν τα εν Μακεδονία πάντα, και ως εν ολίγω έρημα πάντα των οικητόρων εποίησαν, και Σκυθών ερημίαν…»· η) ότι στη μεγάλη Βλαχία ανήκαν «Δημητριάδος χώρον […] Φαρσάλων και Λαρίσσης και Πλαταμώνος…»· θ) ότι υπήρχε στράτευμα της Ρωμανίας «ου των Ρωμαϊκών μόνον αλλ’ ήδη και των εξ έθνους Λατίνων τε και Σκυθών»· ι) ότι ο Θεόδωρος Λάσκαρις είχε «υπ’ αυτόν άπαν στρατόπεδον, το τε Ρωμαϊκόν και Σκυθικόν»· ια) ότι το Σκυθικόν γένος «ου βαρβαρικώς απεκρίνοντο αλλά λίαν Ελληνικώς τε και συνεπώς». – Δίνει και άλλες σημαντικές πληροφορίες, όπως τούτη την τελευταία ότι οι Σκύθες «ου βαρβαρικώς απεκρίνοντο αλλά λίαν Ελληνικώς τε και συνεπώς», και συνάγεται ότι οι Σκύθες του Γεωργίου Ακροπολίτη είναι οι Βλάχοι του Νικήτα Χωνιάτη! Άρα, πρέπει να δοθεί προσοχή στο γεγονός ότι τους Βλάχους Ασανίδες (Ασάν, Πέτρο, Ιωάννη) ο Γεώργιος Ακροπολίτης τους αναφέρει μόνον ως… Βούλγαρους, ενώ δυο φορές γράφει για «μεγάλη Βλαχία», ήτοι γεωγραφική περιφέρεια σε έκταση κατά πολύ μεγαλύτερη από αυτήν της νυν Θεσσαλίας. (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Constantinus Mnasses, Ioel, Georgius Acropoli-ta, Bonnae MDCCCXXXVII [1837] – Γεωργίου του Ακροπολίτου Χρονική Συγγραφή. Και Historiae Byzantinae, Scriptores tres, Graeco-Latini Uno, Tomo Simul Nunc Edit. I. Nicephori Gregorae . . . II. Laonici Chalcocondylae Atheniensis,… III. Georgii Logothetae Acropolitae. . . Apud Petrum de la Rouiere, MDCXV [1615]).

  • Μαρτυρία Εγγράφου του 1285, ότι στην Ουγγαρία υπήρχε «populous nostros de Olazy», ήτοι «δικός μας λαός Βλάχων», κάτι που πιστοποιείται κι από παλαιότερα έγγραφα ότι πριν το 1234 «μετανάστευσαν στην Ουγγαρία Βλάχοι από τα Βαλκάνια, και εγκαταστάθηκαν εκεί νομαδικές φυλές, που τα μέλη της ανήκαν στην Ορθόδοξη Εκκλησία», σε περίοδο που οι γείτονες των Ούγγρων λέγονταν και ήταν Κουμάνοι, όπως πιστοποιείται από έγγραφα τα οποία αποδεικνύουν μετοίκηση (αποικισμό – εποικισμό) Βλάχων των ελληνικών χωρών στην Τρανσιλβανία – Καρπάθια, δίπλα στις νυν πόλεις Μπρασόβ και Σιμπίου, και πρόκειτα για την πρώτη μνεία του ονόματος Βλάχοι (Blati/Blathi), για πληθυσμό που κατοικεί πάνω από τον Δούναβη. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommis-sion bei Franz Michaelis). – Είναι γνωστο, λοιπόν, ότι: «Also on the land, which was left empty by all those Cumanians who in 1239, emigrated to Hungary, Vlachs from the Balkans settled down. These
    were nomadic tribes, members of the Orthodox Church
    » (The Tsangos of Romania, The Hungarian Minorities in Romanian Moldavia S.J. Magyarody, Editor Matthias Corvinus Publishing – Prepublication version for the Internet, The Csangos (Tsangos), by Bernadett Palfay, 2000). [«Επίσης στη γη, που έμεινε άδεια από όλους εκείνους τους Κουμάνους, κατά το 1239, μετανάστευσαν κι εγκαταστάθηκαν στην Ουγγαρία, Βλάχοι από τα Βαλκάνια. Αυτοί ήταν νομαδικές φυλές και μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας»].

  • Μαρτυρία Ουγγρικού Χρονικού του 1285, ότι όταν πήγαν οι Ούννοι του Αττίλα στην Παννονία (τη γνωστή μετά σαν «Ουγγρικές πεδιάδες»), οι Βλάχοι (Blackis) που κατοικούσαν εκεί ήταν ποιμένες, άποικοι από την Απουλία, και οι οποίοι δεν έφυγαν αλλά παρέμειναν οικειοθελώς στην Παννονία. («Blackis, qui ipsorum fuere Pastores et coloni, remanentibus sponte in Pannonia»). Εκεί κατοίκησαν και οι Ζάκουλοι, οι οποίοι «είναι υπολείμματα των Ούννων που, όταν ανακάλυψαν ότι οι Ούγγροι επιστρέφουν εκ νέου στην Παννονία, απόχτησαν ένα μέρος αυτής, μα όχι στην πεδιάδα της Παννονίας, αλλά, γενόμενοι γείτονες των Βλάχων, είχαν την ίδια τύχη στα βουνά. Γι’ αυτό, αναμειγμένοι με τους Βλάχους, λέγεται ότι χρησιμοποιούν τα γράμματα αυτών». Αυτοί οι Βλάχοι, «Blackis, qui ipsorum fuere Pastores et coloni, remanentibus sponte in Pannonia», ή κατά άλλες πηγές «Blackis, qui Romanorum fuere Pastores et coloni, remanentibus sponte in Pannonia». (M. Simonis de Keza, Presbyter Hvngari Scriptoris Saecvli XIII, Cronikon Hvngaricum, Qvod Ex Codice Membranaceo nvnc primvm et ad fidem apographi Vindobonensis et Bvdensis Chronici, Sparsis qvibvsdam notis ac variantibus lectionibus excitat Alexius Horanyi, Hungarvs Bvdensis de CC. RR. Scholarvm Piarvm, AA. LL. Et Phil. Doct. et Hist. Prof. Societatvm Hasso – Hombvrg et Regiae Svecicae ac Electoralis Boicas Membrvm Honorarivm, Bvdae, Typis Catharinae Landerer Vidvae, 1782).

  • Μαρτυρία Εγγράφου έτους 1293, ότι στην «Βουλγαρική Κουμανία», άνωθεν του Δουνάβεως, υπήρχαν Walachen, Olacos, Olacorum, και πρόκειται για νοτιοδουναβίτες Βλάχους μέτοικους στην Τρανσυλβανία, οι οποίοι κινούνταν σε διάφορες περιοχές της τότε Ουγγαρίας. (Urkundenbuch zur Geschichte der Deutschen in Siebenburgen. Von Franz Zimmermann und Carl Werner. Erster Band: 1191 bis 1342. Nummer 1 bis 582. Mit vier Tafeln Siegelabbildungen. Herausgegeben vom Ausschuss des Vereines fur siebenburgische Landeskunde. Hermannstadt 1892. In Kommission bei Franz Michaelis).

  • Μαρτυρία του Πατριάρχη Αθανάσιου Α΄ (1230-1323), ο οποίος στους άθεους συμπεριλάμβανε «Αμαληκίταις και Ιταλοίς· τοις τε περί τον Ίστρον οικούσιν», που σημαίνει ότι τους «λατινόφωνους» του Ίστρου –επί των ημερών του– τους θεωρούσε Ιταλούς! (Patrologie, Cursus Completus, Series Graeca Posterior, Accurante J.-P. Migne, Patrologiae Graecae, Tomus CXLII, Paris 1865). – Η άποψή του είναι ενδιαφέρουσα, καθότι τους κατοικούντες στον Δούναβη (Ίστρο) τους ονομάζει Ιταλούς, και είναι «γεγονός» που το ασπάζονται και άλλοι συγγραφείς, ενώ κάποιοι, όπως π.χ. ο Νικηφόρος Βλεμμύδης, ονομάζουν Ιταλούς τους Βλάχους της Πίνδου! Δηλ., ο πατριάρχης Αθανάσιος Α΄, γράφει ρητά: «Ιταλοί περί τον Ίστρον οικούσι» και όχι άλλη φυλή ή έθνος.

  • Μαρτυρία του Θεόδωρου Σκουταριώτη (~1230-1305): α) ότι Τριβαλοί «οι Σέρβοι δ’ ούτοι εισιν»· β) ότι τους Ούννους «Ούγγρους τούτους φασίν οι πολλοί»· γ) ότι τους Ρως «ους και Σκύθας Υπερβορέους φαμέν»· δ) ότι η Θεσσαλονίκη «η των Θεσσαλών μεγίστη πόλις»· ε) ότι «τους κατά τον Αίμον βαρβάρους, οι Μυσοί μεν ωνομάζοντο πρότερον, Βλάχοι δε νυν και Βούλγαροι»· στ) ότι «τις των δορυαλώτων Ρωμαίων ιερεύς εδείτο του Ασάν ανεθήναι, ως ίδρις της των Βλάχων φωνής»· ζ) ότι «Σκύθαι μετά Βλάχων τοις εν Θράκη επιόντες πολίσμασιν, εξ εφόδου αυτά έβλαπτον»· η) ότι «εκ των Βουλγάρων, επειδή και κτηνοτρόφοι ούτοι πλέον των άλλων μάλλον εισιν»· θ) ότι ο Ασάν «Κατέδρα-με και της Μεγάλης Βλαχίας, αλλά και του Αλβάνου δεσπόζει, και τα μέχρι του Ιλλυρικού ληΐζεται, και λείαν αποκερδαίνει πολλήν». – Ο Θεόδωρος Σκουταριώτης με τον όρον Βλάχοι εννοεί πέραν του Αίμου λαό, ταυτιζόμενο με τους Βουλγάρους, που παλαιότερα λέγονταν Μυσοί, με τον όρο Μεγάλη Βλαχία εννοεί ελληνική χώρα στη Θεσσαλία, και με τον όρο Βλαχία αναφέρεται σε παρίστρια περιοχή, στη νυν νότια Ρουμανία. Πρέπει να μελετηθεί παράλληλα με τον Νικήτα Χωνιάτη και τον Γεώργιο Ακροπολίτη, οι οποίοι αναφέρονται εκτενώς στην περίοδο των Ασανιδών και του Βουλγαρο-Βλαχικού Βασιλείου. Χρήζουν προσοχής όλες οι παρατηρήσεις του Κ. Ν. Σάθα, στην έκδοση του έργου. (Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη Τόμος Έβδομος – Bibliotheca Graeca Medii Aevi Vol. VII – Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη ή Συλλογή Ανεκδότων Μνημείων της Ελληνικής Ιστορίας επιστασία Κ. Ν. Σάθα, Τόμος Ζ΄, Εν Βενετία 1894 – Ανωνύμου Σύνοψις Χρονική, Εν Παρισίοις 1894).

  • Μαρτυρία Χρονικού Ανώνυμου συγγραφέα, για την Ανατολική Ευρώπη, έτους 1308, που αναφέρεται στους Βλάχους, με λατινική γραφή «Blazi» και «Blachi», και που είναι ένας πολύ μεγάλος λαός και ιδιαίτερα εξαπλωμένος σε ευρύτατο χώρο («valde magnus et spaciosus»), είναι ποιμένες, παλαιότερα ήταν οι ποιμένες των Ρωμαίων, και κάποτε ζούσαν στην Ουγγαρία, από όπου αργότερα εκδιώχτηκαν από τους Ούγγρους και διέφυγαν σε περιοχές πέραν του Δουνάβεως. Παράγουν πλούτο από εξαιρετικά προϊόντα: τυρί, γάλα και κρέας και η χώρα των Βλάχωνterram Blachorum»), που ήταν μεγάλη και πλούσια, καταλήφθηκε συνολικά από τον Carol de Valois (1270 – 1325), ο οποίος στάθμευε στην Ελλάδα και κατείχε σε ξηρά και θάλασσα τη Θεσσαλονίκη, και τις γύρω περιοχές. Όλα σχεδόν τα Χρονικά των Ούγγρων αναφέρουν την Παννονία (χώρα που μετά το έτος 898 την κατοίκησαν οι Ούγγροι), ως «pascua Romanorum» («βοσκότοπο των Ρωμαίων»), και χώρα όπου ζούσαν «Blackis, qui Romanorum fuere pastores et coloni» («Βλάχοι, που ήταν των Ρωμαίων ποιμένες και άποικοι»). (Anonymi descriptio Europae Orientalis “Imperium Constantinopolitanum, Albania, Serbia, Bulgaria, Ruthenia, Ungaria, Polonia, Bohemia” anno MCCCVIII exarata, ed., praef. et adnotationibus instruxit Olgierd Górka, Cracoviae: Gebethner: sumptibus Academiae Litterarum 1916. ΚΑΙ: The Institute of History Belgrade, Sources for Serbian History, vol. 13, Latin Sources vol. 2, Tibor Živković, Vladeta Petrović, Aleksandar Uzelac, Anonymi Descriptio Europae Orientalis – Anonym’s Description of Eastern Europe, Critical edition of Latin text and translation by Dragana Kunčer, editor in chief Srdan Rudić, Ph. D., Director of The Institute of History, Belgrade 2013). – Οι Βλάχοι αυτού το Χρονικού κατοικο΄πυσαν σε έκταση από την Πελοπόννησο μέχρι και τη Μακεδονία! «Notandum est hic quod inter Macedoniam, Achayam et Thessalonicam est quidam populus valde magnus et spaciosus qui uocantur Blazi, qui et olim fuerunt Romanorum pastores, ac in Ungaria, ubi erant Pascua Romanorum propter nimiamterre uiridatetem et fertilitatem, olim morabantur».

  • Μαρτυρία του δόγη της Βενετίας Pietro Gradenigo, που σε επι-στολή του, του 1309, προς τον βαΐλο του Νεγκρεπόντε (Εύβοια) Belletbo Falier, κάνει λόγο για τη Βλαχία, ήτοι τη Θεσσαλία, ως «gran Blàquia» (μεγάλη Βλαχία) και ως «Vlaquia» (Βλαχία), μα και για την παρουσία των Καταλανών στην Θεσσαλία. (Miscellania Prat de la Riba, Vol. I, Institut d’Estudis Catalans, Palau de la Generalitat Barcelona – A Enric Prat de la Riba [1870-1917] Fvndador i Protector Mvnific de l’Institvt d’Estvdis Catalans, 1923).

  • Μαρτυρία του Γεωργίου Παχυμέρη (1242-~1310): α) ότι οι ξανθοί είναι «αρειμάνιον γένος»· β) ότι εκείνοι που επί Αχιλλέα ονομάζονταν Έλληνες τώρα καλούνταν «Μεγαλοβλαχίτες»· γ) ότι το κράτος στο οποίο ζούσε ονομαζόταν «Ρωμανία»· δ) ότι από Σκύθες παραδουνάβιους γίνονταν συχνές επιθέσεις στην Θράκη, που έφταναν μέχρι την Ορεστιάδα· ε) ότι οι Γασμούλοι «ήσαν γαρ εκ Ρωμαίων και Λατίνων γεγεννημένοι»· στ) ότι Τζάκωνες του Μορέου «μετώκιζεν» στην ΚΠολη ο Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγος· ζ) ότι κάποιους Ρωμαίους τους ονόμαζαν Γραικούς «της αυτής εκκλησίας τοις Ιταλοίς»· η) ότι ο Ασάν και ο Λαχανάς ήταν άρχοντες των Βουλγάρων και του ιδίου γένους. Δεν αναφέρω εδάφια για άλλους λαούς ή άλλα έθνη ή άλλα γεγονότα, και αρκούμαι να αναπαράξω τα χωρία για τους Βλάχους: 1) 2) «Το δε γε Βλαχικόν, ο δη σχεδόν από των εξωτέρω της πόλεως ες Βιζύην και πόρρω εις πλήθος αριθμού κρείττον ποσούμενον παρατέτατο, έθνος δυσχωρίαις χαίρον και βοσκήμασι προσανέχον, ου μην δε αλλά και μάχαις ειθισμένον ανδρών, υποπτευθέν εις αυτομολίαν ως τοις εξεληλακόσι και αυτό προσπεσούμενον, μετοικίζειν επ’ ανατολής έγνω κατά την της Βυζαντίδος αντιπεραίαν, πλην και ταπεινούν ζημίαις, μη πως άρα και υπερηφανοίεν πλήθει τε και δυνάμει θαρρούντες. Και ένθεν μεν εζημιούντο τα μέγιστα, ένθεν δε μετωκίζοντο ανοικτί, ουχ ήττον ζημίας αλλά και μάλλον την μετοίκησιν λογιζόμενοι. Ζώα γαρ εκείνα και κτήσις πάσα τα μεν εύωνα προύκειντο τοις πολλοίς, τα δε και τον τόπον αλλάξαντα καιρώ χειμώνος και τότε παντελώς διεφθείροντο. Κτήσις δε τούτων η μεν διηρπάζετο, η δε γε περιούσα κακώς παραπώλλυτο, ώστε μη οίους τ’ είναι εγχρονίζειν εκεί, αλλά του κακού παραδραμόντος αυτούς και αύθις την ιδίαν απολαμ-βάνειν, συχνών χρυσίων καταβολαίς εξωνησαμένους την κατοικίαν»· 3) «το Βλαχικόν δε και όσον άλλο εκ θεληματαρίων συγκροτούμενον ην, και αυτό κατά τρόπον περί τον μέγαν εταιρειάρχην συνταξάμενος ουραγούν, αυτός συνάμα και Κωνσταντίνω τω αυταδέλφω τε και δεσπότη, και τω πιγκέρνη Σεναχηρείμ τω Αγγέλω». – Ο Γεώργιος Παχυμέρης δεν σχετίζει τους Βλάχους με Βούλγαρους ή Δάκες αλλά μόνο με Έλληνες, και δη με εκείνους που υπό τον Αχιλλέα πήγαν στην Τροία και οι οποίοι στην εποχή του ονομάζονταν Μεγαλοβλαχίτες! (Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Editio Emendatior et Coposior, Consilio B.G. Niebuhrii C.F., Instituta, Auctoritate Academiae Litterarum Regiae Borussicae, Continuata, Georgius Pachymeres, Volumen Prius, Bonnae MDCCCXXXV [1835] – Georgii Pachymeris De Michaele et Andronico Palaeologis Libri Tredecim, Recognovit Immanuel Bekkerus Volumen Prius, Bonnae MDCCCXXXV [1835] – Γεωργίου του Παχυμέρη Μιχαήλ Παλαιολόγος).

  • Μαρτυρία του Μανουήλ του Ολοβόλου (1240/1245 – 1300/1310 ή 1314), για Μυσούς, Τριβαλλούς, Αλανούς, Αλβανούς, Δάκες, και τις σχέσεις τους με τη Ρωμανία. Χρήσιμες επισημάνσεις για το πότε ο όρος Μυσοί σημαίνει Βλάχοι. Σε υποσημείωση τονίζεται: «Daci = Rumeni di Macedonia o Valacchi»! (Luigi Previale, Un Panegirico per Michele VIII Palaeologo, ‚Byzantinische Zeitschrift‛, No. 42, 1942).

  • Μαρτυρία Μεσαιωνικών Εγγράφων περιόδου 1272-1321, στα οποία γίνεται λόγος σε νομάδες Βλάχους της Δημητριάδος (της νυν Μαγνησίας), σε μεγάλη Βλαχία, ήτοι χώρο ευρύτερο της νυν Θεσσα-λίας, σε οικισμούς, όπως: η Λυκουσάδα, το Φανάρι, το Τριστενίκο, η Βλαχοκατούνα, η Γοριάνη, ο Εζερός, η Βουναίνη, ο Αλμυρός, η Μαγούλα, το Παροίκιον, η Ρεψίστα, η Βελτζίστα, τα Λουκά, το Λοζέστι, η Λαψίστα, οι Μουτζάδες, οι Μελισσουργοί, το Κουβελίτζιο, ήτοι οικισμοί όλης σχεδόν της νυν Θεσσαλίας, ως και περιοχές του νυν νομού Ιωαννίνων, και βορειότερα έως τη νυν νότια Αλβανία, ορισμένοι εκ των οποίων είχαν «ιερωμένους Βλάχους τε και Βουλγάρους και Αλβανίτας»· αναφορά και σε οικισμούς του Ασπροπόταμου, του Κόζιακα κ.λπ., ένα πανόραμα τοπωνυμίων, που πείθουν ότι η Θεσσαλία από την ορεινή Μαγνησία ως τα ορεινά Τρίκαλα και στην πεδιάδα, κατοικούνταν από «αστρατεύτους Βλάχους», κατά τα έτη 1272–1321. (Franz Miclosich et Joseph Mueller, Acta et Diplomata Graeca Medii Aevi, Sacra et Profana, volume quatrum, Vindobonae, MDCCCLXXI [1871]. Και Franz Miclosich et Joseph Mueller, Acta et Diplomata Graeca Medii Aevi, Sacra et Pro-fana, volume quintum, Vindobonae, MDCCCLXXXVII [1887]).

  • Μαρτυρία Εγγράφων περιόδου 1275-1312, της Μονής Ξηροποτάμου, που ιδρύθηκε στον Άθω τον 10ο αιώνα, για Βλάχους εγκαταστημένους εκεί πλησίον, και που υπήρξαν αγοραστές γης. (Jacques, Actes de Xeropotamou. Edition diplomatique (Archives de l’Athos, fondees par Gabriel Miller, publiees par Paul Lemmerle, III), P. Lethielleux, Paris 1964. Και Ζωή Γετίμη, «Γυναίκες στην αγροτική κοινωνία του 14ου αιώνα. Η μαρτυρία των αγιορειτικών εγγράφων», Βυζαντιακά 33 [2016], σ. 319-332).

  • Μαρτυρία Εγγράφου της Μονής Εσφιγμένου, έτους 1334, για τον Μανουήλ Βλαχύντη, αλλά και Χρυσόβουλλα του Σέρβου βασιλιά Στέφανου Δουσάν (βασ. 1331 – 1335), «Στέφανος εν Χριστώ τω θεώ πιστός βασιλεύς και αυτοκράτορ Σερβίας και Ρωμανίας», για τον οικισμό των Βλάχων Κρόσοβον (Κρούσhιουβα), και διατάξεις Νόμων του για τους Βλάχους, με προνόμιά τους ή υποχρεώσεις τους! (Βυζαντινά Χρονικά. Παράρτημα του ΙΒ΄ Τόμου. Виз Антійскій ВРЕMЕННИKЪ ПРИЛОЖЕШЕ къ XII ТОМУ. № 1. Actes de l’Athos, III, Actes D’Esphigmenou Publies par le R.P. Louis Petit et W. Regel, САНКТПЕТЕРБУРГЪ. ТИПОГРАФІЯ ИМПЕРАТОРСКОЙ АКАДЕМІИ НАУКЪ. 1906. Και Ο Κώδικας του Αυτοκράτορα Δουσάν – Το Χειρόγραφο του Άθω [σ. 49-50 & 57]).

  • Μαρτυρία του Μανουήλ Φιλή (1275-1345), σε ποίημά του, ότι «οι προβατείς» (ποιμένες) είναι Θράκες, ότι τα πρόβατα τα ονομάζουν «όις»· ότι οι κουρείς ποιμένες ονομάζονται «βράχοι», όρο που χρησιμοποιούν και άλλοι «βυζαντινοί» συγγραφείς αντί της λ. βλάχοι· ότι τη γη των Ιταλών και Μυσών ληΐζονται οι Σκύθες, και ονομάζει δε Ιταλούς τους Βλάχους της Μυσίας, δίπλα στον Ίστρο, και αυτούς τους Ιταλούς τους χαρακτηρίζει «θρασείς πάλαι Βλάχους»· ότι ο Λαχανάς, Βλάχος της οικογένειας των Ασανιδών του Βλαχο-Βουλγαρικού Βασιλείου, συμμάχησε με τους Ρωμαίους της Ρωμανίας και στράφηκε εναντίον των Ασανιδών συγγενών του. (Manuelis Philae, Carmina, ex Codicibus Escurialensibus, Florentinis, Parisinis et Vaticanis, Nunc Primum Edidit, E. Miller. Volumen Prius, Parisiis, MDCCCLV [1855]. Και Manuelis Philae, Carmina, ex Codicibus Escurialensibus, Florentinis, Parisinis et Vaticanis, Nunc Primum Edidit, E. Miller. Volumen Posterius, Parisiis, MDCCCLVII [1857]).

  • Μαρτυρία του Μάξιμου Πλανούδη (~1255-135/1310), ότι το 1299 Βλάχοι επιτίθενται κατά των απεσταλμένων του κράτους, Πανάρετου και Βαρδαλή, που είχαν πάει να κάνουν απογραφή περιουσιακών στοιχείων τους, για να τους φορολογήσουν, και σκότωσαν τον πρώτο, που ήταν φίλος του Πλανούδη, κι άμεσα υπεύθυνος των φορολογικών ελέγχων στο θέμα των περιοχών Βολερόν, Μοσυνόπολις, Σέρρες, Στρυ-μών, έως και την Θεσσαλονίκη! (CXXI. Programm des Konigl. Friedrichs – Gymnasiums zu Breslau 1886. II. Wissenschaftliche Abhandlung, Breslau, 1886 Progr. Nr. 160, Druck von Otto Gutsmanu. – Maximi Monachi Planudis Epistulae, Particula prima (pag. 1-48), edit Maximilianus Treu, Breslau 1890).

  • Μαρτυρία του Ιωακείμ Ιβηρίτη, στο Ιωάννου Σταυρακίου Λόγος εις τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου (12ος – 13ος αι.), για Ρυγχίνους, Σα-γουδάτιους, Σκλαβίνους που επιτέθηκαν κατά της Θεσσαλονίκης ή που την πολιόρκησαν κ.λπ., για Δάκες, Ιλλυριούς, Σκλαβινούς («έθνος τούτο παρίστριον και αιμοχαρές»), για τον αρχηγό των Σκλαβινών με όνομα Χάτζων, για τον άρχοντα των Αβάρων (Χαγάνος), τους Αβάρους που ήταν έθνος «Ουννικόν ομού και Βουλγαρικόν», για 100.000 που επι-τέθηκαν κατά της Θεσσαλονίκης, Ρυγχίνοι, Στρυμόνιοι, Σαγουδάτιοι, «έθνη όμορα σκυθικά και σκλαβινίσια», επί Λέοντος Ε’ του Αρμένιου (813 – 820), για επιθέσεις κατά το έτος 1204 των Ασανιδών (Ασάν, Ιωαννίτζης κ.λπ.) –επί Βλαχο-Βουλγαρικού Βασιλείου– κατά της Ρωμανίας κ.ά. Βλ. και τις Μαρτυρίες 99, 121, 123, 183. (Ιωακείμ Ιβηρίτης, Ιωάννου Σταυρακίου Λόγος εις τα Θαύματα του Αγίου Δημητρίου, Μακεδονικά τ. 1, 1940, σ. 324-376, κείμενο 334-376).

  • Μαρτυρία του Πατριάρχη Γρηγορίου Β’ του Κυπρίου (1241-1290, πατρ. 1283-1289), ο οποίος γράφει για τους λαούς πέριξ της αυτοκρατορίας: Πέρσες, Μυσούς, Σκύθες, Ιταλούς, Λατίνους, και που δίνει πολύτιμες πληροφορίες για τις ελληνικές χώρες της Ρωμανίας και τους κατοίκους αυτής: Έλληνες και Ρωμαίους. (Ανέκδοτα – Anecdota Graeca E Codicibus Regiis Descripsit Annotatione Illustravit J. Fr. Boissonade, Vol. I, Parisiis MDCCCXXIX [1829] – Του αγιωτάτου κυρού Γρηγορίου του Κυπρίου, Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Εγκώμιον εις τον Αυτοκράτορα κυρόν Μιχαήλ τον Παλαιολόγον και νέον Κωνσταντίνον, σ. 313-358).

  • Μαρτυρία του Νικηφόρου Κάλλιστου Ξανθόπουλου (1256 – 1317), για τους Ρως, Πάρθους, Μήδους, Ελαμίτες, Σύρους, Άραβες, Ρωμαίους, Ιουδαίους, Φρύγες, Καππαδόκες, Γότθους, Ούννους, Αλαμανούς Γαλάτες, Γήπεδες (ή Γήπαιδες), Ουεσιγότθους, Ουάνδηλους, Λογγοβάρδους, Φράγγους, Μασσαγέτες, Παίονες, Μυσούς, Ιλλυριούς, Ίσαυρους, Άβαρους, Σκλαβήνους, και για τις γεωγραφικές περιοχές του Ευξείνου Πόντου, Σκυθίας, Βυζαντίου, Μακεδονίας, Ελλάδας, Γαλλίας, Ιταλίας, Δακίας, Θράκης, Παννονίας κ.ά, για το ότι οι Άβαροι και οι Σκλαβήνοι αποτελούσαν ένα έθνος, στο οποίο υπάγονταν και οι Γήπεδες, και για το ότι κάποιος Ράδος «εκ Βλάχων», θεραπεύθηκε από την Οσία Ευφροσύνη (~410 μ.Χ.). Να συγκρατηθούν: «Γότθοι γαρ οι τα μεν πρώτα πέραν Ίστρου τας οικήσεις είχον, των εκείσε βαρβάρων το κράτος αυχούντες, παρά δε των Ούννων εκείθεν εξελαθέντες, περί τα Ρωμαίων όρια διεπεραιώθησαν. Είεν δ’ αν Ούννοι ούτοι, ους οι παλαιοί Νεβρούς κατωνόμαζον, παρά τα Ριπαία όρη κατωκημένοι»· «πολλά τε και μέγιστα Γοτθικά έθνη κατά το πέραν του Ίστρου ανά τα υπερβόρεα μέρη πανταχού διασκέδαστο· ων τα μάλιστα παρ’ εκείνοις λόγου πολλού άξια τέσσαρα εισί. Ταύταις ωνομασμένα ταις κλήσεσι· Γότθοι, Ουεσίγοτθοι, Γήπεδες και Ουάνδηλοι· ονόμασι μόνοις και άλλω ουδενί παραλλάσσοντα. Άπαντες γαρ μια διαλέκτω και διαίτη κεχριμένοι»· «Αμέλει τοι και Γήπεδες μεν, εξ ων δύο διηρέθησαν γένη, Λαγγόβαρδοί τε και Άραβες [Άβαροι ή Αβάρεις]»· «Γότθοι δ’ επί τούτοις πρότερον μεν Παννονίαν και τα πέριξ πάντα κατεσχηκότες»· «πλήθος Ούνων οι πριν Μασσαγέται ούνομα είχον»· «αμαξόβιοι δε Σκύθες οι Άβαρες»· «Το δ’ Αβάρων και Σκλαβηνών έθνος τον Ίστρον διαπεραιωσάμενοι, υπό Χαγάνω τω Ούννω στρατηγούμενοι, καταδραμόντες την Θράκην, και σύμπαν το εν ποσί λείαν πεποιημένοι, άχρι δη και εις Ηράκλειαν ήκον»· «Ου πολλώ δε ύστερον Πρίσκος και Κομεντίολος των Ευρωπαίων κλιμάτων οι στρατη-γοί […] κτείνουσι μεν υπέρ 30.000 Αβάρων και Γηπέδων και Σκλαβηνών»· «και Ράδος τις, εκ Βλάχων την του γένους κατάγων βλάστην, ώφθη παθών». (J.-P. Migne, PG, 145 (1904), στ. 557-1332, Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθοπούλου Εκκλησιαστικής Ιστορίας Βιβλία ΙΗ΄. Και J.-P. Migne, PG, 146 (1865), στ. 9-1274. Και J.-P. Migne, PG, 147 (1865), στ. 9-448).

  • Μαρτυρία Εγγράφου Μονής Ζωγράφου, στον Άθω, χρονολογίας 1297-1303, για Βλάχους των ελληνικών χωρών, στη Μακεδονία, αλλά και για Ουγγροβλαχία και Ουγγροβλάχους. (Actes de Zographou, éd. W. Regel, E. Kurtz et B. Korablev [Actes de l’Athos, IV], Saint Pétersbourg, 1907).

  • Μαρτυρία στον Πουλολόγο (1300-1350), ποιητικό έργο 650 στίχων, και που αναφέρεται σκωπτικά σε Βλάχους και Βούργαρους της Ζαγοράς (στη νυν Βουλγαρία). (Carmina Graeca Medii Aevi, edit Gvilelmvs Wagner, Lipsiae MDCCCLXXIIII [1874]).

  • Μαρτυρία Εγγράφου χρονολογίας 1294-1304, για την επαρχία της Βλαχίας (μέρους της Θεσσαλίας), ως τμήμα της Ρωμανίας. («Ελληνομνήμων» 1843, Περί τινων πονημάτων αναφερομένων εις την Ιστορίαν της Ηπείρου, Αιτωλίας, Ακαρνανίας και των παρακειμένων νήσων).

  • Μαρτυρία Εγγράφου της Μονής Βατοπεδίου, του 1309, για τη Θεσσαλία ότι ονομαζόταν Βλαχία ή μεγάλη Βλαχία. Το ίδιο γράφει και ο Φρανθίσκο ντε Mονκάδα, ότι κατά την Καταλανική κατοχή της Θεσσαλίας «Η ορεινή γη της Θεσσαλίας λέγεται Βλαχία, που ταιριάζει με τον δρόμο που έκαναν οι Καταλανοί και με το όνομα που την αναφέρει ο Μοντατέρ. Οι κάτοικοι λέγονται Βλάχοι, άνθρωποι πολεμόχαροι κι’ ακόμα σήμερα ανάμεσα στους Τούρκους αυτοί διαφέρουν τ’ όνομα και το θάρρος τους, αφού συγκρατούν τέτοιους βάρβαρους και ισχυρούς αντιπάλους». (Σωφρονίου Εὐστρατιάδου καὶ Ἀρκαδίου Βατοπεδινοῦ, Κατάλογος τῶν ἐν τῆ ἱερᾶ μονῆ Βατοπεδίου ἀποκειμένων κωδίκων, Παρίσι 1924. Κώδ. 962: χφ. τοῦ 1254, Εὐαγγέλιον, φ. 362α. Και Φρανθίσκο ντε Mονκάδα [Μτφρ. Ιουλία Ιατρίδου, 1984], Εκστρατεία Καταλανών και Αραγωνέζων κατά Τούρκων και Ελλήνων. Ι.Δ. Κολλάρος & Σια Α.Ε. Αθήνα, 2000).

  • Μαρτυρία Ανώνυμου Γεωγράφου, του 1308, για μεγάλη Βλαχία, και Βλάχους, δίπλα στη Θεσσαλονίκη, μεταξύ Μακεδονίας – Θεσσαλίας – Αχαΐας, με λατινόγλωσση εγγραφή: Blaquia, Blachi (Blazi, Blaci, Blati, Vlati), terram Blachorum ή Blacis, οι οποίοι Βλάχοι πρέπει να προέρχονται από «omnes pastores Romanorum», «ποιμένες Ρωμαίους» της Παννονίας. Υποψιάζομαι ότι η Μονή Βλατάδων στη Θεσσαλονίκη πρέπει να είναι ίδρυμα αυτών των Blati, Vlati, Βλάχων! (Anonimus Geographus, Descriptio Europae Orientalis – Anonymi Descriptio Europae Orientalis, ed. Olgierd Gorka [1887-1955], Cracoviae 1916. – Και The Institute of History Belgrade, Sources for Serbian History, vol. 13, Latin Sources vol. 2, Tibor Živković, Vladeta Petrović, A. Uzelac, Anonymi Descriptio Europae Orientalis, Anonym’s Description of Eastern Europe, Critical edition of Latin text and translation by Dragana Kunčer< Belgrade 2013).

  • Μαρτυρία του Ramon Muntaner (1265 – 1336), ότι κατά το 1330, στον αυτοκράτορα της ΚΠολης υπάγονταν η Επαρχία του Μοριά και τα Βασίλεια της Λάρ[ι]σας [ή Άρτας;] και Βλαχίας, της Θεσσαλονίκης, της Μακεδονίας κ.ά. Αυτή η Βλαχία [Blachia/Blaquia] είχε όρια από τον Όλυμπο έως τον Παρνασσό, πρωτεύουσα τη Νέα Πάτρα (Υπάτη), και κύριο λιμάνι τη Δημητριάδα, και πιο σημαντική πόλη της ήταν ο Αρμυρός/ Αλμυρός. Και φαίνεται ότι η Βλαχία του Ramon Muntaner απλωνόταν από την Κασσάνδρεια μέχρι τον Μοριά, σε έκταση που το Ανώνυμο Χρονικό την ονομάζει «terra Blachorum», και η οποία εκτεινόταν «μεταξύ Μακεδονίας, Αχαΐας και Θεσσαλονίκης»! (Chronik des Edlen en Ramon Muntaner, Herausgegeben von Dr Karl Lanz, Stuttgart, Gedruckt auf Kosten des Literarischen Vereis, 1844).

  • Μαρτυρία του Marino Sanudo Torsello (~1270-1343), στο έργο «Chroniques Greco-Romanes», ότι στα έτη του Βασιλείου της Ρωμανίας (Regno di Romania) με πρωτεύουσα το Ναύπλιο (Napoli di Romania), στην Πελοπόννησο υπήρχε χώρα με όνομα Blachia ή Blaquia, δηλ. Βλαχία, όπου και το Δεσποτάτο της Νεοπάτρας (νυν Υπάτη ή Πατρατζίκι της Οθωμανοκρατίας, στην Οίτη – δίπλα στη νυν Λαμία), και σε αυτό ανήκε το Λιδορίκι και η Θεσσαλία ή Μεγάλη Βλαχία, όπως ονομαζόταν τότε αυτό το γεωγραφικό διαμέρισμα. (Chroniques Greco-Romanes, Inedites ou peu Connues publiee avec notes et tables genealogiques par Charles Hopf. Berlin, Librairie de Weidmann, 1873. – Marino Sanudo Torsello. Istoria del Regno di Romania. Istoria del Regno di Romania sive Regno di Morea composta per Marin Sanudo ne la lingua latina ed in questo manoscritto divisa nell’ idioma italiano in quarto patri, p. 99-170.).

  • Μαρτυρία των Βενετικών Αρχείων, με έγγραφο του 1317, ότι στη Ρωμανία υπαγόταν και ο δούκας της «Μεγάλης Βλαχίας και της Καστοριάς»Gran Blachia dela Castoria»), και ότι οι Βλάχοι της Ελλάδας στα χρόνια εκείνα, αρχές 14ου μ.Χ. αιώνα, είχαν μεγάλη ανάπτυξη και συναλλάσσονταν εμπορικά με αναπτυγμένες πόλεις της Ιταλίας και των Δαλματικών ακτών. (Archivio di Stato, Venise, Commemoriali, II, fol. – Και R. PREDELLI, Libri Conmemoriali délia Repubblica di Venezia; Reges’i vol. I, Venise, 1876, reg. II, n°41).

  • Μαρτυρία του Chroniques Greco-Romanes, (1296-1318), για «Dynastae Graeciae De Romania, Princeps Blachie», και είναι ο ο Θωμάς ΑΆγγελος Κομνηνός Δούκας (1285 – 1318, βασ. 1296 – 1318), Δεσπότης της Ρωμανίας (στην Πελοπόννησο) και Πρίγκιπας της Βλαχίας, Δούκας της Βιγενιτίας, Αχαΐας και Ναυπάκτου και Βασιλιάς του Κάστρου των Ιωαννίνων. Δηλαδή στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 14ου αιώνα υφίσταται «εν Ελλάδι Βλαχία». (Chroniques Greco-Romanes, Inedites ou peu Connues publiee avec notes et tables genealogiques par Charles Hopf. Berlin, Librairie de Weidmann, 1873. Dynastae Graeciae De Romania, σ. 177-178).

  • Μαρτυρία Συναξαριστή Οσίου Αθανασίου Μετεώρων (1303/ 1305-1383/1373), ότι κατά τον 14ο αιώνα, η Μεγαλοβλαχία, η εν Ελλάδι Βλαχία, αλλά και η Βλαχία είναι ελληνικές χώρες στον ευρύτερο χώρο της Θεσσαλίας. Την ίδια δε περίοδο υπάρχουν άνωθεν του Δουνάβεως η Μολδοβλαχία, η Ουγγροβλαχία, η Μολδαυΐα και η Βλαχία!, γεγονός που προκαλεί εύλογες συγχύσεις και απορίες. (Βυζαντίς, Επιθεώρησις των Βυζαντιακών Σπουδών Εκδιδομένη κατά Τριμηνίαν υπό της εν Αθήναις Βυζαντινολογικής Εταιρείας, Τόμ. Α΄, Τεύχ. Β΄-Γ΄, Εν Αθήναις 1909. Νίκος Α. Βέης, Συμβολή εις την Ιστορίαν των Μονών των Μετεώρων, σ. 191-332).

  • Μαρτυρία του Νάσαρ Μαχούμετ (1292-1340), που σε επιστολή του, έτους 1340, αναφέρεται και σε «βασιλέα της Βουλγαρίας και της Βλαχίας και της Αλανίας», ενώ σε άλλη επιστολή κάνει αναφορά και σε Βλάχους της άνωθεν του Δουνάβεως Βλαχίας. (W. Regel, Analecta Byzantino-Russica, St. Petersburg 1891, σ. 57-58).

  • Μαρτυρία Πατριαρχικών Εγγράφων, περιόδου 1359-1401, στα οποία χρονολογικά εμφανίζονται οι εξής γεωγραφικοί όροι άνωθεν του Δουνάβεως: 1359 Ουγγροβλαχία, 1370 Βλαχία, 1393 Μαυροβλαχία, 1395 Ρωσοβλαχία, 1401 Μολδοβλαχία, Κουμανία. Ο όρος Βλαχία άνωθεν του Δουνάβεως υπάρχει για πρώτη φορά σε γραπτό ντοκουμέντο το 1370 και κατ’ αυτό το έτος (1370) Βλαχία είναι η Λεχία και η Μικρά Ρωσία, ήτοι ενιαία χώρα που την απάρτιζαν Πολωνία και Ουκρανία μαζί, υπό τον βασιλέα της Πολωνίας Κασιμίρ Γ’ τον Μέγα (Kazimierz ΙΙΙ: 30-4-1310 έως 5-11-1370, βασ. 1333-1370), που υπέγραφε ως «κράλης της Βλαχίας Καζήμηρος» (Franz Miclosich et Joseph Mueller, Acta et Diplomata Graeca Medii Aevi, Sacra et Profana [v. 1-2. Acta Patriarchatus Constantinopolitani, MCCCXVMCCCCII, e condicibus manuscriptis Bibliothecae Palatinae Vindobonensis. | v. 3. Acta et diplomata res Graecas Italasque illustrantia. | v. 4-6. Acta et diplomata monasteriorum et ecclesiaarum orientis. | vΙ: 1860, vΙΙ: 1862, vΙΙΙ: 1865, vΙV: 1871, vV: 1885, vVI: 1890]).

  • Μαρτυρία Χρυσόβουλλου Ανδρόνικου Παλαιολόγου του Νεωτέρου, έτους 1332, για Βλάχους ιερωμένους, «ιερωμένους, Βλάχους τε, και Βουλγάρους, και Αλβανίτας», και δίνει ένα πανόραμα τόπων (χωριών, οικισμών κ.λπ.), και μεταξύ των πολλά Βλαχοχώρια του Ασπροποτάμου. (Έκθεσις επί των διαγωνισμάτων Θεσσαλίας και Ηπείρου, Αναγνωσθείσα υπό Σ. Αριστάρχου, Εισηγητού κατά την επέτειον εορτήν των εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικών Συλλόγων, Τη 9η Μαΐου 1863, Εν Κωνσταντινουπόλει 1863, σ. 42-48. Και Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Εκδιδόμενον κατά διμηνίαν, Έτος Γ΄, τη ΙΕ΄ Ιανουαρίου ,ΑΨΞΖ΄, Τεύχος ΙΓ΄-ΙΕ΄, σ. 32-34).

  • Μαρτυρία Χρυσόβουλλου Ανδρόνικου Παλαιολόγου του Νε-ωτέρου, έτους 1332, που περιέχει πανόραμα τοπωνυμίων, μεταξύ των οποίων και Βλαχοχώρια των Τρικάλων, και χωριό Αραμηνόν, που φρονώ ότι σχετίζεται με τον όρο Αρâμν’/Αρâμίν’ (Αρμάνος/Βλάχος) ή με τη ΡάμναΑράμνα ή Ράμνια ή Αράμνια), μάλλον εκγραικισμένο, και που (μάλλον) σημαίνει Βλαχικόν ή Βλαχοχώρι. (Έκθεσις επί των διαγωνισμάτων Θεσσαλίας και Ηπείρου, Αναγνωσθείσα υπό Σ. Αριστάρχου, Εισηγητού κατά την επέτειον εορτήν των εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικών Συλλόγων, Τη 9η Μαΐου 1863, Εν Κωνσταντινουπόλει 1863, σ. 53-55. Και Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Εκδιδόμενον κατά διμηνίαν, Έτος Γ΄, τη ΙΕ΄ Ιανουαρίου ,ΑΨΞΖ΄, Τεύχος ΙΓ΄-ΙΕ΄, σ. 36-38:).

  • Μαρτυρία Σιγίλλιου Πατριάρχη ΚΠολης Νείλου (1380-1388), Περί της Μονής Λευκουσιάδος, για την εν Ελλάδι Βλαχία, ήτοι τη Θεσσαλία, με γεωγραφικά όρια στον βορρά τη Θεσσαλονίκη, τη Χαλκιδική, τις Πρέσπες, και στον νότο μέχρι τη Θήβα. (Σπυρίδων Λάμπρος, «Νέος Ελληνομνήμων», Τόμος ΢Σ΄, 1909, σ. 174-178).

  • Μαρτυρία Συνοδικής Πράξης έτους 1382, για την εν Ελλάδι Βλαχία, με πολλά τοπωνύμια, μεταξύ των οποίων και το «Αραμενόν». Το «της Βλαχίας σκάφος», είναι η Θεσσαλία, και ας αρνιούνται ποικίλοι κύκλοι ότι ιστορικά υπήρξε! Η «τοποθεσία του Αραμενού [Aramenos]», αποτελεί γραπτή μαρτυρία του όρου αυτοπροσδιορισμού των Βλάχων της «εν Ελλάδι Βλαχίας»: Αρâμνου ή Αρâμένου. (Revue des Etudes Grecques, Publication Trimestrielle de L’Association pour l’Encouragement des Etudes Grecques (Beconnue etablissement: d’utilite publique par decret du 7 juillet 1869) Tome XXXI,I, Annee 1919, Volume du Cinquanteire de l’Association, Paris, Editions Ernest Leroux, 1921. – Leon Heuzey, Jugement Synodal en Faveur du Couvent de la Panaghia des Grandes-Portes. – Texte Byzantin Inedit, p. 302-319).

  • Μαρτυρία Σιγίλλιου Πατριάρχη ΚΠολης Αντωνίου Δ’ (1389-1390, και 1391-1397), έτους 1393, για «χώρα Βλαχία», «Παλαιόβλαχοι», και δίνει ένα πανόραμα τοπωνυμίων (οικισμοί, χωριά κ.λπ.), μεταξύ των οποίων πολλά Βλαχοχώρια του Ασπροπόταμου. (Έκθεσις επί των διαγωνισμάτων Θεσσαλίας και Ηπείρου, Αναγνωσθείσα υπό Σ. Αριστάρχου, Εισηγητού κατά την επέτειον εορτήν των εν Κ/Πόλει Ελληνικών Συλλόγων, Τη 9η Μαΐου 1863, Εν Κωνσταντινουπόλει 1863, σ. 49-52. Και Ο εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος, Σύγγραμμα Περιοδικόν, Εκδιδόμενον κατά διμηνίαν, Έτος Γ΄, τη ΙΕ΄ Ιανουαρίου ,ΑΨΞΖ΄, Τεύχος ΙΓ΄-ΙΕ΄).

  • Μαρτυρία Εγγράφων της Μονής Κουτλουμουσίου, του 1396, για άνωθεν του Δουνάβεως Βλάχους· για το ότι το 1372 ο Ίμβριος Χαρίτων, μοναχός στη Μονή Κουτλουμουσίου, έγινε μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, η δε μονή από την εποχή του ηγεμόνα Αλεξάνδρου Μπασαράμπ (1352-1364) θεωρείτο ένα «Βλάχικο Μοναστήρι»! (Paul Lemerle, Actes de Kutlumus, Paris 1945-1946. – Actes de Kutlumus. Nouvelle edition remaniée et augmentée par Paul Lemerle. I texte. II Album. Paris (XHIe). (P. Lethielleux). 1988 (Actes de Γ Athos 112).).

  • Μαρτυρία του Δημητρίου Κυδώνη (1324/25-1397/98), σε επιστολή του στην οποία αναφέρεται σε Βλάχους των ελληνικών χωρών, και φαίνεται να τους γνωρίζει καλά, καθότι –λόγω της θέσεώς του– γνώριζε άριστα όλες τις καταστάσεις της Ρωμανίας. (Demetrius Cydones, Correspondance, publice par Raymond J. Loenertz O.P., I-II, Citta del Vaticano, 1956 [ep. 337, vol. II, σ. 272-274]).

  • Μαρτυρία του Γεωργίου Γεμιστού ή Πλήθωνος (1355-1452), για τους Μασσαγέτες της Σπάρτης ή γενικά της Πελοποννήσου, που υπήρχαν εκεί στα χρόνια του, όπως διαπίστωσε όταν εγκαταστάθηκε ως φιλοξενούμενος του φίλου του αυτοκράτορα Μανουήλ Β΄ Παλαιολό-γου [1350-1425, βασ. 1391-1425], στο Δεσποτάτο του Μυστρά. (Μνημεία Ελληνικής Ιστορίας – Documents Inedits Relatifs A L’Histoire de la Grece Au Moyen Age Publies sous les Auspices De la Chambre des Deputes de Grece par C.N. Sathas, Premiere Serie, Documents Tires des Archives de Venise (1400-1500), Tome IV, Paris MDCCCLXXXII [1882]).

  • Μαρτυρία της Διηγήσεως περί Βελισαρίου (500-565), ποιητικό έργο του 14ου αιώνα, για Αγαρηνούς, Ρωμαίους, Σέρβους, Φράγκους, Βλάχους, Λατίνους· οι Βλάχοι είναι των ελληνικών χωρών, όχι άνωθεν του Ίστρου. (Carmina Graeca Medii Aevi Edit Gvilelmvs Wagner, Lipsiae MDCCCLXXIIII [1874] – Διήγησις ωραιοτάτη του θαυμαστού ανδρός του λεγομένου Βελισαρίου, σ. 304-321).

  • Μαρτυρία Ποιήματος ΙΔ’ αιώνα, «Αίνιγμα Λέξεων Λέοντος του Σοφωτάτου» (886-912), για Ούγγρους, Ζήχους, Αλανούς, Βλάχους, Κουμάνους, Τούρκους, Σέρβους, Ρωμαίους (της Ρωμανίας), Έλληνες, Εβραίους, Ισμαηλίτες· τούτοι οι Βλάχοι είναι –μάλλον– άνωθεν του Ίστρου· προκαλεί εύλογες απορίες η «Καρντανίχλα» του στίχου «Καρντανίχλαν την Θεσσάλων». Ενδιαφέρον είναι ότι ο Βατάτζης [Ιωάννης Γ΄ Δούκας Βατάτζης (1193 – Νυμφαίο Μικράς Ασίας 3.11.1254), δεύτερος αυτοκράτορας της Νικαίας (1222-1254), γαμπρός του Θεοδώρου Α΄ Λάσκαρη (1174-1222) αναφέρεται ως Θεσσαλός! «Βάτος εστίν ο Βατάτζης, / ο εκ Θεσσαλών, και γήμας / Λάσκαρι την θυγατέραν». (Collection de Monouments pour servir a l’etude de la langue Neo-Hellenique, No 5, Nouvelle Serie, Athenes 1875 – Les Oracles de Leon de Sage, La Bataille de Varna, La Prise de Constantinople, Poemes en Grec Voulgaire, Publies pour la premiere fois d’apres les manuscrits de la Biblioteque Nationale par Emile Legrand, Paris MDCCCLXXV [1875] – Les Oracles de Leon de Sage Αίνιγμα Λέξεων Λέοντος του Σοφωτάτου).

  • Μαρτυρία του Ιωάννη Κατακαλώνος του Διακόνου, του 1367, που σε ποίημά του εγκώμιο στον Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο (1341-1391), μιλάει για «Ιστρογείτονες» Σκύθες, Μυσούς, Τριβαλούς, Ρως, Παίονες, Λατίνους, «Ουδέ γε πάλιν κραταιόν άλλο των Βλάχων γένος». (S. Ioannis Chrysostomi, in ninivitarvm poenitentiam homilia. Anastasii Sinaitae, Sermo III. De hominis creation *<+ Ex Medicae Bibliotheca, cvra et stvdio Ang. Mar. Bandini I.V.D., Florentiae Typis Caesareis CI).I).CCLXIII [1763]. Ioanni Diaconi Hadrianopoleos in lavdem Ioannis Paleologi, Carmen Politicum, σ. 159-181, στίχοι 414.).

  • Μαρτυρία Χρονικού του Μορέως, έργο του 14ου αι., Ανώνυμου Χρονογράφου: α) ότι το νυν λεγόμενο Βυζάντιο ονομαζόταν Ρωμανία και Ρουμανία· β) ότι υπήρχε στην Πελοπόννησο πόλη Τσάρα· γ) ότι υπήρχε στον Μοριά περιοχή Σκλαβουνία· δ) ότι η Βλαχία ήταν χώρα που περιείχε τη Θεσσαλία, τη μέση Ελλάδα, την Άρτα, τα Γιάννινα· ε) ότι η χώρα Κουμανία και οι κάτοικοί της Κουμάνοι, βρίσκονταν στον Ίστρο, όπου η σημερινή Ρουμανία· στ) ότι οι Βεργίτες ήταν τμήμα των Κουμάνων· ζ) ότι τα εχθρικά «φουσσάτα» απαρτίζονταν από «Τούρκους, Κουμάνους, Αλαϊνούς, Ζύχους γαρ <και> Βουλγάρους»· η) ότι «Πελοπόννεσος» και «Μορέας» σημαίνουν Πελοπόννησος· θ) ότι Νίκλι είναι περιοχή του Μοριά· ι) ότι Βελιγοστή είναι περιοχή της Λακεδαιμονίας· ια) ότι «Ζυγοί» και «Μελιγοί» είναι οι Λάκωνες «Μηλιγκοί»· ιβ) ότι «Σκορτά» είναι κάστρο του Μοριά· ιγ) ότι η Τσακωνιά ονομαζόταν «Τσακωνία», «Τζακωνία»· ιδ) ότι η Μονεμβασιά ονομαζόταν Μονοβασία· ιε) ότι με τον όρο «βουργησέοι» ονομάζονταν οι «καστρινοί» ή «καστροφύλακες»· ιστ) ότι ο νυν Μυστράς ονομαζόταν Μεζηθράς, Μηζηθράς· ιζ) ότι η νυν Μάνη ονομαζόταν Μαΐνη· ιη) ότι «Σκλάβικα» ήταν τα Σκλαβίνικα ή Σκλαβούνικα· ιθ) ότι ο Καλοϊωάννης είναι ο Βλάχος βασιλιάς του Βλαχο-Βουλγαρικού Βασιλείου, ο γνωστός Ιωαννίτζης· κ) ότι η Βαγενετία είναι περιοχή στην Ήπειρο· κα) ότι υπήρχε η «Κατακαλού της Βλαχίας», πρόκειται για το βόρειο σύνορό της, κι αντιστοιχεί στο νυν χωριό Κυρά Καλή, 6 χλμ. ΒΔ των Γρεβενών· κβ) ότι «Τούρκοι γαρ και Κομάνοι» σημαίνει «Ούγγροι και Κομάνοι». – Το Χρονικόν του Μορέως είναι έργο ανωνύμου χρονικογράφου του 14ου αιώνα και αποτελεί την πιο σημαντική πηγή για τη φεουδαρχική οργάνωση του πριγκιπάτου της Αχαΐας. Δίνει με σαφήνεια τα όρια της Ελλαδικής Βλαχίας, τον σημαντικό ρόλο των Βλάχων στη Ρουμανία – Ρωμανία (το νυν καλούμενο Βυζάντιο), που αποκλειστικά γνωρίζει, ενώ την άνωθεν του Δουνάβεως Βλαχία –που ονομάστηκε έτσι μετά το 1350 μ.Χ.–, την αναφέρει ως Κουμανία, τους κατοίκους της ως Κουμάνους, χιλιάδες των οποίων κατήλθαν ως μισθοφόροι και στην Πελοπόννησο, μαζί με Ούγγρους Τούρκους και άλλους. Τούτη η Βλαχία αναφέρεται στον Ερωτόκριτο, και πλείστοι σχολιαστές του έργου του Κορνάρου τη θέλουν (ανοήτως) άνωθεν του Δουνάβεως! Το Χρονικόν του Μορέως δίνει απάντηση στους νυν Πελοποννήσιους, για την παλαιά βλαχοφωνία μεγάλου μέρους του πληθυσμού του Μοριά, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνουν πλείστα τοπωνύμια, και που μερίδα ερευνητών τα θεωρεί ως και σήμερα σλαβικά! Για το πώς προέκυψε η λ. «Μορέας», για την Πελοπόννησο, το έχει εξηγήσει ο Μάζαρις στην Επιδημία, ήδη από το έτος 1416, γράφοντας: «…και συ τότε δύ’ οβολούς τω πορθμεί, και ες μόρον ραδίως απονητί από Μώρας χαίρων και ευφραινόμενος ήξεις, επειδήπερ, καθ’ Όμηρον, μόρον σε αμήχανον, καν εν οικίσκω σαυτόν καθείρξης, ουχ υπαλύξαις.» Σε υποσημείωση: «Ludit, qui est ejus mos, in nominibus μόρος et Μώρα: “in mortem e Mora”», δηλ. σημαίνει ό,τι και στα βλάχικα: μόρου [moru]: πεθαίνω, μοάρτε [moarte]: θάνατος και μόρα [mora]: η προσωποποίηση του θανάτου ως αλλόκοτο θηλυκό πλάσμα! Ας αφήσουν οι «ειδήμονες» τις λ. morje ή more, και τα κόλπα… μουριές – μωρέας, διότι… «μωραίνει Κύριος ον βούλεται…»! (The Hronicle of Morea – Το Χρονικόν του Μορέως – A historyin political verse, relating the establishhhment of feudalism i Greece by the Feanks in the Thirteenth Century, Edited in two parallel texts from the mss of Copenhagen and Paris, With introduction, critical notes and indices, by John Schmitt, Ph. D. Professor extraordinary at the University of Leipzig, London 1904. Και α.).

  • Μαρτυρία του Κωνσταντίνου Ακροπολίτη (1250-1321), για τους λαούς της Ελληνικής Χερσονήσου και, ιδίως, για εκείνους που επέδραμαν κατά της Θεσσαλονίκης: Ταύροι, Σκύθες «Σκύθας και ους δη Σαυρομάτας η άνωθεν ιστορία κατονομάζει», Τριβαλλοί «Τριβαλλών όμορον, εν γειτόνων ον ΠαίουσιΣθλαβίνοι την κλήσιν, θηριώδεις την δίαιταν, την βιοτήν έκφυλοι, την ορμήν ακατάσχετοι– της του μάρτυρος κατεστράτευσαν πόλεως, της περιφήμου λέγω Θεσσαλονίκης», Μυσοί, Βούλγαροι (με τον Ροδομηρό), Ζηχοί, Ρως, Αλανοί, Μελάγχλαινοι, και Σαυρομάτες· «Απήρε τις της περιωνύμου πόλεως Θεσσαλονίκης, της προκαθημένης των Θετταλών, της των εσπερίων προεχούσης σχεδόν απασών, του κόσμου της Ελλάδο, του της Ευρώπης οφθαλμού, και προς την απασών βασιλεύουσαν την πορείαν πεποίητο». (Ανάλεκτα Ιεροσολυμιτικής Σταχυολογίας, Εκτυπούμενα μεν αναλώμασι του Αυτοκρατορικού Ορθοδόξου Παλαιστίνου Συλλόγου, Συλλεγέντα δε και εκδιδόμενα υπό Α. Παπαδοπούλου – Κεραμέως, Τόμος Α΄, Εν Πετρουπόλει 1891 – ΙΧ. Κωνσταντίνου Ακροπολίτου Λόγος εις τον μεγαλομάρτυρα και μυροβλύτην Δημήτριον [Cod. Patriarch. 40, fol. 104b-164a], Επιστολή προς
    Θεσσαλονικείς, σ. 160-215
    ).

Θεόδωρος Μετοχίτης
  • Μαρτυρία του Θεόδωρου του Μετοχίτη (1260-1332), για τους Αρκάδες, «Πελοπόννησον δ’ ώκησαν μεν τα πλείω των ελληνικών εθνών, ων ιστορούνται δη πάντων Αρκάδες μόνοι παλαιοί τε είναι της χώρας οικήτορες και μόνοι γε αυτόχθονες, και ου Πελοποννησίων μόνον Ελλήνων, αλλά και πάντων σχεδόν ανθρώπων Αρκάδες αυτόχθονες μόνοι, και τοσούτω γε δόξαν αρχαιότητος έχοντες […] και πριν σελήνην είναι Αρκάδες δόξαι γε είναι, τάλλα δε των κατά Πελοπόννησον ελληνικών εθνών εξ αποικιών ιστόρηνται και τινών και βαρβαρικών οικήσαι την χώραν»· για τους Σκύθες, «Σκύθαις αγχίθυρα, οίον η προς τω Βορυσθένει μεγάλη πόλις του Ηρακλέους, και όσαι τας εκβολάς Ίστρου, και την παραλίαν της Ταυρικής χερρονήσου πόλεις είχον άκρατον ελληνικήν ευγένειαν επιδεικνύμεναι»· για τους Ιλλυριούς που έχουν «ουμοφύλους Έλληνας»· για Μυσούς, Τριβαλλούς, Παίονες, Σκύθες επιτιθέμενους σε Μυσία, Θράκη, Μακεδονία και Θεσσαλία. (Θεοδώρου του Μετοχίτου Υπομνηματισμοί και Σημειώσεις Γνωμικαί – Theodori Metochitae Miscellania Philosophica et Historica, Graece. Textum e Codice Cizensi Descripsit, Lectionisque Varietatem ex Aliquot Aliis Codicibus Enotatam Adiecit M. Chris tianus Godofredus Muller,… Editio Auctoris Morte Praeventa, cui prefatus est M. Theophilus Kiessling, Lipsiae MDCCCXXI [1821]).

  • Μαρτυρία του Αρχιεπισκόπου Λαρίσσης Αντωνίου (14ος αι.), για Σκύθες και Βούλγαρους που επιτίθεντο –στον καιρό του– κατά εδαφών της Ρωμανίας. (Αντωνίου Αρχιεπισκόπου Λαρίσσης, Λόγοι Θεομητορικοί, Δεσποτικοί, Αγιολογικοί. Εκδίδει Βασίλειος Ψευτογκάς, Εκδοτικός Οίκος Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2002, σ. 127-145:).

banner-article

Ροη ειδήσεων