Ελλάδα Κοινωνία Υγεία

ΕΛΣΤΑΤ: Σχεδόν 7 στους 10 Έλληνες χωρίς αναγκαίες ιατρικές εξετάσεις λόγω οικονομικής αδυναμίας

Το 66,8% ή σχεδόν επτά στους δέκα Έλληνες δεν έχουν πρόσβαση σε αναγκαίες ιατρικές εξετάσεις λόγω της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν οικονομικά, καθώς το δημόσιο σύστημα Υγείας αδυνατεί τόσο σε επίπεδο προσωπικού και υποδομών όσο και σε επίπεδο κρατικής χρηματοδότησης να καλύψει τις ανάγκες των πολιτών της χώρας

=========================

Σύμφωνα με έρευνα της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) για την υγεία του πληθυσμού το 2022, υψηλά είναι τα ποσοστά υπέρβαρων και καπνιστών στη χώρα μας, υπό το πρίσμα των εισοδημάτων του 2021, ενώ περίπου το 20% του φτωχού πληθυσμού δεν έλαβε ιατρική εξέταση ή θεραπεία, κάθε φορά που χρειάστηκε (11,6% για τον μη φτωχό πληθυσμό).

Υπέρβαροι είναι το 42,7% του πληθυσμού άνω των 16 ετών, ενώ οι «φανατικοί»καπνιστές φθάνουν σε ποσοστό το 24,8%. 

Με την έρευνα συλλέγονται πληροφορίες αναφορικά με τις καπνιστικές συνήθειες του πληθυσμού στη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών. Στα αποτελέσματα που παρατίθενται ακολούθως περιλαμβάνεται και το ηλεκτρονικό τσιγάρο.

Πιο συγκεκριμένα:

  • Το 24,8% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω καπνίζει καθημερινά.
  • Το 1,9% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω καπνίζει μερικές φορές την εβδομάδα
  • Το 1,5% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω καπνίζει μερικές φορές το μήνα
  • Το 1,1% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω καπνίζει μερικές φορές το χρόνο Το 71,3% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δεν κάπνισε καθόλου.

Επιπλέον, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 7,4% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσε ότι έχει πολύ κακή ή κακή υγεία, το 15,4% μέτρια, ενώ το 77,2% πολύ καλή ή καλή υγεία. Το 24,9% του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω έχει χρόνιο πρόβλημα υγείας (Γράφημα 2). Χρόνιο πρόβλημα ή χρόνια πάθηση δηλώνουν περίπου 3 στις 10 γυναίκες (27,0%) και 2 στους 10 άνδρες (22,6%). Χρόνιο θεωρείται το πρόβλημα υγείας ή η πάθηση που διαρκεί ή πρόκειται να διαρκέσει περισσότερους από 6 μήνες, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή.

Κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, περίπου 1 στους 2 (54%) χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία. Ποσοστό 24,3% όσων χρειάστηκαν ιατρική εξέταση ή θεραπεία δεν την έλαβε κάθε φορά που χρειάστηκε. Ποσοστό 19,9% του φτωχού πληθυσμού δεν έλαβε ιατρική εξέταση ή θεραπεία, κάθε φορά που χρειάστηκε. Το ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται στο 11,6%.

Κατά τους τελευταίους 12 μήνες πριν τη διενέργεια της έρευνας, περίπου 1 στους 2 (46,8%) χρειάστηκαν οδοντιατρική / στοματολογική / ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία. Ποσοστό 32% όσων χρειάστηκαν οδοντιατρική / στοματολογική / ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία δεν την έλαβε κάθε φορά που χρειάστηκε. Ποσοστό 21% του φτωχού πληθυσμού δεν έλαβε οδοντιατρική / στοματολογική / ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία κάθε φορά που χρειάστηκε. Το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού ανέρχεται στο 13,7%.

Σχετικά με τις επισκέψεις σε ιατρούς:

*Ιατρό γενικής ιατρικής, παθολόγο ή τον προσωπικό ιατρό, επισκέφθηκε το 33,3%.

*Ιατρό άλλης ειδικότητας ή χειρουργό για ειδικευμένες ιατρικές υπηρεσίες, το 24,2%.

*Οδοντίατρο/στοματολόγο/ορθοδοντικό, το 24,2%.

Το 66,8% ή σχεδόν επτά στους δέκα Έλληνες δεν έχουν πρόσβαση σε αναγκαίες ιατρικές εξετάσεις λόγω της αδυναμίας τους να ανταποκριθούν οικονομικά, καθώς το δημόσιο σύστημα Υγείας αδυνατεί τόσο σε επίπεδο προσωπικού και υποδομών όσο και σε επίπεδο κρατικής χρηματοδότησης να καλύψει τις ανάγκες των πολιτών της χώρας.

Για οδοντιατρικά θέματα,, πάνω από ένας στους πέντε Έλληνες που κατατάσσεται στον φτωχό πληθυσμό μένει χωρίς τις απαραίτητες υπηρεσίες (21%) και αυτό ισχύει και για σημαντικό ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού (13,7%). Ο λόγος που οι πολίτες δεν έχουν πρόσβαση στις αναγκαίες οδοντιατρικές υπηρεσίες είναι η οικονομική δυσχέρεια. Και μάλιστα για ακόμη πιο μεγάλο ποσοστό, που ξεπερνά τους τρεις στους τέσσερις (77,2%).

Από την έρευνα προκύπτει ακόμα ότι: 

Το 9% για διάστημα έξι μηνών ή περισσότερο είχε περιορίσει, λόγω δικού του προβλήματος υγείας, κάποιες, συνήθεις για τον γενικό πληθυσμό δραστηριότητες ή είχε δυσκολευτεί σε αυτές πάρα πολύ, ενώ το 13,2% είχε περιορίσει κάποιες δραστηριότητες ή δυσκολευτεί σε αυτές, αλλά όχι πάρα πολύ.

Στο σύνολο του πληθυσμού ηλικίας 16 ετών και άνω: 

  • 1,1% είναι ελλιποβαρείς.
  • 44,1% είναι φυσιολογικού βάρους.
  • 42,7% είναι υπέρβαροι.
  • 12,2% είναι παχύσαρκοι.
  • 1 στους 2 άνδρες (50,3%) είναι υπέρβαρος, ενώ η αναλογία υπέρβαρων γυναικών είναι περισσότερες από 3 στις 10 (35,6%).

Με την έρευνα, επίσης, καταγράφεται ο χρόνος, στη διάρκεια μιας συνηθισμένης εβδομάδας, κατά τον οποίο ο ερευνώμενος αθλείται, γυμνάζεται ή κάνει άσκηση για ψυχαγωγία, για τουλάχιστον 10 λεπτά συνεχόμενα, χωρίς διακοπή, δραστηριότητες που κατ’ ελάχιστο προκαλούν μικρή αύξηση στην αναπνοή και στους καρδιακούς παλμούς. Δεν περιλαμβάνονται οι σωματικές δραστηριότητες οι οποίες γίνονται στο πλαίσιο της εργασίας ή στο πλαίσιο της κύριας ενασχόλησης, όπως για παράδειγμα οι οικιακές εργασίες για μία νοικοκυρά, ενώ περιλαμβάνεται η μετακίνηση (προς και από την εργασία, το σχολείο, την αγορά / σούπερ μάρκετ κ.λπ.) με τα πόδια ή με ποδήλατο διάρκειας, τουλάχιστον 10 λεπτών συνεχόμενα, χωρίς διακοπή.

  • Περίπου 3 στους 10 (28,9%) εργαζόμενους ηλικίας 16 ετών και άνω κυρίως κάθονται.
  • 4 στους 10 (40,5%) εργαζόμενους ηλικίας 16 ετών και άνω κυρίως κάνουν βαριές εργασίες που απαιτούν έντονη σωματική δραστηριότητα. Ως έντονη σωματική δραστηριότητα ορίζεται η δραστηριότητα που απαιτεί σκληρή σωματική προσπάθεια και η οποία, συνήθως, προκαλεί γρήγορη αναπνοή και σημαντική αύξηση στους καρδιακούς παλμούς.
  • Περίπου 1 στους 10 (11,9%) δεν ασκείται καθόλου στη διάρκεια μίας συνηθισμένης εβδομάδας

Τέλος, η έρευνα κατέγραψε τη συχνότητα κατανάλωσης φρούτων (φρέσκων, κονσερβοποιημένων, αποξηραμένων ή και κατεψυγμένων) στη διάρκεια μίας τυπικής εβδομάδας, οπουδήποτε (στο σπίτι, στο εστιατόριο, κ.λπ.). Δεν περιλαμβάνονται οι χυμοί φρούτων. Καταγράφηκε, επίσης, η συχνότητα κατανάλωσης λαχανικών και σαλατών, φρέσκων, κατεψυγμένων, αποξηραμένων ή κονσερβοποιημένων. Περιλαμβάνονται τα όσπρια ενώ οι πατάτες, ως υδατάνθρακες, ανήκουν στην τροφική ομάδα του ψωμιού και των δημητριακών και δεν συμπεριλαμβάνονται. Επίσης, δεν περιλαμβάνονται οι χυμοί λαχανικών.

  • Περίπου 4 στους 10 (41,1%) ηλικίας 16 ετών και άνω καταναλώνουν φρούτα καθημερινά, ενώ ποσοστό 0,7% δεν καταναλώνει καθόλου.
  • Περισσότεροι από 4 στους 10 (46,9%) ηλικίας 16 ετών και άνω καταναλώνουν λαχανικά ή σαλάτες καθημερινά, ενώ ποσοστό 0,5% δεν καταναλώνει καθόλου.
banner-article

Ροη ειδήσεων