“Χρήστος Κάκαλος. Ο γέρο-αητός του Ολύμπου” γράφει ο Σωτήρης Μασταγκάς
Γράφει ο Σωτήριος Δ. Μασταγκάς
Το κείμενο που ακολουθεί είναι καταχωρισμένο στην εφημερίδα ΦΩΣ της Θεσσαλονίκης, στις 13-6-1939. Προκύπτει αμερολήπτως ότι κατά τη δεκαετία του 1930 ο Κάκαλος είχε καθιερωθεί ως ο κλειδοκράτορας του μυθικού βουνού, ως ο αγέραστος εραστής της κορυφής. Το υποδηλώνει και ο τίτλος του άρθρου της εφημερίδας: «ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΕΣ. ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΑΚΑΛΟΣ. Ο γέρο – αητός του Ολύμπου. Αν ο Όλυμπος κατεκτήθη, αυτό δεν έγινε χωρίς αυτόν».
———————
ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΕΣ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΕΣ
Χρήστος Κάκαλος. Ο γέρο-αητός του Ολύμπου
Αν ο Όλυμπος κατεκτήθη, αυτό δεν έγινε χωρίς αυτόν
Παρατίθεται αυτολεξεί το κείμενο.
“Λίγα χρόνια πριν, αν έλεγε κανείς σε κάποιον πως θα πήγαινε στις κορυφές του Ολύμπου, το ολιγώτερο που είχε να πάθη ήταν να τον πάρουν για τρελό. Πιο απλά μπορούσαν να του εξηγήσουν πως το ανέβασμα εκεί επάνω δεν ήταν δουλειά του καθενός. Αητοί μονάχα, προνομιούχοι, μπορούσαν να πετούν εκεί επάνω και να κάνουν τις φωληές τους στα βράχια της κορυφής, στον Μύτικα. Απάτητο ήταν το βουνό. Και η κλεφτουργιά ακόμα σεβόταν τον τόπο, όπου ο θρύλος ήθελε τους ωραίους Ολύμπιους θεούς θρονιασμένους. Κάτι σπηλιές βρεθήκανε και χρησιμοποιούνταν για καταφύγια και μέσα στα φαράγγια σπάνια ακούγονταν τα κουδουνίσματα των γιδοπρόβατων και τα μουγκρίσματα των ταυριών. Καλογέροι τολμηροί και ξυλοκόποι του μοναστηριού του Αγίου Διονυσίου αποτολμούσανε ανόδους. Ως ένα σημείο. Φοβούνταν τις παγίδες που στήνανε τα χιόνια που σαπίζανε και λυώνανε από κάτω, κρατώντας μια λεπτή αστραφτερή κρούστα πάνωθέ τους.
Μια μέρα όμως, εκεί κατά το 1913, ένας Λιτοχωρινός, ο Χρήστος Κάκαλος, πήρε τον δρόμο για την κορφή. Έφθασε κι’ επάτησε τ’ απάτητα χώματα. Πρώτος αλπινιστής και ορειβάτης στον τόπο του. Τότε δεν υπήρχεν ακόμη καμμιά ορειβατική οργάνωση. Κάτι φαντασμένοι ξένοι ροβολούσαν στις πλαγιές και αναζητούσαν έναν οδηγό, που θα τους ανέβαζε στην κορυφή του Ολύμπου. Το έργον αυτό ανέλαβεν ο Χρήστος Κάκαλος. Μονοπάτι για μονοπάτι δεν του έμεινε κρυφό. Έμαθε και την τελευταία πτυχή του δάσους. Τα φαράγγια, οι γκρεμνοί, οι χαλάστρες, οι κοίτες των νεροσυρμών, τα χιονοστοιβάγματα, οι σπηλιές, δεν του ήταν άγνωστα. Όπου βρυσούλα και τόπος για ξαπόσταμα, όπου στασιά για θέα ήταν γνωστή στον Χρήστο Κάκαλο. Μέσα στην νύχτα μπορούσε να πάρη το στρατί και να οδηγήση με ασφάλεια τους ορειβάτες ως επάνω, στην υψηλότερη κορυφή.
Για την εποχή εκείνη τα πράγματα δεν ήταν και τόσο απλά. Κοντά σ’ όλες τις δυσκολίες ήταν και η κλεφτουργιά. Όποιος – όποιος δεν πήγαινε εκεί στην ερημιά του δάσους. Ο Κάκαλος περνούσε το βραχύκανο στον ώμο και τραβούσε μπροστά. Είναι γεγονός και μαρτυριέται από όλους: Κανένα δυσάρεστο δεν συνέβη ποτές στους ανθρώπους που ωδηγούσεν ο Κάκαλος στα κορυφάδια, ανάμεσα απ’ τα πυκνοφυτευμένα ρόμπολα, τα χαριτωμένα αυτά έλατα, που μόνο στον Όλυμπο φυτρώνουν, ξυστά απ’ τους γκρεμνούς, επάνω απ’ τις χαράδρες μέσα απ’ τις οποίες πολύβοη ανεβαίνει η φοβερά των ποταμιών προς τα επάνω.
Τα χρόνια περάσανε. Ήλθε μια μέρα ένας ξένος, ο Μπουασσονά. Βρήκε τον Κάκαλο και μαζύ του ανέβηκε στον Όλυμπο. Πήρε φωτογραφίες, κράτησε σημειώσεις και σαν γύρισε στον τόπο του ο ξένος έβγαλε ένα βιβλίο: Ο τουρισμός στην Ελλάδα. Στις σελίδες τού βιβλίου αυτού μιλούσε με ενθουσιασμό για τον Όλυμπο, για τον Κάκαλο. Και άλλοι ξένοι ήλθαν. Οι Έλληνες ορειβάται αρχίσανε να πηγαίνουν στον Όλυμπο. Ένας ζωγράφος βρήκε μια σπηλιά και την έκαμε καταφύγιο δικό του και των άλλων ορειβατών. Ο Όλυμπος κατακτήθηκε τελείως.
Άς είμεθα όμως δίκαιοι. Αυτό οφείλεται αποκλειστικά στον Χρήστο Κάκαλο, τον ακούραστο οδηγό, τον γέρω-αητό του Ολύμπου, όπως τον λένε.
Είναι ένας απλός, ήσυχος και σιγομίλητος άνθρωπος ο Κάκαλος. Λίγες κουβέντες και περισσότερη ζωή. Το γαλανό του μάτι κόβει και το ποδάρι του βαστά. Σκαρφαλώνει σαν νεαρό γίδι στα κατσάβραχα και πηδά σαν ζαρκαδόπουλο πάνω απ’ τα ποτάμια, μ’ όλο που δεν είναι πια νέος ο Χρήστος Κάκαλος. Ο αέρας του βουνού, η ορειβασία, η ζωή στο ύπαιθρο τού έχουν κάνει το κορμί ατσαλένιο. Φύλακας του καταφυγίου είναι ο Χρήστος και επίσημος οδηγός. Το υπουργείο του Τουρισμού θα τον πάρει στην υπηρεσία, θα τον επισημοποιήση. Πρέπει. Είναι μια δίκαια αντάμειψη μα και επιβαλλόμενη ικανοποίηση των κόπων 26 χρόνων.
Έτσι καθώς μιλούμε στο μικρό καφενεδάκι του χωριού και κανονίζουμε τις λεπτομέρειες μιας ανόδου στον Όλυμπο, κοιτάζουμε μ’ ανησυχία τον ουρανό.
– Χιονίζει εκεί επάνω, μας λέγει ο Κάκαλος. Μα δεν έχει σημασία. Μπορούμε να πάμε και με χιονοθύελλα ακόμη. Τώρα πια ένα παιγνίδι είναι το ανέβασμα στον Όλυμπο.
Ο Χρήστος Κάκαλος έχει δίκηο. Μπορεί να πάη κι’ ένα κορίτσι άφοβα τώρα ως τον Μύτικα. Όταν οι Έλληνες αποφασίσουν να κινηθούν προς την κορυφή του ιερού βουνού, θα ιδούν ότι το πράγμα δεν είναι δύσκολο. Αρκεί να έχουν μαζύ τους τον οδηγό, τον μπάρμπα Χρήστο, τον γέρω-αητό του Ολύμπου.” Έν – Έφ.
Λίγα ενημερωτικά
Ο Λιτοχωρίτης οδηγός και ορειβάτης Ολύμπου Χρήστος Κάκαλος (1882-1976) κατέχει, χωρίς αμφιβολία, την πρώτη θέση στη σειρά των Ελλήνων οδηγών βουνού και μια σημαντική θέση στην παγκόσμια ομάδα των τολμηρών ορειβατών. Είναι ο πρώτος Έλληνας που πάτησε – κατέκτησε το 1913 την κορυφή του Ολύμπου με τους Ελβετούς Fred Boissonas και Daniel Baud-Bovy. Το όνομά του έγινε θρύλος, καταγράφηκε στους θεούς του Ολύμπου και πέρασε από την ιστορία στη ζωντανή μυθολογία.
Τι ακριβώς ήταν ο Χρήστος Κάκαλος; Ήταν ορεσίβιος, υλοτόμος, κυνηγός, λαουτιέρης, οδηγός βουνού, ορειβάτης. Γεννημένος στο Λιτόχωρο, στα ριζά του μυθικού βουνού, από μικρή ηλικία αφιερώθηκε στη λατρεία του. Με ένα αλύγιστο πείσμα, με δυνατή θέληση, με την άκαμπτη και ανυποχώρητη ψυχή του, παρέμεινε από παιδί μέχρι τα γεράματά του η πιστότερη ενσωμάτωση του τολμηρού ορειβάτη. Άπειροι είναι οι Έλληνες και ξένοι επισκέπτες, φυσιολάτρες, οδοιπόροι και αναρριχητές που οδηγήθηκαν από τον Χρήστο Κάκαλο στο θρυλικό και μεγαλοπρεπές βουνό. Τουρίστες, πολιτικοί, καλλιτέχνες, επιστήμονες, κοινοί θνητοί, τολμηροί ή αμαθείς ορειβάτες συνοδοιπόρησαν μαζί του, τυλιγμένοι στα σύννεφα, μέσα από τα δύσβατα και επικίνδυνα μονοπάτια, για να σκαρφαλώσουν με τη συνοδεία του μέχρι τον Μύτικα στα 2917 μέτρα, και να αγναντέψουν από τον Θρόνο των θεών τη Μακεδονία, τη Θεσσαλία και το Αιγαίο Πέλαγος.
Το πάθος του για το βουνό ήταν ένα ανώτερο ιδανικό. Στο πρόσωπό του διακρινόταν αυτή η ικανοποίηση, η τρελή χαρά της ψυχής του και η δύναμη που έλαβε από τα αγνά ύψη και τα μεγάλα πλάτη του Ολύμπου.
Ο Χρήστος Κάκαλος τίμησε το Λιτόχωρο και την Ελλάδα. Η φήμη του πέρασε τα ελληνικά βουνά και σύνορα. Με την κατάκτηση του Μύτικα στα 1913 και τις αναβάσεις του πάνω στις κορφές δημιούργησε παράδοση: αυτή του φίλου του Ολύμπου, του συνειδητού και υπεύθυνου ορειβάτου.
Εκατοντάδες ανταποκρίσεις, άρθρα, δημοσιεύσεις κ.ά. έχουν γραφτεί για τον Κάκαλο όσο ήταν εν ζωή, αλλά και μετά θάνατον. Σε λευκώματα και περιοδικά (ορειβατικά, φυσιολατρικά, εκδρομικά) και εφημερίδες υπάρχει πληθώρα φωτογραφιών και πληροφοριών για το πρόσωπο και τη δράση του στο βουνό. Βιογραφικά στοιχεία, κατά τη γνώμη μας σημαντικά, ο ενδιαφερόμενος μπορεί να βρει στις εξής εργασίες:
α. Λάμπρου Γ., «Ο μπάρμπα-Χρήστος Κάκαλος», περιοδικό Κίνηση για το Λιτόχωρο και τον πολιτισμό, φύλλο 17–18/1999, Λιτόχωρο 1999.
β. Ζολώτας Κ., Χρήστος Κάκαλος. «Ο κατακτητής του Ολύμπου», Όλυμπος, Κείμενα και Εικόνες δύο αιώνων, Κατερίνη 2001.