Άρθρα Θέματα Παιδείας

“Άσυλο ιδεών και ελεύθερης έκφρασης ή βίας το ελληνικό πανεπιστήμιο; Συσχετισμός με την κομματοκρατία” / γράφει ο Άρης Ορφανίδης

// Η λύση δεν είναι η αστυνομοκρατία. Δεν είναι το πανεπιστήμιο-φρούριο. Είναι η πολιτισμική αναγέννηση του θεσμού του πανεπιστημίου μέσα από την επανανοηματοδότηση του ασύλου. Το πανεπιστημιακό άσυλο δεν είναι χώρος ανομίας. Είναι χώρος ελευθερίας υπό όρους ευθύνης. Όχι όπλο στα χέρια των φανατικών, αλλά καταφύγιο στοχασμού και διαφωνίας υπό συνθήκες ασφάλειας κι όχι φόβου //

Το ελληνικό πανεπιστήμιο διαχρονικά αναγνωρίστηκε ως χώρος ελευθερίας, διαλόγου, διακίνησης και ώσμωσης ιδεών και φιλοσοφικής αναζήτησης. Στο κέντρο αυτής της ταυτότητας βρίσκεται η έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου, η οποία φέρει ένα βαρύ ιστορικό φορτίο: ηρωικές μνήμες αντίστασης στον αυταρχισμό, οραματικά αιτήματα δημοκρατίας και κοινωνικής προόδου. Ωστόσο, το ερώτημα που επανέρχεται με ένταση στις μέρες μας είναι το εξής: πρόκειται για άσυλο ιδεών και ελεύθερης έκφρασης ή μήπως έχει μετατραπεί σε άσυλο βίας, ιδεολογικής τρομοκρατίας και κομματικής επιβολής;

Η μεταπολιτευτική εμπειρία του πανεπιστημίου μάς δείχνει μια διπλή πραγματικότητα. Από τη μία, η θεσμοθέτηση του ασύλου συνέβαλε στην κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας και στην αναγνώριση του πανεπιστημίου ως αυτόνομου θεσμού εντός της δημοκρατίας. Από την άλλη, παρατηρείται σταδιακά μια μετατόπιση: το άσυλο δεν προστατεύει πλέον την ελεύθερη έκφραση όλων, αλλά συχνά γίνεται πρόσχημα για τη φίμωση της διαφορετικής άποψης και τη νομιμοποίηση της βίας από οργανωμένες μειοψηφίες.

Οι επιθέσεις σε καθηγητές και φοιτητές, οι καταστροφές δημόσιας περιουσίας, η παρεμπόδιση διδασκαλιών, η βίαιη ακύρωση εκδηλώσεων, η παράνομη κατάληψη χώρων, η επιβολή ενός μονολόγου από ομάδες που θεωρούν ότι εκφράζουν τη «σωστή πλευρά της ιστορίας» είναι πλέον φαινόμενα συστηματικά. Αυτό δεν αφορά περιθωριακές εξαιρέσεις, αλλά μια παγιωμένη κουλτούρα ατιμωρησίας. Όταν η ελευθερία έκφρασης προστατεύεται επιλεκτικά —μόνο για εκείνους που συντάσσονται με την κυρίαρχη ιδεολογική νόρμα του «χώρου»— τότε το πανεπιστήμιο παύει να είναι ελεύθερο. Γίνεται μηχανισμός επιβολής.

Ανακύπτει εδώ το ερώτημα: πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Ένας από τους βασικότερους παράγοντες που ερμηνεύει αυτή την έκπτωση είναι η βαθιά κομματοκρατία που διέπει τη λειτουργία του ελληνικού πανεπιστημίου. Οι φοιτητικές παρατάξεις, μακράν του να λειτουργούν ως δημιουργικά πολιτικά κύτταρα, έχουν στην πλειοψηφία τους μετατραπεί σε προεκτάσεις των κομματικών μηχανισμών. Οι φοιτητές δεν ενθαρρύνονται να σκέφτονται, αλλά να στοιχίζονται. Δεν καλούνται να επιχειρηματολογούν, αλλά να «συνταχθούν». Δεν προάγεται η πολιτική παιδεία, αλλά η πειθαρχία στην κομματική γραμμή.

Η κομματικοποίηση των πανεπιστημίων αλλοιώνει τη φυσιογνωμία τους ως χώρων ακαδημαϊκής ανεξαρτησίας. Η πολιτική συμμετοχή υποβιβάζεται σε πελατειακή στρατολόγηση. Οι κομματικά καθοδηγούμενες παρατάξεις διεκδικούν τον έλεγχο των φοιτητικών συλλόγων, την επιρροή στους καθηγητές, ακόμη και τη διαχείριση υποδομών ή προνομίων. Εξού και το παράδοξο: οι χώροι που προορίζονταν να είναι εστίες ελεύθερης αναζήτησης έχουν γίνει πεδία σύγκρουσης μικροεξουσιών.

Η διαπλοκή αυτή δεν είναι μόνο συμβολική, είναι κυρίως λειτουργική. Οι παρατάξεις λειτουργούν συχνά ως δίαυλοι ρουσφετιού και προστασίας. Ο φοιτητής που ανήκει σε παράταξη μπορεί να έχει πρόσβαση σε σημειώσεις, να ευνοείται στην εκπροσώπηση, ακόμη και να ελπίζει σε μελλοντικά ανταλλάγματα. Έτσι διαμορφώνεται μια κουλτούρα εξάρτησης που αναπαράγει όλο το σύστημα της ελληνικής κομματοκρατίας, από το φοιτητικό αμφιθέατρο μέχρι τη Βουλή.

Ο συσχετισμός ανάμεσα στην ανοχή της βίας και στην κυριαρχία των παρατάξεων δεν είναι τυχαίος. Οι φοιτητικές οργανώσεις, ιδίως όταν είναι ιδεολογικά ριζοσπαστικοποιημένες, προσφέρουν συχνά το ιδεολογικό άλλοθι σε βίαιες πρακτικές. Όταν η διαφορετική άποψη στοχοποιείται ως φασιστική και όταν η βία δικαιολογείται ως αντίσταση, τότε κάθε μορφή αυταρχισμού μπορεί να αυτοπαρουσιάζεται ως προοδευτική.

Η έννοια του πανεπιστημίου ως «ασύλου ιδεών» προϋποθέτει έναν πλουραλιστικό χώρο, όπου η διαφωνία είναι θεμιτή και προστατευόμενη. Όταν όμως η διαφωνία καταστέλλεται βίαια, η ελευθερία γίνεται προνόμιο των ισχυρότερων. Ο Καντ μας θυμίζει ότι το ορθό είναι αυτό που μπορεί να καθολικευθεί: αν κάθε ομάδα είχε δικαίωμα να επιβάλλει τη θέση της με βία, θα κατέρρεε κάθε συλλογικό πλαίσιο συμβίωσης. Αντίστοιχα, ο Μιλ τονίζει ότι η ελευθερία του ενός σταματά εκεί που βλάπτει την ελευθερία του άλλου· κι όμως, στα ελληνικά πανεπιστήμια, ο «άλλος» συχνά φιμώνεται, εκφοβίζεται ή αποκλείεται.

Η απελευθέρωση του πανεπιστημίου από την κομματοκρατία δε σημαίνει αποπολιτικοποίηση. Αντίθετα, σημαίνει βαθύτερη πολιτικοποίηση: δημιουργία χώρων διαλόγου που δεν υπάγονται σε κομματικές πειθαρχίες· καλλιέργεια της αυτονομίας της φοιτητικής σκέψης· ενίσχυση της συμμετοχής χωρίς εξάρτηση. Η πολιτική σκέψη στα πανεπιστήμια οφείλει να είναι παιδευτική και ανεξάρτητη, όχι κομματικά πατροναρισμένη. Πρέπει να υπερασπίζεται την ελευθερία, όχι να την εμποδίζει.

Η λύση δεν είναι η αστυνομοκρατία. Δεν είναι το πανεπιστήμιο-φρούριο. Είναι η πολιτισμική αναγέννηση του θεσμού του πανεπιστημίου μέσα από την επανανοηματοδότηση του ασύλου. Το πανεπιστημιακό άσυλο δεν είναι χώρος ανομίας. Είναι χώρος ελευθερίας υπό όρους ευθύνης. Όχι όπλο στα χέρια των φανατικών, αλλά καταφύγιο στοχασμού και διαφωνίας υπό συνθήκες ασφάλειας κι όχι φόβου. Χρειάζεται ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την παιδεία, όπου όλοι –φοιτητές, διδάσκοντες, κοινωνία και πολιτεία– να συμφωνήσουν σε αυτό: ότι ο Λόγος νικά τη Βία και ότι το πανεπιστήμιο είναι πρώτα απ’ όλα κοιτίδα πολιτισμού.

Το Πανεπιστήμιο λειτουργεί ως κομματικός προθάλαμος και «κομματικός σωλήνας». Η μετάλλαξη του χώρου παιδείας σε μηχανισμό παραγωγής κομματικών στελεχών εξουσίας έχει καταστρέψει τον ρόλο και την ταυτότητα του ελληνικού πανεπιστημίου.

Το πανεπιστήμιο, στην ιδεώδη του μορφή, είναι η κατεξοχήν κοιτίδα ελευθερίας, ανεξαρτησίας της σκέψης, φιλοσοφικής αναζήτησης, γόνιμης ανταλλαγής απόψεων και στοχασμού. Είναι ο τόπος όπου οι νέοι άνθρωποι ασκούνται στην επιστημονική σκέψη και στην κοινωνική ευθύνη, με σκοπό να μεταβούν στον κόσμο ως ώριμοι, αυτόνομοι και κριτικά σκεπτόμενοι πολίτες. Ωστόσο, η ελληνική εμπειρία παρουσιάζει μια βαθιά παραμόρφωση αυτής της αποστολής: το πανεπιστήμιο λειτουργεί εδώ και δεκαετίες ως κομματικός προθάλαμος, ως ένας «κομματικός σωλήνας» μέσα από τον οποίο παράγονται πολιτικά στελέχη και αναπαράγονται κομματικές νοοτροπίες.

Ο όρος «κομματικός σωλήνας» δεν παραπέμπει εδώ αποκλειστικά σε ιδεολογικά χαρακτηριστικά, αλλά κυρίως σε έναν αναξιοκρατικό μηχανισμό επιλογής και αναρρίχησης. Η κομματική ιδιότητα του φοιτητή συχνά λειτουργεί ως διαβατήριο προς τη μελλοντική εξουσία. Η ενεργός συμμετοχή σε φοιτητικές παρατάξεις δεν υπηρετεί τον διάλογο ή την πολιτική παιδεία, αλλά τη δικτύωση και την πρόσβαση σε κομματικούς μηχανισμούς. Το πανεπιστήμιο γίνεται φυτώριο πολιτικής καριέρας και όχι πεδίο αυτοκαλλιέργειας και επιστημονικής εμβρίθειας.

Η διάχυτη κομματοκρατία στα ελληνικά ΑΕΙ δεν είναι φαινόμενο των τελευταίων χρόνων. Εδραιώθηκε ήδη από τη μεταπολίτευση και μετασχηματίστηκε σε συστημικό εργαλείο, με τις φοιτητικές παρατάξεις να λειτουργούν ως προπύργια επιρροής των κομμάτων εντός των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Οι φοιτητές καλούνται να ενταχθούν σε ένα σύστημα πελατειακών σχέσεων: υποστήριξη της παράταξης με αντάλλαγμα διευκολύνσεις, προσβάσεις σε εκπαιδευτικό υλικό, προστασία, αλλά και μελλοντικά «εισιτήρια» για επαγγελματική αποκατάσταση μέσω του κομματικού ιστού.

Οι συνέπειες αυτής της κατάστασης είναι πολλαπλές και σοβαρές. Πρώτον, υπονομεύεται η ακαδημαϊκή ελευθερία. Οι φοιτητές δεν μαθαίνουν να επιχειρηματολογούν, αλλά να πειθαρχούν. Δεν καλλιεργείται ο έλλογος διάλογος, αλλά η παραταξιακή σύγκρουση και η βίαιη αντιπαράθεση. Δεύτερον, παγιδεύεται ο φοιτητικός συνδικαλισμός σε έναν μηχανισμό αδράνειας και συναλλαγής. Οι γενικές συνελεύσεις συχνά είναι προσχηματικές, τα συλλογικά όργανα χειραγωγούνται, οι αποφάσεις δεν λαμβάνονται από την φοιτητική κοινότητα αλλά από τις ηγεσίες των παρατάξεων.

Τρίτον —και πλέον κρίσιμο—, το πανεπιστήμιο χάνει τον ρόλο του ως δημόσιος χώρος ελευθερίας και γίνεται τόπος κατασκευής ιδεολογικής ομοιογένειας, κομματικής στελέχωσης, στράτευσης και υποταγής. Ο πλουραλισμός απορρίπτεται ως αδυναμία, η διαφορετική φωνή συχνά στοχοποιείται. Όταν οι πανεπιστημιακοί χώροι κυριαρχούνται από συγκεκριμένες ιδεολογικές κατευθύνσεις, η ελευθερία της σκέψης μετατρέπεται σε προνόμιο για τους «ορθόδοξους». Η κομματική ιδεολογία μεταμφιέζεται σε επιστημονική αλήθεια, και η πολιτική συζήτηση καταπνίγεται στο όνομα της «προόδου».

Η «παραγωγή στελεχών» δεν περιορίζεται στις φοιτητικές αίθουσες. Επεκτείνεται στα μεταπτυχιακά, στα διδακτορικά, στις ακαδημαϊκές κρίσεις. Καθηγητές και φοιτητές αξιολογούνται όχι μόνο για την επιστημονική τους επάρκεια, αλλά και (ή κυρίως) για την πολιτική τους συγγένεια και την κομματική τους στράτευση. Κριτήριο εν πολλοίς δεν είναι η γνωστική και επιστημονική πληρότητα αλλά η κομματική ταυτότητα γεγονός που εκφυλίζει την ίδια την ουσία και αποστολή της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και κατακρεουργεί οποιαδήποτε έννοια αξιοκρατίας. Η κομματοκρατία δεν υπάρχει απλώς: έχει θεσμοποιηθεί ως άρρητος κανόνας. Και αυτή η κατάσταση οδηγεί στην πλήρη εργαλειοποίηση της πανεπιστημιακής κοινότητας.

Η συζήτηση για το άσυλο δεν μπορεί να μείνει ανεξάρτητη από αυτή τη δυναμική. Όταν ομάδες κομματικών παρατάξεων ή ιδεολογικών σχηματισμών εκμεταλλεύονται το άσυλο για να παρεμποδίζουν εκδηλώσεις, να επιβάλλουν αποκλεισμούς, να ασκούν σωματική και ψυχολογική βία, τότε το πανεπιστήμιο παύει να είναι χώρος προστασίας των ιδεών. Γίνεται καταφύγιο για τη βία και την ιδεολογική επιβολή. Και αυτή η στρέβλωση δεν είναι τυχαία. Είναι το αναγκαίο αποτέλεσμα ενός πανεπιστημίου που δεν επιδιώκει να διδάσκει, αλλά να στρατολογεί ιδεολογικά και κομματικά.

Χρειάζεται μια ριζική αναθεώρηση του τι σημαίνει «πολιτική στα πανεπιστήμια». Δεν είναι δυνατόν να νοείται η συμμετοχή ως άσκηση υποταγής. Δεν μπορούμε να μιλάμε για ελεύθερη σκέψη όταν η ακαδημαϊκή ζωή είναι δέσμια των κομματικών μηχανισμών. Η πολιτική παιδεία στα πανεπιστήμια οφείλει να υπηρετεί τη σκέψη και όχι την κομματική σκοπιμότητα. Πρέπει να συνδέεται με την κοινωνική ευθύνη κι όχι με την ατομική ανέλιξη και τον κομματικό καριερισμό.

Το πανεπιστήμιο πρέπει να αποσυνδεθεί από τη λογική της κομματικής κηδεμονίας. Αυτό δεν σημαίνει την αποπολιτικοποίηση, αλλά την απελευθέρωση της πολιτικής από τους κομματικούς πατρόνες. Οι φοιτητές πρέπει να μάθουν να δρουν συλλογικά, να διαφωνούν δημιουργικά, να σκέφτονται χωρίς φόβο. Η επιστροφή στην ουσία της αποστολής του πανεπιστημίου περνά μέσα από την αποκατάσταση της αυτονομίας του.

Η πανεπιστημιακή παιδεία είναι, εν τέλει, πράξη ελευθερίας. Και καμία ελευθερία δεν μπορεί να ανθίσει μέσα από κομματικούς σωλήνες. Το ελληνικό πανεπιστήμιο μπορεί να μετατραπεί από άσυλο άνομων πράξεων σε άσυλο ιδεών αν απαλλαγεί από τη γάγγραινα της κομματοκρατίας.

…………..

 

banner-article

Ροη ειδήσεων