Άρθρα Κόσμος

“Η ηθική και πολιτική κληρονομιά του Πέπε Μουχίκα παραμένει ζωντανή” / γράφει ο Γιώργης-Βύρων Δάβος

Η μεγάλη καρδιά του  πρώην προέδρου της Ουρουγουάης (2010-15), Χοσέ «Πέπε» Μουχίκα, σταμάτησε την Τρίτη 13 Μαΐου σε ηλικία 89 ετών. Μια είδηση που δεν βρήκε απροειδοποίητο τον κόσμο που τον παρακολουθούσε και τον πίστευε, γιατί ο ίδιος από τον Ιανουάριο είχε ανακοινώσει πως ο καρκίνος του οισοφάγου, από τον οποίο έπασχε είχε κάνει μετάσταση στο υπόλοιπο σώμα του. «Μέχρι εδώ έφτασα», είπε και πρόσθεσε «κι ο πολεμιστής έχει δικαίωμα στην ανάπαυση».

Και ο Πέπε Μουχίκα υπήρξε μαχητής, πραγματικός, σε ολάκερη τη ζωή του. Όχι μόνο απέναντι στις καταδρομές της ζωής, αλλά ήταν και πολεμιστής πραγματικός, που ζώστηκε τα άρματα στη διάρκεια της δικτατορίας, αγωνιστής ακάματος και στωικός, ιδίως στα χρόνια της φυλάκισής του. Ο Πέπε Μουχίκα δεν φοβήθηκε τον θάνατο ποτέ, άλλωστε βρέθηκε κοντά σ’ αυτόν πολλές φορές, είτε σαν αντάρτης, είτε τότε που επέζησε από έξι σφαίρες. Δεν κάμφθηκε το φρόνημά του ούτε στα δέκα χρόνια που πέρασε μέσα σε απάνθρωπες φυλακισμένος από τον στρατό  σε ένα μπουντρούμι μόλις ενός τετραγωνικού μέτρου σε συνθήκες πλήρους απομόνωσης. Εκεί  όπου, για να μην τρελαθεί, εξημέρωνε βατράχους, τάιζε ποντίκια και παραμιλούσε στη μοναξιά του. Από εκείνη την κόλαση, όμως, έφυγε χωρίς μίσος ή μνησικακία απέναντι στους δεσμώτες του. Αλλά σαν πραγματικός φιλόσοφος, όπως ο Βοήθιος που στη φυλακή έγραφε το De Consolatione, ο ανεξίκακος Μουχίκα άντλησε από τη φρικαλέα τούτη εμπειρία ένα βαθύτερο νόημα για την ανθρώπινη ύπαρξη και τις αξίες της ζωής. Συνδυάζοντάς το με τις πλατύτερες πολιτικές και κοινωνικές του πεποιθήσεις, μέσα στο μυαλό του Μουχίκα έκτοτε σφυρηλατήθηκε η ιδέα πως όφειλε να αφιερώσει το Είναι του για να υπηρετεί τον συνάνθρωπο.

Και τούτο το ακολούθησε κατά κεραία: ακόμη και τον προεδρικό του μισθό τον διέθετε σε ένα πρόγραμμα κοινωνικής κατοικίας. Αυτή τη λιτότητα και αυστηρότητα ακολούθησε απαρέγκλιτα σε ολάκερη τη ζωή του, όχι μ’ επίδειξη -γιατί καμιά φορά και η ταπεινότητα μπορεί να αποτελεί προσχηματικά άλλη μία μορφή ματαιοδοξίας- αλλά με ανεπιτήδευτη ειλικρίνεια στη μακρά του πολιτική πορεία. Μία πορεία την οποία ξεκίνησε κυνηγημένος και κρυμμένος για να καταλήξει στην προεδρία.

Υπήρξε ηγέτης των Τουπαμάρος, κρατούμενος και  φυγάς, κατόπιν βουλευτής (1994) και Γερουσιαστής ( από το 1999), υπουργός Κτηνοτροφίας και το 2010 με ένα 55% ηγήθηκε του κράτους της Ουρουγουάης. Μία πορεία που όμως δεν ήταν αντιφατική. Γιατί από το τουφέκι ίσαμε την προεδρική καρέκλα, το όραμα που συνείχε τον Μουχίκα, η Κοινωνική Δικαιοσύνη, ήταν το ίδιο πάντα κι απλώς μεταμορφωνότανε ανάλογα με τις συνθήκες: αντίσταση με το τουφέκι στη δικτατορία, μεταρρυθμίσεις και ανθρωπισμός στη δημοκρατία. Και πάντα με την ίδια πεισματική πεποίθηση κι ειλικρίνεια, κυρίως δε με την αδαμάντινη ηθική ακεραιότητα και  που έκαναν όλους να μην αμφισβητούν την αφιλοκερδή του φύση. Πολύ περισσότερο δε, η σοβαρότητα και η ευθύτητά του, η αποφασιστικότητά του περισσότερο, δεν έδινε ποτέ και σε κανέναν το δικαίωμα να αποτολμήσει αυτούς τους χαρακτηρισμούς για «λαϊκισμό» ή να γελοιοποιήσουν την προσωπικότητα όποιου δείχνει μία ανεπιτήδευτη παρουσία και μία ταπεινότητα.

Η εικόνα του «φτωχού προέδρου» ουδέποτε γίνηκε αφορμή για επικρίσεις ή ειρωνείας και το ταπεινό του αγρόκτημα  στο Ρινκόν ντελ Σέρο, κοντά στο Μοντεβιδέο, μετατράπηκε σε  παγκόσμιο πολιτικό κέντρο χωρίς να περιπέσει ποτέ στην κατηγορία του ‘ανέκδοτου’ κι ακόμη αποτελεί ένα παραδεκτό υπόδειγμα για την άσκηση της  πολιτικής χωρίς προνόμια.

Ο Μουχίκα αρνήθηκε να ζήσει στην προεδρική κατοικία, δώριζε σε κοινωνικά προγράμματα μεγάλο μέρος του μισθού του και συνέχισε να οδηγεί το παλιό του Volkswagen Beetle του 1987. Υποδεχόταν τους ηγέτες του κόσμου με τη σύντροφό του και έναν τρίποδο σκύλο να περιφέρεται στην αυλή του μικρού κτήματός του. Το ύφος του ήταν τραχύ, άμεσο, απαλλαγμένο από άχρηστη ρητορική. «Λένε ότι είμαι ένας φτωχός πρόεδρος. Οι φτωχοί άνθρωποι είναι αυτοί που χρειάζονται πολλά», έλεγε. Ο Μουχίκα απέναντι στους «σημαντικούς» συνομιλητές του ενσάρκωσε μια άβολη φιλοσοφία, που τους υπενθύμιζε μία βασική ανθρώπινη συνθήκη κι ανάγκη. Και κυρίως ένα χαρακτηριστικό που λίγοι πολιτικοί μπορούν να υπηρετήσουν: να ζεις με λίγα, να μιλάς καθαρά και να κυβερνάς χωρίς να ψεύδεσαι.

Το πολιτικό κληροδότημα ως Προέδρου μένει έως σήμερα ανεξίτηλο στη χώρα του και στα χρόνια της ηγεσία του σημαδεύτηκε από νόμους που κατέταξαν την Ουρουγουάη σε υψηλή θέση στον χάρτη των προοδευτικών δημοκρατιών. Νομιμοποίησε τον γάμο μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου, αποποινικοποίησε την άμβλωση κατά τις πρώτες δώδεκα εβδομάδες της εγκυμοσύνης και έκανε τη χώρα το πρώτο κράτος στον κόσμο που ρύθμισε την παραγωγή και την πώληση κάνναβης. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν οφείλονται σε μία πολιτική ιδεοληψία, προσωπική ιδιοτροπία ή τυπική μαχητική ιδεολογία, αλλά από μια πρακτική πεποίθηση: ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να εγγυώνται τα δικαιώματα και να φέρονται στους πολίτες σαν ενήλικες.

Στον οικονομικό τομέα, η διακυβέρνησή του διατήρησε τη γραμμή της σταθερότητας που είχε εμπνεόταν από το Ευρύ Μέτωπο (Frente Amplio), αλλά παράλληλα ενίσχυσε τα κοινωνικά προγράμματα. Μείωσε την ανεργία, μείωσε τη φτώχεια και προώθησε τις ξένες επενδύσεις. Και παρ’ όλα αυτά, ο Μουχίκα ήταν ο πρώτος που παραδέχτηκε ότι δεν ήταν σε θέση να κάνει όλα όσα είχε βάλει στόχο. «Η εκπαίδευση με νίκησε», παραδέχτηκε σε αρκετές συνεντεύξεις του, μιλώντας για την απογοήτευση που ένιωθε που δεν μπόρεσε να προωθήσει τη μεταρρύθμιση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος.

Αυτή η ικανότητα να παραδέχεται τα λάθη του δημόσια ήταν ένας από τους λόγους, και υπάρχουν πολλοί, που τον βοήθησε να κερδίσει τον σεβασμό ακόμη και των πιο άσπονδων εχθρών του. Πολλοί εκ των οποίων έσπευσαν να συλλυπηθούν για τον θάνατό του με ειλικρινή συντριβή, παρ’ όλο που πολιτικά στέκονταν σε αντικριστές όχθες, δείχνοντας βαθύ σεβασμό στον άνθρωπο Μουχίκα.

Φυσικά, ομόθυμη ήταν η θλίψη που εξέφρασε η προοδευτική κι αριστερή παράταξη στη Λατινική Αμερική, με τον Βραζιλιάνο πρόεδρο Λούλα ντα Σίλβα,  που με «αβάστακτη λύπη» αποχαιρέτισε τον πρώην πρόεδρο, «καλό φίλο» και έναν από τους αρχιτέκτονες της ολοκλήρωσης στη Λατινική Αμερική. «Η ζωή του ήταν ένα παράδειγμα ότι ο πολιτικός αγώνας και η τρυφερότητα μπορούν να συμβαδίζουν. Ότι το θάρρος και η δύναμη μπορούν να συνοδεύονται από ταπεινότητα και αποστασιοποίηση», τόνισε ο Λούλα. Από την Αργεντινή, η Κριστίνα Φερνάντες Κίρτσνερ τον χαρακτήρισε «σπουδαίο άνθρωπο που αφιέρωσε τη ζωή του στον ακτιβισμό και στη χώρα του» και ο διάδοχός της στην προεδρία Αλμπέρτο ​​Φερνάντες, σημείωσε πως «ήταν ένα παράδειγμα λιτότητας σε μια κοινωνία που ανταμείβει όσους συσσωρεύουν περιουσίες».

Από την Κολομβία, ο Γκουστάβο Πέτρο, ο οποίος ήταν επίσης αντάρτης όπως ο Μουχίκα, αποχαιρέτησε τον πρώην πρόεδρο με μια φράση γεμάτη θαυμασμό: «Ο Μουχίκα ήταν ένας μεγάλος επαναστάτης που κατάλαβε ότι η ειρήνη ήταν το πιο σημαντικό πράγμα». Κι ο πρόεδρος της Χιλής Γκαμπριέλ Μπόριτς έγραψε σε ένα άλλο tweet: «Αγαπητέ Πέπε, φαντάζομαι ότι φεύγεις ανησυχώντας για την πικρία που επικρατεί στον κόσμο σήμερα. Αλλά αν μας άφησες κάτι, ήταν η άσβεστη ελπίδα ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα».

Στην Ισπανία, οι αντιδράσεις έχουν ξεπεράσει κάθε ιδεολογικό όριο. Γιατί ενώ τα μηνύματα από τον σοσιαλιστή  πρωθυπουργό Πέδρο Σάντσεθ και την αντιπρόεδρο Γιολάνδα Ντίαθ του αριστερού Sumar είναι αυτονόητο πως εκφράζουν τον βαθύ σεβασμό στον πολιτικό που απέδειξε πως «η πολιτική έχει νόημα όταν βιώνεται έτσι, από καρδιάς»  (Σάντσεθ) και «παράδειγμα δύναμης και ελπίδας» (Ντίαθ) και το δεξιό Λαϊκό Κόμμα (ΡΡ) του ΑλΒέρτο ​​Νούνιεθ Φεϊχόο αποχαιρέτησε τον Μουχίκα, που «παρά τις ιδεολογικές μας διαφορές, θα λέω πάντα ότι ήταν ένας εγκάρδιος και φιλόξενος άνθρωπος. Τα συλλυπητήριά μου στην οικογένεια και τους φίλους του Πέπε Μουχίκα».

Το 2018, ο Μουχίκα αποσύρθηκε από την ενεργό πολιτική. Παρέδωσε την έδρα του στη Γερουσία με μια αξιομνημόνευτη επιστολή όπου σημείων: «Νοιώθω τη φθορά των χρόνων να με βαραίνει και ο λόγος είναι η κόπωση του μακρινού ταξιδιού». Όταν έμαθε ότι έπασχε καρκίνο ορκίστηκε να τον πολεμήσει, όμως οι θεραπείες τον είχαν καταβάλλει. Ο ίδιος όταν ένοιωσε πως δεν αντέχει άλλο ενημέρωσε πως δεν θέλει τιμές και αγάλματα. Η τελευταία του επιθυμία ήταν να ταφεί κάτω από μια σεκόγια που φύτεψε το 2018 στο μικρό του αγρόκτημα, δίπλα στη σκύλα του, Μανουέλα. Δεν ήθελε επιθανάτιες ομιλίες ούτε επιδείξεις.

Ήθελε απλά να τον θυμούνται για αυτό που ήταν κι όχι  λόγω του μύθου που τον περιέβαλε. Ωστόσο, ο Μουχίκα άφησε πίσω του μία αύρα που δεν μπορεί να σβήσει. Είναι αυτή που ενσαρκώνει την ιδέα ότι ένα άλλο είδος πολιτικής είναι εφικτό. Ότι η ειλικρίνεια δεν είναι ένα αφηρημένο και τυπικό ηθικό χαρακτηριστικό αλλά αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα και βασικό εργαλείο του κυβερνάν. Ότι η νηφαλιότητα και η ειλικρίνεια του κυβερνήτη δεν είναι ελάττωμα, αλλά ελευθερία.

«Η ζωή είναι η περιπέτεια των μορίων», συνήθιζε σαν άλλος Λουκρήτιος να διαπιστώνει: «ερχόμαστε από το τίποτα και καταλήγουμε στο τίποτα. Το μόνο που έχουμε είναι αυτή η στιγμή. Και αξίζει να τη ζήσουμε με νόημα». Και το νόημα τούτο είναι η απλότητα στο ζην και η αυτοθυσία του ανθρώπου για το συλλογικό καλό.

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας