Οχτώ και τέταρτο μπαίνω στο αμάξι για τη δουλειά. Γυρίζω το κλειδί στη μίζα και μαζί με τη μηχανή, ζωντανεύει και το ραδιόφωνο. “…με κοροϊδεύεις, με κάνεις ό,τι θες, εγώ που έδιωχνα γυναίκες μέχρι χθες…” Όπα γούστα πρωινιάτικα! Βγαίνω στον κεντρικό δρόμο, ο Διονυσίου στα ντουζένια του: “κι ύστερα λένε, πως φταίει ο φονιάς, το ξύλο της χρονιάς μου φαίνεται πως θες…”
Στο πρώτο κόκκινο φανάρι πιάνω τον εαυτό μου να σιγομουρμουρίζει: “και λέγε λέγε, λέγε λέγε, ο χριστιανός μπερδεύτηκα…”
Στο δεύτερο έχουμε περάσει στον “άντρα τον πολλά βαρύ, μην του μιλάτε το πρωί…”
Στο τρίτο, κι ευτυχώς τελευταίο πριν φτάσω στον προορισμό μου, η Καραγιάννη δίνει ρέστα: “θέλω τα χάδια μου και τη σφαλιάρα μου από τον άνθρωπο που αγαπώ”
Το πράγμα πάει για κατάρριψη ρεκόρ κάθε κανόνα πολιτικής ορθότητας… Κοιτάζω την οθόνη του ραδιοφώνου για να σιγουρευτώ ότι ακούω τον συνηθισμένο, τον καθημερινό και απολύτως politically correct σταθμό μου και, ναι, αυτόν ακούω.
Και τότε, χρειαζόταν φαίνεται δυο-τρεις γερές γουλιές καφέ, το μυαλό μου ξυπνάει! Δεκαπέντε Φεβρουαρίου σήμερα, η αποφράδα μέρα ψήφισης του νομοσχεδίου για τον γάμο των ομοφυλοφίλων…
Και για ποιον ακριβώς λόγο ο ποιητής-ραδιοπαραγωγός πρωινιάτικα έχει πάρει σερί ότι πιο σεξιστικό κυκλοφορεί στην ελληνική μουσική γκάμα; Μήπως προσπαθεί να πει κάτι;
Κάτι για το πώς πρέπει να είναι η γνήσια, η παραδοσιακή, η αγία ελληνική οικογένεια που όλα τα ξενόφερτα ξορκίζει κι όλα τα κακά σκορπά; Ή μήπως κριτικάρει με τον τρόπο του;
Ειλικρινά λίγο με νοιάζει.
Αυτό που με νοιάζει και (πόσο αχ, πόσο) με τρομάζει, είναι πως τα τραγούδια τα ξέρω. Όλα! Ανακαλύπτω σοκαρισμένη ότι μπορώ να ανακαλέσω τους στίχους και των τριών, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια, με την ίδια ευκολία που μπορώ να πω απέξω κι ανακατωτά το “φεγγαράκι μου λαμπρό”.
Γιατί, έτσι ακριβώς όπως γανώθηκα απ’ τα μικράτα μου με το φεγγαράκι που έφεγγε για να δείχνει στα σκλαβωμένα ρωμιόπουλα τον δρόμο για το κρυφό σχολειό -άλλο που στην πορεία αποδείχθηκε πως μπάζει νερά από παντού τούτο το κρυφό σχολειό-, έτσι ακριβώς, το ραδιόφωνο και η τηλεόραση της εποχής (ε, ναι, είχαμε τηλεόραση τότε, δεν είμαι και ίσα με την Ασπασία του Περικλέους ηλικιακά), φρόντιζαν να με ταΐζουν σε μικρές καθημερινές δόσεις (για να είναι πιο εύπεπτες να υποθέσω;) τη θέση μου ως γυναίκα στην οικογένεια, την κοινωνία και απέναντί στον μελλοντικό σύζυγο. Και να ήταν μόνο τα τραγούδια και η Καραγιάννη που βολτάριζε μ’ ένα τηγάνι “κρεατοσφαιρίδια” στην ταινία; Είχε και τότε διαφημίσεις, κι ας ήταν μόνο δύο και κρατικά τα κανάλια. Ξεχνιέται η μαμά μου η καλή που καθάριζε με Ρολί λεκάνες και μπιντέδες χαμογελώντας θριαμβευτικά στην κάμερα; Το Ρολ που χάριζε λευκότερα λευκά στη χαρωπή νοικοκυρά και η “δύσκολη” που έπλενε μόνο με Έσσεξ; Το σετ νύφη-πεθερα της φυτίνης που μαγείρευαν το οικογενειακό γεύμα τραγουδώντας ανσαμπλ; Και, last but not least, ξεχνιέται η πίπα magic life; (το διαφημιστικό σποτ δεν το γράφω γιατί θα κοπεί στη λογοκρισία, αλλά υπήρχε ένα παρελθόν που θέματα πολιτικής ορθότητας δεν ετίθεντο οπότε όχι μόνο έπαιζε ελεύθερα στην τηλεόραση αλλά είχε γίνει κάτι σαν σύνθημα μιας εποχής, κι όποιος δεν με πιστεύει ας ρωτήσει τους σημερινούς πενηνταπεντάρηδες…)
Τα πράγματα άλλαξαν, θα μου πείτε. Ή έστω, αλλάζουν. Απόδειξη, ο νόμος για τον γάμο των ομοφυλοφίλων που τόση θύελλα και συζήτηση ξεσήκωσε εντός κι εκτός Βουλής, (και εκκλησιών και καναλιών και facebook και λοιπών ΜΜΕ). Γιατί αντιτίθεται στα χρηστά μας ήθη. Στις παραδόσεις και τη χριστιανική μας ταυτότητα. Στη φυσική τάξη των πραγμάτων, βρε αδερφέ!
Δεν θα πάρω θέση και τη γνώμη μου, αν μου πέφτει λόγος, θα την κρατήσω για τον εαυτό μου. Αλλά με βεβαιότητα μπορώ να πως πως τις συνέπειες της ύπαρξης ομόφυλων οικογενειών, την επίδραση και τις αλλαγές που μπορεί να φέρουν στην κοινωνία μας (και μιλώ για την κοινωνία ΜΑΣ, την ελληνική κοινωνία), δεν τα έχουμε δει ακόμα για να κρίνουμε. Την επίδραση όμως της παραδοσιακής, αγίας ελληνικής οικογένειας με όλες της τις παθογένειες, στους κόλπους της οποίας οι περισσότεροι είχαμε την τύχη να ανατραφούμε και την οποία άκριτα κάποιοι από εμάς αναπαρήγαμε ως οικογενειακό μοντέλο στις ζωές μας, μπορούμε να τη δούμε. Σ’ εμάς τους ίδιους. Στα παιδιά μας. Και στα δελτία των ειδήσεων που τόσο μας τρομάζουν…