“Η Μάχη της Νάουσας 11/1/49” Μέρος Α’ / γράφει ο Στέργιος Αποστόλου
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΝΑΟΥΣΑΣ (11/1/1949)
Μέρος πρώτο
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Την ΙΙη Ιανουαρίου 1949, η Χ Μεραρχία του Δ.Σ.Ε πραγματοποίησε θυελλώδη επίθεση κατά της Νάουσας και ύστερα από λυσσώδεις μάχες την κατέλαβε. Η μάχη αυτή υπήρξε μια από τις πλέον κρίσιμες μάχες οι οποίες διεξήχθησαν κατά τον Εμφύλιο πόλεμο μεταξύ των κυβερνητικών δυνάμεων και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (Δ.Σ.Ε). Από αυτήν αποδείχτηκαν περίτρανα οι μαχητικές ικανότητες του τελευταίου, ο οποίος, αν ήταν εξοπλισμένος με όλα τα μέσα με τα οποία ήταν εξοπλισμένες οι κυβερνητικές δυνάμεις από τους Αμερικανούς και διέθετε επαρκείς εφεδρείες, αναμφισβήτητα θα είχε επιβληθεί κατά τον τετράχρονο αγώνα του επί του αντιπάλου του, παρά το γεγονός ότι αυτός διέθετε δεκαπλάσιες και πλέον υπέρτερες στρατιωτικές δυνάμεις στο πεδίο της μάχης.
Η μη άφιξη του οπλισμού και του λοιπού πολεμικού υλικού που είχε υποσχεθεί προσωπικά ο Στάλιν και η Σοβιετική κυβέρνηση στον Νίκο Ζαχαριάδη κατά το ταξίδι του στην Μόσχα, άρχισε να προβληματίζει την Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση και ιδιαίτερα το Πολεμικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Ε. Ήδη, είχαν παρέλθει τρεις περίπου μήνες από το ταξίδι του τελευταίου στην Μόσχα και δεν είχε εμφανιστεί ούτε η παραμικρή ποσότητα της αναμενόμενης βοήθειας, κυρίως σε πυροβόλα διαφόρων διαμετρημάτων, αντιαεροπορικά και αεροπλάνα. Κατά την άποψή μου, η έντονη ανησυχία από την οποία διακατέχονταν, τόσο η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση, όσο και το Πολεμικό Συμβούλιο του Δ.Σ.Ε, ήταν απολύτως δικαιολογημένη, δεδομένου ότι, με βάση τη βοήθεια αυτή, είχε εκπονηθεί ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα στρατιωτι-κής δράσης του Δ.Σ.Ε.
Το πρόγραμμα αυτό προέβλεπε μαζικές επιθετικές ενέργειες του Δ.Σ.Ε κατά κυβερνητικών στόχων σε μεγάλα αστικά κέντρα, πράγμα που επέβαλλε την άμεση εγκατάλειψη της παλιάς αντάρτικης τακτικής των μικρών και περιορισμένης εμβέλειας επιθέσεων από ομάδες και μικρούς στρατιωτικούς σχηματισμούς. Εντωμεταξύ, μολονότι το Κ.Κ.Ε απέφυγε να λάβει ευθύς εξ αρχής θέση στο ζήτημα της αποκήρυξης από την ΚΟΜΙΝΦΟΡΜ του Τίτο και του κόμματός του (Ένωση των Γιουγκοσλάβων Κομμουνιστών), εντούτοις οι τριγμοί, μετά την ανωτέρω αποκήρυξη, από τη μείωση της παρεχόμενης βοήθειας σε πολεμικό υλικό από τους Γιουγκοσλάβους και η ψυχρή συμπεριφορά τους προς τον Δ.Σ.Ε άρχισαν να γίνονται αισθητοί, μάλιστα, σε μια περίοδο κατά την οποία η δράση του τελευταίου προσαρμόζονταν ολοένα και πιο πολύ σ’ αυτήν του τακτικού στρατού.
Έχω αναφέρει κατ’ επανάληψη της λόγους για τους οποίους η Γιουγκοσλαβία προσέφερε διευκολύνσεις και βοήθεια στον Δ.Σ.Ε. Οι λόγοι αυτοί ουδεμία σχέση είχαν με τη σοσιαλιστική αλληλεγγύη προς ένα τμήμα του ελληνικού λαού, που υποχρεώθηκε από τους Άγγλους και την ντόπια αστική, ακροδεξιά και δωσιλογική αντίδραση να καταφύγει τελικά ξανά στα όπλα και να παλέψει για τα δημοκρατικά του δικαιώματα. Πίσω από αυτούς κρύβονταν ο απώτερος στόχος της ίδρυσης κράτους με το όνομα ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ και πίσω από το κράτος αυτό, οι σερβικοί σοβινιστικοί κύκλοι. Συνεπώς, η ύπαρξη των ένοπλων ομάδων της Ν.Ο.Φ στις τάξεις του Δ.Σ.Ε κρίνονταν και σκόπιμη και αναγκαία για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Την 8η Ιανουαρίου 1949, ο Αμερικανός Στρατηγός Βαν Φλιτ επισκέφτηκε τη Νάουσα συνοδευόμενος και από τον Διοικητή του Γ΄ Σώματος Στρατού, Αντιστράτηγο Θεόδωρο Γρηγορόπουλο. Ευνόητο είναι ότι η άφιξη των δύο στρατιωτικών στη Νάουσα είχε σαν βασικό σκοπό την τόνωση του ηθικού των κυβερνητικών δυνάμεων, το οποίο, μετά την επίθεση του Δ.Σ.Ε κατά της πόλης αυτής την 21η με 22α Δεκεμβρίου 1948, είχε υποστεί σοβαρή πτώση. Από δημοσίευμα ανταποκριτού της από τη Νάουσα, εβδομαδιαία εφημερίδα της Βέροιας μας παρέχει την εξής πληροφορία:
«Αφίκετο εις την πόλιν μας την 11 πρωινήν του Σαββάτου (8-1-1949) ο Στρατηγός Βάν Φλιτ συνοδευόμενος υπ’ άλλων επιτελών του. Εις τον Στρατηγόν Βάν Φλιτ επεφύλαξεν θερμήν υποδοχήν πλήθος κόσμου, οργανώσεις, τα Σχολεία Δημοτικής και Μέσης εκπαιδεύσεως και άπασαι αι στρατιωτικαί και πολιτικαί αρχαί του τόπου μας. Τον Στρατηγόν προσεφώνησαν έμπροσθεν του επαρχιακού καταστήματος ο Έπαρχος Ναούσης κ. Δαυΐδ, ως και ο Δήμαρχος κ. Θεοφίλου. Απαντών προς αυτούς ο Στρατηγός Βαν Φλιτ είπεν τα εξής: Ευχαριστώ δια την θερμήν υποδοχήν που μου επιφυλάξατε. Έρχομαι την ώραν αυτήν εις την πόλιν σας δια να γνωρίσω από κοντά τας στρατιωτικάς της ανάγκας και τον γενναίον λαόν της Ναούσης, ύστερα από την τελευταίαν επίθεσιν που υπέστη και την ηρωικήν άμυναν που επέδειξε.
Είμαι δε πεπεισμένος ότι με τοιούτον ηρωικόν λαόν δεν ημπορεί παρά η Ελλάς να νικήση και να απαλλαγή από το μίασμα του συμμοριτισμού και να επιδοθεί εις έργα ειρηνικά και ανοικοδομήσεως. Σας εύχομαι το νέον έτος ειρηνικόν και ευτυχές. Και πάλιν σας ευχαριστώ δια την θερμήν σας υποδοχήν. Το τέλος του λόγου εκάλυψαν ζωηραί επευφημίαι και ζητωκραυγαί γενόμενος ούτω αντικείμενον θερμών εκδηλώσεων και ζητωκραυγών». Στην ίδια σελίδα η εφημερίδα γράφει:
«Προερχόμενοι εκ Ναούσσης αφίχθησαν εις την πόλιν μας (Βέροια) το παρελθόν Σάββατον οι Στρατηγοί Βαν Φλιτ και Γρηγορόπουλος. Κατά την ενταύθα παραμονήν των εις την πόλιν μας επεθεώρησαν τα στρατιωτικά τμήματα και το απόγευμα της ιδίας ημέρας ανεχώρησαν δια Θεσσαλονίκην.
Σημειώνω ότι την 24η Φεβρουαρίου 1948 ο Τζέϊμς Βαν Φλιτ έφθασε στην Ελλάδα για να εποπτεύσει την εφαρμογή του Δόγματος Τρούμαν. Ήταν επικεφαλής των 250 στρατιωτικών συμβούλων, που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση του Εμφυλίου πολέμου υπέρ των κυβερνητικών δυνάμεων, ενώ διαχειρίστηκε και την Αμερικανική στρατιωτική βοήθεια στη χώρα μας, ύψους 304 εκατομμυρίων δολαρίων. Ουσιαστικά, ήταν ο υπερ-στρατηγός, ο ανώτατος διοικητής των ενόπλων εθνικών δυνάμεων, αν θυμηθούμε την περίφημη ρήση του τότε υπουργού Στρατιωτικών Παναγιώτη Κανελλόπουλου, ο οποίος, αναφερόμενος στον κυβερνητικό στρατό, του είπε: «Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας!
Επίσης, σε άλλη σελίδα, αναφέρεται ότι:
«Επέστρεψεν εκ Θεσσαλονίκης ο Έπαρχος Ναούσης κ. Δαυΐδ ένθα είχε μεταβεί και συνειργάσθη μετά του Γενικού Διοικητού Βορείου Ελλάδος, κατατοπίσας αυτόν επί ζητημάτων γενικών αφορώντων την περιφέρειαν Ναούσης και αναφερθείς επί διαφόρων αναγκών των πυροπαθών και των συμμοριοπλήκτων. Ο κ. Έπαρχος εξ όλων των ενεργειών του, μεταξύ των άλλων, επέτυχεν την αποστολήν εις Νάουσαν εκ μέρους της Υπηρεσίας Ανοικοδομήσεως, λυομένων κατοικιών δια τας ανάγκας των πυροπαθών, ως και την ίδρυσιν εν Ναούση παραρτήματος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού … Ελήφθη απόφασις δια της οποίας διορίζεται ως μόνιμος ιατρός παρά τον εν Ναούση Ε.Ε.Σ. … ο ιατρός της πόλεώς της κ. Χατζηδημητρίου»
(Γ.Α.Κ. Βεροίας. Αρχείο Παν. Γιαννακάκη: εβδομαδιαία εφημερίδα Βέροιας ΝΕΟΣ ΑΓΩΝ, αριθ. φύλ. 47 της 10ης Ιανουαρίου 1949).
Παρά την μη άφιξη της σοβιετικής βοήθειας σε οπλισμό και πολεμικό υλικό και παρά την αποτυχία των επιθέσεων του Δ.Σ.Ε κατά της Έδεσσας και της Αριδαίας, η ηγεσία του έκρινε ότι μία κεραυνοβόλα και επιτυχημένη επίθεση κατά της Νάουσας θα μπορούσε να αντισταθμίσει τις παραπάνω αποτυχίες. Ο Αντιστράτηγος του Δ.Σ.Ε Γιώργος Βοντίτσος (Γούσιας) γράφει σχετικά:
«Ύστερα από τη μελέτη της κατάστασης που έκανα και τις πληροφορίες που πήραμε ότι ο αντίπαλος συγκεντρώνει δυνάμεις για να κινηθεί προς Καϊμάκτσαλαν, σκέφτηκα ότι είναι ευκαιρία να ελιχθούμε με ταχύτητα με τις τρεις Ταξιαρχίες μας στο Βέρμιο και αιφνιδιαστικά να χτυπήσουμε την πόλη της Νάουσας. Έτσι, αυτό που χάσαμε στην Έδεσσα να το πετύχουμε στη Νάουσα. Από το χτύπημα που έδωσε η 18η Ταξιαρχία στη Νάουσα, είδα ότι είναι στόχος που εύκολα παίρνεται, πολύ περισσότερο που θα πέσουν 3 Ταξιαρχίες.
Παρά το ότι ήμουν άρρωστος σοβαρά, κάλεσα τη Διοίκηση της Χ Μεραρχίας και τις Διοικήσεις των Ταξιαρχιών 103, 14, 18 και τους έκανα γνωστές τις σκέψεις μου και ζήτησα τη δική τους γνώμη. Τους τόνισα ότι η επιτυχία θα εξαρτηθεί από τον καλό και ταχύ ελιγμό των τμημάτων στο Βέρμιο, για να κερδίσουμε τον αιφνιδιασμό. Τους εξήγησα ότι δεν πρέπει να τους επηρεάσει η αποτυχία που είχαμε, γιατί αυτή οφείλεται σε καθαρά δικά μας λάθη. Αν δεν κάναμε αυτά τα λάθη και δεν στέλναμε Ταξίαρχο στη μάχη που δεν ήθελε να πολεμήσει,(σημ. δική μου: εδώ υπαινίσσεται τον Ταξίαρχο του Δ.Σ.Ε Γεώργιο Γεωργιάδη, Διοικητή της 14ης Ταξιαρχίας του Δ.Σ.Ε) η νίκη θα ήταν δική μας. Να δουλέψουμε εντατικά στους μαχητές, να τους εμπνεύσουμε την πίστη στις δυνάμεις μας και μπορούμε να κερδίσουμε ό,τι χάσαμε.
Όλα τα στελέχη συμφώνησαν να γίνει η επιχείρηση. Στις 2 Γενάρη 1949, ξανά πραγματοποιώ σύσκεψη με τα στελέχη της Χ Μεραρχίας και καταλήξαμε η επιχείρηση να γίνει στις 10 Γενάρη 1949. Στείλαμε αμέσως στελέχη για αναγνώριση του στόχου και βάλαμε καθήκον στο τμήμα μας του Βερμίου να παρακολουθεί το στόχο και να κάνει προετοιμασίες υποδοχής των τμημάτων και να έχει συνδέσμους. Έστειλα τηλεγράφημα στην έδρα του Γενικού Αρχηγείου που ζητούσα την τροποποίηση που έκανα στο σχέδιο επιχείρησης και να εγκρίνουν το χτύπημα της Νάουσας. Ταυτόχρονα, να στείλει υλικό εκρηκτικό και Πάντσερ. … Στις 4 Γενάρη ήρθε ο Μ. Βλαντάς στο Καϊμάκτσαλαν, μιλήσαμε για την πορεία της προετοιμασίας των τμημάτων, για τον ελιγμό προς Βέρμιο και χτύπημα Νάουσας.
Αποφασίστηκε από Γενικό Αρχηγείο να με προωθήσουν για ιατρική εξέταση και να μείνει ο Βλαντάς με τα τμήματα που θα πραγματοποιούσαν την επιχείρηση. Στις 5 Γενάρη με μετακίνησαν με φορείο γιατί δεν μπορούσα να σταθώ από τους πόνους … Στις 8 Γενάρη του 1949 φθάνω στην έδρα του Γενικού Αρχηγείου και ξεκουράζομαι, άρχισα να τρώω. Ο Βλαντάς πραγματοποιεί ξανά σύσκεψη των στελεχών και εξέτασε τα αίτια της αποτυχίας της μάχης της Έδεσσας. Πείστηκε για την ευθύνη του Γεωργιάδη και στέλνει γράμμα στο Γενικό Αρχηγείο που συμφωνεί με την πρόταση της Διοίκησης της Χ Μεραρχίας να δικαστεί ο Γεωργιάδης. Πράγματι όταν γύρισε η Μεραρχία στο Βίτσι, τον δίκασε στο στρατοδικείο για λιποταξία και εκτελέστηκε, αφού το Πολεμικό Συμβούλιο απέρριψε την αίτηση χάριτος …
Ύστερα από μια έντονη πολιτική δουλειά στα τμήματά μας πραγματοποιείται ο ελιγμός από Καϊμάκτσαλαν προς Βέρμιο με απόλυτη μυστικότητα σε τρία άλματα. Για παραπλάνηση του αντιπάλου πραγματοποιούνται δύο σοβαρές κρούσεις στην Έδεσσα τη νύχτα στις 10 και 11 Γενάρη 1949 και στις 11 και 12 Γενάρη, καθώς και προς Άγρα – Μουχαρέμ από τμήματα του Αρχηγείου Καϊμάκτσαλαν. Η εξασφάλιση της μυστικότητας του ελιγμού και η παραπλάνηση του αντιπάλου με τις κρούσεις στην Έδεσσα, έπαιξαν αποφασιστικό ρόλο στην επιτυχία του αιφνιδιασμού (στη Νάουσα).
(Γιώργος Βοντίτσος-Γούσιας: ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΣ ΗΤΤΕΣ, ΤΗ ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΟΥ Κ.Κ.Ε. ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ. Τόμος 1ος, σελ. 475-476. Αθήνα 1977).
Ο ελιγμός των δυνάμεων του Δ.Σ.Ε από το Καϊμάκτσαλαν προς το Βέρμιο προκειμένου να πραγματοποιηθεί η επίθεση κατά της Νάουσας έγινε σε τρία άλματα, μας πληροφορεί ο Γούσιας, χωρίς ωστόσο να επεκτείνεται περισσότερο στο θέμα αυτό. Ποια όμως ήταν αυτά τα τρία άλματα; Ιδού τι γράφει σχετικά ο Δημήτρης Βλαντάς στο ημερολόγιό του:
«Στις 8 Γενάρη και ώρα 12 ως 14 οργάνωσα σύσκεψη των πολιτικών επιτρόπων των πόλεων Έδεσσας, Γιαννιτσών, Γουμένισσας, Αξιούπολης, Νάουσας, Βέροιας με τους συντρόφους: Βασίλη Αντωνάκη, Σταύρο Δαρείο, Κλημεντίνη Πιλιτσίδου, Χρήστο Βασιλειάδη, Γιάννη Αραμπατζή, Ελένη Γκέρου, Παναγιώτη Σαρακηνίδη. Ελάχιστη δουλειά είχαν κάνει, εχτός της Γκέρου που είχε φτιάσει μια μικρή Κομματική Οργάνωση στη Νάουσα. (Η υπογράμμιση δική μου). Τους έδωσα τις οδηγίες. Στη συνέχεια πήρα μέρος σε σύσκεψη στελεχών της σλαβομακεδόνικης εθνικοαπελευθερωτικής οργάνωσης ΝΟΦ περιφέρειας Έδεσσας με 45 στελέχη, που γίνονταν για μελέτη των αιτίων που σμπαράλιασε η οργάνωσή αυτή και μέτρα ανασυγκρότησής της, ιδεολογικής κατατόπισης και καθορισμός πραχτικών καθηκόντων. Μίλησα και έφυγα, γιατί είχα δουλειά με την προετοιμασία της εκκίνησης της φάλαγγας.
Το πρώτο άλμα άρχισε ώρα 18.00 (της 8ης Ιανουαρίου 1949). Το πρώτο άλμα έγινε της 14ης Ταξιαρχίας από Σαρακηνοί, της 18ης Ταξιαρχίας από Όρμα, της 103ης Ταξιαρχίας από Κάτω Λουτράκι. Το πρώτο άλμα έγινε βασικά με επιτυχία. Αυτές οι δυνάμεις έφθασαν ώρα 12.00 στο χώρο κάλυψης, στο ακατοίκητο χωριό Κερασιές (Έδεσσας), δηλαδή, ακριβώς όπως είχαμε υπολογίσει… Το δεύτερο άλμα άρχισε στις 9 του Γενάρη και ώρα 18.00. (10-1-49). Πέσαμε έξω στον υπολογισμό κατά δυο ώρες και έτσι φθάσαμε μέρα στο χώρο κάλυψης. Αυτή η δίωρη καθυστέρηση οφείλονταν στις δυσκολίες που συναντήσαμε στον ανήφορο, μετά το πέρασμα του ποταμού Βόδα, προς την Κερασιά, που πολλές φορές έπεσαν ζώα …
Αυτό το άλμα ήταν εξαιρετικά δύσκολο κι επικίνδυνο, γιατί περάσαμε από βαθιά χαράδρα (Στραβού Ρέμα) που στις κορυφές από τις δύο πλευρές της υπήρχαν οχυρωμένες εχθρικές δυνάμεις … Με εξαιρετική ταχύτητα μοντάραμε γέφυρα πάνω στον ποταμό Βόδα, που ήταν φορτωμένη σε τέσσερα μουλάρια. Και έτσι πέρασε η φάλαγγα χωρίς να σταματήσει ούτε ένα λεπτό … Μόλις περάσαμε το ποτάμι, συνεχίσαμε την πορεία σε μια απότομη πλαγιά στο Βέρμιο … Η φάλαγγα καλύφθηκε στο Βέρμιο στο χώρο Αλγέρ Τσιφλίκι … Στο Αλγέρ Τσιφλίκι έγινε λεπτομερής συζήτηση για το σχέδιο αποχώρησης από τη Νάουσα προς το Βίτσι στο επιτελείο της διοίκησης της επιχείρησης (Βλαντάς, Σκοτίδας, Μπελογιάννης, Βενετσανόπουλος, Λιάκος, Σοφιανός). Και μ’ αυστηρή μυστικότητα πάρθηκαν μέτρα ανίχνευσης του δρομολογίου του αποχωρητικού ελιγμού.
Το τρίτο άλμα άρχισε ώρα 19.00 (11-1-49). Ώρα 07.00 η ουρά της φάλαγγας έφθασε στο χώρο κάλυψης Ντάμτσικο (σημ. δική μου: το ορθόν: Ντάμνισκο). Δρομολόγιο Αλγέρ Τσιφλίκι – Μπάρο – Αγία Φωτεινή – Μεγάλο Ρέμα – Ντάμνισκο. Η διαταγή για το τρίτο άλμα καθόριζε το χώρο κάλυψης, το δρομολόγιο της φάλαγγας, τη σειρά πορείας, τα μέτρα ασφάλειας στο χώρο κάλυψης. Της 11 Γενάρη έγινε στο χώρο κάλυψης λεπτομερειακή συζήτηση για το σχέδιο επιχείρησης με τα στελέχη και σε δημοκρατικές συνελεύσεις. Ο χώρος κάλυψης ήταν πολύ κοντά στη Νάουσα. Το Ντάμνισκο δεν έχει δάσος αλλά μάλλον χαμόκλαδα. Ευτυχώς που όλη την μέρα της κάλυψης ήταν πυκνή ομίχλη και ψιλόβρεχε. Η υγρασία της περνούσε ως το κόκαλο, αλλά μάλλον θεωρούσαμε «δώρο θεού» αυτή την αποπνιχτική καταχνιά. «Στις 11 Γενάρη (1949) και ώρα 18.00 άρχισε η πορεία για τη Νάουσα. Η επίθεση άρχισε στις 23.15».
(Δημήτρης Βλαντάς: ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ (1947-1949). Σελ. 267-270. Αθήνα 2007)
Ο Βλαντάς στο ημερολόγιό του διέπραξε ένα σοβαρό ατόπημα. Σκόπιμα και άγνωστο για ποιους λόγους, αποσιώπησε το γεγονός ότι στη σύσκεψη του Επιτελείου της Διοίκησης της επιχείρησης κατά της Νάουσας στο Αλγέρ Τσιφλίκι κλήθηκε να λάβει μέρος και ο Ναουσαίος Διοικητής του Λόχου Βερμίου Λοχαγός Γρηγόριος Λιόλιος. Αρχικά, το Επιτελείο της Διοίκησης της επιχείρησης είχε τη γνώμη ότι ο υποχωρητικός ελιγμός έπρεπε να πραγματοποιηθεί μέσω Μουχαρέμ Χάνι προς Καϊμάκτσαλαν. Ο Λιόλιος παρενέβη και εξέφρασε την άποψη ότι αυτός έπρεπε να πραγματοποιηθεί μέσω κάμπου Πτολεμαΐδας προς Βίτσι, αλλιώς οι δυνάμεις του Δ.Σ.Ε θα υφίσταντο πραγματική πανωλεθρία στα στενά του Μουχαρέμ Χάνι.
Εκεί είχαν συγκεντρωθεί μεγάλες δυνάμεις του κυβερνητικού στρατού, υποστηριζόμενες από πυροβολικό και αεροπλάνα, οι οποίες είχαν διαταχθεί κατάλληλα για να εγκλωβήσουν τα τμήματα του Δ.Σ.Ε και να εξαπολύσουν εναντίον τους όλη τη δύναμη πυρός που διέθεταν. Τελικά, ελήφθη απόφαση ό υποχωρητικός ελιγμός να πραγματοποιηθεί σύμφωνα με την υπόδειξη του Λιόλιου, η οποία κρίθηκε η ορθότερη. Εντωμεταξύ, μέλος του μυστικού ένοπλου πυρήνα της Νάουσας που είχε συλληφθεί και βασανισθεί ποικιλοτρόπως από την Ασφάλεια για να προβεί σε αποκαλύψεις, δεν άντεξε στα βασανιστήρια και δέχτηκε να μεταβληθεί σε πράκτορά της.
Μόλις έλαβε γνώση για τη επικείμενη επίθεση του Δ.Σ.Ε κατά της Νάουσας έσπευσε να συναντηθεί κρυφά με τον Ν. Χαρίτο, Διοικητή της Ασφάλειας και Χ. Λουριδά, Διοικητή της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Νάουσας, στους οποίους ανέφερε τα σχετικά με τη συγκέντρωση ισχυρών δυνάμεων του Δ.Σ.Ε στο Βέρμιο. Οι ανωτέρω ήλθαν αμέσως σε επαφή με τον Ταξίαρχο Κ. Κατσουρίδη, Διοικητή της 33ης Ταξιαρχίας του κυβερνητικού Στρατού που είχε την έδρα της στα εργοστάσια Λαναρά και τον ενημέρωσαν για τις πληροφορίες που είχαν. Συγχρόνως, συνέταξαν και σχετική αναφορά προς την Ανωτέρα Διοίκηση Χωροφυλακής Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας, με την οποία ζητούσαν την άμεση αποστολή ενισχύσεων.
Ο Κατσουρίδης συγκάλεσε, χωρίς καθυστέρηση, σύσκεψη στην οποία παραβρέθηκαν ο Επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Ευάγγελος Δόρτας, οι Ταγματάρχες Χρήστος Κοντώσης και Ιωάννης Αθανασιάδης, οι προαναφερθέντες δύο αξιωματικοί της Χωροφυλακής, ο έπαρχος Ευάγγελος Δαβίδ και ο δήμαρχος της πόλης Νικόλαος Θεοφίλου. Μετά τη λήξη της σύσκεψης και αφού προηγουμένως συζητήθηκε διεξοδικά το θέμα της αναμενόμενης επίθεσης του Δ.Σ.Ε κατά της Νάουσας, ενημερώθηκε αμέσως τηλεφωνικά και το υπουργείο Βορείου Ελλάδος. Κατά την γνώμη μου, η ενέργεια του Κατσουρίδη να συγκαλέσει άμεση σύσκεψη με τους προαναφερόμενους πολιτικούς και στρατιωτικούς παράγοντες της Νάουσας, υπαγορεύονταν από ορθή εκτίμηση των πραγμάτων και ήταν μια ενέργεια επιβαλλόμενη από τις κρατούσες τότε συνθήκες.
Μάλιστα, συγκροτήθηκε επιτροπή από τους Ευάγγελο Δαβίδ, έπαρχο, και Δημητριάδη, Λέττη, Τσιώτη και Χρυσοχόου, δοτούς Δημοτικούς Συμβούλους, η οποία αναχώρησε αμέσως για τη Θεσσαλονίκη με σκοπό να συναντηθεί με τον υπουργό Βορείου Ελλάδος Κωνσταντίνο Ροδόπουλο και τον Σωματάρχη Θεόδωρο Γρηγορόπουλο. Η εν λόγω επιτροπή, μετά την επίσκεψή της στον υπουργό Βορείου Ελλάδος, συνοδευόμενη και από τον Ναουσαίο βουλευτή Θεσσαλονίκης Μιχαήλ Πάζη, επισκέφτηκε τον Σωματάρχη και τον κατέστησε ενήμερο για τη συγκέντρωση μεγάλων δυνάμεων του Δ.Σ.Ε στο Βέρμιο. Ωστόσο, ο Γρηγορόπουλος θεώρησε υπερβολικά όλα όσα του εξέθεσε η επιτροπή και δεν φάνηκε να συμμερίζεται την άποψή της ότι κινδύνευε η Νάουσα από τις δυνάμεις του Δ.Σ.Ε στο Βέρμιο. Κατόπιν τούτου, η επιτροπή επέστρεψε στη Νάουσα.
(Δημήτριος Θ. Θεοχαρίδης: ΤΟ ΚΑΤΗΓΟΡΩ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ ΤΗΣ ΝΑΟΥΣΑΣ ΤΗΣ ΤΟΥ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΥ. Σελ. 168-171. Θεσσαλονίκη 1983).
Σύμφωνα με το Γ.Ε.Σ, κατά την ώρα της επίθεσης του Δ.Σ.Ε κατά της Νάουσας, τα κυβερνητικά στρατεύματα που βρίσκονταν μέσα στην πόλη, στους λόφους Αϊ-Λια και Αγίου Θεολόγου, στο ύψωμα Κουκούλι και στο Σιδηροδρομικό Σταθμό Νάουσας, είχαν την εξής διάταξη:
— Λόφος του Αϊ-Λια: Διμοιρία του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς.
— Ύψωμα Κουκούλι: Διμοιρία.
— Λόφος Αγίου Θεολόγου: Διμοιρία του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς με Ομάδα πολυβόλων και όλμο 60 χιλ.
— Σχολείο Μεταμορφώσεως: Λόχος του 519 Τάγματος Πεζικού, μείον μία Διμοιρία.
— Άγιος Γεώργιος: Διμοιρία του 519 Τάγματος Πεζικού.
— Γυμναστήριο (Γήπεδο): Λόχος του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς.
— Κινηματοθέατρο ΤΙΤΑΝΙΑ: Λόχος του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς μείον μία Διμοιρία και μία Ομάδα.
— Δεξαμενή υδραγωγείου: Ομάδα του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς.
— Κρατικό Νοσοκομείο: Λόχος μείον δύο Διμοιρίες.
— Εργοστάσια Λαναρά: Η Διοίκηση της 33ης Ταξιαρχίας και του 519 Τάγματος Πεζικού με ένα Λόχο και μία Ομάδα του Λόχου πολυβόλων του 510 Τάγματος Πεζικού.
— Εργοστάσια Λαναρά: Δύναμη αρμάτων μάχης.
— Οικία Χρηστίδη (παραπλεύρως της γέφυρας ΕΡΙΑ): Η Διοίκηση του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς με όλμο των 4,2 χιλ.
— Υπόλοιπα περιμετρικά φυλάκια: Κατανεμημένη η υπόλοιπη δύναμη του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς κατά σπουδαιότητα σημείου φύλαξης.
— Χώρος νοτίως του επάνω κτιρίου του εργοστασίου ΕΡΙΑ (έναντι του Νοσοκομείου: Ουλαμός Πυροβολικού.
— Σιδηροδρομικός Σταθμός Νάουσας: Διμοιρία για τη φύλαξη διαφόρων εγκαταστάσεων.
Σύνολική δύναμη 667 άνδρες προερχόμενη από τις εξής μονάδες (πλην Χωροφυλακής, Μ.Α.Υ και Μ.Α.Δ (Μ
— Λόχος Στρατηγείου 33ης Ταξιαρχίας, άνδρες 49.
— Διμοιρία προστασίας 33ης Ταξιαρχίας, άνδρες 25.
— 44ο Τάγμα Εθνοφρουράς, άνδρες 267.
— 519 Τάγμα Πεζικού, άνδρες 191.
— Ομάδα 510 Τάγματος Πεζικού, άνδρες 16.
— Ομάδα Κάριερς, άνδρες 8.
— Ουλαμός Τεθωρακισμένων, άνδρες 5.
— Ουλαμός Πυροβολικού, άνδρες 25.
— 995 Λόχος Ε.Σ.Α, άνδρες 4.
— Σ.Τ.Γ. (Ταχυδρομική Υπηρεσία), άνδρες 2.
— Ο.Α.Σ Μεραρχίας, άνδρες 2.
— Διμοιρία 213 Χ.Ε, άνδρες 23.
— Διμοιρία Διαβιβάσεων, άνδρες 41.
— 707 Λόχος Μηχανικού, άνδρες 4.
— 779 Λόχος Μεταφορών, άνδρες 5.
Σύνολο άνδρες 667.
Στην ανωτέρω δύναμη πρέπει να προστεθούν οι άνδρες της Χωροφυλακής, των Μ.Α.Υ και των Μ.Α.Δ, ήτοι:
— Χωροφυλακή (στο κέντρο της πόλης), άνδρες 40.
— Μ.Α.Δ (Μαυροσκούφηδες παρακρατικοί), άνδρες 30.
— Μ.Α.Υ, άνδρες 520.
— Σύνολο άνδρες 590. Γενικό σύνολο (667+590)= 1.257.
Επί πλέον, στο Βέρμιο, και σε μικρή απόσταση από τη Νάουσα, υπήρχαν στρατιωτικές μονάδες στα εξής σημεία:
— Τοποθεσία Πάτωμα: Λόχος.
— Τοποθεσία Κουφάλα: Λόχος.
— Τοποθεσία Κουτσούφλιανη (Άγιος Παύλος): Διλοχία του 514 Τάγματος Πεζικού.
Αντιστοίχως, από στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση των Δημήτρη Βλαντά και Νίκου Θεοχαρόπουλου (Σκοτίδας), που συνέταξαν μετά τη μάχη της Νάουσας και υπέβαλαν στο Αρχηγείο του Δ.Σ.Ε, προκύπτει ότι στην πόλη υπήρχαν οι κάτωθι κυβερνητικές δυνάμεις:
— 3 Λόχοι του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς, οι οποίοι με τον υπόλοιπο μηχανισμό του Τάγματος ανέρχονταν σε 350 άνδρες.
— 1 Διλοχία του 519 Τάγματος πεζικού της 33ης Ταξιαρχίας δύναμης 250 περίπου ανδρών.
— Ο μηχανισμός της 33ης Ταξιαρχίας (Λόχος Στρατηγείου, Επιμελητεία, Γραφεία κ.τ.λ.) ανερχόμενος σε 100 περίπου άνδρες.
— 1 Πεδινή Πυροβολαρχία των 4 πυροβόλων δύναμης 80 περίπου ανδρών, οι οποίοι, μετά την εγκατάλειψη των πυροβόλων κατά τη μάχη, πολέμησαν σαν τυφεκιοφόροι.
— 7 βαρέα άρματα μάχης, 21 κάριερς (θωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού), 22 φορτηγά αυτοκίνητα και 27 μοτοσικλέτες, με συνολική δύναμη 250 περίπου ανδρών, πολλοί από τους οποίους χρησιμοποιήθηκαν κατά τη μάχη και σαν τυφεκιοφόροι.
— 60 άνδρες οι οποίοι αποτελούσαν τη συνολική δύναμη της Χωροφυλακής (Υποδιοίκηση, Ασφάλεια και Αστυνομικό Τμήμα) στο κέντρο της πόλης.
— 30 Μ.Α.Δ (Μαυροσκούφηδες παρακρατικοί)
— 520 οπλίτες των Μ.Α.Υ.
Συνολική δύναμη 1.640 άνδρες. Επομένως, υπάρχει διαφορά στην εκτίμηση από τις δύο πλευρές της δύναμης των κυβερνητικών δυνάμεων που υπήρχαν στη Νάουσα κατά την εκδήλωση της επίθεσης, η οποία ανέρχεται σε 383 άνδρες (1.640-1.257) = 383. Έχω τη γνώμη ότι η εκτίμηση των Βλαντά και Σκοτίδα δεν αποκλίνει από την πραγματικότητα. Η δύναμη των 14ης, 18ης και 103ης Ταξιαρχιών Πεζικού του Δ.Σ.Ε (Χ Μεραρχία) που επιτέθηκαν στη Νάουσα ανέρχονταν συνολικά στους 2069 άνδρες, πλέον τρεις Λόχοι σαμποτέρ δύναμης 170 ανδρών, μισός Ουλαμός Ορειβατικού Πυροβολικού δύναμης 25 ανδρών, Λόχος Βερμίου δύναμης 55 ανδρών και σχηματισμός της Χ Μεραρχίας δύναμης 92 ανδρών. Σύνολο 2.411 άνδρες.
Τα πολεμικά μέσα που διέθετε ο Δ.Σ.Ε ήταν 1 ορειβατικό πυροβόλο, 2 αντιαρματικά των 20 χιλ., 2 αντιαρματικά των 37 χιλ., 14 ομαδικοί όλμοι, 14 πυροβόλα Πάντζερ, τυποποιημένα και νάρκες, και ο ατομικός οπλισμός των μαχητών με περιορισμένα πυρομαχικά. Στην πορεία της μάχης χρησιμοποιήθηκαν από τον Δ.Σ.Ε και λάφυρα τα οποία πήραν από της κυβερνητικές δυνάμεις. Αυτά ήταν 1 βαρύ άρμα μάχης, 2 κάριερς και 1 ολμοβόλο με 250 βλήματα. Διοικητής της Χ Μεραρχίας του Δ.Σ.Ε. ήταν ο Νίκος Θεοχαρόπουλος (Σκοτίδας) και πολιτικός επίτροπος ο Νίκος Μπελογιάννης. Διοικητής της 14ης Ταξιαρχίας του Δ.Σ.Ε ήταν ο Ελευθέριος Λαζαρίδης (Λευτεριάς), της 18ης ο Παντελής Βαϊνάς και της 103ης ο Αχιλλέας Παπαϊωάννου.
Η επίθεση των τμημάτων του Δ.Σ.Ε κατά της Νάουσας πραγματοποιήθηκε την 23:15 ώρα της 11ης Ιανουαρίου 1949, ημέρα Τρίτη. Προσεβλήθησαν ταυτόχρονα τα φυλάκια του Αϊ-Λια, του Αγίου Θεολόγου και του υψώματος Κουκούλι, τα οποία ήταν βασικά σημεία στηρίγματος, καθώς και οι φρουρές του Γυμναστηρίου (Γήπεδο) και του παλιού νεκροταφείου της Ευαγγελιστρίας. Η επίθεση υποστηρίζονταν και από το ορειβατικό πυροβόλο που διέθετε ο Δ.Σ.Ε, το οποίο έβαλλε συνεχώς κατά διαφόρων στόχων. Από τις εκκωφαντικές εκρήξεις των βλημάτων των πυροβόλων, των όλμων, των πάντσερ και από το αδιάκοπο κροτάλισμα των πολυβόλων, οπλοπολυβόλων και των αυτομάτων των ανδρών του Δ.Σ.Ε, πλέον των πυροβολισμών των ατομικών όπλων, επικράτησε προς στιγμήν πανικός της κυβερνητικές δυνάμεις της πόλης.
Στρατιώτες, χωροφύλακες, Μαυροσκούφηδες των Μ.Α.Δ και οπλίτες των Μ.Α.Υ, μέσα σε κλίμα γενικής σύγχυσης, έτρεξαν να καταλάβουν γρήγορα θέσεις άμυνας στα πολυβολεία και στα άλλα οχυρωματικά έργα. Η επίθεση των ανδρών του Δ.Σ.Ε ήταν πράγματι κεραυνοβόλα. Μέχρι το πρωί της 12ης Ιανουαρίου 1949, ημέρα Τετάρτη, είχαν εξουδετερωθεί πλήρως τα ανωτέρω σημεία στηρίγματος και φυλάκια. Οι αντάρτες άρχισαν να εισέρχονται στην πόλη και να κατευθύνονται προς τα κτίρια της Χωροφυλακής και τα εργοστάσια Λαναρά, όπου είχε την έδρα της η 33η κυβερνητική Ταξιαρχία (Διοικητής Κ. Κατσουρίδης).
Μια προσπάθεια της Διοίκησης της κυβερνητικής Ταξιαρχίας να αποστείλει 2 Διμοιρίες προς το νεκροταφείο και το εργοστάσιο ΕΣΤΙΑ και στοιχείο τεθωρακισμένων προς τη συνοικία Αλώνια και Ρολόι στο κέντρο της πόλης, για να παρεμποδιστεί η περαιτέρω διείσδυση των ανταρτών, δεν απέφερε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς, οι δυνάμεις αυτές εξουδετερώθηκαν πλήρως καθ’ οδόν. Κατά τη διάρκεια των διαφόρων μαχών, πολλοί στρατιώτες συνελήφθησαν αιχμάλωτοι. Η φρουρά του Γυμναστηρίου με επικεφαλής τον τραυματία έφεδρο Ανθυπολοχαγό Πεζικού Γρηγόριο Κολωνιάρη, δεχόμενη ισχυρή πίεση από τους αντάρτες, συμπτύχθηκε εσπευσμένα το πρωί της Τετάρτης προς το κτίριο του Νοσοκομείου.
Το αυτό έπραξε και ο Ουλαμός Πυροβολικού με επικεφαλής τον Λοχαγό Πυροβολικού Αγαμέμνονα Γκράτζιο (μετέπειτα Αρχηγός Γ.Ε.Σ το 1967), ο οποίος με τον έφεδρο Ανθυπολοχαγό Πυροβολικού Νικόλαο Αναδολή διέκοψαν τις βολές των πυροβόλων και τα ρυμούλκησαν, από το χώρο του Νοσοκομείου, μπροστά στο κτίριο Χρηστίδη, όπου είχε την έδρα του το 44ο Τάγμα Εθνοφρουράς.
Ακολούθως, το σύνολο των ανδρών της φρουράς του Γυμναστηρίου και του Ουλαμού Πυροβολικού ενώθηκαν με τη φρουρά του Νοσοκομείου, οχυρώθηκαν σ’ αυτό, και άρχισαν να μάχονται ως τυφεκιοφόροι κατά των ανδρών του Δ.Σ.Ε. Έτσι ένα νοσηλευτικό και κατ’ εξοχήν ειρηνικό ίδρυμα, όπως είναι το Νοσοκομείο, στο οποίο, σημειωτέον, βρίσκονταν και ασθενείς, μεταβλήθηκε από τα κυβερνητικά στρατεύματα σε ισχυρότατη εστία αντίστασης.
Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας (Τετάρτη 12/1/1949), ο Διοικητής του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς Ταγματάρχης Χρήστος Κοντώσης, μαζί με το Επιτελείο του Τάγματος, εγκατέλειψαν το κτίριο Χρηστίδη και κατέφυγαν στα κτίρια της Χωροφυλακής στο κέντρο της πόλης. Αμέσως μπήκαν στο κτίριο Χρηστίδη αντάρτες οι οποίοι οχυρώθηκαν σ αυτό και από μικρή απόσταση άρχισαν να βάλλουν ακατάπαυστα και με πυκνά πυρά κατά του Νοσοκομείου. Από τα πυρά τραυματίστηκε βαριά και απεβίωσε ο έφεδρος Ανθυπολοχαγός Πυροβολικού Νικόλαος Αναδολής. Ακολούθως, οι υπερασπιστές του Νοσοκομείου ζήτησαν από τον Διοικητή της 33ης Ταξιαρχίας Ταξίαρχο Κ. Κατσουρίδη την αποστολή πυρομαχικών, γιατί τα αποθέματά τους είχαν εξαντληθεί.
Τα πυρομαχικά εστάλησαν άμεσα, ωστόσο, δεν έφτασαν ποτέ στον προορισμό τους, γιατί έπεσαν στα χέρια των ανδρών του Δ.Σ.Ε, οι οποίοι προσέβαλαν καθ’ οδόν την εφοδιοπομπή που τα μετέφερε. Κατά την μάχη που διεξάγονταν στο Νοσοκομείο, θραύσμα από βλήμα όλμου τραυμάτισε στην πλάτη τον Λοχαγό Γκράτζιο. Παρά το τραύμα του, ο Γκράτζιος επικοινώνησε εκ νέου με τον Ταξίαρχο Κατσουρίδη και ζήτησε οδηγίες περί του πρακτέου, δεδομένου ότι οι αντάρτες είχαν φθάσει ήδη σε απόσταση αναπνοής από το Νοσοκομείο. Κατόπιν τούτου, ο Κατσουρίδης έδωσε εντολή στον Γκράτζιο να επιχειρήσει επιθετική έξοδο με όλους τους ευρισκόμενους ακόμα στη ζωή στρατιώτες. Η έξοδος πραγματοποιήθηκε και οι εξορμήσαντες προσπάθησαν να κατευθυνθούν ανατολικά προς τον Σιδηροδρομικό Σταθμό Νάουσας. Οι άνδρες του Δ.Σ.Ε τους καταδίωξαν κατά πόδας και επί πλέον, καθ’ οδόν, έπεσαν σε ενέδρα άλλου ανταρτικού τμήματος στην περιοχή της Γάστρας (αγροτική τοποθεσία), με αποτέλεσμα να συλληφθεί ο Διοικητής του 2ου Λόχου του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς Λοχαγός Αθανάσιος Σταματόπουλος και αρκετοί στρατιώτες.
Οι υπόλοιποι με επικεφαλής τον τραυματισμένο Γκράτζιο κατόρθωσαν να φτάσουν τελικά στον Σιδηροδρομικό Σταθμό Νάουσας. Λέγεται ότι, όταν υπέκυψε η φρουρά του Νοσοκομείου και μπήκαν οι αντάρτες μέσα, ένας αξιωματικός του Δ.Σ.Ε, γνωστός από παλιά του τραυματισμένου και νοσηλευόμενου Ανθυπολοχαγού Γρηγορίου Κολωνιάρη (ήταν και οι δύο ποδοσφαιριστές σε ομάδες της Θεσσαλονίκης), μετά από σύντομο διάλογο μαζί του, ανέσυρε το περίστροφό του και τον εκτέλεσε. Πάντως, το περιστατικό αυτό δεν είναι απόλυτα επιβεβαιωμένο. Προς το απόγευμα της 12ης Ιανουαρίου 1949, ύστερα από προηγηθείσα ορμητική επίθεση των ανδρών του Δ.Σ.Ε, κατελήφθησαν και τα φυλάκια του Αγίου Γεωργίου, της βίλας Πετρίδη και των γεφυρών Μπίλλη και Βεροιώτικη.
Τα τελευταία σημεία στηρίγματος μέσα στην πόλη, τα οποία συνέχιζαν να αμύνονται, ήταν τα εργοστάσια Λαναρά, έδρα της κυβερνητικής Ταξιαρχίας, τα κτίρια της Χωροφυλακής στο κέντρο της πόλης, στα οποία, όπως προελέχθη, κατέφυγε η Διοίκηση του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς και τμήμα της Διλοχίας του 519 Τάγματος Πεζικού. Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 12ης προς την 13η Ιανουαρίου 1949 τα τμήματα του Δ.Σ.Ε συνέχιζαν να βάλλουν συνεχώς κατά των κτιρίων της Χωροφυλακής, χωρίς όμως θετικά αποτελέσματα, γιατί αυτά προστατεύονταν από ισχυρά πολυβολεία κατασκευασμένα από χοντρό μπετόν. Επί πλέον, η οπτική προσπέλαση προς αυτά των ανδρών του Δ.Σ.Ε δεν ήταν ευχερής, γιατί μεσολαβούσαν συγκροτήματα σπιτιών.
Κατόπιν τούτου, το επιχειρησιακό Επιτελείο του Δ.Σ.Ε χρησιμοποίησε τους ειδικευμένους σαμποτέρ του για να διευκολύνουν τα τμήματα που μάχονταν στο κέντρο της πόλης. Οι σαμποτέρ, με τη χρήση εκρηκτικών υλών, πίατ και πάντζερ, κατόρθωσαν και άνοιξαν τρύπες από σπίτι σε σπίτι, ώσπου έφτασαν σε απόσταση 10-15 περίπου μέτρων απέναντι ή στα νώτα κάθε πολυβολείου και κτιρίου της Χωροφυλακής. Από εκείνη την ώρα όλα τα πολυβολεία και τα κτίρια δέχτηκαν βροχή από βλήματα όλμων, πάντζερ, πίατ και άλλων όπλων, με άμεσο αποτέλεσμα να ανατινάζονται στον αέρα, ενίοτε, μαζί με της υπερασπιστές τους.
Τη νύχτα της 12ης προς 13η Ιανουαρίου 1949, ο Διοικητής του τμήματος της Διλοχίας του 519 Τάγματος Πεζικού Ταγματάρχης Ιωάννης Αθανασιάδης και ο Διοικητής της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Νάουσας Χρήστος Λουριδάς, που βγήκε από τα κτίρια της Χωροφυλακής πριν ακόμα πέσουν αυτά, με μικρή ομάδα χωροφυλάκων και ενώθηκε μαζί του, προσπάθησαν να κινηθούν εκτός της πόλης, με σκοπό να ενωθούν με τα δρώντα στις παρυφές της στρατιωτικά τμήματα. Καθ’ οδόν συγκρούστηκαν με τμήμα του Δ.Σ.Ε και διαλύθηκαν. Κατά τη διάρκεια της μάχης σκοτώθηκε ο Αθανασιάδης, ενώ ο Λουριδάς διέφυγε προς τον Σιδηροδρομικό Σταθμό.
Εν συνεχεία, μέχρι το μεσημέρι της 13ης Ιανουαρίου 1949 εξουδετερώθηκε πλήρως όλο το συγκρότημα της Χωροφυλακής και έπαυσε κάθε αντίσταση. Μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και ο Διοικητής του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς Ταγματάρχης Χρήστος Κοντώσης, ο οποίος, όπως προελέχθη, κατέφυγε εκεί με το Επιτελείο του Τάγματός του. Σημειώνω ότι μετά την αποχώρηση του Δ.Σ.Ε από τη Νάουσα ο Κοντώσης μεταφέρθηκε στο βουνό και εκτελέστηκε. Την τύχη του Κοντώση είχε και ο Λοχαγός Αθανάσιος Σταματόπουλος, ο οποίος είχε συλληφθεί κατά την επιθετική έξοδο του Νοσοκομείου. Ο Διοικητής της Ασφάλειας Ν. Χαρίτος, κρυμμένος συνεχώς μέχρι που αποχώρησαν οι αντάρτες, στην ευρύχωρη καμινάδα επάνω από την ταράτσα του κτιρίου της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής, κατάφερε να διασωθεί.
Οι άνδρες του Δ.Σ.Ε συνέλαβαν μόνο τον Διοικητή του Αστυνομικού Τμήματος Υπομοίραρχο Μιχαλόπουλο, ο οποίος, μετά την αποχώρηση των ανταρτών, οδηγήθηκε μεν στο βουνό, αλλά τελικά δεν εκτελέστηκε. Μερικοί χωροφύλακες, οι οποίοι διέφυγαν μετά την πτώση των κτιρίων της Χωροφυλακής, κρύφτηκαν σε σπίτι στη συνοικία της Αγίας Παρασκευής. Συνελήφθησαν όμως από τους άνδρες του Δ.Σ.Ε ύστερα από κατάδοση και εκτελέστηκαν όλοι τους. Η προσοχή τώρα των ανταρτών στράφηκε αποκλειστικά προς τα εργοστάσια Λαναρά, έδρα της 33ης κυβερνητικής Ταξιαρχίας, η οποία αποτελούσε την τελευταία εστία αντίστασης. Την 15:30 ώρα της 13ης Ιανουαρίου 1949 εκδηλώθηκαν σφοδρές και αλλεπάλληλες επιθέσεις των τμημάτων του Δ.Σ.Ε κατά των εργοστασίων Λαναρά. Κατά τη διάρκεια της μάχης σαμποτέρ του Δ.Σ.Ε ανατίναξαν τις αποθήκες πυρομαχικών που βρίσκονταν στα εργοστάσια, ενώ από την ανταλλαγή των πυρών, σοβαρές υπήρξαν οι απώλειες των αμυνόμενων.
Η κατάσταση ήταν κρίσιμη. Τότε ο Ταξίαρχος Κ. Κατσουρίδης και ο Επιτελάρχης της Ταξιαρχίας Ευάγγελος Δόρτας, ευρισκόμενοι προ του φάσματος της βέβαιης εξόντωσης των ιδίων και των δυνάμεων που αμύνονταν στα εργοστάσια, συνήλθαν σε σύσκεψη στην οποία ελήφθη η απόφαση να πραγματοποιηθεί επιθετική έξοδος. Την 17:30 ώρα, δύο ώρες μετά την εκδήλωση της επίθεσης των τμημάτων του Δ.Σ.Ε, επιχειρήθηκε επιθετική έξοδος με κατεύθυνση προς την κοίτη του ποταμού Αράπιτσα και τη γέφυρα Σντουμπάνοι. Κατά τη διάρκεια της εξόδου οι κυβερνητικές δυνάμεις είχαν σοβαρότατες απώλειες. Οι υπόλοιποι με τους Κ. Κατσουρίδη και Ευάγ. Δόρτα, ακολουθώντας τα παρόχθια μονοπάτια, έφτασαν περίπου στο ύψος των Μύλων Ματθαίου και λίγο πιο κάτω. Ο Κατσουρίδης εξαντλήθηκε κατά την πορεία και δεν μπόρεσε να συνεχίσει.
Έδωσε εντολή όμως προς αυτούς να συνεχίσουν, ενώ ο ίδιος κατέφυγε σε σπίτι της γειτονιάς και κρύφτηκε. Έτσι, απέφυγε τελικά τη σύλληψη. Ο Δόρτας με τους υπόλοιπους συνέχισαν την πορεία τους και πέτυχαν να φτάσουν στο Σιδηροδρομικό Σταθμό της Νάουσας. Στο διάστημα αυτό, στο Σταθμό κατέφθαναν συνεχώς κυβερνητικά στρατεύματα τα οποία ετοιμάζονταν να πραγματοποιήσουν επίθεση κατά της Νάουσας για την εκδίωξη των τμημάτων του Δ.Σ.Ε. Μετά την πτώση των εργοστασίων Λαναρά, η μικρή φρουρά που βρίσκονταν στο φυλάκιο της δεξαμενής του υδραγωγείου, κοντά στα εργοστάσια, εγκατέλειψε αμέσως τις θέσεις της και οι άνδρες της διαλύθηκαν.
Κατόπιν τούτου, κάθε αντίσταση των κυβερνητικών δυνάμεων μέσα στη Νάουσα έπαυσε και από την 6η απογευματινή ώρα της 13ης Ιανουαρίου 1949, ολόκληρη η πόλη περιήλθε στα χέρια των τμημάτων του Δ.Σ.Ε. Πολύτιμη υπήρξε η βοήθεια των ανδρών του μυστικού ένοπλου τοπικού πυρήνα προς τα τμήματα του Δ.Σ.Ε, από την αρχή της επίθεσης μέχρι την οριστική κατάληψη της πόλης. Καθ΄όλη τη διάρκεια των μαχών, πολεμούσαν στο πλευρό των τμημάτων του Δ.Σ.Ε, κυρίως κατά τις νυκτερινές ώρες, για να μην αναγνωρίζονται. Οι περισσότεροι από αυτούς, μετά την παύση των μαχών, αποσύρθηκαν στα σπίτια τους. Έμειναν μόνο ένας ή δύο, οι οποίοι φόρεσαν προσωπίδα για να μην αναγνωρίζονται. Αυτούς ο Δ.Σ.Ε τους χρησιμοποίησε σαν πληροφοριοδότες και σαν οδηγούς μέσα στην πόλη.
Οι επόμενοι στόχοι του Δ.Σ.Ε κατά την παραμονή του στη Νάουσα και μέχρι την πραγματοποίηση του υποχωρητικού του ελιγμού από αυτήν, ήταν: 1) Συγκέντρωση οπλισμού και λοιπού πολεμικού υλικού που εγκατέλειψαν οι κυβερνητικές δυνάμεις, 2) Ανατίναξη των κυριευθέντων αρμάτων μάχης (τάνκς), θωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού (κάριερς), πεδινών πυροβόλων και εμπρησμός όλων των στρατιωτικών αυτοκινήτων, τζιπ, μοτοσικλετών κ.λπ., γιατί δεν υπήρχε δυνατότητα μεταφοράς όλων αυτών, μέσα από ορεινές διαδρομές, σε ελεγχόμενη από τους αντάρτες περιοχή, 3) Εμπρησμός όλων των εστιών αντίστασης των κυβερνητικών δυνάμεων, των κυβερνητικών κτιρίων, των εργοστασίων, των μέσων μεταφοράς κ.τ.λ.,
4) Συγκέντρωση τροφίμων, ειδών ιματισμού και υπόδησης, κλινοσκεπασμάτων, φαρμάκων, ειδών υγιεινής κ.λπ., 5) Στρατολόγηση νέων στην ηλικία κατοίκων της πόλης ικανών να φέρουν όπλα (αγοριών και κοριτσιών). Πρέπει να σημειωθεί ότι από την αρχή της επίθεσης των δυνάμεων του Δ.Σ.Ε κατά της Νάουσας και καθ’ όλη τη διάρκεια των μαχών, οι κυβερνητικές δυνάμεις είχαν τη συνεχή υποστήριξη της αεροπορίας, η οποία με μαχητικά αεροπλάνα Σπιτφάϊρς βομβάρδιζε και πολυβολούσε ακατάπαυστα τις θέσεις των ανταρτών και κάθε κίνησή τους μέσα και έξω από την πόλη.
Εκτός τούτου, στο Σιδηροδρομικό Σταθμό είχαν αφιχθεί και μονάδες Πεδινού Πυροβολικού, οι οποίες υποτίθεται ότι βομβάρδιζαν της θέσεις των τμημάτων του Δ.Σ.Ε μέσα στην πόλη, ενώ στην πραγματικότητα τα περισσότερα βλήματα έπεσαν σε σπίτια, από τα οποία πολλοί Ναουσαίοι και Ναουσαίες βρήκαν το θάνατο. Σύμφωνα με την έκθεση των Δημήτρη Βλαντά και Νίκου Θεοχαρόπουλου (Σκοτίδας), που συνέταξαν για τη μάχη της Νάουσας, τα λάφυρα τα οποία εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης οι κυβερνητικές δυνάμεις μετά την κατάληψη της πόλης από της δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, οι ενέργειες στις οποίες προέβησαν κατά τη διάρκεια της παραμονής τους σ’ αυτήν, καθώς και οι απώλειες εκατέρωθεν, ήταν:
Λάφυρα
— 4 πεδινά πυροβόλα με 3.000 βλήματα.
— 7 αλυσοφόρα άρματα μάχης (τάνκς).
— 21 θωρακισμένα οχήματα μεταφοράς οπλιτών (κάριερς).
— 21 φορτηγά αυτοκίνητα, 5 τζιπ.
— 27 μοτοσικλέτες
Όλα τα ανωτέρω ανατινάχτηκαν ή πυρπολήθηκαν από τους σαμποτέρ του Δ.Σ.Ε, επειδή, όπως προελέχθη, ήταν αδύνατο να μεταφερθούν μαζί με τα άλλα λάφυρα κατά τον υποχωρητικό ελιγμό.
— 1 ολμοβόλο με 250 βλήματα
— 5 ομαδικοί όλμοι με 2.000 βλήματα.
— 9 καναδέζικοι όλμοι με 3.000 βλήματα
— 15 πολυβόλα Βίκερς.
— 110 οπλοπολυβόλα Μπρεν.
— 70 ημιαυτόματα
— 550 ατομικά όπλα.
— 2.000.000 σφαίρες συνολικά από τον ανωτέρω οπλισμό.
— 19 ασύρματοι ( 15 αμερικάνικοι και 4 Νο 22)
— 13 γραφομηχανές.
— 5 ραδιόφωνα.
— 170 χλαίνες.
— 120 στρατιωτικές στολές.
— 130 ζεύγη άρβυλα.
Ο καταρράκτης «Σντουμπάνοι» με την παλιά ξύλινη γέφυρα όπως ήταν το 1949 και, επάνω δεξιά, το εργοστάσιο Λαναρά – Κύρτση & Σια, όπου είχε την έδρα του το επιτελείο της 33ης Ταξιαρχίας του κυβερνητικού στρατού κατά τον χρόνο της επίθεσης της Χ Μεραρχίας του Δ.Σ.Ε κατά της Νάουσας την 11η Ιανουαρίου 1949. Το επιτελείο της ανωτέρω Ταξιαρχίας μαζί με την φρουρά του, με επικεφαλής τον Ταξίαρχο Κ. Κατσουρίδη, όταν έκρινε ότι πάσα περαιτέρω αντίσταση κατά των δυνάμεων του Δ.Σ.Ε ήταν μάταια, επειδή αυτές είχαν περικυκλώσει το εργοστάσιο από παντού και έβαλλαν με πυκνά πυρά από κοντινή απόσταση, μη θέλοντας να παραδοθεί, επιχείρησε επιθετική έξοδο από το σημείο του καταρράκτη. Σκοπός της επιθετικής εξόδου ήταν η προσπάθειας συνένωσής τους με τις κυβερνητικές δυνάμεις που βρίσκονταν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Νάουσας. Οι περισσότεροι από τους πραγματοποιήσαντες την επιθετική έξοδο, με αρκετά θύματα, κατάφεραν να φτάσουν στον σιδηροδρομικό σταθμό. Επειδή ο Ταξίαρχος Κ. Κατσουρίδης, λόγω υπερβολικής κόπωσης, δεν μπορούσε να τους ακολουθήσει, κρύφτηκε σε σπίτι κοντά στο αρχοντικό της οικογένειας Ματθαίου. Έτσι, απέφυγε την σύλληψή του από τους άνδρες του Δ.Σ.Ε. |
(Στέργιος Σπυρ. Αποστόλου: Η ΝΑΟΥΣΑ ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ)
— 135 μουλάρια ειδικού φόρτου.
— 120 μουλάρια κοινού φόρτου.
— 2 ηλεκτρογεννήτριες.
— 33 τηλέφωνα.
— 3 τηλεφωνικοί πίνακες.
— Πολύ υγειονομικό υλικό.
— 1 σάκος επιτελικοί χάρτες.
— Όλα τα αρχεία της 33ης Ταξιαρχίας, του 519 Τάγματος Πεζικού, του 44ου Τάγματος Εθνοφρουράς, της Υποδιοίκησης Χωροφυλακής Ναούσης, του Τμήματος Ασφαλείας Ναούσης και του Αστυνομικού Τμήματος Ναούσης.
— Πάρα πολλά υφάσματα και τρόφιμα, από τα οποία αρκετά μοιράστηκαν στο λαό, άλλα μεταφέρθηκαν στο βουνό και άλλα κάηκαν κατά τις μάχες …
Στρατιώτες του κυβερνητικού στρατού μεταφέρουν πυρομαχικά με μουλάρια ειδικού φόρτου. Κατά την μάχη της Νάουσας την 11η Ιανουαρίου 1949, 135 μουλάρια ειδικού φόρτου και 120 κοινού φόρτου ήταν σταβλισμένα στο έναντι της οικίας Χρηστίδη (ιδιοκτησία Γ. Δαούτη, σήμερα) τμήμα του εργοστασίου ΕΡΙΑ (μετέπειτα ΒΕΤΛΑΝΣ), τα οποία, μετά την μάχη, περιήλθαν ως λάφυρα στα χέρια του Δ.Σ.Ε.
(https://www.lifo.gr/various/27-aspromayres-fotografies-apo-ton-elliniko)
Είδος ερπυστριοφόρου στρατιωτικού οχήματος μεταφοράς οπλιτών (κάριερ), που χρησιμοποιήθηκε από τις κυβερνητικές δυνάμεις κατά την μάχη της Νάουσας
(Η συνέχεια στο δεύτερο μέρος)
————————
*ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΣΠΥΡ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ ΕΡΕΥΝΗΤΗΣ-ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
ΝΑΟΥΣΑ
*Στέργιος Αποστόλου – Βιογραφικά στοιχεία -Εργογραφία (κάνετε κλικ)
————————
Σημείωση Φαρέτρας: Όλα τα κείμενα του Στέργιου Αποστόλου μπορείτε να τα διαβάσετε ΕΔΩ
————————