Η συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ & των ΑΝ.ΕΛΛ, κινείται στον αστερισμό της δεύτερης αξιολόγησης από τους ‘θεσμούς’, αξιολόγηση που παρεμβαίνει και στο κρίσιμο πεδίο των εργασιακών σχέσεων και της συνδικαλιστικής δράσης.
Εντός του χρόνου και του χώρου της οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης, στο ιστορικό πλαίσιο εκδίπλωσης και πολιτικής-‘τεχνικής’ διαχείρισης της κρίσης και των εκφάνσεων της και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η κυβερνητική πρακτική του λειτουργεί αναδρομικά & ‘σχεσιακά’ (στο επίπεδο της εφαρμοσμένης πολιτικής) προς την προηγούμενη μνημονιακή πολιτική συνθήκη, συμβάλλει στην εμβάθυνση της κεφαλαιοκρατικής κρίσης, ‘ρηγματώνει’ και ‘χασματοποιεί’ το κοινωνικό πεδίο (πολιτικές υποβάθμισης των όρων υλικότητας) μεγάλων τμημάτων του μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων, αναδιαμορφώνοντας τις ‘ζώνες’ πραγμάτωσης-μετουσίωσης της: σταθεροποίηση της ‘δομικής’ ανεργίας (η ανεργία και η ‘βιαιότητα’ με την οποία επενεργεί ως μεταβολή συμπύκνωσης των επάλληλων ροών της κρίσης), διεύρυνση της ‘ζώνης’-συνθήκης μερικής απασχόλησης και επισφαλούς εργασίας, (‘επισφαλειοποίηση’ των όρων εργασίας και ‘πώλησης’ της εργατικής δύναμης στον ατομικό-συλλογικό εργοδότη), για μερίδες της εργατικής τάξης.
Η ‘πώληση’ της εργατικής δύναμης εντός του κρισιακού κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, εντός των χώρων εργασίας, λαμβάνει χώρα υπό τους όρους πλαισίωσης & ‘παράθεσης’ σωμάτων, τα οποία, σε ‘αντάλλαγμα’, (για την εργασία, για τους χρόνους της εργασίας και για το αντικείμενο παραγωγής) δεν λαμβάνουν απλά και μόνο έναν ‘πραγματικό’ μισθό σε πραγματικές συνθήκες παραγωγής-παραγωγικής διαδικασίας, αλλά την ‘απειλή’ της αντικατάστασης, την ιδεολογική ‘επισφάλεια’ των ευρύτερων κρισιακών συνθηκών: ‘τώρα’ εργάτης, και, σε λανθάνουσα κατάσταση ‘μη’ εργάτης, ανενεργός, εντός & εκτός πεδίου.
Στις επάλληλες κρισιακές ροές προσδιορίζεται η αδυναμία παραδοσιακών μερίδων της μικροαστικής τάξης να κινηθούν κυκλικά και να επιτελέσουν ακόμη και την απλή αναπαραγωγή κεφαλαίου, με σημαντικό τμήμα των νέων μερίδων της να ‘από-στοιχίζονται’ κοινωνικά.. Θα λέγαμε πως λαμβάνει χώρα μία διαδικασία πτωχευτικής ‘αποϋποκειμενοποίησης’.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση επιτελεί πολιτικά-ιδεολογικά την λειτουργία της αναγκαιότητας ( και αλληλουχία ‘αναγκαιότητας- ”βίαιου εξαναγκασμού-πίεσης) εφαρμογής της συγκεκριμένης πολιτικής ώστε να μην ΄διαταραχθεί’ η πορεία του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού εντός του στενού ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Πραγματικά, επιδιώκει να συναρθρώσει το αναγκαίο με το εφικτό, κανοναρχώντας τη ρήξη ως μείζονα απειλή-καταστροφή, και, την ίδια στιγμή, προσιδιάζοντας σε μία αντιστροφή..
Από την αντιμνημονιακή κοινωνικοπολιτική σκευή στη διαδικασία της αντίστροφης μετατόπισης: στην αναγκαιότητα εφαρμογής των μνημονίων με στόχο την έξοδο από τη ‘μέγγενη’ της οικονομικής κρίσης καθώς και στην δυνατότητας άμβλυνσης των συνεπειών του διαμέσου της εφαρμογής ενός παράλληλου αριστερού-αναδιανεμητικού προγράμματος. H επιδίωξη ανάδειξης του μνημονιακού πυλώνα, και της χρηστικότητας εφαρμογής του δικού του αριστερού παράλληλου προγράμματος δεν στέφεται από επιτυχία λόγω και της περιορισμένης συνδικαλιστικής επιρροής-συσχέτισης του ΣΥΡΙΖΑ.
Επιδιώκοντας να διατηρήσει την απεύθυνση του στην κοινωνική του συμμαχία, στο μπλοκ λαϊκών δυνάμεων, το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ ‘ενεργοποιεί’ και ‘εργαλειοποιεί’ συνάμα το αμφίδρομο σχήμα: άρση δια της εφαρμογής μνημονιακών πολιτικών. Το μνημόνιο είναι αυτό που πρέπει να εφαρμοστεί.
Η ουσιαστική, συμβολική όσο και πρακτική εγκόλπωση του μνημονίου τον ‘εδαφικοποιεί’ στο πεδίο της κρατικής ‘κυβερνησιμότητας’ (η κυβερνώσα Αριστερά ως διαχειριστής συμβολισμών), ‘διαθέσιμο’ για την μεταβολή, πολιτικό δέκτη του κύκλου αντίδρασης, ‘παίγνιο’ ευάλωτο ήδη στην κρίση αντιπροσώπευσης και πραγματικής συνάρθρωσης κοινωνικών συμφερόντων (κάτι που θέλει να αναπληρώσει ‘ιδεολογικά’).
Σημαίνουσες πολιτικές δυνάμεις της μεταπολιτευτικής περιόδου (βλέπε ΠΑΣΟΚ) βίωσαν με έντονο τρόπο τις συνέπειες της συγκεκριμένης άσκησης πολιτικής επί της κρίσης και της ιδεολογικής πλαισίωσης της. Αυτό που συνιστά κρίση αντιπροσώπευσης, συνιστά και την πρακτική απόσπαση-αποστοίχιση από την εκπροσώπηση των λαϊκών-εργατικών συμφερόντων. Θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο για τη συγκρότηση ενός συστήματος μνημονιακής-ευρωπαϊκής κυβερνολογικής (και ο ΣΥΡΙΖΑ εντός) το οποίο και διαχέει τις λειτουργίες και τις προκείμενες του. Με τα λόγια του Γιάννη Μηλιού: «Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον ένα «προοδευτικό» συστημικό κόμμα που υλοποιεί τη βασική στρατηγική των κυρίαρχων κεφαλαιοκρατικών τάξεων: Τη λιτότητα και τις νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις».
Ο πολιτικός-κομματικός άξονας αλλάζει. Ή, χρησιμοποιώντας την έννοια-φράση του Γιάννη Βούλγαρη, αναδύεται ο τύπος (κατασκευή) του ‘κόμματος εκτάκτου εθνικής ανάγκης’.. ‘Κόμμα’ ειδικό, ‘κυβερνητικό’, το οποίο και εκφράζει και εξωτερικεύει την ‘ταξικότητα’-υλικότητα νοημαδότησης της κρίσης και άσκησης πολιτικής επί της κρίσης.. Οι ‘υπέργειες’ όσο &’υπόγειες’ πολιτικές και κοινωνικές αντιστάσεις υπάρχουν, επιτελούνται στον ‘καμβά’ της κρίσης.
Ευρύτερα, η ίδια η κρίση συνιστά το διαχειριστικό αντικείμενο. Η σημερινή ιστορική εποχή-κρίση παράγει & αναπαράγει με ταχύτητα νέα προτάγματα-επίδικα που σχετίζονται με τις ίδιες της εκφάνσεις της ζωής, με τη βιοπολιτική των συγκλίσεων και των αποκλίσεων. Οι έμμεσες και άμεσες πειθαρχικές «ροές» αναπροσδιορίζουν την κανονικότητα, την κρίσιμη (και κρισιακή) στιγμή όπου τείνουν ή προσιδιάζουν σε μία λογική αποδόμησης του σώματος.
Το σώμα δεν πονά μόνο, υφίσταται, σημαίνει, προσλαμβάνει, εξωτερικεύει, συγκροτεί ρηματικές διακοινώσεις που συνιστούν πολιτική. Η βιωμένη κρίση του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού διαμεσολαβείται εντός κοινωνικών τάξεων, κοινωνικών «σωμάτων», τάξεις οι οποίες αφενός μεν αποσπώνται υλικά, αφετέρου δε ενσωματώνουν ένα πεδίο ή πεδία: τις σημάνσεις μίας ιδεολογικής επιθετικότητας η οποία φέρει το μνημόνιο ως στρατηγική λειτουργία, το ζην εκτός ορίων ως μη-ανεκτή πλέον δυνατότητα.