“Η Συρία μπροστά στην απώλεια της εθνικής ταυτότητας και της πολιτιστικής της κληρονομιάς” / γράφει ο Γιώργης-Βύρων Δάβος

Μπορεί οι Σύροι την επόμενη ημέρα να ευελπιστούν ότι θα ξαναζήσουν αδελφωμένοι και ειρηνικά σε ένα κράτος ομοιογενές και δημοκρατικό, όμως η συγκυρία και οι δυνάμεις που συνέβαλαν στην πτώση της κυβέρνησης Άσαντ δεν είναι βέβαιο πως θα καταφέρουν -εάν όχι δια της βίας και του καταναγκασμού- να συγκρατήσουν την εδαφική ακεραιότητα και την ειρήνευση ανάμεσα στις θρησκευτικές και εθνοτικές κοινότητες στην μεταπολεμική περίοδο. H ειδοποιός σύσταση της κυρίαρχης δύναμης δεν παύει να είναι ισλαμιστική και είναι μάλλον αδύνατο να μη θελήσει να επιβάλει κάποιου είδους θρησκόληπτου καθεστώτος πάνω στην εθνοτική, θρησκευτική και πολιτιστική πανσπερμία στη συριακή επικράτεια.

Η δυναστεία των Άσαντ και η Μπααθική εθνικιστική ιδεολογία του, ναι μεν ήταν βάρβαρα τυραννική, όμως με γεωπολιτικούς όρους είχε κατορθώσει να εμφυσήσει μία κοσμική νοοτροπία, μία αντίληψη θρησκευτικής και εθνοτικής ισοπολιτείας και μία ενιαία εθνική συριακή συνείδηση σε όλους τους λαούς, που συναποτελούν το κράτος. Ήδη από την έκρηξη της «Συριακής Άνοιξης», το 2011 και τον συνεπακόλουθο εμφύλιο πόλεμο, οι θρησκευτικές και εθνοτικές φυγόκεντρες δυνάμεις εξανέμισαν την αντίληψη για μία ενιαία πολιτική και πολιτισμική ενότητα του συριακού «έθνους». Οι αντικειμενικές συνθήκες στο πεδίο της Συρίας οδηγούν πολλούς να πιστεύουν πως μόλις καταλαγιάσει ο ενθουσιασμός για την πτώση της κυβέρνησης Άσαντ, η χώρα θα μετατραπεί είτε σε ένα νέο Αφγανιστάν, με μία ισλαμιστική εξουσία, ή ακόμη χειρότερα μία μισο-εμφυλιακή νέα Λιβύη ή Ιράκ με παράλληλες εξουσίες και κρατικές οντότητες, όχι κατ’ ανάγκην ομοσπονδιακές.
Το γεγονός ότι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τη σύγκρουση που τελείωσε και ότι κανείς δεν ξέρει πλέον στα χέρια τίνος θα παραμείνει η εξουσία μετατρέπει σε αβεβαιότητα το αρχικό τούτο αίσθημα ευφορίας. Αλλά τι θα γίνει εάν τελικά, παρά τις διακηρύξεις για κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας, αργότερα υπάρξει κενό εξουσίας και επικρατήσει το χάος, όπως σε άλλες χώρες; Τι θα συμβεί εάν η διοίκηση παραμείνει στα χέρια των ισλαμιστών, των τζιχαντιστών και εφαρμοσθεί η Σαρία; Τι θα προκύψει εάν η εσωτερική διαμάχη οδηγήσει σε έναν δεύτερο εμφύλιο πόλεμο στη Συρία; Το φάσμα της Λιβύης και μόλις εξαφανιστεί ο κοινός στόχος (ολική εξαφάνιση των οπαδών του Άσαντ) ο αγώνας μεταξύ σε κοσμικούς ή θρησκευόμενους, Σουνίτες και Σιΐτες, Ουαχαμπίτες και Χριστιανούς και Δρούζους, Κούρδους κλπ, ανά πάσα στιγμή μπορεί να ξεσπάσει πάλι. Η ταυτότητα Σύρος είναι πιθανό να αποτελέσει κενό σύμβολο, παρ’ όλες τις διαβεβαιώσεις των νικητών πως θα υπάρξει ισονομία και θα διατηρηθεί η εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Η βούληση των ξένων παραγόντων (βλέπε ΗΠΑ, Ισραήλ) που επέσπευσαν την πτώση του Άσαντ ήταν πρωτίστως να μεταβάλουν τη Συρία σε ένα ανάχωμα απέναντι στο Ιράν και να εξαφανίσουν στρατιωτικά την «ενοχλητική» Χεζμπολάχ, ενδέχεται να φέρουν αντίθετα αποτελέσματα. Και η διάσπαση της Συρίας να δημιουργήσει νέους θυλάκους αστάθειας και μέτωπα συγκρούσεων, που θα διευκολύνουν την διείσδυση ή την εκκόλαψη φανατικών πυρήνων, επικίνδυνων και για τη Δύση ή το Ισραήλ, αλλά και ακόμη μεγαλύτερες σφαγές και φυγές αμάχων.
Κανείς δεν γνωρίζει εάν υπό τη νέα ηγεσία και στρατιωτική υπεροχή των ισλαμιστών, θρησκευτικές κοινότητες όπως οι Χριστιανοί, οι Δρούζοι, οι Αλαουΐτες και οι Σιίτες θα γίνουν σεβαστές. Ή το αντίστροφο, εάν αυτές θα υποκύψουν σε όποια δια της βίας ισλαμοποίηση επιχειρήσει το νέο καθεστώς. Ήδη, πολλές θεσμικές αρχές σε μεγάλες πόλεις (πχ Χαλέπι) έχουν αποχωρήσει από τη χώρα για τον Λίβανο ή αλλού, μη εμπιστευόμενες τον Τζολάνι. Το ίδιο και οι κουρδικοί πληθυσμοί έχουν πάρει την άγουσα της αναζήτησης ασφαλούς καταφυγίου, καθώς βρίσκονται μεταξύ σφύρας (Τουρκίας) και άκμονος (τζιχαντιστές). Με την Τουρκία να διαδραματίζει πλέον έναν ευρύτερο ρυθμιστικό ρόλο, το όποιο σενάριο για δημιουργία μίας αυτόνομης κουρδικής οντότητας, μοιάζει προβληματικό.
Από την άλλη, η αποδυνάμωση της ρωσικής στρατιωτικής παρουσίας στη Συρία, που επιτάχυνε την πτώση του Άσαντ μειώνοντας την αποτρεπτική του ισχύ οδηγεί στην απώλεια πιθανώς και των στρατιωτικών της βάσεων -σχεδόν βέβαιο στην Ταρτούς . Η αποδυνάμωση αυτή θα αφήσει έκθετες πολλές μειονότητες, όπως οι Χριστιανοί, αλλά και στρατιωτικές ομάδες που συνεργάσθηκαν με τους Ρώσους και τον Άσαντ στην απώθηση των τζιχαντιστών.

Ίσως η μόνη πιθανότητα που μένει στους Ρώσους -ιδίως σε περίπτωση που ναυαγούν οι διαβουλεύσεις για τις βάσεις τους με το νέο καθεστώς- είναι σε μία συνεννόηση με τους Αμερικανούς κι επί τη βάσει ενός κοινού μετώπου απέναντι σε μία επικείμενη εγκαθίδρυση ενός τζιχαντιστικού κράτους, αλλά και σε μία ενδυνάμωση της Τουρκίας, η δημιουργία ενός εναλλακτικού και στιβαρού κράτους. Πολλοί έχουν προτείνει ένα Αλεβιτικό κράτος -λύση που προσφέρει αρκετά πλεονεκτήματα, καθώς θα μπορέσει να συγκεντρώσει σε αυτό και τους χριστιανούς και τους Δρούζους, που θα αισθανθούν ασφαλέστεροι υπό το πιο κοσμικό κράτος των Αλαουϊτών απ’ όσο σε ένα τζιχαντιστικό και πιο φανατικό καθεστώς.
Το δε Ισραήλ, χάρις στην κατάρρευση των δυνάμεων του Άσαντ υπό την πίεση των ανταρτών κατόρθωσε χωρίς να συναντήσει καμία αντίσταση να «βάλει στο χέρι» και τα υψίπεδα του Χερμόν -όπως δήλωσε ο Νετανιάχου για πάντα. Περιοχή που, τυπικά, εποπτεύεται και ελέγχεται από τις δυνάμεις του ΟΗΕ, καθώς αποτελεί ζώνη ασφαλείας. Η «αρπακτική» διάθεση του Νετανιάχου όμως, που έχει αναβαπτισθεί και γίνει αποδεκτή κι από τη Δύση, ως «αμυντικός πόλεμος», πλέον νομιμοποιείται από τις εξελίξεις να μετατραπούν σε επιχειρήσεις για τη διασφάλιση της νόμιμης άμυνάς του. Την ίδια στιγμή οικοδομεί γέφυρες με τους Δρούζους, παραδοσιακούς συμμάχους του Ισραήλ στον Λίβανο, προκειμένου να δημιουργήσει κι ένα προκεχωρημένο αμυντικό ανάχωμα και μέσα στη Συρία. Παράλληλα, με την πτώση του Άσαντ κι όντας αποδυναμωμένη η Χαμάς στη Γάζα και η Χεζμπολάχ στον Λίβανο, μειώνονται δραστικά τα εμπόδια για την εφαρμογή των συμφωνιών του Αβραάμ, των οποίων τροχοπέδη στάθηκε προσωρινά η ιταμή επίθεση της 7ης Νοεμβρίου κι η αιματοχυσία των αμάχων στη Γάζα.

Αυτούς τους περίπλοκους πολιτικούς, εθνικούς και πολιτιστικούς διαχωρισμούς αντανακλά διάφανα το εκπαιδευτικό σύστημα στη Συρία. Ιδίως μετά την επανάσταση που οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο, έχει γίνει εξαιρετικά περίπλοκο και κατακερματισμένο. Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τέσσερεις τύποι σχολείων που υιοθετούν διαφορετικά προγράμματα σπουδών, καθώς και νέα πανεπιστήμια. Σε περιοχές που ελέγχονται από το καθεστώς στη Δαμασκό, στο εσωτερικό και τις παράκτιες περιοχές, τα μαθήματα ακολουθούν τα προγράμματα του υπουργείου Παιδείας και διδάσκονται επίσης ως ξένες γλώσσες τα ρωσικά και τα περσικά. Στις βόρειες περιοχές, που ελέγχει η αντιπολίτευση, ακολουθείται ένα πρόγραμμα, όπου τα τουρκικά και τα αραβικά συνιστούν υποχρεωτική γλώσσα και το διδακτικό υλικό τυπώνεται στην Τουρκία. Στην αυτόνομη κουρδική Ροτζάβα, το πρόγραμμα είναι πιο προοδευτικό, με μαθήματα στα αραβικά, τα κουρδικά και τα συριακά, επιτρέποντας στου μαθητές να διδάσκονται τη μητρική τους γλώσσα. Τέλος, στις επαρχίες Ράκκα και Ντέιρ εζ Ζορ, καθώς και σε καταυλισμούς εκτοπισμένων που υποστηρίζονται από διεθνείς οργανισμούς, τα σχολεία που εποπτεύονται από τη UNICEF χρησιμοποιούν ένα απλοποιημένο πρόγραμμα σπουδών στα αραβικά, ειδικά σχεδιασμένο για να καλύψει τις ανάγκες των παιδιών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.
Δέκα χρόνια μετά την έναρξη του εμφυλίου πολέμου, η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, τα αρχιτεκτονικά της αριστουργήματα, οι αρχαιολογικοί χώροι, αλλά και το αστικό και φυσικό της τοπίο βρίσκονται σε ακραίο κίνδυνο. Στη Συρία βρίσκονται τουλάχιστον 6 τοποθεσίες της UNESCO, που περιλαμβάνονται στον Κατάλογο της Παγκόσμιας Κληρονομιάς σε Κίνδυνο 2013, και άλλες 12 τοποθεσίες εγγεγραμμένες στον Προσωρινό Κατάλογο. Σε τούτον τον πόλεμο, η ανθρωπότητα δεν έγινε μάρτυς μόνο του θανάτου 387.000 ανθρώπων και άλλων 12 εκατ. προσφύγων, αλλά επίσης και μίας μεγάλης κλίμακας καταστροφής αυτής της κληρονομιάς, που σήμερα βρίσκεται στο κατάσταση σχεδόν ολοκληρωτικής εγκατάλειψης. Μία πληθώρα από μοναδικά αρχιτεκτονικά μνημεία, μοναστήρια, παραδοσιακές αγορές σβήσθηκαν από τον χάρτη. Κι εάν επαληθευτεί η πρόβλεψη ότι οι μάχες ανάμεσα σε εθνικές και θρησκευτικές κοινότητες ενδέχεται, τουλάχιστον στο μεσοδιάστημα της μετάβασης προς την πολιτική «σταθερότητα», εάν υπάρξει, τότε ο κίνδυνος κι άλλα κειμήλια της ανθρωπότητας να γίνουν σκόνη κι αυτό ήδη απασχολεί τη διεθνή κοινότητα.

Με την πτώση του Άσαντ κλείνει αναμφίβολα ένα ιστορικό κεφάλαιο, που αφ’ εαυτού του σηματοδοτεί μία αλλαγή εποχής για την ίδια τη Συρία, ως χώρα κι ως ταυτότητα. Αυτό που ίσως οι ίδιοι οι Σύροι ανέμεναν και ήλπιζαν, εκείνο για το οποίο θυσιάστηκαν επί τόσες δεκαετίες ενδέχεται να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη. Οι στιγμές που ζει ο λαός της χώρας είναι γεμάτες ελπίδα και προσδοκία, αλλά παράλληλα εμπνέουν κι ανησυχία για το πώς θα συμπεριφερθούν οι παράγοντες μέσα στη χώρα, αλλά και οι εξωτερικές δυνάμεις που τους κινούν και τα συμφέροντα που τους παρακινούν. Η διαβίωση πρώτα, η ταυτότητα δεύτερα του λαού και η πολιτιστική κληρονομιά της χώρας, βρίσκονται επί ξυρού ακμής. Το ότι σταμάτησε η βροχή δε σημαίνει πως πέρασε κι μπόρα.
kosmodromio.gr
–