Απόψεις Ιστορία

“Το Βυζάντιο και οι Γότθοι κατά τον 4ο αιώνα” (3ο) γράφει ο Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Ο Κωνσταντίνος ο Μέγας στέφθηκε αυτοκράτορας στο York της Αγγλίας το 306

Ο εκχριστιανισμός των Γότθων και ο επίσκοπος Ουλφίλας  –  Η ιεραποστολή ως όργανο της διπλωματίας

Η περίοδος ειρηνικής συμβίωσης με τους Βυζαντινούς και ο εκχριστιανισμός των Γότθων

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Μετά τη σύναψη της φοιδερατικής συνθήκης του 332 ακολούθησε μία περίοδος ειρηνικής συμβίωσης των Ρωμαίων με τους Γότθους, που διάρκεσε περισσότερο από τριάντα χρόνια. Στο διάστημα αυτό οι Γότθοι ανταποκρίνονταν με συνέπεια στα στρατιωτικά τους καθήκοντα ως φοιδεράτοι. Διασφάλιζαν τα βόρεια σύνορα του κράτους και επιπλέον ενίσχυαν τις πολεμικές επιχειρήσεις του Βυζαντίου  εναντίον των Περσών κατά τα έτη 348, 360 και 363. Παράλληλα άρχισαν να πραγματοποιούνται εμπορικές συναλλαγές κατά μήκος της παραμεθόριας ζώνης. Η υποτυπώδης αυτή δραστηριότητα διεξαγόταν κυρίως στα αστικά κέντρα βορείως και νοτίως του Δούναβη. Ενδεικτικές μαρτυρίες παρέχουν τα αρχαιολογικά – ιδίως τα νομισματικά – ευρήματα[1]. Ασφαλώς σε αυτήν τη φάση της ειρηνικής συνύπαρξης συντελέστηκε και ο πρώτος μερικός εκχριστιανισμός των Γότθων. Επρόκειτο για πολιτική πράξη υπαγορευμένη από τις σκοπιμότητες, που επιτάσσει η διεθνής διπλωματία της εποχής.

Αετόμορφη γοτθική πόρπη. Ενδιαφέρον εύρημα εμπαιστικής τέχνης

Προφανώς σε αυτό το μακροχρόνιο διάστημα, που κυμαίνεται από τη σύναψη του foedus του 332 έως και την έναρξη του πρώτου γοτθικού πολέμου το 366, οι σχέσεις δε θα πρέπει να έμειναν αδιατάρακτες. Πιθανότητα θα σημειώθηκαν κάποιες αψιμαχίες ή μικροεπεισόδια στη συνοριακή γραμμή. Δε θα επρόκειτο όμως για σοβαρή απειλή. Διαφορετικά η ρωμαϊκή αυτοκρατορία, κατά την πάγια τακτική της, θα κατέλυε πάραυτα τη συνθήκη του 332. Ο E. Thompson[2], πιθανώς παραγνωρίζοντας τη φύση του συγκεκριμένου foedus, αναφέρεται σε σταδιακή υποδούλωση των Γότθων. Ισχυρίζεται ότι μία γοτθοβυζαντινή σύρραξη, που σημειώθηκε το 347, είχε ως επακόλουθο την ήττα των Ρωμαίων και την οριστική απώλεια της ήδη από το 332 ανακτημένης Υπερδουνάβιας Τραϊανής Δακίας. Επισημαίνει μάλιστα την επιβολή συγκεκριμένων όρων:

  1. Υπηρεσία των Γότθων ως foederati. Ήδη το 358 οι κάτοικοι της Δακίας αναφέρονται ως αυτόνομοι φοιδεράτοι.

  2. Το 364 το κράτος κατέβαλε στους Γότθους ετήσια χρηματικά επιδόματα (foederaticae annonae).

  3. Έως και το 367 είχε θεσμοθετηθεί με διακανονισμό το καθεστώς των εμπορικών συναλλαγών των Γότθων με τους Βυζαντινούς στα αστικά κέντρα των παραδουνάβιων επαρχιών.

Ο Ε. Χρυσός[3] ανασκευάζει τη θεωρία του Thompson αποδεικνύοντας ότι οι όροι αυτοί αφορούν το foedus του 332. Μάλλον ο βρετανός ιστορικός παρερμήνευσε τρεις πηγές, το Λιβάνιο, τον Ολυμπιόδωρο και τον Ευσέβιο και δεν έλαβε υπόψη του τη σιωπή των πηγών σχετικά με οποιαδήποτε σύρραξη το έτος 347.

Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός, ο επονομαζόμενος και Παραβάτης.

Πιθανώς ο αυτοκράτορας Ιουλιανός (361–363) επιδίωξε να ακυρώσει τη συνθήκη του 332 και να υποτάξει τους Γότθους. Προέβη μάλιστα στην κατασκευή συμπληρωματικών οχυρώσεων στις πόλεις και τα κάστρα της παραδουνάβιας μεθορίου. Ο Ιουλιανός στην εφαρμογή της εξωτερικής πολιτικής, κατεχόταν από την ιδεοληψία για ανασύσταση του ρωμαϊκού imperium στα ιστορικά του όρια. Ο πρόωρος θάνατος του στο πεδίο της μάχης κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις εναντίον των Περσών ανέκοψε αυτές τις «ρομαντικές»προσδοκίες.

Πάντως η πιο κρίσιμη εξέλιξη αυτής της περιόδου σχετίζεται με τη μεταστροφή των Βησιγότθων στο χριστιανισμό. Η εκκλησία τους άρχισε να οργανώνεται συστηματικά το 341 με τη χειροτονία του επισκόπου Ουλφίλα.  Η πρώτη επαφή των γερμανικών φύλων με τη χριστιανική πίστη θα πρέπει να συντελέστηκε νωρίτερα. Ανάγεται στην περίοδο πριν και από τη μόνιμη εγκατάστασή τους στην Υπερδουνάβια Τραϊανή Δακία, σύμφωνα με τους όρους της συνθήκης του 332. Πάντως και για αυτό το χρονικό διάστημα δεν μπορεί να γίνεται ακόμη λόγος για ομαδικό προσηλυτισμό ή για ενιαίους χριστιανικούς πληθυσμούς.

Εν γένει στα επακόλουθα των βαρβαρικών επιδρομών κατά τη διάρκεια του 3ου αιώνα ανιχνεύεται η συνάφεια των παγανιστών εισβολέων με τους χριστιανικούς πληθυσμούς των ρωμαϊκών επαρχιών[4]. Οι ιστορικοί του 5ου αιώνα Φιλοστόργιος και Σωζομενός επισημαίνουν ότι εκείνη την περίοδο οι Γότθοι κατά τις επελάσεις τους εναντίον της αυτοκρατορίας αιχμαλώτιζαν αρκετούς Χριστιανούς, μεταξύ των οποίων ήταν και μερικοί κληρικοί. Οι αιχμάλωτοι αυτοί με την ευσέβεια και την αυταπάρνησή τους συνέβαλαν στον προσηλυτισμό των Γότθων στη χριστιανική πίστη.

Όταν το 1847 ο Ντελακρουά ζωγράφισε τον Ατίλα τον Ούννο σε δραματικά ρομαντικό τόνο… Κόγχη του Palais Bourbon στο Παρίσι

Ο Φιλοστόργιος εν προκειμένῳ αναφέρει: «χριστιανίσαι δὲ τὸ ἔθνος (εννοεί τους Γότθους) τρόπῳ τοιῷδε· βασιλεύοντος Οὐαλεριανοῦ καὶ Γαλλιηνοῦ, μοῖρα Σκυθῶν βαρεῖα τῶν πέραν τοῦ Ἴστρου διέβησαν εἰς τὴν Ρωμαίων, καὶ πολλήν μὲν κατέδραμον τῆς Εὐρώπης· διαβάντες δὲ καὶ εἰς τὴν Ἀσίαν τὴν τε Γαλατίαν καὶ τὴν Καππαδοκίαν ἐπῆλθον καὶ πολλοὺς ἔλαβον αἰχμαλώτους ἄλλους τε καὶ τῶν κατειλεγμένων τῷ κλήρῳ καὶ μετὰ πολλῆς λείας ἀπεκομίσθησαν οἴκαδε. Ὁ δὲ αἰχμάλωτος καὶ εὐσεβὴς ὅμιλος συναναστραφέντες τοῖς βαρβάροις, οὐκ ὀλίγους τε αὐτῶν εἰς τὸ εὐσεβὲς μετεποίησαν καὶ τὰ Χριστιανῶν φρονεῖν ἀντὶ τῆς ἑλληνίδος δόξης παρεσκεύασαν. Ταύτης τῆς αἰχμαλωσίας γεγόνεσαν καὶ οἱ Οὐρφίλα πρόγονοι, Καππαδόκαι μὲν τὸ γένος, πόλεως δὲ πλησίον Παρνασσοῦ, ἐκ κώμης δὲ Σαδαγολθηνὰ καλουμένης. Ὁ τοίνυν Οὐρφίλας οὗτος καθηγήσατο τῆς ἐξόδου τῶν εὐσεβῶν, ἐπίσκοπος πρῶτος καταστάς»[5].

Είναι εμφανές πως η διήγηση αυτή παρουσιάζει έντονα αγιολογικό χαρακτήρα. Ο εκκλησιαστικός ιστορικός αποσκοπεί στην εξύψωση της προσωπικότητας του Ουλφίλα και τη διαφώτιση της καταγωγής του. Ενώ σημειώθηκαν πολλές επιδρομές των βαρβάρων στις βαλκανικές και τις μικρασιατικές επαρχίες, ο Φιλοστόργιος στέκεται μόνο σε αυτή του 266 επί Βαλεριανού και Γαλλιηνού. Επίσης, παρόλο που λεηλατήθηκαν και άλλες επαρχίες της Μικράς Ασίας, εδώ αναφέρονται μόνο η Γαλατία και η Καππαδοκία. Ασφαλώς δεν πρόκειται για σύμπτωση. Ο Ουλφίλας προερχόταν από καππαδοκική οικογένεια που ζούσε στην ανατολική Γαλατία. Για το Φιλοστόργιο (368–± 433), που ήταν οπαδός της αίρεσης των Ευνομιανών, ο αρειανός Ουλφίλας εκπροσωπούσε μία φωτισμένη μορφή της προηγούμενης εκκλησιαστικής γενιάς.[6]

Ο Σωζομενός[7] για τη συμβολή των ρωμαίων αιχμαλώτων στην πρώτη επαφή των Γότθων με τη χριστιανική θρησκεία τονίζει σχετικά: «Πληθυνούσης δὲ τῆς ἐκκλησίας τοῦτον τὸν τρόπον ἀνὰ πᾶσαν τὴν Ρωμαίων οἰκουμένην, καὶ δι’ αὐτῶν τῶν βαρβάρων ἡ θρησκεία ἐχώρει. Ἤδη γὰρ τὰ τε ἀμφὶ τὸν Ρῆνον φῦλα ἐχριστιάνιζον, Κελτοὶ τε καὶ οἱ Γαλατῶν ἔνδον τελευταῖοι τὸν ὠκεανόν προσοικοῦσι, καὶ Γότθοι καὶ ὅσοι τούτοις ὅμοροι τὸ πρὶν ἦσαν ἄμφὶ τὰς ὄχθας Οἴστρου ποταμοῦ, πάλαι μετασχόντες τῆς ἐν Χριστῷ πίστεως ἐπὶ τὸ ἡμερώτερον καὶ λογικὸν μεθηρμόσαντο. Πᾶσι δε βαρβάροις σχεδὸν πρόφασις συνέβη πρεσβεύειν τὸ δόγμα τῶν Χριστιανῶν οἱ γενόμενοι κατὰ καιρὸν πόλεμοι Ρωμαίοις καὶ τοῖς ἀλλοφύλοις ἐπὶ τῆς Γαλλιηνοῦ βασιλείας καὶ τῶν μετ’ αὐτῶν βασιλέων. Έπεὶ γὰρ τότε πλῆθος ἄφατον μιγάδων ἐθνῶν ἐκ τῆς Θράκης περαιωθὲν τὴν Ἀσίαν κατέδραμεν ἄλλοι τε ἀλλαχῇ βάρβαροι ταὐτὸν εἰργάσαντο τοὺς παρακειμένους Ρωμαίους, πολλοὶ τῶν ἱερέων Χριστοῦ αἰχμάλωτοι γενόμενοι σὺν αὐτοῖς ἦσαν. Ὡς δὲ τοὺς αὐτὸθι νοσοῦντας ἰῶντο καὶ τοὺς δαιμονῶντας ἐκάθαιρον Χριστὸν μόνον ὀνομάζοντες καὶ υἱὸν Θεοῦ ἐπικαλούμενοι, προσέτι δὲ καὶ πολιτείαν ἄμεμπτον ἐφιλοσόφουν καὶ ταῖς ἀρεταῖς τὸν μῶμον ἐνίκων, θαυμάσαντες οἱ βάρβαροι τοὺς ἄνδρας τοῦ βίου καὶ τῶν παραδόξων ἔργων εὖ φρονεῖν συνεῖδον καὶ τὸν θεὸν ἵλεων ἔχειν, εἰ τοὺς ἀμείνους φανέντας μιμήσαιντο και ὁμοίως αὐτοῖς τὸ κρεῖττον θεραπεύοιεν, προβαλλόμενοι οὖν αὐτοὺς τοῦ πρακτέου καθηγητὰς ἐδιδάσκοντο καὶ ἐβαπτίζοντο καὶ ἀκολούθως ἐκκλησίαζον». Μία τέτοια εκδοχή ερμηνείας δε φαίνεται να είναι απίθανη. Όμως οι βάρβαροι ενδιαφέρονταν κυρίως για τα υλικά οφέλη, τα λάφυρα, των περιοχών που εδήωναν – παραβάλλοντας π.χ και τα όσα επισημαίνει σχετικά και ο Φιλοστόργιος: «…καὶ μετὰ πολλῆς λείας ἀπεκομίσθησαν οἴκαδε». Άλλωστε ως νομαδικός λαός που ήταν ακόμη οι Γότθοι σε αυτή τη φάση, προφανώς δε θα ασχολούνταν συστηματικά με τη γεωργία. Συνεπώς δεν τους συνέφερε, όταν επέστρεφαν στη βάση τους, να σύρουν μαζί τους αιχμαλώτους, εξόν εάν σκόπευαν να τους χρησιμοποιήσουν για το δουλεμπόριο. Οργανωτικά, σε αυτήν την πρώιμη φάση, οι Γότθοι εξακολουθούν να ζουν νομαδικά και να βιοπορίζονται από το ληστρικό βίο. Δεν εντοπίζεται κανένα μοντέλο αστικής διαβίωσης στην περίπτωσή τους. Εφόσον ισχύουν αυτές οι παράμετροι, τα αποτελέσματα οποιουδήποτε ιεραποστολικού έργου των χριστιανών αιχμαλώτων θα πρέπει να ήταν περιορισμένα και περιπτωσιακά. Αντιθέτως, η διάδοση του χριστιανισμού περισσότερο ευνοήθηκε από τους ρωμαίους μεταπράτες που έρχονταν σε συνεχή εμπορική επαφή με τους γοτθικούς πληθυσμούς, στην παραμεθόριο του Δούναβη[8].

Το γεγονός ότι τόσο ο Φιλοστόργιος όσο και ο Σωζομενός εμμένουν στη συμβολή των χριστιανών αιχμαλώτων θα πρέπει να αποδοθεί στην τάση τους για ερμηνευτική γενίκευση. Πάντως και οι δύο ιστορικοί τοποθετούν τις απαρχές της εκχριστιάνισης των Γότθων στον 3ο αιώνα. Ο πρώτος την εντάσσει στη συγκεκριμένη επιδρομή του 266 επί Βαλεριανού και Γαλλιηνού, ενώ ο δεύτερος μιλά αόριστα για γοτθορωμαϊκούς πολέμους την εποχή του Γαλλιηνού.

Ο Σωκράτης τέλος μπορεί να θεωρηθεί ο πιο κριτικός και αξιόπιστος από τους εκκλησιαστικούς ιστορικούς του 5ου αιώνα. Χρονικά ανάγει το μερικό εκχριστιανισμό των Βησιγότθων στην περίοδο μετά τη σύναψη του foedus του 332. Συγκεκριμένα επισημαίνει: «Ὑπὸ δὲ τοὺς αὐτοῦ χρόνους (εννοείται του Κωνσταντίνου Α΄) καὶ βαρβάρων Σαρματῶν καὶ Γότθων κατατρεχόντων τὴν Ρωμαίων γῆν, οὐδαμῶς ἡ περὶ τῆς ἐκκλησίας τοῦ βασιλέως πρόθεσις ἐνεκόπτετο· ἀλλ’ ἀμφοτέρων τὴν ἁρμόζουσαν ἐποιήσατο πρόνοιαν· τοὺς μὲν γὰρ τῷ χριστιανικῷ τροπαίῳ πεπιστευκὼς κατὰ κράτος ἐνίκα, ὡς καὶ τὸ εἰωθὸς παρὰ τῶν πάλαι βασιλέων δίδοσθαι χρυσίον τοῖς βαρβάροις περιελεῖν, ἐκείνους τε ἐκπεπληγμένους τῷ παραλόγῳ τῆς ἥττης, πιστεῦσαι τότε πρῶτον τῇ χριστιανισμοῦ θρησκείᾳ, δι’ ἧς καὶ Κωνσταντῖνος ἐσώζετο»[9]. Ο ιστορικός προφανώς αναφέρεται στις επιδρομές των Γότθων και τη νικηφόρα εκστρατεία εναντίον τους το 332.

Κατά πάσα πιθανότητα η πληροφορία αυτή του Σωκράτη προέρχεται από τη βιογραφία του Μεγάλου Κωνσταντίνου («De vita Constantini») που συνέγραψε ο επίσκοπος Καισαρείας Ευσέβιος[10]. Ο εκκλησιαστικός συγγραφέας μεροληπτεί τρόπον τινά, καθώς κινείται στα πλαίσια της αυτοκρατορικής προπαγάνδας. Χαρακτηρίζει το foedus του 332 ως πράξη υποταγής των Γότθων στο ρωμαϊκό κράτος. Δεν προβαίνει όμως σε καμία αναφορά, έστω και νύξη, για μεταστροφή τους στο χριστιανισμό. Όμως στην αμέσως επόμενη παράγραφο της αφήγησής του εξυμνεί τη μέριμνα που έλαβε ο Κωνσταντίνος για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Περσίας. Ο αυτοκράτορας σε επιστολή του προς τον Πέρση βασιλιά Σαπούρ («Προσκλήσεις ὥστε τοὺς παρ’ αὐτῷ Χριστιανοὺς ἀγαπᾶν») τον προτρέπει: «Τούτου τοῦ καταλόγου τῶν ἀνθρώπων, λέγω δὴ τῶν Χριστιανῶν, ὧν ὑπὲρ τούτων ὁ πᾶς μοι λόγος, πῶς οἴει με ἥδεσθαι ἀκούοντα ὅτι καὶ τῆς Περσίδος τὰ κράτιστα ἐπὶ πλεῖστον, ὥσπερ ἔστι μοι βουλομένῳ, κεκόσμηται. Σοὶ τ‘ οὖν ὡς ὅτι κάλλιστα, ἐκείνοις θ’ ὡσαύτως ὑπάρχοι τὰ κάλλιστα, ὅ,τι σοι κἀκείνοις. Οὕτω γὰρ ἕξεις τὸν τῶν ὅλων Δεσπότην πατέρα Θεόν, ἵλεω καὶ εὐμενῆ. Τούτους τοιγαροῦν, ἐπειδὴ τοσοῦτος εἶ, σοὶ παρατίθεμαι τοὺς αὐτοὺς τούτους, ὅτι καὶ εὐσεβείᾳ ἐπίσημος εἶ, ἐγχειρίζω τούτους ἀγάπα ἁρμοδίως τῆς σεαυτοῦ φιλανθρωπίας[11]· αὐτῷ τε γὰρ καὶ ἡμῖν ἀπερίγραπτον δώσεις διὰ τῆς πίστεως τὴν χάριν».

            Εικάζεται[12] συνεπώς ότι πιθανόν δε θα υπήρξε πρόνοια του αυτοκράτορα ειδικά για τον εκχριστιανισμό των Γότθων. Ενδεχομένως ούτε και το χωρίο του Σωκράτη είναι αναξιόπιστο. Άλλωστε ο ιστορικός μιλά για έμμεση επίδραση του Κωνσταντίνου στους ηττημένους Γότθους και όχι για λήψη συγκεκριμένης πρωτοβουλίας. Πάντως ο ενστερνισμός της νέας θρησκείας από τους βαρβάρους συνιστούσε συμφέρουσα πολιτική πράξη. Αφενός εδραιωνόταν κλίμα «φιλίας και συνεργασίας», αφετέρου συνέβαλε στην πιο αποτελεσματική αφομοίωση των πληθυσμών αυτών μέσα στην αυτοκρατορία. Ελατήρια πολιτικής σκοπιμότητας αναζητούνται ασφαλώς και στο γεγονός της χειροτονίας του Ουλφίλα.

———————-

Σημείωση Φαρέτρας: Το 1ο μέρος μπορείτε να το διαβάσετε ΕΔΩ.

                                        Το 2ο μέρος μπορείτε να το διαβάσετε  ΕΔΩ

Το 4ο από τα δέκα μέρη της εργασίας θα αναρτηθεί την ερχόμενη Κυριακή 16 Μαΐου.

—————–

[1]               Βλ. γενικότερα και Thompson (1966, 39 κε). Διαπιστώνεται επίσης ότι αξιοσημείωτη υπήρξε η επίδραση της λατινικής και της ελληνικής γλώσσας στη μορφοποίηση της γραφής των Γότθων και τον εμπλουτισμό του λεξιλογίου τους.

[2]               Thompson ό.π (1966, 10 – 17).

[3]               Χρυσός ό.π (1972, 78 κε).

[4]               Πρβλ. Musset (1979, 36). Όπως προκύπτει από τις – μάλλον συγκεχυμένες – πληροφορίες των πηγών, οι Γότθοι πριν το 257 λεηλάτησαν πέντε, ίσως και έξι, φορές τη Μικρά Ασία, όπου διαπεραιώθηκαν μέσω του Βοσπόρου.  Μαρτυρείται μία ακόμη επιδρομή στην Κιλικία το έτος 276.

[5]               Φιλοστόργιος, ΙΙ, 5.

[6]               Βλ. σχετικά και Χρυσός ό.π (1972, 82 κε).

[7]               Σωζομενός, ΙΙ, 15.

[8]               Στο χώρο της Βαλκανικής, με τη βαρύνουσα γεωπολιτική του ιδιαιτερότητα, οι ζυμώσεις αυτές υπήρξαν πολυσήμαντες.  Μορφοποιήθηκε σταδιακά ένα πολυπολιτισμικό status. Η Πατούρα (1999) εύστοχα υπερθεματίζει: «Ο εκχριστιανισμός των Γότθων ξεκίνησε από πολύ νωρίς στις βόρεια του Δουνάβεως περιοχές και ολοκληρώθηκε σταδιακά κατά τη μακρά περιπλάνησή τους στη Βαλκανική χερσόνησο. Υπήρξε πράγματι το βασικό στοιχείο που τους διαφοροποίησε στα μάτια του τότε πολιτισμένου κόσμου από τους άλλους βαρβαρικούς λαούς της εποχής. Η διαλείπουσα ειρηνική τους συμβίωση με το ρωμαϊκό στοιχείο των επαρχιών του Δούναβη, παρά τις συχνές αντιπαραθέσεις και τις οξύτατες συγκρούσεις που είχαν μαζί του, τους έδωσε την ευκαιρία να προσλάβουν στοιχεία του πολιτισμού του και να αποκτήσουν γνώσεις γύρω από τις δομές της πρώιμης βυζαντινής κοινωνίας… Στο βαλκανικό κατά συνέπεια χώρο συντελέστηκαν οι βασικές διεργασίες που προετοίμασαν το έδαφος για τη μεταβίβαση από τη μια ιστορική εποχή στην άλλη. Ως ζώνη επαφής του Βορρά και του Νότου και σφαίρα άσκησης επιρροής και ελέγχου από τη νέα δύναμη της εποχής, την ανατολική Αυτοκρατορία, η Βαλκανική χερσόνησος υπέστη το κόστος των αλλεπάλληλων βαρβαρικών εισβολών αλλά και τις βαριές συνέπειες της γοτθικής πολιτικής των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Λειτούργησε ως μήτρα μέσα στην οποία κυοφορήθηκαν οι διαδικασίες εκείνες που θα οδηγούσαν ευκολότερα στο νέο ιστορικό «γίγνεσθαι» της Δύσης. Στα εδάφη της «φιλοξενήθηκαν» για δεκαετίες και δέχθηκαν τα πρώτα φώτα του πολιτισμού βαρβαρικοί λαοί που έμελλε να γίνουν αργότερα ηγήτορες των εξελίξεων στη Δύση και γεννήτορες των πρώτων «εθνικών» μορφωμάτων της μεσαιωνικής Ευρώπης».

Ο επίσκοπος Ουλφίλας προσηλυτίζει τους Γότθους στο Χριστιανισμό

[9]               Σωκράτης, Ι, 18, 4. Πρβλ. επίσης Thompson (1966, 80 κε).

[10]             Ευσέβιος IV, ΙΓ και Patrologia Graeca, Migne, Paris 1857,  τόμ. 20.

[11]             Η humanitas συναρτάται αμετάκλητα με το αυτοκρατορικό ιδεώδες.

[12]             Χρυσός ό.π (1972, 84 κε).

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας