Χιουμοριστικά

«Καληνύχτα, Μητσιουτάρχα μ’! Καληνύχτα, Άδουνί μου!» γράφει η γκουστιρίτσα

……………..

«Καληνύχτα, Μητσιουτάρχα μ’! Καληνύχτα, Άδουνί μου!»

Ουφ! Κουράσκα, Μητσιουτάρχα μ’
όλου σι σιένα να τα χώνου!
Όμους είσι σκανδαλιάρς
 κι γι’ αυτό δεν τιλειώνου.

Κουράσκιν κι ου Άδουνις
μι τς ανιμβουλίαστους
Τι είνι, κο, ου Υπουργός
τουν Αγίουν ου σουσίας τους;

«Η ζουή συνιχίζιτι!»
είπιν ου Υπουργός μας
«Να πάτι να χαθείτι!
Του φταίξιμου δεν είνι δικό μας!

Τέρμα, λιέει, κουράσκα,
δεν μπουρώ άλλου να ασχουληθώ!
Μ’ έχτι κάν’ έξαλλου
Μι φέρατι ως ιδώ!».

Τουν ίδρουσες, ρε, τουν Υπουργό
βρε, ου! Να μου χαθείς!
κι σα δε θέλτς, ρε,
«Μη σώις κι υμβουλιαστείς».

Τουν έσκασις ρε τουν άνθρουπου
Τι άλλου να σι κάμ;
Σι το πι, κο, ξικάθαρα
«όποιους ζησ’ κι όποιους πιθάν’».

Καλά, ρε συ, τι νόμσις είνι;
Ρισιτάλ ανιφθινότητας;
Κι τάχατις προυσβάλ’
τν ανθρώπιν’ ιδιότητα σ’;

Α, ρε, χάρ’ σι καμ’ που ασκεί
τα καθήκοντά του!
Δεν ξέβρς πόσου κουράζιτι
για τα εισοδήματά του!

Να, τώρα συγκινήθκα
που ίδρουσιν του παλληκάρ’!
Έλληνα μ’, κατάλαβέ το
η ιφθίν θκια σ’ είνι κι πάλ’!

«Τιλεία κι παύλα!» Τέλους!
Έχς ατουμική ιφθίν’
Άιντι γιατί αυτήν η κούρασ
άρχισι να μη τη δίν’!

Κο, να, η τρίχα μ’ σκώθκι κάγκιλο
κι έχου τζιτζιριάσ’!
Ιτούτη η κυβέρνησ’
δεν πάει να μ’ εκβιάσ!

Μόν’ μ’ ενημερών’ σουβαρά
μι διαφάνεια κι μι πειθώ
Άχου, θα κλάψου, ρε Θεέ μ’!
Δεν μπουρώ να κρατθώ!

Καλέ, όλις τς ιπιστημουνικές απόψεις
σ’ τς παρουσιάζ αμιρουληπτικά
δε φκιάν’ «μουνόπλιευρ’ πληρουφόρησ’»
κι άλλα τέτοια σπαστικά.

Κουράσκα λιέει ου Άδουνις
κι πάμι παρακάτου.
Ιγώ γυρέβου να ξικουραστώ
κι σεις να πιάστι πάτου.

Αυτά λιες, ρε Άδουνι
ορμόμινους εκ των καναλίων
κι πάντα έχς του ύφους
«δέκα καρδιναλίων»

Άλλ’ μια τρανταχτή απόδειξ’
ανύπαρκτης πειθούς
κι τς ανιμβουλίαστους τώρα
κάτσι ισύ κι τς λουσ’.

Άδουνι, για όλα φταίει
η πολιτική αδιαφορία.
Γι αυτό γέμσι ανεμβουλίαστους
ουλάκιρ’ η κοινουνία.

Ιτούτις οι  δηλώσεις σου
μι απειλές κι τρόμου
προς τουν ιμβουλιασμό
τουν κόβουνι του δρόμου.

Κι ισύ, κυρ, Μητσιουτάρχα μ’
που είνι η πουλιτική σ’ ιφθίν;
Οι παριλάσεις κι οι γιουρτές
δεν κρύβουνι κινδύνς;

Τάχα, λιες, πως ενισχύεις
του συστήμα τς Υγείας.
Α, ρε Μητσιουτάρχα
να χαίρισ’ τα ηνία σ!

Γιατί, ρε, οι γιατροί να ζουν
τν νύχτα τ’ Αγίου Βαρθουλουμαίου;
Μήπους του σύστημα σι φουνάζ’
“Βουήθεια!  Ικπνιέου!”;

Γιατί, ρε, καλλιέργησις
υπέρμετρ’ ισιοδουξία
κι δεν ενημέρουνις ουρθά
δια την πανδημία;

Γιατί, ρε, απ’ του καλουκαίρ’
η πανδημία να καλπάζ’;
Μήπους η μικρουπουλιτική σ’
πιρσότιρο σι νοιάζ;

Τα νουσουκουμεία καταρρέουν
κι οι ιφθίνιες σου είνι προυφανείς
Σι ξέφυγιν, ρε, η κατάστασ’
κι ισυ την απουσιουπείς!

Υπακούς μόνου
στν ικλουγική σ’ τη  λουγική
κι για τ’ ισιένα τούτου
έχ’ σημασία ζουτική!

Δεν πείθιτι, ρε,  ιέτσ’τουν κόσμου
να πάν’ να ιμβουλιαστεί!
Αλλά γλιέπς ισείς
έχτι κατακουραστεί!

Απού αλαζουνεία
γιμίσατι καρδάρια.
Ρε, ήθιλα να ξιέρου
κοιμόσαστι ήσυχα τα βράδια;

 

Μ’ αγάπ κι ικτίμισ’ ντιπ!
Σι κανιέναν απολύτους!
Ιγώ, κο, δεν  ικτιμώ
αυτούς π’ δεν έχν ήθους!

Ι γκουστιρίτσα

 

banner-article

Ροη ειδήσεων