Απόψεις Κοινωνία

Μαρία Ρώτα: “Βόμβα” για την ψυχική υγεία των παιδιών το νομοσχέδιο για την «συνεπιμέλεια»

————-

 Γράφει η Μαρία Ρώτα

Υπάρχει ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο, που αφορά  χιλιάδες γονείς και ανήλικα παιδιά στη χώρα μας και έχει τεθεί σε διαβούλευση μέχρι την Πέμπτη 1η Απριλίου. Είναι το νομοσχέδιο περί «Αναμόρφωσης του Οικογενειακού Δικαίου».

Στην ουσία είναι ένα πολύ σημαντικό νομοσχέδιο γιατί άμεσα έχει να κάνει με την ψυχική υγεία των παιδιών.

Διάβασα πολύ προσεκτικά το νομοσχέδιο για την «συνεπιμέλεια» και πέρασα πολύ χρόνο να διαβάζω και να ακούω απόψεις και από τις 2 πλευρές: Τους υποστηρικτές που κατά κύριο λόγο είναι πατεράδες που νιώθουν ότι έχουν αδικηθεί από την μέχρι τώρα νομοθεσία κατανομής χρόνου και επιμέλειας που στη συντριπτική πλειοψηφία δινόταν στη μητέρα και τους αρνητές του νομοσχεδίου που κατά κύριο λόγο είμαι μητέρες που εκφράζουν μια πολύ μεγάλη ανασφάλεια.

Παράλληλα όμως με τα παραπάνω έχω και μια προσωπική άποψη που έχει διαμορφωθεί από τα 23 χρόνια που εργάζομαι ως οικογενειακή ψυχοθεραπεύτρια και εκπαιδεύτρια στην οικογενειακή – Συστημική προσέγγιση.

Η προσωπική μου άποψη συμπυκνώνεται στην εξής φράση που φυσικά θα αναλύσω και περαιτέρω: Σε ένα θεωρητικό πλαίσιο και σε ένα κόσμο πλασμένο με πρόνοια ψυχικής υγείας, η έννοια της συνεπιμέλειας και του αντίστοιχου νομοσχεδίου θα μπορούσε να είναι κάτι ιδανικό. Αλλά η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Είναι ένα νομοσχέδιο ουτοπικά επικίνδυνο γιατί ακριβώς ενώ προσπαθεί να καθορίσει την καθημερινή πραγματική ζωή των παιδιών, είναι στην ουσία εκτός πραγματικότητας.

Είναι ένα νομοσχέδιο που σε καμία περίπτωση δεν νοιάζεται για την ψυχική υγεία των παιδιών. Φαίνεται ότι έχει να κάνει περισσότερο με την ικανοποίηση που διεκδικούν όλοι οι πατεράδες που θεωρούν ότι έχουν αδικηθεί από μητέρες που χρησιμοποιούν τα παιδιά ως μέσο ελέγχου, εκδίκησης και καταβολής διατροφής. Στην ουσία με το νομοσχέδιο αυτό οι πατεράδες «θέλουν να πάρουν το αίμα τους πίσω» και πάνε να γίνουν σχεδόν ίδιοι με τις μητέρες των παιδιών τους που μέχρι τώρα κατηγορούσαν.

Πριν μπω σε μια ανάλυση των σημείων που έχω ένσταση σε σχέση με την ψυχολογική υγεία των παιδιών θα ήθελα να πω κάτι αυτονόητο: τα παιδιά των χωρισμένων γονιών είναι πολύ σημαντικό να περνούν χρόνο και με τους δύο γονείς. Η ιδανική κατάσταση θα ήταν οι γονείς να χωρίζουν όμορφα και πολιτισμένα, να αφήνουν έξω το παιδί από τις προσωπικές τους διαφορές, να ενισχύει ο ένας θετικά την εικόνα του άλλου στα παιδί, να μένουν χωροταξικά κοντά, να συνεργάζονται για σοβαρά θέματα που έχουν να κάνουν με το παιδί, να περνάει ισόποσο χρόνο το παιδί και με τους δύο γονείς, να διαμορφώνεται ο χρόνος ανάλογα με την ηλικία και τις ανάγκες του παιδιού, να μην χρησιμοποιείται το παιδί ως μοχλός πίεσης είτε για να εκφραστούν αρνητικά συναισθήματα είτε για χρήματα.

Η κατάσταση που μόλις περιέγραψα είναι στατιστικά ένα 20%. Αυτοί οι γονείς το εν λόγω νομοσχέδιο δεν θα το χρειαστούν γιατί στην ουσία έχουν κάνει από μόνοι τους αυτό που ορίζει το νομοσχέδιο. Οι γονείς αυτοί δεν έχουν καταφύγει καν στα δικαστήρια.

Το νομοσχέδιο λοιπόν έχει να κάνει ως επί το πλείστον με γονείς που δεν έχουν καλή σχέση, που έχουν καταφύγει στα δικαστήρια και τώρα θα ξανανοίξουν όλες οι υποθέσεις, σε γονείς που δεν έχουν καταφέρει να τα βρουν μεταξύ τους. Με πρόφαση λοιπόν την ψυχική υγεία του παιδιού που έχει ανάγκη και τους δύο γονείς εξίσου (που είναι μια ξεκάθαρη αλήθεια αυτό) θα ανοίξει ένας καινούργιος κύκλος δικαστικών αντεγκλήσεων και  ένα ή παραπάνω παιδιά που δεν θα έχουν μια σταθερή βάση, που θα μετακινούνται συνεχώς από ένα σπίτι σε ένα άλλο σπίτι.

Το πρώτο επίμαχο σημείο του νομοσχεδίου έχει να κάνει με τις υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Πρέπει να υπάρχει αμετάκλητη δικαστική απόφαση για τον γονέα θύτη. Αν βρίσκεται η υπόθεση ακόμα στα δικαστήρια ο γονέας που έχει κατηγορηθεί ως θύτης έχει δικαίωμα στην ισόποση επικοινωνία και διαμονή του παιδιού σε αυτόν. Μια αμετάκλητη δικαστική απόφαση στην Ελλάδα μπορεί να πάρει και 10 χρόνια.

Το δεύτερο επίμαχο σημείο έχει να κάνει με την καθημερινότητα του παιδιού. Και θα φέρω ένα πραγματικό παράδειγμα: 9 χρονών αγόρι που μένει με την μητέρα του στο Χαλάνδρι και ο πατέρας μένει στη  Γλυφάδα. Το αγόρι πηγαίνει στο δημόσιο Χαλανδρίου και όλες οι δραστηριότητες του είναι σε κοντινή απόσταση. Πως ακριβώς θα περνάει το 1/3 ή το ½ του χρόνου με τον πατέρα. Ένας από τους δύο θα πρέπει να μετακομίσει. Είναι προς όφελος του παιδιού να περνάει την μισή ζωή του σε ένα αυτοκίνητο;

Το τρίτο επίμαχο σημείο είναι η σύγχυση της μέριμνας με την επιμέλεια. Ποιος θα αποφάσιζε για το παιδί; Σε ποιο σχολείο θα πάει; Ποιες είναι οι δραστηριότητες που θα ακολουθήσει; Θα πάει σε κάποιο πάρτι ή όχι; Τι ώρα θα γυρίζει τα Σάββατα; Δύο άνθρωποι που δεν έχουν καταφέρει να συνεννοηθούν μέχρι τώρα στη ζωή τους,  με συνεχείς αλληλοκατηγορίες, πως θα συναποφασίζουν; Ή για κάθε μία παραμικρή απόφαση θα πηγαίνουν στο δικαστήριο; Πως αυτό ακριβώς ενισχύει την ψυχική υγεία του παιδιού; Το παιδί στην ουσία καθίσταται αντικείμενο και οι ανάγκες του υποτάσσονται στις διαθέσεις γονέων που αντιδικούν.

Πόσο παιδοκεντρική είναι αυτή η προσέγγιση;

Δυστυχώς στα εκατοντάδες σχόλια που διάβασα σε πολλές ομάδες και στην διαβούλευση, τα βασικά επιχειρήματα είχαν την επικάλυψη της ψυχικής υγείας του παιδιού αλλά υπήρχε σχεδόν πάντα ένα λανθάνον μήνυμα «εκδίκησης» για την αδικία που έχουν υποστεί οι πατεράδες σε θέμα σχέσης και χρημάτων.

Συναισθηματικά καταλαβαίνω την αδικία που νιώθουν ορισμένοι μπαμπάδες. Σε κάποιες περιπτώσεις οι μητέρες φέρονται σαν τα παιδιά να είναι κτήμα τους. Σαν εκείνες να έχουν πολύ περισσότερα δικαιώματα. Πολύ συχνά οι μητέρες κάνουν πολύ δύσκολη την επικοινωνία των πατεράδων με τα παιδιά τους, υπάρχουν και περιπτώσεις αποκλεισμού σχέσης μέσα από συνεχή κακόβουλα σχόλια. Αυτό όλο φυσικά έχει να κάνει με το ποσό ενήλικα φέροντα οι γονείς και πόσο είναι σε θέση να βάλουν στην άκρη προσωπικά αρνητικά συναισθήματα για χάρη των παιδιών. Κανένα νομοσχέδιο αυτό δεν μπορεί να το επιλύσει.

Επίσης καταλαβαίνω και μια συλλογική υποσυνείδητη αδικία και ανασφάλεια στην έννοια της πατρότητας που έχει περάσει αρχετυπικά μέσα στο ασυνείδητο των πατεράδων. Η μητέρα καθορίζει τον πατέρα του παιδιού. Το μόνο σίγουρο είναι η μητέρα. Ο πατέρας ορίζεται από την μητέρα δυστυχώς. Πριν τα τεστ DNA όλα βασιζόντουσαν στον ποιον όριζε η μητέρα ως πατέρα. Μετά μπορεί να αποδειχθεί. Αλλά θα χρειαστεί να αποδειχθεί.

Ένας άντρας μπορεί να έχει 10 παιδιά που δεν γνωρίζει. Μια μητέρα δεν γίνεται.

Αυτές είναι δύο αλήθειες ενοχλητικές πολύ, που διαμορφώνουν μια αδικία στη φύση των ρόλων.

Κανένα τέτοιο νομοσχέδιο δεν θα μπορέσει να απαλύνει όμως αυτή την ενδόμυχη, υποσυνείδητη και άδικη διαμόρφωση ρόλων.

Το μόνο που θα μπορούσε να βοηθήσει θα ήταν μια εξατομικευμένη δικαστική κρίση με συνεχή αρωγή κοινωνικών υπηρεσιών και οικογενειακών ψυχολόγων και παιδοψυχολόγων με κόστος του κράτους από την πρώτη στιγμή της αίτησης ενός διαζυγίου ή πρόθεσης διάστασης.

Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα οδηγήσει σε εκατοντάδες δικαστικές διαμάχες με θύματα τα παιδιά.

2020mag

banner-article

Ροη ειδήσεων