Πολιτισμός

Σχολιάζοντας «Το γκαμπί της βασίλισσας” – Ένα διαφορετικό σύστημα αξιών σε μια άλλη κοινωνία…

Συζητήθηκε και αγαπήθηκε όσο καμία σειρά τη χρόνια που μας πέρασε, παραμένοντας για εβδομάδες στο ελληνικό και διεθνές τοπ-10 του Νέτφλιξ. Όπως έχει κάνει και με άλλες δημοφιλείς σειρές των τελευταίων ετών, ο Ριζοσπάστης δεν άφησε ασχολίαστο το “The queen’s gambit”, παρουσιάζοντάς το τόσο από την αισθητική, όσο κι από τη σκακιστική, αλλά κυρίως την ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ιστορική – πολιτική του πτυχή, επικεντρωμένη στα αίτια της σοβιετικής υπεροχής στο σκάκι, αλλά και το ψυχροπολεμικό κλίμα της εποχής μέσα στο οποίο κινείται η πρωταγωνίστρια.

katiousa

Σχολιάζοντας «Το γκαμπί της βασίλισσας»…

Φυσικά δεν μιλάμε για το δημοφιλές άνοιγμα, αλλά για την τηλεοπτική σειρά που συζητείται ευρέως το τελευταίο διάστημα. Και όχι άδικα. Κατέρριψε το ένα μετά το άλλο τα ρεκόρ τηλεθέασης στο Netflix, ενώ η ερμηνεία της Ανια Τέιλορ-Τζόι στον ρόλο της Μπεθ Χάρμον καθήλωσε θεατές και απέσπασε εύσημα από τους κριτικούς. Χάρη στη σειρά, το σκάκι εν καιρώ πανδημίας κέρδισε εκατομμύρια νέους φίλους σε όλα τα μήκη και πλάτη του πλανήτη.

Η σειρά αναμφίβολα χαρίζει σε όσους την παρακολουθήσουν στιγμές ποιοτικής ψυχαγωγίας μέσα απ’ τις ωραίες εικόνες, την προσεγμένη σκηνοθεσία και τις αξιόλογες ερμηνείες. Ταυτόχρονα, προσφέρει και αρκετή τροφή για σκέψη και προβληματισμό…

To σενάριο βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Γουόλτερ Τέβις (1983) και τοποθετείται στην Αμερική του 1960. Κεντρική ηρωίδα είναι η νεαρή Μπεθ Χάρμον, η οποία μεγαλώνει σε ορφανοτροφείο. Εκεί τυχαία έρχεται σε επαφή με το σκάκι και γρήγορα αναδεικνύεται σε μεγάλο ταλέντο…

Ανεβαίνει σκαλί σκαλί τον σκακιστικό Ολυμπο μέσα από επιτυχίες και αποτυχίες, μέχρι να φτάσει στην ΕΣΣΔ, για να λάβει μέρος στο κλειστό διεθνές τουρνουά της Μόσχας, αναμετρώντας τις δυνάμεις της σε παρτίδες με τους καλύτερους παίκτες ανά τον κόσμο, 4 από διάφορες χώρες και 4 Σοβιετικούς!

Ορισμένοι σχολιαστές βλέπουν στην Μπεθ στοιχεία του Μπόμπι Φίσερ, από τον χαρακτήρα μέχρι την επιλογή ορισμένων ανοιγμάτων. Αλλοι θεωρούν ότι ο χαρακτήρας άντλησε έμπνευση από την πρωταθλήτρια των ΗΠΑ της εποχής Λίζα Λέιν.

Οι βασικοί χαρακτήρες που εμφανίζονται στην ταινία είναι φανταστικοί, όμως μια σειρά ονόματα σκακιστών που ακούγονται είναι πραγματικά, όπως πραγματικές είναι και οι παρτίδες που παίζονται στην ταινία.

Ενα «γυμνασμένο» μάτι σκακιστή θα αναγνωρίσει στα καρέ των επεισοδίων γνωστά διαμάντια της σκακιστικής ιστορίας (λ.χ. την «παρτίδα της όπερας» του Μόρφι ή την παρτίδα Στάιν – Ματάνοβιτς στην πρώτη αναμέτρηση της Μπεθ με τον Μποργκόφ). Θα αντιληφθεί επίσης ότι η πρωταγωνίστρια δεν είναι σκακίστρια η ίδια, ενώ ένας πολυταξιδεμένος θα διαπιστώσει ότι πολλά σημεία από την ταινία γυρίστηκαν στο Βερολίνο.

Σύμβουλοι στο – επίσης υπέροχο – σκακιστικό κομμάτι της ταινίας, ήταν ο ίδιος ο πρώην παγκόσμιος πρωταθλητής Γκάρι Κασπάροβ και ο γνωστός Αμερικάνος προπονητής και συγγραφέας Μπρους Παντολφίνι.

Λίγα λόγια για το σενάριο

Η Μπεθ από μικρή έρχεται αντιμέτωπη με μια σειρά προβλήματα που γεννά η κοινωνία που ζει. Φτώχεια, εξαρτήσεις, ψυχικές διαταραχές, αποκλεισμός, διακρίσεις σε βάρος των γυναικών κι αδιέξοδα που κυριολεκτικά τσακίζουν τα όνειρα και τις ευαισθησίες των ανθρώπων.

Σε μια χώρα που πρόσφατα σείστηκε από τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ και τις διαμαρτυρίες των Αφροαμερικανών, οι ρατσιστικές διακρίσεις – βαθιά ριζωμένες στο σύστημα της εκμετάλλευσης – ενσαρκώνονται στο πρόσωπο της Τζολίν, φίλης της Μπεθ στο ορφανοτροφείο.

Η Τζολίν ως νέγρα μένει στα «αζήτητα» για υιοθεσία. Οταν ενηλικιώνεται πολιτικοποιείται, δηλώνει ριζοσπάστρια και καυτηριάζει την πρόσληψή της από μεγάλο δικηγορικό γραφείο ως τρικ για να ξεπλυθεί η παράδοση του ρατσισμού. «Προτίμησαν μια “καθαρή” μαύρη από μια μαύρη που θα καθαρίζει», σχολιάζει δηκτικά.

Αυτή η βαρβαρότητα σημαδεύει τη ζωή της Μπεθ. Η μητέρα της αυτοκτονεί κάτω από το βάρος των αδιεξόδων και των ψυχολογικών προβλημάτων. Η ίδια οδηγείται, μέσα από το ορφανοτροφείο στις ουσίες, αναζητώντας μία φυγή από τον πόνο και τη δυστυχία.

Τυχαία γνωρίζει το σκάκι μέσα από την επαφή της με τον επιστάτη του ορφανοτροφείου όπου μεγαλώνει μετά το θάνατο της μητέρας της. Στην περίπτωση της Μπεθ, τα κοινωνικά εμπόδια συναντιόνται με την έκδηλη υποτίμηση που αντιμετωπίζει λόγω του φύλου της ως γυναίκα.

Ο χαρακτήρας και τα αδιέξοδα της κοινωνίας όπου μεγαλώνει τη σημαδεύουν. Το κυνήγι του χρήματος, ο ατομικισμός, ο ανταγωνισμός. Είναι χαρακτηριστική η απόκρισή της προς ένα παιδί από την ΕΣΣΔ που συναντά σε τουρνουά, όταν της λέει ότι ονειρεύεται να πάρει το παγκόσμιο πρωτάθλημα: «Εάν πάρεις το παγκόσμιο πρωτάθλημα στα 16, τι θα κάνεις μετά;». Το γεγονός ότι ο συνομιλητής της δεν αντιλαμβάνεται την ερώτηση, δεν είναι χωρίς σημασία.

Ετσι, ακόμα και εάν δεν ήταν στόχος της σειράς, διακρίνεται ένα διαφορετικό σύστημα αξιών που αντιστοιχεί σε μια ανώτερη κοινωνία, όπου η συλλογική προσπάθεια αποτελεί προϋπόθεση για την ανάδειξη του ατομικού ταλέντου, όπου το ευγενές και το υψηλό δεν είναι προνόμιο μιας ελίτ.

Αδιαμφισβήτητη η σοβιετική υπεροχή και στο σκάκι.
.
.

Σε μια σειρά που πραγματεύεται το σκάκι τις δεκαετίες 1950 – 1960, δεν θα ήταν δυνατό να αποσιωπηθεί – ακόμη και από έναν μονοπωλιακό κολοσσό όπως το Netflix – το τιτάνιο έργο της ΕΣΣΔ σε αυτόν τον τομέα και η παγκόσμια υπεροχή της.

Στην ΕΣΣΔ το σκάκι αντιμετωπίστηκε από το εργατικό κράτος ως μέσο για τη γενική πολιτιστική άνοδο των μαζών, στηρίχθηκε ολόπλευρα και για αυτόν το λόγο γιγαντώθηκε ποσοτικά και ποιοτικά κυριαρχώντας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Στη χαρακτηριστική σκηνή με Σοβιετικούς πολίτες όλων των ηλικιών να παίζουν στα δημόσια πάρκα σκάκι, αλλά και στην υποδοχή που δέχεται η Αμερικάνα Μπεθ από τις Σοβιετικές γυναίκες, αποτυπώνεται η λαϊκότητα του σκακιού και η πλατιά διάδοση μιας υψηλής σκακιστικής παιδείας.

Οι σκηνές φέρνουν στο μυαλό τον τρόπο που αγκάλιασαν οι εργάτριες τη Βέρα Μέντσικ, τη μοναδική γυναίκα στο μεγάλο διεθνές τουρνουά της Μόσχας του 1935, τα ενθουσιώδη τηλεγραφήματα συγχαρητηρίων από εργοστάσια όταν πέτυχε ισοπαλία απέναντι στον Σάβο Φλορ στο 14ο γύρο, οι περιγραφές για το πλήθος των φίλων του σκακιού που συνέρρεαν κάθε μέρα έξω από τον αγωνιστικό χώρο.

Η υπεροχή της ΕΣΣΔ στο σκάκι που αποτυπώνεται και στη σειρά δεν ήταν τυχαία. Οι προσπάθειες του σοσιαλιστικού κράτους από τα πρώτα χρόνια μετά την Επανάσταση έθεσαν τις βάσεις για το «θαύμα» του σοβιετικού σκακιού που μεσουράνησε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα.

Τόλμη, ευρηματικότητα, φαντασία, επιστημονική μέθοδος προετοιμασίας, στρατηγικό βάθος και τακτική ετοιμότητα, λογική και διαλεκτική σκέψη, μαχητικότητα σε οποιεσδήποτε περιστάσεις, βελτίωση μέσω της αυτοκριτικής ανάλυσης, ήταν στοιχεία που χαρακτήρισαν τη σοβιετική σκακιστική σχολή.

Στη σειρά συναντάμε αναφορές στην υπεροχή που έδινε στον αγωνιστικό τομέα ο συλλογικός τρόπος δουλειάς των Σοβιετικών, σε αντιδιαστολή με τον άκρατο ατομικισμό που κυριαρχούσε στις ΗΠΑ.

Βλέπουμε τους Σοβιετικούς να ανταλλάσσουν ιδέες και να δουλεύουν από κοινού για την ατομική επιτυχία ενός, στοιχείο που τελικά υιοθετείται από τους Αμερικανούς και οδηγεί την Μπεθ στην τελική νίκη της επί του παγκόσμιου πρωταθλητή Μποργκόφ.

Αξιοσημείωτη είναι η στάση απέναντι στον αντικομμουνισμό, ιδιαίτερα αν πάρουμε υπόψη την περίοδο που διανύουμε. Η Μπεθ όχι μόνο αρνείται να αξιοποιηθεί στην αντικομμουνιστική εκστρατεία, αλλά επιστρέφει κατάμουτρα τα χρήματα μιας χορηγίας όταν της θέτουν όρο να κάνει δημόσια δήλωση καταδίκης των «άθεων κομμουνιστών».

Η σειρά κλείνει με ένα συμβολικό πολιτικό σχόλιο, με την Μπεθ να αφήνει στα κρύα του λουτρού τον Αμερικανό πράκτορα που ήθελε να την αξιοποιήσει για αντισοβιετική δραστηριότητα. Η Μπεθ κατεβαίνει από το αμάξι που θα την οδηγούσε στη σύναξη των «αντιφρονούντων», για να ενωθεί με τους απλούς Σοβιετικούς ερασιτέχνες σκακιστές που την αγκαλιάζουν στο πάρκο της Μόσχας.

 

Ν. Σ.
banner-article

Ροη ειδήσεων