Απόψεις Κόσμος

Και στο τέλος νίκησαν οι Βόρειοι – Επέβαλαν (σχεδόν) όλους τους όρους τους για το Ταμείο Ανάκαμψης

Σταύρος Χριστακόπουλος

Ύστερα από τέσσερις μέρες «φαγούρα», η ευρωσύνοδος κορυφής απεφάνθη: λιγότερες (κατά 22% ή 110 δισ. ευρώ) οι επιχορηγήσεις και περισσότερα (κατά 44% ή 110 δισ. ευρώ) τα δάνεια. Η κατανομή του χρήματος φυσικά δεν θα συνδέεται με την κατάσταση των χωρών πριν από την πανδημία της Covid-19, αλλά με τις ζημίες που αυτή επέφερε στην κάθε οικονομία χωριστά.

Ο προσανατολισμός των κεφαλαίων θα είναι φυσικά αυτός που εξ αρχής είχαν αποφασίσει Γερμανία και Κομισιόν: πράσινη οικονομία, ψηφιοποίηση και μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της «ανθεκτικότητας των οικονομιών».

Οι όροι εκταμίευσης θα είναι αυστηροί και σε ευθεία σύνδεση με την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων από τις χώρες που τα δικαιούνται. Τα αιτήματα των χωρών για χρηματοδότηση θα εξετάζονται επί δίμηνο από την Κομισιόν, με τη συνδρομή της Οικονομικής και Δημοσιονομικής Επιτροπής, για την ικανοποιητική υλοποίηση των σχετικών οροσήμων και στόχων. Η Οικονομική και Δημοσιονομική Επιτροπή θα προσπαθεί να καταλήξει σε ομοφωνία.

Αν όμως ένα ή περισσότερα κράτη – μέλη θεωρήσουν πως υπάρχουν σοβαρές αποκλίσεις από την ικανοποιητική υλοποίηση των σχετικών οροσήμων και στόχων, μπορεί να ζητήσουν από τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να θέσει το θέμα στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ευτυχώς για την Ελλάδα, στο σημείο αυτό, ξεπεράστηκε η ολλανδική πρόταση για βέτο και οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με αυξημένη πλειοψηφία.

Για τη χώρα μας τα χρήματα παραμένουν ως είχαν πριν από τη σύνοδο με ελαφρά αύξηση. Άλλαξε όμως η αναλογία υπέρ των δανείων και εναντίον των επιχορηγήσεων. Είναι μεγάλο ζήτημα, ωστόσο, είναι οι όροι που θα πρέπει να εκπληρώνονται κάθε φορά για την εκταμίευση, καθώς ακόμη δεν μας έχουν «ξεφουρνίσει» με λεπτομέρειες ούτε το μενού που θα μας σερβίρει η Κομισιόν (τι δηλαδή θα θεωρηθεί ότι κατατείνει προς τη διασφάλιση της «ανθεκτικότητας» της οικονομίας) ούτε αυτό που θα μας φέρει η επιτροπή Πισσαρίδη.

Συνεπώς ας είμαστε συγκρατημένοι, διότι, όπως άλλωστε συνέβαινε και με τα μνημόνια, τα οποία μας φέρνει αναγκαστικά στη μνήμη η τρέχουσα συμφωνία, η συνταγή είναι «πρώτα εφαρμόζεις και ύστερα εισπράττεις». Και το κρίσιμο ερώτημα είναι τι ακριβώς θα πρέπει να εφαρμόσουμε. Επίσης καλό θα είναι να περιμένουμε τους όρους του δανεισμού, αφού μεγάλο μέρος των κεφαλαίων θα είναι δάνεια. Καλό, τέλος, θα είναι να δούμε πόσα από τα κεφάλαια θα είμαστε ικανοί να απορροφήσουμε για την ψηφιοποίηση και την… πράσινη ανάπτυξη.

Με απλά λόγια, μόνη η επίκληση των αριθμών, αυτή την ώρα, δεν λέει πολλά πράγματα. Άλλωστε, σύμφωνα με το βαρετό πλην εύστοχο δημοσιογραφικό κλισέ, ο διάβολος κρύβεται πάντα στις λεπτομέρειες: Τι θα μας ζητήσουν, σε τι θα δεσμευτούμε, ποια είναι η ενδεχομένως κρυφή ατζέντα της κυβέρνησης.

Για να καταλάβουμε δε τον νέο ευρωπαϊκό προσανατολισμό, στο πλαίσιο του οποίου θα κινηθούμε και εμείς, αρκεί να σημειώσουμε ότι για να συμφωνηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης χρειάστηκε να πετσοκοπούν μια σειρά κοινωνικοί πόροι και προγράμματα, όπως:

● το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης του κοινοτικού προϋπολογισμού, το οποίο συρρικνώθηκε από τα 32,5 στα 10 δισ. ευρώ,

● οι πόροι του Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης για τον εκσυγχρονισμό και την περιβαλλοντική αναβάθμιση του αγροτικού τομέα,

● και το EU4Health, ένα νέο πρόγραμμα για την αναβάθμιση της συλλογικής υγειονομικής ικανότητας της Ε.Ε., το οποίο καταργήθηκε.

Με άλλα λόγια, το επόμενο διάστημα μπορεί η κυβέρνηση να αθροίζει τα κονδύλια που δυνητικά (αλλά όχι πραγματικά και όχι στο σύνολό τους) θα μπορούσαν να εισρεύσουν στην ελληνική οικονομία, αλλά αυτό που αναμένεται να υποφέρει θα είναι η κοινωνική πολιτική. Και με ευρωπαϊκή και με κυβερνητική σφραγίδα…

Συνεπώς αυτή τη στιγμή δεν μπορούμε να μιλάμε με δεδομένα. Αυτά θα διαμορφωθούν στην πορεία. Άλλωστε το πολιτικό περιβάλλον που αναδύθηκε από την τετραήμερη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κανείς δεν θα μπορούσε να το χαρακτηρίσει αισιόδοξο.

Ξεκαθάρισμα λογαριασμών
Εξ αρχής το ζήτημα του μεγάλου ευρωπακέτου των 750 δισ. ευρώ έγινε πεδίο ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ των εταίρων αμέσως μόλις διατυπώθηκε η πρόταση της Κομισιόν, που θεωρήθηκε υπερβολικά «γενναιόδωρη» από τις πλούσιες χώρες του Βορρά, οι οποίες άρχισαν αμέσως την προσπάθεια ψαλιδίσματος.

Η διαδικασία αυτή έδωσε την ευκαιρία να αναδυθούν στην επιφάνεια πάρα πολλές από τις υποβόσκουσες αντιθέσεις σε μια Ε.Ε. η οποία όχι μόνο ποτέ δεν χαρακτηριζόταν από την… ενότητά της, αλλά επιπλέον βρίσκεται σε μια μεταβατική φάση, με προοπτική την ανακατανομή ρόλων και πολιτικής ισχύος.

Η αναμενόμενη αποχώρηση της Άνγκελα Μέρκελ από το πολιτικό προσκήνιο έχει πυροδοτήσει όλες τις παραδοσιακές αντιθέσεις, αλλά και τις (άλλες ανεδαφικές και άλλες εύλογες) φιλοδοξίες πολιτικών προσωπικοτήτων για την αύξηση της επιρροής τους στο ευρωσύστημα. Χαρακτηριστική επ’ αυτού η κόντρα του πρωθυπουργού της Ολλανδίας Μαρκ Ρούτε και του Προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν.

Σε αυτό το πλαίσιο η ελληνική κυβέρνηση προσπάθησε, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, να αναιρέσει την εικόνα ότι συστηματικά απέχει από τα κέντρα λήψης αποφάσεων. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήγε στις Βρυξέλλες με δύο στόχους:

● Την κατοχύρωση του μεγαλύτερου δυνατού ποσού στο πλαίσιο του προταθέντος από την Κομισιόν πακέτου ευρωκονδυλίων από τα Ταμείο Ανάκαμψης.

● Την εξασφάλιση ευρωπαϊκής στήριξης έναντι της παραβατικής συμπεριφοράς της Τουρκίας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο.

1. Ο πρώτος στόχος σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να εξαρτηθεί από τη διαπραγματευτική ισχύ της Ελλάδας, η οποία ουδέποτε τα τελευταία αρκετά χρόνια εμφανίστηκε ικανή να επιβάλει έστω λεπτομέρειες στο πλαίσιο των σχέσεών της με το ευρωσύστημα.

2. Ο δεύτερος απλώς… αγνοήθηκε, αφού ακόμη και μια ιδέα περί σύγκλησης συνόδου για τις ευρωτουρκικές σχέσεις αφέθηκε στην άκρη και η πιθανή σύγκλησή της το… βαθύ φθινόπωρο στην πραγματικότητα τη μεταφέρει ύστερα από τον πιθανό χρόνο εκδήλωσης μιας ελληνοτουρκικής κρίσης, η οποία πιθανολογείται ότι μπορεί να προκύψει ανά πάσα στιγμή.

Εξάλλου η τουρκική κυβέρνηση έχει εγκρίνει ήδη άδεια στην τουρκική εταιρεία πετρελαίου (TPAO) για έρευνα στην περιοχή του Καστελλόριζου και ανά πάσα στιγμή μπορεί να εγκρίνει μια ακόμη για την περιοχή πέριξ της Ρόδου, της Καρπάθου και της Κρήτης. Η δε ένταση αυτών των ημερών μεγεθύνει ακόμη περισσότερο την εικόνα της ευρωπαϊκής αδιαφορίας.

Πάντως η κυβέρνηση δεν είχε ποτέ σοβαρές πιθανότητες να προκαλέσει μια σοβαρή αντίδραση στην τουρκική επιθετικότητα, δεδομένου ότι οι μόνες δύο χώρες που εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους δημοσίως για την τακτική και τις ενέργειες της Άγκυρας είναι η Αυστρία και η Γαλλία. Οι υπόλοιποι εταίροι είτε είναι αδιάφοροι για τα ελληνοτουρκικά ζητήματα είτε απλώς αποφεύγουν να βάλουν σε ρίσκο την προνομιακή στρατηγική, επενδυτική και εμπορική τους θέση στην Τουρκία.

Το μέχρι στιγμής αποτέλεσμα αυτού του συσχετισμού δυνάμεων είχε περιγράψει προ εβδομάδων ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα: Είμαστε μαζί σας, αλλά πρέπει να πάτε σε διάλογο. Υπ’ αυτήν την έννοια οι ελληνικές προσδοκίες ήταν μάλλον αναμενόμενο να μπουν στο ράφι, με ό,τι αυτό σημαίνει για τις δυνατότητες της χώρας να χτίσει ένα, έστω προσχηματικό, τείχος συμμαχιών έναντι της τουρκικής επιθετικότητας.

Χωρίς ανατροπές
Στα θέματα του ευρωπακέτου του Ταμείου Ανάκαμψης τα δεδομένα ήταν γνωστά πριν από την έναρξη της συνόδου:

1. Η αναλογία των κονδυλίων (500 δισ. ευρώ επιχορηγήσεις και 250 δάνεια), όπως είχε διατυπωθεί από την πρόταση της Κομισιόν, δεν επρόκειτο να παραμείνει ως είχε, αφού ο ευρωπαϊκός Βορράς ουδέποτε χάρισε λεφτά και δεν επρόκειτο να το κάνει τώρα, ακόμη και αν η Γερμανία αισθάνθηκε την… ανάγκη να χρηματοδοτήσει την ικανότητα των αδύναμων εταίρων της να διατηρήσουν την αγοραστική τους ικανότητα ώστε να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν τη γερμανική βιομηχανία.

2. Δεν υπάρχουν ευρωπαϊκά χρήματα δίχως ισχυρούς όρους και ανταλλάγματα σε περιόδους κρίσεων. Η Ολλανδία, διά του Μαρκ Ρούτε, έφτασε στο σημείο να ζητάει κλιμακωτές προϋποθέσεις εκταμίευσης, συνδεδεμένες ακόμη και με το δημοσιονομικό παρελθόν κάθε χώρας. Μια κατηγοριοποίηση η οποία θα έφερνε την Ελλάδα μεταξύ των πλέον ελεγχόμενων και πλέον απειλούμενων ως προς τη ροή των ευρωκονδυλίων.

3. Η Κομισιόν – ακόμη και όταν στην ηγεσία της βρίσκεται μια πρώην υπουργός και ευνοούμενη της Μέρκελ – συνεχίζει να αποτελεί έναν θορυβώδη κομπάρσο στο ευρωσύστημα, ο οποίος αναλαμβάνει πολύ συχνά τον ρόλο του «καλού μπάτσου», αλλά σπανίως οι ιδέες της μετατρέπονται σε αποφάσεις. Ή επικρατούν μόνο ύστερα από επιμελές… ξεδόντιασμα.

4. Ο Εμανουέλ Μακρόν έχει βάλει μεν στόχο να αναδειχθεί στην κορυφαία πολιτική προσωπικότητα της Ευρώπης εν όψει της αποχώρησης της Μέρκελ, αλλά σε αυτή την Ευρωπαϊκή Ένωση της οικονομικής ψευδοενοποίησης, της ανύπαρκτης αμυντικής και διπλωματικής ενοποίησης και του εντεινόμενου πολιτικού κατακερματισμού το παιχνίδι παίζεται αυστηρά με όρους οικονομικής ισχύος. Αυτοί που βάζουν τα λεφτά βάζουν και τους όρους. Τελεία και παύλα.

5. Η πολιτική ενοποίηση πηγαίνει όλο και πιο πίσω, καθώς μια σειρά ισχυροί παράγοντες είτε διαμορφώνουν νέες είτε ενισχύουν προϋπάρχουσες κεντρόφυγες δυνάμεις και ωθούν μικρές και μεγάλες χώρες της «γηραιάς ηπείρου» σε αποφάσεις με αυστηρά εγχώρια και όχι «κοινοτικά» κριτήρια:

● Η αποσταθεροποίηση του διεθνούς συστήματος ασφάλειας.

● Η σκλήρυνση των ΗΠΑ στα ζητήματα της ανταποδοτικότητας για την αμυντική συνδρομή με συνέπεια την εντεινόμενη ανάγκη για διαμόρφωση ενιαίας ευρωπαϊκής διπλωματίας και άμυνας.

● Η αύξηση της έντασης των εμπορικών πολέμων και η διαρκής υποχώρηση της Δύσης έναντι κυρίως της Κίνας.

● Οι εντελώς διαφορετικές – και μη συμβιβάσιμες – αντιλήψεις για κορυφαία θέματα, όπως το μεταναστευτικό και η ασφάλεια.
Το όλο και πιο περίπλοκο πλέγμα σχέσεων μεταξύ των μελών της Ε.Ε. οδηγεί σε εσωτερικές διαιρέσεις, οι οποίες ήδη απειλούν την πρωτοκαθεδρία της Γερμανίας και αποδυναμώνουν τις φιλοδοξίες της Γαλλίας.

Οι εσωτερικές διαιρέσεις
Η σημαντικότερη απόδειξη του κατακερματισμού τής – τρόπος του λέγειν – ενωμένης Ευρώπης ήταν η απόφαση της καγκελαρίου Μέρκελ να διαπραγματευθεί με τις χώρες κατά γκρουπ. Ας τα δούμε έτσι όπως τα είχε καταγράψει το ρεπορτάζ της ιστοσελίδας euro2day.gr από τις 25 Ιουνίου, προσθέτοντας κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά χωρών ή ομάδων:

1. Οι frugal four ή πλούσιοι του Βορρά ή φειδωλοί ή «ευρωτσιγκούνηδες» (Ολλανδία, Δανία, Αυστρία και Σουηδία). Οι χώρες αυτές έθεταν εξ αρχής τις πιο σκληρές ενστάσεις για το συνολικό ύψος του πακέτου, για την αναλογία μεταξύ επιχορηγήσεων και δανείων και απαιτούσαν να τεθούν σκληροί όροι για την απορρόφηση των κονδυλίων.

Χαρακτηριστική είναι η πρόταση της Ολλανδίας, η οποία, στη διάρκεια της πολυήμερης διαπραγμάτευσης, ζήτησε όχι μόνο αυστηρή εποπτεία στις μεταρρυθμίσεις που θα συνόδευαν τα κονδύλια του ευρωπακέτου, αλλά ακόμη και τη δυνατότητα βέτο στις εκταμιεύσεις προς όποια χώρα κρίνεται από οποιονδήποτε εταίρο ότι καθυστερεί να εκπληρώσει τους συμφωνηθέντες όρους.

2. Οι χώρες του Βίσεγκραντ (Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία), με τις οποίες υπάρχουν διάφορα ανοιχτά μέτωπα, παράπλευρα του ευρωπακέτου, κατά κανόνα σχετιζόμενα με θέματα δημοκρατίας και ελευθεριών.

Οι χώρες αυτές (Πολωνία και Ουγγαρία κατά βάση) αρνήθηκαν εξ αρχής την όποια σύνδεση των κονδυλίων με ρήτρες μεταρρυθμίσεων στα θέματα ελευθερίας των ΜΜΕ και στο κράτος δικαίου. Θεώρησαν (εκ των πραγμάτων σωστά) ότι ο σκληρός ευρωπαϊκός πυρήνας επιχείρησε να λύσει παλαιούς λογαριασμούς μαζί τους συνδέοντας τις απαιτήσεις του με την παροχή χρηματοδότησης. Ως εκ τούτου απείλησαν με βέτο το σύνολο του πακέτου αν αυτή η λογική επικρατούσε. Τελικά τη γλίτωσαν με… πολιτικές αμυχές.

3. Οι χώρες της Βαλτικής (Λετονία, Εσθονία, Λιθουανία), οι οποίες έχουν παγίως – και την εξέφρασαν με ένταση στη διάρκεια της κρίσης χρέους – την αντίληψη πως η δική τους οικονομική πρόοδος έχει επιτευχθεί με πολύ μεγάλες θυσίες και ότι δεν είναι δυνατόν να χρηματοδοτούν τα ελλείμματα και τις περιπέτειες των «τεμπέληδων» του ευρωπαϊκού Νότου με το υψηλότερο (από το δικό τους) βιοτικό επίπεδο (μισθούς, συντάξεις κ.λπ.). Υπήρξαν, για παράδειγμα, επί χρόνια μεταξύ των συνεπέστερων στην απαίτηση για περικοπή των ελληνικών συντάξεων.

4. Οι λοιπές χώρες του Βορρά (με πρώτη τη Φινλανδία, η οποία, όπως γνωρίζουμε από τις πολύχρονες ελληνικές διαπραγματεύσεις για τα πακέτα και τους όρους των μνημονίων, υπήρξε ένας από τους συνεπέστερους οπαδούς της σκληρής λιτότητας και των αυστηρών μνημονιακών όρων).

5. Οι χώρες του Νότου, οι οποίες δεν έχουν, συνήθως, κοινή στάση. Χαρακτηριστικές είναι οι περιπτώσεις της Ισπανίας, η οποία πάντοτε συντάσσεται με τη Γερμανία, και της Ιταλίας, η οποία πάντα διαπραγματευόταν με άξονα τον… εαυτό της.

Απέναντί τους η Ελλάδα πολλές φορές τα τελευταία χρόνια βρέθηκε απομονωμένη, με χαρακτηριστική περίπτωση το μεταναστευτικό / προσφυγικό, για το οποίο στην αρχή της πρωθυπουργικής θητείας του Μητσοτάκη ελήφθησαν αποφάσεις και διαμορφώθηκαν πολιτικές προτεραιότητες στη Μάλτα χωρίς καν η Ελλάδα να προσκληθεί – ή να απαιτήσει η ίδια να συμμετάσχει.

topontiki

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας