Ιστορία Πολιτισμός

Ο Τσακιτζής, ο λαϊκός ήρωας Τούρκων και Ελλήνων της Μ. Ασίας, Αν. Ρωμυλίας και Πόλης

Ο Τσακιτζής ήταν μυθικός λαϊκός ήρωας Τούρκων και Ελλήνων της Μ. Ασίας, της Αν. Ρωμυλίας και της Πόλης. Ο Τσακιτζής ήταν ένας ληστής-αντάρτης (Ρομπέν των δασών) υπερασπιστής των φτωχών, που στα δημοτικά άσματα της εποχής (19ος-20ος αιώνας) έκλεβε τους πλούσιους για να βοηθήσει τους φτωχούς και να παντρέψει άπορες κοπέλες.

Μέσ’ της Σμύρνης τα βουνά

και τα άγρια τα νερά

με λεν εμένα Τσακιτζή

αχ παλικάρι στην καρδιά

αχ λεοντάρι στην καρδιά ……

Φωτογραφία του περίφημου Ζεϋμπέκη μαυρομούστακου / καραμπουζουκλή, Çakırcalı Mehmet Efe, 1871, γνωστού ώς Çakıci/ Τσακιτζή από την περιοχή της Σμύρνης Μ. Ασίας.

Ακούμε συχνά την προσφώνηση: ” γεια σου καραμπουζουκλή”  και σχεδόν όλοι πιστεύουν πώς σχετίζεται με το μπουζούκι !!!

Και σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι…..

Το πρόθεμα Kara  έχει βασικά την έννοια της μαύρης απόχρωσης, αλλά στην ελληνική γλώσσα έχει και μιάν επιτατική εμφατική έννοια, που σημαίνει : πολύ & έντονο.

Βıyık, στα τούρκικα ( και όχι büyük = μεγάλο ) , σημαίνει Μουστάκι.  Ετσι λοιπόν Kara-Βıyık-li και ελληνοποιημένα Καραμπουγιουκλής, Καραμπουζουκλής σημαίνει Μαυρομούστακος, ή ο έχων μέγα μύστακα , επειδή δε το μουστάκι συνδεόταν με την ανδροπρέπεια κατ΄επέκταση το Καραμπουζουκλής σημαίνει και τον έντονα ανδροπρεπή !!

Από την ίδια ρίζα βγαίνει και το επώνυμο Μπουγιουκλάκης / Βουγιουκλάκης. ( βλ. φωτο του περίφημου Ζεϋμπέκη μαυρομούστακου / καραμπουζουκλή, Çakırcalı Mehmet Efe, 1871, γνωστού ώς   Çakıci/ Τσακιτζή από την περιοχή της Σμύρνης Μ. Ασίας.)

Γράφει  ο Δημήτρης Σταθακόπουλος

= = = = = = = = = = = = = = = =

Ο Τσακιτζή Μεχμέτ εφές γεννήθηκε στο χωριό Αγιά Σουλούκ, κοντά στο Αϊδίνι, ήταν καπετάνιος των Ζεϊμπέκων και φορούσε την περήφανη χαρακτηριστική στολή τους.

Ο Τσακιτζής βγήκε στην παρανομία και σχημάτισε ένοπλη ομάδα με σκοπό να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του, που ήταν κι εκείνος παράνομος και τον σκότωσαν με δόλο οι ζαπτιέδες, κατά διαταγή του βαλή της Σμύρνης και του ίδιου του Σουλτάνου. Με αυτό ως αφορμή, ο Τσακιτζής γενίκευσε τη θεώρησή του, θεώρησε σαν εχθρό του ολόκληρη την κρατική εξουσία και τους εκπροσώπους της: τους ζαπτιέδες, τους τζανταρμάδες, τους μισθοφόρους τουφεξήδες και τους αξιωματικούς τους, κι εξόντωσε πολλούς από αυτούς.

Όλα αυτά γινόντουσαν στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Η ένοπλη δράση του Τσακιτζή, του πατέρα του, όπως και των άλλων εφέδων της φυλής τους, ίσως να σχετίζεται με τις μεγάλες εξεγέρσεις των Ζεϊμπέκων του 19ου αι. εναντίον του τουρκικού κράτους που κατέστρεφε τον τρόπο ζωής τους και τους καταπίεζε.

Βλέποντας ότι το κράτος τους καταπίεζε, ο Τσακιτζής παρακίνησε τους φτωχούς αγρότες να μην πληρώνουν φόρους, κι απαγόρεψε στους φοροεισπράκτορες, με ποινή θανάτου, να έρχονται στην περιοχή που είχε κάτω από τον έλεγχό του.

Ξεκινώντας με την πρόθεση να αποδώσει μόνος του δικαιοσύνη σε μια προσωπική αδικία που του κάνανε, ο Τσακιτζής έφτασε στην ιδέα να απονείμει, γενικότερα, δικαιοσύνη στην περιοχή του και μέσα στα πλαίσια των δυνατοτήτων του. Έτσι, άρχισε να αποσπά με τη βία μεγάλα ποσά απ’ τους πλουσίους, τους τσιφλικάδες, τους προύχοντες, και τους τοκογλύφους και να τα χρησιμοποιεί προς όφελος των οικονομικά αδυνάτων. Έκανε δωρεές, προίκιζε φτωχές κοπέλες, έχτιζε γεφύρια, βρύσες, έφτιαχνε κοινωφελή έργα. Οι πλούσιοι Τούρκοι, Ρωμιοί, Εβραίοι και άλλοι, διαμαρτύρονταν στις αρχές και ζητούσαν την εξόντωση του Τσακιτζή. Όμως οι φτωχοί, ανεξάρτητα από φυλή και θρησκεία, τον αγαπούσαν, τον προστάτευαν και του πλέκανε τραγούδια στα ελληνικά, στα τούρκικα, στα αρμένικα.

Η φήμη του είχε φτάσει στην Ελλάδα απ’ τον καιρό που ζούσε ακόμα ο θρυλικός εφές, πολύ πριν φτάσουν εδώ οι μικρασιάτες πρόσφυγες. Το σχετικό ελλαδίτικο, όπως φαίνεται κι από τους στίχους, τραγούδι, εύχεται μέσα στην αφέλειά του να μπορούσε να έρθει ο Τσακιτζής και στην Ελλάδα, για να απονείμει κι εδώ την κονωνική του δικαιοσύνη:

“Τσακιτζή, δεν εβαρέθης στα σμυρνέικα χωριά;

Δεν περνάς και στην Ελλάδα, να παντρέψεις ορφανά;”

Βεβαίως, αν το δούμε αντικειμενικά, ο Τσακιτζής ήταν ένας ληστής με τη νομική έννοια του όρου, δηλαδή ήταν κάποιος που ιδιοποιείται ξένα πράγματα με τη βία ή την απειλή βίας. Όμως οι αγρότες κι η φτωχολογιά των πόλεων δεν τον θεωρούσαν κακούργο. Ενδεικτική η μαρτυρία που διασώζει ο Νέαρχος Γεωργιάδης:

“Τον λέγανε ληστή! Εγώ δεν τον εθεωρούσα για κακούργο αυτόν τον άνθρωπο. Όταν τόσους ανθρώπους που δεν είχανε βόδια να ζευγαρώσουνε τους αγόραζε βόδια, όταν πάντρεψε τόσα κορίτσια, όταν εχάλανε ενούς το σπίτι, επήγαινε και του’δινε να χτίσει καινούργιο… Ε, λοιπόν αυτός ο άνθρωπος θα τον πω ότι ήτανε κακούργος? Αυτός ήτανε σωτήρας του κοσμάκη!”

Έχει παρατηρηθεί ότι οι ληστές, κοινωνικοί και μη, είναι άνθρωποι της δράσης μάλλον παρά της θεωρίας. Ο Τσακιτζή Μεχμέτ εφές δεν είχε κανένα συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα. Όμως από τη δράση του πηγάζουν μερικές πολιτικές έννοιες που θα μπορούσαν να κωδικοποιηθούν ως εξής:

*Αντιεξουσιαστική στάση, εχθρότητα προς ένα απολυταρχικό και καταπιεστικό κράτος και τα όργανά του και σύγκρουση μαζί τους.

*Ταξικά συναισθήματα που μοιράζονται σε δύο πόλους: συμπάθεια για τη φτωχή αγροτιά και τις λαϊκές τάξεις των πόλεων και έχθρα εναντίον των πλουσίων.

*Πράξεις κοινωνικής δικαιοσύνης για την οικονομική ανακούφιση των φτωχών, με ανάλογη επιβάρυνση στην περιουσία των πλουσίων.

*Έλλειψη εθνικών ή θρησκευτικών προκαταλήψεων και διακρίσεων, τόσο απέναντι στους αδύνατους, όσο κι απέναντι στους οικονομικά ισχυρούς.

Η μάζα των Σμυρνιών και των άλλων μικρασιατών Ελλήνων, που ανήκαν στις λαϊκές τάξεις, με το να αγαπά, να θαυμάζει και να υποστηρίζει τον εφέ του Αϊδινίου, με το να εξυμνεί τα χαρίσματά του και να λέει τα τραγούδια του, με το να καλλιεργεί το θρύλο του για μια σειρά ετών, ακόμα κι όταν αυτός είχε πια σκοτωθεί, έδειχνε πως αποδεχόταν αυτές τις αρχές του Τσακιτζή ως ένα είδος κώδικα λαϊκής ιδεολογίας.

Βέβαια, η άφιξη του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη, συνέβαλε αρκετά στο να ξεχάσουν προσωρινά οι Έλληνες της Μικράς Ασίας τον Τσακιτζή. Μπροστά τους είχαν πλέον το εθνικό όραμα της ενώσεως με την μητέρα πατρίδα και τέτοια πράγματα.

Αργότερα, οι Έλληνες της Μικρασίας, πρόσφυγες πια εκεί που τους πέταξε το φουσκωμένο κύμα, δοκίμαζαν στο πετσί τους την κοινωνική αδικία και την οικονομική ανισότητα στον υπέρτατο βαθμό. Όλα αυτά, στα εδάφη της μητέρας πατρίδας, πλέον.

Έτσι, τα τραγούδια του Τσακιτζή ξανάρχισαν να αντηχούν στις προσφυγικές συνοικίες, παίρνοντας τη σημασία επαναβεβαίωσης αυτού του παλιού κώδικα λαϊκής ιδεολογίας…

Μπορούμε να θεωρήσουμε ως κύριο τραγούδι για τον Τσακιτζή, εκείνη τη μελωδία με τούρκικα λόγια και ρυθμό ζεϊμπέκικο, που περιείχε σε κάθε στροφή της το στερεότυπο στίχο

“μπαναντα Τσακιτζή ντερλέρ” (δηλαδή “με λέν εμένα Τσακιτζή”)

ή το στίχο “γιαρ φιντάν μποϊλού” (δηλαδή “λυγερόκορμο δεντρί”).

Δεν ξέρουμε αν ο αρχικός δημιουργός του ήταν Τούρκος ή Ζεϊμπέκος ή αν ανήκε σε κάποια άλλη εθνότητα. Όσον αφορά τους στίχους, φαίνεται πως ο αριθμός τους είναι μεγάλος κι απροσδιόριστος. Στην πραγματικότητα, πολλοί προσέθεταν κατά καιρούς, ανάλογα με την έμπνευσή τους και την περίσταση, καινούργιες αυτοτελείς στροφές, τις οποίες μπορούμε να ονομάζουμε παραλλαγές. Αυτό λοιπόν το “κύριο” τραγούδι του Τσακιτζή το πήρανε από τους πρόσφυγες και οι άλλοι Έλληνες και το τραγουδήσανε κι αυτοί. Ενδεικτική είναι η μαρτυρία του Μάρκου Βαμβακάρη: “Το “Τσακιτζής” είναι ζεμπέκικο τούρκικο βαρύ, ωραίο… ωραίο! Δε θυμάμαι ακριβώς από που το έμαθα, όμως ήτανε πολλοί, πολλοί από τη Μικρά Ασία που το τραγουδούσανε”.

Γύρω στα 1930 γραμμοφωνήθηκε μια αμιγώς ελληνόφωνη παραλλαγή:

Μες της Σμύρνης τα βουνά
και τα κρύα τα νερά
μες της Σμύρνης τα βουνά
σαν λιοντάρι τριγυρνά.

-Με λεν εμένα Τσακιτζή

-Γειά σου, παληκάρι μου,

λεοντάρι στην καρδιά
Καθεμιά του ντουφεκιά
είναι και παρηγοριά.

Καθεμιά του ντουφεκιά
είναι και παληκαριά.

-Με λεν εμένα Τσακιτζή

-Γειά σου παληκάρι μου,

λεοντάρι στην καρδιά

Τη θρησκεία δεν κοιτά
Τούρκα αν είσαι για Ρωμιά

-Με λεν εμένα Τσακιτζή

Τάμα τό’χει στο θεό
να παντρεύει ορφανά.

Ο θρύλος του Τσακιτζή επιβίωσε και μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Γύρω στα 1960, το όνομά του ήταν αρκετό για να κάνει εμπορική επιτυχία ένα μέτριο κατά τα άλλα, λαϊκό τραγουδάκι του Μπ. Μπακάλη με το Στράτο Διονυσίου.

Αργότερα κυκλοφόρησε σε δίσκο μια ακόμα σημαντική παραλλαγή του “κύριου” τραγουδιού του Τσακιτζή στα ελληνικά. Σ’ αυτήν παραμένει ο στερεότυπος στίχος “γιαρ φιντάν μποϊλού”, που επανέρχεται σε κάθε στροφή, σαν κατάλοιπο της γλώσσας του πρωτότυπου:

Τσακιτζή, παληκαρά,

πέρασε κι απ’ τα Βουρλά,

πέρασε κι από τη Σμύρνη

γιαρ φινταν μποϊλού

να παντρέψεις ορφανά.

Τσακιτζή, κατέβα πια

απ’ της Ασίας τα βουνά,

πήγαινε και στ’ Οδεμήσι

γιαρ φιντάν μποϊλού

να παντρέψεις ορφανά

Δεν είν’ αυγή να σηκωθώ

και να μη συλλογιστώ,

Τσακιτζή μου, να μην κλάψω

γιαρ φιντάν μποϊλού

τον άδικό σου το χαμό

Είναι σωστή η διαπίστωση ότι ο μύθος των λαϊκών ληστών μένει ζωντανός μόνο μέσα στα πλαίσια της φεουδαρχικής αγροτικής κοινωνίας που τον γέννησε, κι έξω απ’ αυτή δε μπορεί να κατανοηθεί και να συγκινήσει.

Αντίθετα όμως με αυτό τον κανόνα, ο Τσακιτζής δρασκέλισε τις βουνοπλαγιές και τα χωράφια και μπήκε θριαμβευτικά στις πόλεις. Το γεγονός ότι ο μύθος του από αγροτικός έγινε αστικός, και μ’ αυτή την έννοια ενσωματώθηκε στο ελληνικό τραγούδι των πόλεων, δείχνει τη διαχρονικότητα και την καθολικότητα των μηνυμάτων του.

Yasar Kemal: “Ο τσακιτζής”

“Αυτός ο άνθρωπος δεν είναι μόνο μπελάς για το κράτος, για το δικό μου κεφάλι είναι μπελάς. Ο Αλλάχ έπλασε αυτόν τον άνθρωπο για να τυραννάει εμένα. Τα έχω χάσει πια και δεν ξέρω ούτε τι να πω, ούτε τι να κάνω. Στη χούφτα δε χωράει, στο χέρι δεν χωράει. Γλιστράει. Αν αυτός ο άνθρωπος δεν είναι ο σατανάς, τότε είναι πραγματικά ο γιος του σατανά. Σίγουρα έτσι είναι. Φανταστείτε Ριουστού μπέη, ότι ένας αξιωματικός με τη φήμη του Μουχτάρ Πασά τον κύκλωσε με μια δύναμη πεντακοσίων ατόμων στην τοποθεσία του Τσόπντερε και αυτός ο διάολος γλίστρησε ανάμεσα σε τέτοιο μπουλούκι και το έσκασε. Τέτοιος σατανάς είναι αυτός. ”

(από τις αναμνήσεις του Ριουστού Κομπάς, του ανθρώπου που σκότωσε τον Τσακιτζή)

Πρόκειται για τον πολυθρύλητο Τσακιτζή Μεχμέτ Εφέ, ή Τσακίρτζαλη, Εφέ του Αϊδινίου, που γεννήθηκε το 1872 και σκοτώθηκε το 1912, του ξακουστού αρχηγού τσετέ (αντάρτικης ομάδας) στη Μικρασία του Αιγαίου, του οποίου η δράση ως ληστή πέρασε στη λαϊκή κουλτούρα κι έγινε παραμύθι. Υπάρχουν όμως στοιχεία που τεκμηριώνουν την πραγματική ιστορία του Τσακιτζή, όπως τουλάχιστον τα περιέσωσε ο Yasar Kemal, παίρνοντας πληροφορίες από έγκυρες πηγές καθώς και από τον άνθρωπο που τελικά κατάφερε και τον σκότωσε.

Ήταν τρομερά γρήγορος, εύστοχος στο βόλι, πολύ παράτολμος…

…ήταν πονηρός και ατρόμητος. Σε όλη την αντάρτικη ζωή του ούτε μια φορά δεν έπεσε σε παγίδα. Κι όταν βρισκόταν στην ανάγκη να δώσει μάχη με τους ζαπτιέδες, τους ξέφευγε χωρίς να ματώσει η μύτη του γλιστρώντας ανάμεσά τους, όπως μια τρίχα γλιστράει μέσα από το λάδι. Όταν του έμενε ελεύθερος χρόνος καβαλούσε το άτι του κι έτρεχε ασταμάτητα, έβρισκε μια ανοιχτωσιά και μέχρι να νυχτωθεί τρελαινόταν στο τουφεκίδι. Η ψυχή του γέμιζε αγαλλίαση μ’ αυτό το παιχνίδι.

Το εφελίκι στην περιοχή του Αιγαίου είναι μια πανάρχαιη συνήθεια με βαθιές ρίζες, είναι πιο παλιό κι από τους Οθωμανούς κι απ τους Βυζαντινούς. Ίσως αυτά τα βουνά από τότε που υπάρχουν να μην έχουν μείνει χωρίς ζεϊμπέκηδες.

Είναι πραγματικά απίστευτες οι ιστορίες τόλμης και μπέσας του Τσακιτζή. Η προσωπικότητά του έγινε γνωστή και στο Λονδίνο, όπου το κοινοβούλιο και οι εφημερίδες ενδιαφέρθηκαν για την περίπτωση του ανυπότακτου αντάρτη που δεν μπορούσε να τον αγγίξει η χωροφυλακή και σκορπούσε το φόβο και τον τρόμο και σε άλλες αντάρτικες ομάδες, ενώ ο λαός τον λάτρευε γιατί είχε δύναμη και ασκούσε ένα είδος «λαϊκής δικαιοσύνης». Οι ζημιωμένοι αγάδες κι οι κοτζαμπάσηδες συσπειρώνονταν εναντίον του δίνοντας αφορμή να γραφτούν σελίδες απίστευτης παλληκαριάς για τον Τσακιτζή.

Το ενδιαφέρον των Άγγλων σε μια περίοδο που η Αγγλία ενδιαφερόταν για το διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, και η υποστήριξη του Τσακιτζή από τους Βίτολ, επιφανή εγγλέζικη οικογένεια στη Σμύρνη, είναι πράγματι περίεργα. Πολλοί αντάρτες ήταν όργανα του κράτους ή εξυπηρετούσαν φεουδάρχες. Η μυθοποίηση του Τσακιτζή συσκοτίζει την ιστορική αλήθεια. Ωστόσο το λησταντάρτικο ήταν φαινόμενο εξαπλωμένο σε όλα τα Βαλκάνια, που είχε ιδιάτερη έκταση στην Οθωμανική αυτοκρατορία του τέλους του 19ου αι., ένα κράτος εν κράτει. Δυο τρεις φορές το οθωμανικό κράτος έδωσε αμνηστία στον Τσακιτζή και τα κιζάνια του (το «τσετέ» του), αλλά τα μίση κι η εκδικητικότητα των ανταγωνιστώ ν του, ανταρτών ή αγάδων τον οδήγησε πάλι στο βουνό.

Ο θρύλος θέλει τον Τσακιτζή να είναι φιλήσυχος, να μη θέλει να γυρνάει στα βουνά και να σκοτώνει. Όμως για λόγους τιμής αναγκάζεται να επιστρέψει (το σφάλμα ήταν του σαραγιού, η αμαρτία της κυβέρνησης). Έτσι, βλέπουμε ότι ισχύει άλλο δίκαιο κι άλλη ηθική, άγραφοι κανόνες ενός κόσμου όπου η δύναμη, η γρηγοράδα, η ευστοχία, η λεβεντιά, η μπέσα και το κιμπαρλίκι είναι πρώτες αξίες, πολύ σημαντικότερες από την ανθρώπινη ζωή. Μαζί μ’ αυτές πάνε η λατρεία, η αφοσίωση, η πίστη των ζεϊμπέκηδων στον Εφέ τους, η εκδίκηση, οι εξυπηρετήσεις, οι συναλλαγές.

Σε δυο τρεις ιστορίες ο Τσακιτζής χαρίζει τη ζωή στον αντίπαλό του «γιατί είναι λεβέντης».

“Αν δεν ήσουν τόσο παλικάρι, δεν θα τολμούσες να φτάσεις μέχρι τη μύτη του τουφεκιού μου. Σου χαρίζω τη ζωή γιατί είσαι λεβέντης. Άιντε, γύρνα πίσω αμέσως. Για να με θυμάσαι μέχρι τα υστερνά, σου στέλνω αυτό το ενθύμιο.

Λέγοντας «πάρτο» ο Τσακιτζής την ίδια στιγμή ρίχνει ένα βόλι που παίρνει το καλπάκι απ το κεφάλι του Τζαφέρ Κιαμήλ και το στέλνει μακριά. Ο Τζαφέρ παίρνει το καλπάκι του και γυρίζει πίσω. Να τι Εφές, τέτοιος Εφές ήταν. ”

Όταν επίσης, ο πιο επικίνδυνος αντίπαλός του, ο Σαΐτ Πασάς (ο πιο έμπιστος πασάς του σαραγιού, με μεγάλες επιτυχίες) που τον καταδιώκει ανελέητα με ολόκληρη μεραρχία, περνάει από μπροστά του, καβάλα στο άλογο, ωραίος και μεγαλοπρεπής, χωρίς να σκεφτεί ότι ο Τσακιτζής μπορεί να του στήσει ενέδρα, ο Τσακιτζής θα μπορούσε να τον ρίξει κάτω σαν ώριμο απίδι. Δεν ρίχνει. Ο πασάς περνάει το μπογάζι και φεύγει.

Αργότερα, όταν ο Εφές κατέβηκε στα χωριά, κοντινοί του άνθρωποι αφηγούνταν πώς τους τα εξομολογήθηκε ο Εφές:

– Πέρασε από μπροστά του πάνω στο άλογο ο Σαΐτ πασάς. Ήταν πολύ επιβλητικός, πολύ ωραίος άντρας. Πολύ νέος και γοητευτικός, ένα φιντάνι, ένας νεαρός στρατηγός, δεν πήγαινε η καρδιά να τον χτυπήσει.

Του έστειλε μάλιστα και γράμμα ότι πέρασε δυο φορές από μπροστά του στα πενήντα αμέτρα και δεν τον χτύπησε…

Στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου αφηγείται το τέλος του Τσακιτζή ο άνθρωπος που ανέλαβε κι έφερε σε πέρας την αποστολή να τον καθαρίσει.

Αφήνω την καταδίωξη κι αρχίζω και σκέφτομαι. Γιατί δε μπορούμε να συλλάβουμε αυτούς τους αντάρτες; Από τη μια δυο τσαπατσούληδες, δυο ατζαμήδες αντάρτες κι από την άλλη η οργάνωση και η μέθοδος του κράτους. Γιατί μένουμε άπραγοι; Γιατί είμαστε ανίκανοι;

Μετά από πειράματα και δοκιμασίες δυο μηνών διδάχτηκα ότι οι αντάρτες δεν ήταν έτσι από το κεφάλι τους. Ο λαός, μια μερίδα προύχοντες και οι αντάρτες ήταν ενωμένοι. Εμείς λέμε πως θέλουμε να πιάσουμε τους αντάρτες, κι αυτοί μας δείχνουν λαθεμένο δρόμο, γίνονται πληροφοριοδότες των συμμοριών, τους ετοιμάζουν λημέρια. Να φτιάξω και γω ένα δίκτυο οργάνωσης, όπως έχουν και οι άνθρωποι των ανταρτών. Έπειτα να οργανώσω ένα απόσπασμα από ζανταρμάδες, κι από κάποιους ανθρώπους του λαού, που δεν πάνε με τη μεριά του αντάρτη. Χρόνος χρειάζεται. Μυαλό και σωστός σχεδιασμός χρειάζεται.

Ο Ριουστού αναγκάστηκε να μελετήσει ως και τις συνήθεις του Τσακιτζή, το παρελθόν του τις αδυναμίες του την ψυχολογία του (κάθε βράδυ καθόμασταν και τα βάζουμε όλα σε μια σειρά, τις ασήμαντες μικροσυγκρούσεις και τις πιο συνηθισμένες αγαθοεργίες του, τους θυμούς του και τα γινάτια του, τις πονηριές του και τις αρρώστιες του, τα χούγια του και τα αντέτια του (συνήθειες). Ακόμα και τον τρόπο που ντυνόταν (δε φορούσε το κοντό μενεβρέκι μέχρι το γόνατο αλλά μακριά περισκελίδα ευρωπαϊκού τύπου, προκαλώντας το θαυμασμό αφού ξεχώριζε προκλητικά προσελκύοντας τους εχθρούς)

Ο Ριουστού παγίδευσε τον Τσακιτζή χρησιμοποιώντας πολύ μεγάλη μαεστρία και τον σκότωσε χάρη στην απίστευτη τόλμη του αδερφού του, που χώθηκε σ ένα νερόλακο και σκαρφάλωσε με υπεράνθρωπες προσπάθειες μια πολύ απότομη βραχοπλαγιά. Το πτώμα του όμως το βρήκαν αποκεφαλισμένο και γδαρμένο ώστε να μην είναι αναγνωρίσιομο, τέτοια εντολή είχε δώσει στα παλληκάρια του. Το αναγνώρισε η πρώτη του γυναίκα.

Το κρέμασαν από τα πόδια και το άφησαν εκτεθειμένο σε κοινή θέα στο κέντρο της πλατείας του Ναζιλλί, αλλά πολύς κόσμος έκλαιγε και το πήρε πολύ βαριά που εκτέθηκε δημόσια, κρεμασμένο ανάποδα το σώμα ενός τόσο γενναίου ανθρώπου.

Ο θρύλος του τσακιτζή έχει περάσει και στην ελληνική παράδοση, τραγουδήθηκε με τούρκικα αλλά και με ελληνικά λόγια. Αξίζει κανείς ν’ ακούσει την ερμηνεία του Παντελή Πολιτάκη (ελληνικά λόγια) αλλά και του Αντρέα Ρούσση που διατηρεί το τσάκισμα στα τούρκικα.

Γράφει η Χριστίνα Παπαγγελή

Υστερόγραφο: Από την ιστορία του εμπνεύστηκε κι ο Μπάμπης Μπακάλης στο τραγούδι «Αν θα μ’ αρνηθείς» (θα γίνω, θα γίνω για σένα τσακιτζής!)

ΔΙΣΚΟΣ 1986 – “ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ”

ΠΡΩΤΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ – ΣΤΡΑΤΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ( Β’ ΦΩΝΗ ) ΚΑΙΤΗ ΘΥΜΗ

Στίχοι: Δημήτρης Γκούτης

Μουσική: Μπάμπης Μπακάλης

Αν θα μ’ αρνηθείς Αν θα μ’ αρνηθείς
Να ξέρεις πως θα γίνω  Για σένα τσακιτζής
Θα γίνω θα γίνω Για σένα τσακιτζής

Με τα χρυσά μου άρματα Θα σκίσω την καρδιά σου
Θα κάψω το χαρέμι σου Και τον ψευτοπασά σου

Πρέπει να το ξέρεις  πως κυρά θα το πληρώσεις
Αν τύχει τα χείλη σου  Σε άλλονε να δώσεις

Θα γίνω θα γίνω Για σένα τσακιτζής
Αν θα μ’ αρνηθείς Να ξέρεις πως θα γίνω
Για σένα τσακιτζής

Σε ξένα χέρια κούκλα μου Ποτέ μου δεν σ’ αφήνω
Εγώ για την αγάπη σου Και τσακιτζής θα γίνω
Ξέρω πως σου τάξανε  χρυσάφια και παλάτια
Κι αμέσως θαμπώσανε  Τα όμορφά σου μάτια

Ο ΤΣΑΚΙΤΖΗΣ – ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΕΡΠΙΝΙΑΔΗΣ

http://www.youtube.com/watch?v=twErn-B_88g

 

Με αφορμή το κείμενο για το ζεϊμπέκικο που ανάρτησε ο  “Λογομνήμων” πριν λίγο καιρό , ξανακοίταξα το βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη ” Οι Ζεϊμπέκοι της Μικράς Ασίας” , εκδόσεις Άγρα, 2005.

ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ (The original zeybekiko)

(Ο γνήσιος ζεϊμπέκικος, δηλ. ο χορός των ζεϊμπέκηδων, ελάχιστη έχει σχέση με αυτόν που χορεύουμε στην Ελλάδα. Οι ζεϊμπέκηδες, εξισλαμισμένοι, μάλλον, Θράκες της Τουρκίας, ήταν ανυπότακτος λαός. Με το χορό αυτό, οι άνδρες έδειχναν την ομορφιά, τη ρώμη και την αντρειοσύνη τους.
Στο βίντεο, τούρκοι χορευτές χορεύουν εξαίσιο ζεϊμπέκικο, σε κλίμακα ραστ.
Η μουσική της αρχής και του τέλους είναι τούρκικη και του κυρίως μέρους, ελληνική.
Το ραστ χορεύεται, κατ εξοχήν, στο Ξηρόμερο Αιτωλ/νίας και στο Μεσολόγγι.
Στο ελληνικό κομμάτι, παίζει κλαρίνο ο Γιάννης Βασιλόπουλος.)

Ανάμεσα στις ιστορικές , λαογραφικές πληροφορίες για τους Ζεϊμπέκους, βρίσκω και εκείνες που αναφέρονται στον Τσακιτζή, τον σημαντικότερο εκπρόσωπο της κοινωνικής ληστείας στις αρχές του 20ου αι. σε όλο το ιστορικό φάσμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τον πιο διάσημο Ζεϊμπέκη.
” Ρομπέν της Ανατολής και βασιλεύς των ορέων” ονομάστηκε από τους δυτικούς.
Το μυαλό μου ταξιδεύει συνειρμικά σε ακούσματα της παιδικής μου ηλικίας . Το όνομα του Τσακιτζή δεν μου είναι άγνωστο. Έχω ακούσει πολλές ιστορίες από τον παππού μου – πατέρα της μάνας μου- μικρασιάτη πρόσφυγα από τα Αλάγια , αλλά και από τη γιαγιά μου – μάνα του πατέρα μου- από τα Βουρλά. Όμως και οι άλλες γυναίκες , όλες μικρασιάτισσες , άλλες μιλώντας ελληνικά και άλλες τούρκικα ανάκατα με λίγα ελληνικά κάτι είχαν να διηγηθούν έξω στα πεζούλια που μαζεύονταν , για τον Τσακιτζή που τον θεωρούσαν ήρωα, προστάτη των φτωχών. Στα αυτιά μου έρχεται η ανάμνηση και ενός τραγουδιού σχετικού, που το τραγουδούσαν με τούρκικα λόγια.

Traditional song from Izmir/Smyrna performed in Greek and Turkish by the Istanbul-based rembetiko group TATAVLA KEYFI-Ταταυλιανό Κέφι, Live at Karaborsa, Hayat TV

Αργότερα , όταν οι τούρκικες ταινίες ήταν στη μόδα, εκεί κάπου στη δεκαετία του ‘ 70 , και τα καλοκαιρινά σινεμά σε άνθιση , παίζονται ταινίες με τον Τσακιτζή και στο σινεμά της γειτονιάς να μην πέφτει καρφίτσα. Μνήμες από την πατρίδα, συγκίνηση και νέες ιστορίες για τις περιπέτειες του ήρωα  αλλά και το θάνατό του.

Tsakitzis (Cakici) – Roza Eskenazi

Μες της Σμύρνης τα βουνά και τα κρύα τα νερά
μες της Σμύρνης τα βουνά σαν λιοντάρι τριγυρνά.
-Με λεν εμένα Τσακιτζή
-Γειά σου, παληκάρι μου,
λεοντάρι στην καρδιά

Καθεμιά του ντουφεκιά είναι και παρηγοριά.
Καθεμιά του ντουφεκιά είναι και παληκαριά.
-Με λεν εμένα Τσακιτζή
-Γειά σου παληκάρι μου,
λεοντάρι στην καρδιά

Τη θρησκεία δεν κοιτά Τούρκα αν είσαι για Ρωμιά
-Με λεν εμένα Τσακιτζή
Τάμα τό’χει στο θεό

να παντρεύει ορφανά.

Έτος σύνθεσης: 1950

Άλλη μια, νεότερη, εκτέλεση του περίφημου παραδοσιακού τραγουδιού της Μικράς Ασίας που είναι αφιερωμένο στον λαϊκό ήρωα του Αϊδινίου Τσακιτζή. Ηχογραφήθηκε στην Πόλη αρχές της δεκαετίας του ’50, για τις ανάγκες της Αμερικάνικης αγοράς δίσκων, κατά την διάρκεια περιοδείας της Ρόζας στην Πόλη

Ο Τσακιτζής-Παντελής Πολιτάκης

Τσακιτζή παλληκαρά Με τα παλληκάρια σου

που την τρέμει ο ντουνιάς την παλληκαριά σου

και την εμορφάδα σου

Τσακιτζή παλληκαρά Πέρασε κι απ τα Βουρλά

πέρασε κι από τα Αϊδίνι τσακιτζή λεβέντη

να παντρέψεις ορφανά

Τσακιτζή δεν εβαρέθεις να γυρίζεις τα βουνά

για κατέβα και στη Σμύρνη τσακιτζή λεβέντη

να παντρέψεις ορφανά

Οι Έλληνες λησταντάρτες Ζεϊμπέκηδες

Επί οθωμανοκρατίας, σε όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας εμφανίζονται ληστρικές συμμορίες με έντονο αντιοθωμανικό και πολλές φορές αντιεξουσιαστικό /αντικρατικό χαρακτήρα. Οι χαϊντούκοι στη Βουλγαρία, οι κλέφτες στον ελλαδικό χώρο, οι χαϊνηδες στην Κρήτη, οι εφέδες και οι ζεϊμπέκοι στη Μικρά Ασία κ.τ.λ. Το φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις στην επικράτεια της οθωμανικής αυτοκρατορίας προκαλώντας εκτεταμένες συγκρούσεις, εξεγέρσεις και επαναστάσεις ( «η εξέγερση των κλεφτών προσφέρει το πρότυπο πάνω στο οποίο οι αγροτικές μάζες θα σφυρηλατήσουν προοδευτικά την επαναστατική τους ιδεολογία και συμπεριφορά»).

Όσοι δεν ανέχονται την καταπίεση και την αυταρχική συμπεριφορά των χωροδεσποτών και των εκπροσώπων της κρατικής εξουσίας καταφεύγουν στα κρησφύγετα των όρεων της περιοχής τους και αναλαμβάνουν ένοπλο αγώνα εναντίον της εξουσίας.

Σύμφωνα με τον λαογράφο Ν.Γ. Πολίτη η μεταμόρφωση του φιλήσυχου αγρότη σε ληστή ή αντάρτη είναι φυσικό επακόλουθο της στυγνής καταπίεσης της τουρκικής εξουσίας σε όλες τις χώρες της βαλκανικής : « και εν Βουλγαρία και εν Σερβία αι καταπιέσεις των τούρκων δυναστών μεταβάλλουν εις χαϊδούκον τον ειρηνικόν αγρότην»

Τα βουνά γέμισαν με λησταντάρτες, καθώς σύμφωνα με τη λαϊκή παροιμία : ο λύκος αν στεναχωρεθεί, κατεβαίνει στο χωριό, ο σκλάβος, αν στεναχωρεθεί, ανεβαίνει στο βουνό.

Σ αυτές τις ληστρικές συμμορίες με έντονο αντικρατικό χαρακτήρα, δε χωρούν εθνικοί διαχωρισμοί. Έλληνες, αλεβήτες, κούρδοι, ζαζάδες, αρμένιοι ,τσερκέζοι, ταχτατζήδες, νομάδες γουρύκοι, τούρκοι, βόσνιοι, βούλγαροι : « οι κατατρεγμένοι από το νόμο, δεν είχαν περιθώρια για εθνικές διακρίσεις» Το ελεύθερο λαϊκό επαναστατικό πνεύμα των κοινωνικών ληστών, οι οποίοι δεν κάνουν διάκριση ως προς τη φυλετική καταγωγή, θρήσκευμα και την εθνική συνείδηση των αδικημένων αλλά προστατεύουν και υπερασπίζονται αδιακρίτως τους ανθρώπους του λαού…

Στη Μικρά Ασία, εμφανίζονται οι λησταντάρτες, γνωστοί ως ζεϊμπεκοι, οι οποίοι αντιστέκονται με ζήλο στην κεντρική οθωμανική εξουσία. Είναι ριψοκίνδυνοι, γενναίοι, βοηθούν τους φτωχούς ( ο ληστής Τσακιτζής έμεινε γνωστός ως Ρομπέν της Ανατολής). Οι ζεϊμπέκοι συμμετέχουν ενεργά στην κοινωνική ζωή, χτίζουν τεμένη, γέφυρες, σχολεία, επισκευάζουν βρύσες και κρήνες, ανοίγουν πηγάδια, τιμωρούν τους χαφιέδες και τους αυταρχικούς τοπικούς ηγέτες, ληστεύουν κρατικές χρηματαποστολές και εύπορους έμπορους, παίρνουν λύτρα από γαιοκτήμονες.

Η σύγχρονη αντίληψη για τους ζεϊμπέκους είναι ότι στην πλειονότητά τους διακρίνονται από αντικρατική και αντιεξουσιαστική συμπεριφορά, στρέφονται εναντίον των προεστών, οι οποίοι φέρονται άδικα κι απάνθρωπα, και εναντίον της κρατικής βίας και καταπίεσης καθώς και της κακής διοίκησης και διεκδικούν τη δικαίωση των λαϊκών τάξεων.

Στην πλειονότητά τους παίρνουν ενεργό μέρος στους κοινωνικούς και μπορεί, ίσως, να θεωρηθεί ότι είναι τυπικά δείγματα επαναστατών… Η αντιεξουσιαστική και αντικρατική δράση τους ορίζεται ως πραγμάτωση συγκεκριμένων αξιών- απονομή δικαιοσύνης, προάσπιση του δικαίου των καταπιεζομένων και φτωχών, διαρκής αγώνας εναντίον της απανθρωπιάς και της τυραννίας. Είναι ιδεολόγοι επαναστάτες με αδιαμόρφωτη, από θεωρητικής άποψης, πρωτογενούς μορφής, αντικαταπιεστική-αντικρατική αντίληψη, οι οποίοι προσδοκούν μια κοινωνία ισότητας, κοινωνικής ελευθερίας και οικονομικής άνεσης.

Η δράση των κοινωνικών ληστών στη Μικρασία ξεκινά το 16ο αιώνα, όπου η λαϊκή απήχηση είναι τόσο έντονη, ώστε ο έλεγχος χάθηκε από την κυβέρνηση και δημιουργήθηκε « ατύπως ανεξέλεγκτη κοινωνική ατμόσφαιρα, καθώς οι ποικίλες συμμορίες ληστών αποκτούν μεγάλη δύναμη και επεμβαίνουν στη ζωή του λαού της περιοχής».

Το 1624 ο ληστής Τζεννέτογλου μαζεύει πλήθος χωρικών και επαναστατεί ανοιχτά κατά της κρατικής αδικίας. Η λαϊκή εξέγερση πνίγεται στο αίμα και ο Τζεννέτογλου δολοφονείται- το 1658 ο Μπουλούμπακση οργανώνει συμμορία, αλλά δολοφονείται απ΄ το διώκτη τωβ ανταρτών Σερντάρ Αλή Πασά. Οι «μπουλουμπακσήδες» αντεπιτίθενται στα 1672 και ως το 1699 κάνουν επιθέσεις κατά της κεντρικής διοίκησης του Αϊδινίου και των διπλανών κωμοπόλεων. Ο ληστής Μουσταφά τρομοκρατούσε από το 1735 ως το 1739 τους κοτζαμπάσηδες της δυτικής Μ. Ασίας .

Ως τις αρχές του 20ου αιώνα οι εξεγέρσεις και οι ληστείες ήταν πάμπολλες (μόνο στο βιλαέτι της Σμύρνης στις αρχές του 20ου αιώνα υπήρχαν 39800 ζεϊμπέκοι!). Η αντίστοιχη όμως κρατική καταστολή είναι τεράστια : «Στο Αϊδίνι έσφαξαν τους ζεϊμπέκηδες κατά ένα τρόπο που η ανείπωτη θηριωδία του θυμίζει τις άγριες σφαγές των αρμενίων… Ούτε αιχμαλώτους έκαναν ούτε πληγωμένοι υπήρχαν: κάθε ζεϊμπέκης που έπεφτε στα χέρια των Τούρκων, σφάζονταν.» «Αφού έκοψαν τα κεφάλια των σκοτωμένων τα πέρασαν στα κάγκελα του κονακιού σαν παράδειγμα προς αποτροπήν.»

Όμως, δεν ήταν μόνο η έντονη καταστολή. Πολλοί ζεϊμπέκοι πέρασαν στην αντίπερα όχθη και γίναν διώκτες ληστών για να εξασφαλίσουν αμνηστία και άλλα προνόμια (όπως ακριβώς έγινε και με τους κοινωνικούς ληστές του ελλαδικού χώρου). Τελευταία αναλαμπή ήταν ο Τσακιτζής, που στα 1899 οργάνωσε λησταντάρτικη συμμορία με έντονη φιλολαϊκη και αντιεξουσιαστίκη δράση. Ο Τσακιτζής σκοτώθηκε έπειτα από πεισματική μάχη 48 ωρών στην περιοχή Ναζιλλί το 1912. Η φήμη του απέκτησε και διατηρεί διαστάσεις θρύλου. Ο θάνατος του Τσακιτζη οριοθετεί και την λήξη της κοινωνικής ληστείας με πρωταγωνιστές τους ζεϊμπέκους στη σύγχρονη Τουρκία»

Εκτός από τους ζεϊμπέκους, στην περιοχή της Σμύρνης δράσαν και αρκετοί έλληνες ληστές. Γνωστότερος ήταν ο Κατιρτζίγιαννης : «Με τη συμμορία του επιτίθεται κυρίως εναντίον καραβανιών και ταχυδρομείων. Αιχμαλωτίζει εμπόρους, τους απαγάγει στο βουνό και απαιτεί λύτρα για την απελευθέρωση τους»

Το 1852 ένας γερμανός τυχοδιώκτης έγραψε στις σημειώσεις του « στην Σμύρνη και στα περίχωρα κυβερνούν ουσιαστικά οι αντάρτες, οι οποιοί κυκλοφορούν με μαχαίρια και όπλα και τρομοκρατούν τον πληθυσμό» Το δίκτυο επικοινωνίας του Καρτιτζίγιαννη ήταν τόσο οργανωμένο ώστε ήταν σχεδόν αδύνατο να διερευνηθεί από τις αρχές και να διαλυθεί. Η εξόντωσή του έγινε κατορθωτή με τεράστιους κόπους γιατί ο Καρτιτζίγιαννης είχε συνεργάτες ξενοδόχους, ,παντοπώλες,, καφετζήδες ,πολλούς ξένους ακόμα και προξένους ξένων κρατών στη Σμύρνη.

Οι Έλληνες ληστές του δυτικού Αιγαίου ληστεύουν πλούσιους λεβαντίνους της Σμύρνης , απαγάγουν εισαγωγείς , αιχμαλωτίζουν γνωστούς εμπόρους και παίρνουν λύτρα απ το κράτος. Η έξαρση του εθνικισμού, όμως, στην περιοχή οδήγησε τους Έλληνες αντάρτες στην προσχώρηση της Μεγάλης Ιδέας και τους ζεϊμπέκους στον Κεμαλικό επεκτατισμό. Έτσι, με τον συνδυασμό της καταστολής, της προδοσίας από μέσα και του εθνικισμού το φαινόμενο της κοινωνικής ληστείας μαράθηκε σταδιακά στο Βαλκανικό και μικρασιατικό χώρο.

Πηγή:Υπέρ του ανόμου συλλόγου κακοδαιμονιστών – Αλάστωρ (Ασύμμετρη Απειλή) Θεσσαλονίκη, Νοέμβρης 2005 http://rioter.info/2009/08/23

Bergama / Pergamos / Menemen Zeibekiko Zeybek Greek Turkish

Πέργαμος / Μενεμένη

Γνωστό τραγούδι σε ρυθμό zeybek

διάφορες εκτελέσεις στα τουρκικά και ελληνικά

ηχογραφήσεις στην διάρκεια του μεσοπολέμου σε Αθήνα , Τουρκία και Αμερική.

Φιλμογραφία

“ΤΣΑΚΙΤΖΗΣ. Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ”

(1960)- Σκηνοθεσία: ΑΝΔΡΙΤΣΟΣ ΚΩΣΤΑΣ

Πρωτότυπος Τίτλος: “ΤΣΑΚΙΤΖΗΣ. Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ”

Χρονιά Παραγωγής: 1960

Σκηνοθέτης: ΑΝΔΡΙΤΣΟΣ ΚΩΣΤΑΣ

Είδος: ΜΕΓΑΛΟΥ ΜΗΚΟΥΣ, ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ, ΙΣΤΟΡΙΚΗ

Σενάριο: ΦΩΣΚΟΛΟΣ ΝΙΚΟΣ

Δ/ντής Φωτογραφίας: ΜΗΛΑΣ ΝΙΚΟΣ

Ηχολήπτης: ΦΙΣΣΕΡ ΓΙΑΝΝΗΣ

Σκηνογράφος: ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΝΙΚΟΣ

Μουσική Σύνθεση: ΚΑΤΣΑΡΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ

Σύνοψη της υπόθεσης:

Ο ληστής Τσακιτζής (Ανδρέας Μπάρκουλης) κατηγορείται άδικα για το φόνο ενός πλούσιου χριστιανού, στην επαρχία που βρίσκεται υπό την εξουσία ενός αιμοδιψούς Πασά (Στέφανος Στρατηγός). Ο νέος δραπετεύει στα βουνά όπου και μένει για χρόνια στην παρανομία. Η Ζεχρά (Γκέλλυ Μαυροπούλου), κόρη ενός πλούσιου χριστιανού που δολοφονήθηκε, ετοιμάζεται να παντρευτεί τον Πασά. Ο Τσακιτζής την ερωτεύεται κι εκείνη προσποιείται ότι τον θέλει, για να τον εκδικηθεί επειδή τον θεωρεί φονιά του πατέρα της. Σύντομα, όμως, θα αποκαλυφθεί ο αληθινός δολοφόνος και η Ζεχρά θα γίνει γυναίκα του Τζακιτζή.

Ηθοποιοί:

ΜΠΑΡΚΟΥΛΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΓΚΕΛΥ

ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ

ΜΗΛΙΑΔΗΣ ΤΑΚΗΣ

ΚΕΔΡΑΚΑΣ ΝΑΣΟΣ

ΠΑΪΤΑΤΖΗ ΑΝΝΑ

ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΑΛΕΚΑ

ΠΟΔΗΜΑΤΑ ΛΟΥΪΖΑ

ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ

ΤΣΑΧΙΡΙΔΗΣ ΝΙΚΟΣ

ΚΑΜΕΝΙΔΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ

ΜΠΑΣΟΥΡΗ ΤΑΫΓΕΤΗ

ΒΟΥΛΓΑΡΗΣ ΑΝΤΩΝΗΣ

ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΚΩΣΤΑΣ

ΧΑΝΤΑΣ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗΣ

Πηγή: www.tainiothiki.gr/

“ΤΣΑΚΙΤΖΗΣ, Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ”

ΑΝΔΡΕΑΚΟΣ ΝΙΚΟΣ (ΖΩΓΡΑΦΟΣ)

Εκδότης: ΠΕΧΛΙΒΑΝΙΔΗΣΈτος Κατασκευής Αφίσας: 1960

Σκοπός Χρήσης: ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ

Χώρα Χρήσης Αφίσας: ΕΛΛΑΔΑ

Γλώσσα Αφίσας: ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Τρόπος Εκτύπωσης: ΧΡΩΜΟΛΙΘΟΓΡΑΦΙΑ

Κατάσταση: ΑΡΙΣΤΗ

Μήκος: 80 ΕΚ.

Πλάτος: 60 ΕΚ.

Πρόσωπα που απεικονίζονται: ΜΠΑΡΚΟΥΛΗΣ ΑΝΔΡΕΑΣ

Περιγραφή Περιεχομένου:

Ζωγραφική, πολύχρωμη αφίσα του Ν. Ανδρεάκου, που εικονίζει ορμητικό καβαλάρη να κρατά στο δεξί χέρι σπαθί. Πρόκειται για τον πρωταγωνιστή Ανδρέα Μπάρκουλη. Κάτω από την εικόνα, ο τίτλος της ταινίας με μεγάλα μαύρα γράμματα : ΤΣΑΚΙΤΖΗΣ, και ο υπότιτλος με μικρότερα : Ο ΠΡΟΣΤΑΤΗΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ. Κάτω από τον τίτλο, εικονίζεται μια δεύτερη εικόνα με μια γυναίκα ξαπλωμένη σε κλίνη και δίπλα της υπάρχει ένας άνδρας που την εναγκαλίζεται. Αριστερά, το σκηνικό συμπληρώνει ανατολίτικος χορός με χορεύτριες και αυλητρίδες. Η γυναίκα φέρει ελαφρά διάφανη ενδυμασία, σανδάλια, κοσμήματα στο χέρι και διάδημα στην κεφαλή. Στο κέντρο περίπου της αφίσας και αριστερά αναγράφονται τα ονόματα των πρωταγωνιστών : «Ανδρέας Μπάρκουλης, Γκέλυ Μαυροπούλου, Στέφανος Στρατηγός». Η υπογραφή του καλλιτέχνη, κάτω από τον τίτλο της ταινίας : «Ν. Ανδρεάκος». Στο κάτω μέρος της αφίσας : «Εκτύπωσις Πεχλιβανίδη».

Αισθητική Ανάλυση:

Ζωγραφική αφίσα του Ν. Ανδρεάκου, με ανατολίτικο σκηνικό. Το κύριο θέμα της αφίσας, ο Τσακιτζής, ξεπροβάλλει στο κέντρο της απεικόνισης, ορμητικός, με τα χαρακτηριστικά του πρωταγωνιστή Ανδρέα Μπάρκουλη, πάνω σε άλογο με έντονο καλπασμό. Λυγερή ανδρική κορμοστασιά με έντονο βλέμμα και αποφασιστική κίνηση, καθώς έχει υψώσει σπαθί με το δεξί χέρι. Την ηρωική μορφή του άνδρα επιτείνει η κίνηση του αλόγου. Και οι δυο μαζί, σαν ενιαίο σύνολο, είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τον κοινό εχθρό. Σαν σκηνικό της σκηνής αυτής λειτουργεί η ερωτική εικόνα στο κάτω μέρος της αφίσας, η οποία αποδίδεται με ψυχρά γαλανά χρώματα, σε μονοχρωμία, σε αντίθεση με τα θερμά χρώματα της καστανής ώχρας, που επικρατούν σε ολόκληρη την αφίσα. Και σ’ αυτήν την αφίσα μπορούμε να διακρίνουμε την τεχνική του Ν. Ανδρεάκου: την αντίθεση μεταξύ ζεστών και ψυχρών χρωμάτων, τις έντονες φωτοσκιάσεις, το εξωτικό σκηνικό και τις ανατολίτικες ενδυμασίες.

mare1952

agonaskritis.gr

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας