Το αδιάφορο, τις περισσότερες φορές, σερφάρισμα στο fb παύει να είναι μια άσκοπη και περιττή συνήθεια, όταν τυχαίνει να πέσεις πάνω σε κάποια ανάρτηση που σε κάνει να απομακρύνεις αμέσως το δάχτυλό σου από την οθόνη και να σκύψεις με προσοχή σε ένα κείμενο, όπου η γραφή σε καθηλώνει από την πρώτη ακόμα σειρά.
Κάπως έτσι συνέβη την ημέρα που «έπεσα» τυχαία στη σελίδα του νέου συγγραφέα Άρη Παχή διαβάζοντας ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο του με τίτλο «Ακατάσχετη ψυχορραγία». Το πρώτο ευχάριστο ξάφνιασμα από τον ιδιαίτερο τρόπο γραφής και την εξαιρετική περιγραφή της ψυχικής κατάστασης των χαρακτήρων επιβεβαιώθηκε απόλυτα, όταν λίγες μέρες αργότερα κρατούσα στα χέρια μου το βιβλίο.
Πρόκειται για μια συλλογή δεκαπέντε συνολικά διηγημάτων τα οποία ξετυλίγονται σε ένα βιβλίο 480 σελίδων (αρκετά μεγάλο για μία συλλογή) και όπως μαρτυρά ο τίτλος του πρόκειται για μια πραγματική ψυχορραγία ανθρώπων βουτηγμένων στον πόνο, τα αδιέξοδα και την απελπισία. Ανθρώπων με διαφορετικούς χαρακτήρες και κοινωνικές θέσεις που ζουν μια ζωή πολύ διαφορετική από αυτή που ονειρεύτηκαν και εξαιτίας του ατομικού τραύματος, του κοινωνικού περίγυρου, του χτυπήματος της μοίρας και των εσωτερικών συγκρούσεων φτάνουν να πονούν σωματικά, ψυχικά και συναισθηματικά.
Την ούτως ή άλλως βαριά ατμόσφαιρα των διηγημάτων αυτού του είδους, με την περιγραφή δυσάρεστων καταστάσεων, με τα δεινά των πρωταγωνιστών και την επακόλουθη αίσθηση απαισιοδοξίας που συνήθως αυτά αποπνέουν, ο συγγραφέας καταφέρνει να την υπερβεί με δύο τρόπους: Με μια γραφή που μαγνητίζει και, κυρίως, με τη δημιουργική διάσταση που δίνει στον ψυχικό πόνο, καθώς πολλές φορές τον παρουσιάζει ως δωρεά. Ως μια δυνητική αφετηρία μετασχηματισμού. Ως πρώτη ύλη για το χτίσιμο μιας νέας ζωής πάνω σε πιο στέρεα θεμέλια, καθώς δεν θεωρεί την οδύνη ως αιτία παραίτησης, αλλά ως πηγή εσωτερικής δύναμης και ενέργειας. Άποψη που φέρνει τον συγγραφέα κοντά στην ψυχοθεραπευτική Σχολή του Victor Frankl που αναδεικνύει την αξία της δημιουργικής επεξεργασίας του τραύματος.

Υπό την έννοια αυτή η Ακατάσχετη ψυχορραγία του Άρη Παχή είναι μια τολμηρή συλλογή διηγημάτων, με ανθρωποκεντρική και συνάμα ωμή προσέγγιση των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο άνθρωπος κινούμενος μέσα σε πνιγηρά περιβάλλοντα, όπως είναι αυτά των νοσοκομείων, των ιδρυμάτων, των σχολείων και των πορνείων, αλλά και μέσα σε ψυχοφθόρες καταστάσεις, όπως είναι η εξάρτηση από τα ναρκωτικά, η ξενιτιά και οι απογοητεύσεις.
Γι’ αυτό, αν και κάποιοι θα μπορούσαν να κατατάξουν το βιβλίο του Άρη Παχή στα δύσκολα έργα, στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα βιβλίο ποιοτικό. Ένα βιβλίο που ανήκει σε εκείνο το είδος λογοτεχνίας που συγκινεί και ταράζει, καθώς ψηλαφίζει με θάρρος τα ψυχολογικά και ηθικά όρια της ανθρώπινης ύπαρξης.
Για τον λόγο αυτό, η Ακατάσχετη ψυχορραγία απευθύνεται σε συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό. Απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν αναζητούν «ανάλαφρα» διηγήματα και ωραιοποιημένες ιστορίες με happy end, αλλά σε αναγνώστες με αντοχές και ευαισθησίες, που τολμούν να δουν κατάματα την αθέατη και σκοτεινή πλευρά της ανθρώπινης ύπαρξης και διαθέτουν τη δύναμη να συναισθανθούν την ψυχορραγία των χαρακτήρων.
Η χωρίς ταμπού και υπεκφυγές γραφή του Άρη Παχή είναι έντονα συναισθηματική δίνοντας έμφαση τόσο στην περιγραφή ακραίων ψυχικών καταστάσεων, όσο και στον εσωτερικό ψυχισμό των χαρακτήρων, γεγονός που καθιστά τη συλλογή των διηγημάτων του συγκινητική αλλά και ρεαλιστική.
Στα δυνατά σημεία του βιβλίου θα συγκαταλέγαμε την ειλικρίνεια και τη θαρραλέα θεματολογία και αναμφισβήτητα την τολμηρή ματιά στα βάθη της ψυχολογίας των πρωταγωνιστών. Στοιχεία που κινητοποιούν συναισθηματικά τον αναγνώστη και τον κάνουν να αγγίξει τον ψυχικό πόνο και σε ορισμένες περιπτώσεις να ταυτιστεί μαζί του.
Συμπερασματικά, η Ακατάσχετη ψυχορραγία του Άρη Παχή διαθέτει δύναμη, ειλικρίνεια και βάθος. Η ψυχολογική πίεση των διηγημάτων συγκινεί και ταράζει. Δεν είναι ένα βιβλίο για την παραλία, αλλά για τολμηρούς δύτες που αντέχουν στα μεγάλα βάθη των ψυχολογικών πιέσεων.
Παραθέτω το απόσπασμα του βιβλίου που ανήρτησε ο συγγραφέας στη σελίδα του στο facebook:
«…παππού, γιατί όταν σταματάς να γράφεις στο γραφείο σου, πάντα βάζεις την πένα σου κι ένα γαρίφαλο πάνω στο χαρτί; τον ρώτησα πίνοντας μια καλή γουλιά από τη δροσερή μου λεμονάδα.
Με κοίταξε κατάματα… Για να δυναμώσουν τα γράμματα, μικρέ μου, απάντησε χαμογελώντας πλατιά…
Να δυναμώσουν;
Ναι. Τα γράμματά μας δεν είναι απλά σχεδιάκια πάνω στο χαρτί. Έχουν ζωή μέσα τους, έχουν καρδούλα που χτυπάει.
Έσμιξα τα φρύδια μου. Δεν μπορεί ο παππούς να τρελάθηκε. Ανησύχησα…
Δεν παλάβωσα, βρε.
Ε, πώς, βρε παππού, έχουν καρδιά τα γράμματα; Δεν έχω ακούσει ποτέ εγώ να βγαίνουν χτυποκάρδια μέσα από τα τετράδιά μου.
Γέλασε και πάλι. Πιο βροντερά. Σκούπισε τον ιδρώτα που είχε μουσκέψει το μέτωπό του…
Όταν γράφω, γεννάω γράμματα πάνω στο χαρτί. Είναι ακόμα μωρά, αδύναμα. Όπως ήσουν κι εσύ όταν σε γέννησε η μαμά σου. Μην κοιτάς τώρα που ψήλωσες και έχεις δύναμη στα χέρια…
Που λες, μόλις τελειώνω το γράψιμο, αφήνω πάνω στο χαρτί την πένα για κρατήσει τα γράμματα εκεί. Να ξεκουραστούν για μέρες. Έτσι, όταν πηγαίνω τα γραπτά μου στην εφημερίδα, τα γράμματά μου είναι πιο δυνατά. Κι όταν είναι πιο δυνατά, μπορούν να αγγίξουν το μυαλό και τις καρδιές των ανθρώπων. Έτσι ελπίζω, τουλάχιστον.
Και το γαρίφαλο; Γιατί το βάζεις;
Όταν μαραθεί το γαρίφαλο, σημαίνει πως τα γράμματα ωρίμασαν. Οι ιδέες δυνάμωσαν. Τι λες; Πάμε; Μας περιμένει η γιαγιά και μας έχει ετοιμάσει χάντρες. Να φας, μη της κάνεις κόνξες. Είναι καλά τα όσπρια, θα δυναμώσεις κι άλλο»
…………..









































































































