Βέροια: Σελίδες από τα “ΑποΜνημοΝεύματα της μνήμης” κάθε Κυριακή πρωί στη Φαρέτρα
ΝΑΖΛΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ (Η)
———————–
Ο λογοτέχνης – εκπαιδευτικός – σεναριογράφος – κινηματογραφιστής Γιάννης Καισαρίδης
Μ’ ένα τρίκυκλο αρχίζει η Ιστορία.
Το κουμαντάρει ο πατέρας του αλωνίζοντας την αγορά.
Αυτός θα έχει για τιμόνι τα μολύβια του.
Θα γράφει με το «αποθηκευμένο» χάρισμα της γραφής.
Ώσπου τον «επισκέπτεται» το πρώτο Πανελλήνιο Βραβείο Λογοτεχνίας.
—Μήπως κάνατε λάθος; ρωτά.
Εγώ είμαι από τη Βέροια, κουκκίδα αμελητέα στα σύγχρονα γράμματα…
—Όχι, όχι, για σένα το βραβείο.
Γέμισες λευκές σελίδες
με έρωτες, με περιπέτειες, με αναπάντεχα της ζήσης.
Για σένα είναι.
—Εντάξει, εντάξει! λέει.
Θα το πω τότε κι εγώ στις πεταλούδες
κι αυτές ας το κάνουν ό,τι θέλουν, τους απαντά.
Έκτοτε, αυτό που λένε πως ο πρίγκιπας αγάπησε τη λογοτεχνία
που ξεμαρμαρώθηκε, να ξέρετε, σ’ αυτόν οφείλεται.
Στην ΚΑΙΣΑΡΙΚΗ του Καισαρίδη.
Τι περηφάνια για την πόλη να περπατά στους δρόμους της
ένας που «ΠΕΤΑ» και βλέπει μακρύτερα από τα «συμφραζόμενα»!
——————————
ΑΛΤ, κοσμοπολίτικο εστιατόριο του ’50 στη Βέροια
Εκεί, λοιπόν, μπορούσες να δεις γκαρσόνια με παπιγιόν
και καλόγουστο λευκό ντύσιμο,
να χαρείς το εσωτερικό σιντριβάνι,
να νιώσεις την αγάπη και το ενδιαφέρον
να ψηλώσει και να σηκώσει τη Βέροια
ο Πατέρας Καλογήρου πέραν των επαρχιακών συνόρων.
Ένας καθημερινός Μύθος της Πόλης,
με εξαιρετικά εδέσματα και ευγενικό σερβίρισμα.
Αν πας στη Βέροια, μην ξεχάσεις
το μεσημέρι να σταθμεύσεις στην «5η λεωφόρο της Πόλης».
Μπορείς να ζήσεις το Μέλλον εκεί, καθισμένος στο διπλανό τραπέζι.
———————————–
Ο αστείρευτος Γιώργος Καλογήρου
Μπορείς να ξεκινήσεις μ’ ένα «Αααααααααα» θαυμασμού,
ή να πεις πως ο Καλογήρου μεγάλωσε με Μούσες,
ή να πεις, ο Καλογήρου είχε καλύτερη φιλενάδα του την ΠΟΛΗ,
ή να πεις πως συνέθεσε το τραγούδι «Άσπρα Φτερά» για να πετάξει η πόλη,
ή να πεις τι ωραίο και τι σπουδαίο πράγμα για την πόλη
να της κάνει καντάδες ένας ξάδελφος του Ορφέα!
Θα πρέπει η πόλη να βρει τρόπο να τιμήσει
έναν ευεργέτη της,
έναν παιδαγωγό,
έναν ευγενή,
έναν συνεργάτη του Μέλλοντός της,
να βρει έναν τρόπο να πει,
…θυμάμαι πως απ’ τα μέρη του πέρασε η ΛΑΜΠΡΟΤΗΤΑ.
Ο Γιώργος ο Καλογήρου
και η παρέα του κάναν δώρο στην πόλη το Φεστιβάλ Παραγωγής Βεροίας,
ένα γεγονός που μετέφερε την αξία της γονιμότητας της γης της Ημαθίας στην Τέχνη.
Κατόρθωμα! Μέγιστο!
Για να «θηλάσει» η Πόλη τα Ανώτερα!
Χρωστούμε όλοι μας σεβασμό σ’ έναν δημιουργό που αγάπησε
και ξοδεύτηκε ολοκληρωτικά για να ΑΝΘΙΣΕΙ η Επαρχία.
Έκανε μονάχα μια παρασπονδία.
Αγάπησε την Άννα!
————————————–
Λαϊκή αρχιτεκτονική της Βέροιας
Όταν λέμε «λαϊκή αρχιτεκτονική της Βέροιας»,
Πρώτα πρώτα πρέπει να σηκωθούμε όρθιοι.
Να κρατήσουμε 28 λεπτών σιγή
και να απονείμουμε το βραβείο Αγνωσίας
σ’ όλους όσοι «Επιτέθηκαν Άγρια» στα ανυπεράσπιστα σπίτια.
Τα σπίτια της λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Σκηνικό θεάτρου η πόλη, πριν αρχίσει ο διωγμός
της επιτιθέμενης εργολαβικής αρχιτεκτονικής.
Στέγες που φιλιούνταν, καλντερίμια που «ζωγράφισαν» οι μάστορες
χαγιάτια, σαχνισιά…
Έπειτα τρέχαμε στα καλντερίμια, στα προαύλια των 75 εκκλησιών,
στις γειτονιές με τα δένδρα και τις βρύσες.
Ό,τι και να πεις γι’ αυτόν τον μαγικό κόσμο που «διώχθηκε»,
μοιάζει μ’ ένα σκηνικό που εξαφανίστηκε
και άφησε τους ηθοποιούς γυμνούς στην ιστορία.
Ένα εκπληκτικό σίριαλ,
οι γιαγιές με τα σεγκούνια, να περνούν απ’ τα στενά
με τις γούνες τυλιγμένες στον λαιμό και τα καλόκαρδα χαμόγελα στα πρόσωπά τους.
Η αρχοντιά μεταφρασμένη σε λαϊκή έκφραση,
σπίτια και δένδρα και νερά και τζίτζιφα
και οι Άγιοι, προστάτες των γειτονιών και των νεαρών αισθημάτων.
…Ήτανε μια φορά, μάτια μου, κι έναν καιρό…
…μια κούκλα Πόλη να σε χαρώ…
————————-
Φασουλονταβάς Βεροίας…
Λένε,
πως επί των ημερών του Δημάρχου Κεμιντζέ
στρώσανε ένα τραπέζι με όλα τα καλά
για να τιμήσουν και να ευχαριστήσουν τον Γεώργιο Παπανδρέου
για τον ερχομό του στην πόλη,
και μέσα σ’ όλα τα εδέσματα ήταν και ένας Φασουλονταβάς,
που έκανε η κυρία Άννα, η γυναίκα του Δημάρχου.
—Στην υγειά σας, στην υγειά σας, αναφωνεί ο Παπανδρέου.
Κι έπειτα, τσουγκρίσματα και δοκιμές στους μεζέδες.
Μετά από λίγο…
—Θα παρακαλούσα πάρα πολύ να πάρετε τα άλλα πιάτα
και να αφήσετε κοντά μου μόνο αυτό που λέτε φασουλονταβά, λέει ο Παπανδρέου.
Αυτός ήταν ο λόγος που έπειτα επισημοποιήθηκε
ο Φασουλονταβάς ως το Εθνικό Προϊόν της Βέροιας.
Δεν είναι φασόλια σούπα,
δεν είναι φασόλια φούρνου,
δεν είναι φασουλοσαλάτα.
Είναι ένα μυστήριο της φτώχειας
που εφευρίσκει τρόπους για να κρατά ενδιαφέρουσες τις συνευρέσεις.
—————————
Οι εξόριστοι
Οι εξόριστοι είναι πολλοί.
…Μιλώ για τα τελευταία σαλπίσματα
των νικημένων στρατιωτών… γράφει ο Αναγνωστάκης
Ο Γιάννης Αληχανίδης, ο Γιάννης ο Πέτσας, ο Νίκος ο Κόγιας,
ο Αντώνης ο Κόγιας, ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, ο Ηλίας Σιδηρόπουλος,
ο Βιτάλης Παρασκευόπουλος, ο Ταξιαρχόπουλος ο Γιώργος, ο Σωτήρης Μπίσμπας,
η Φρόσω η Μπίσμπα, ο Γκίκας ο Κώστας και η γυναίκα του η Ισμήνη, ο Νίκος Ελευθερίου, ο Τσαγκαλίδης Μιλτιάδης, ο Καραφουλίδης Χαράλαμπος, ο Γεωργιάδης ο Κώστας, ο Μενέλαος και ο Τάκης Καλλιαρίδης, ο Κώστας ο Ακριτόπουλος, ο Σωκράτης ο Γυριχίδης, ο Γιώργος ο Παπαδόπουλος, ο Γιώργος ο Πασαλίδης,
ο Πασχαλίδης ο Μανώλης, ο Ζήσης ο Κυριακού, ο Αϊβαζίδης Ιάκωβος, ο Γιώργος ο Πέρογλου, ο Νίκος Ελευθερίου, ο Χατζηδημητρίου Δημήτριος, ο Βάσογλου, η Ρούλα η Κουκούλου, ο Αγγέλου Κώστας, η Ευρυδίκη Αγγέλου-Γιαννοπούλου, ο Πιττάκης Αλέκος, ο Παπής Αντώνης, ο Μίττας ο Κώστας, ο Αϊνατζής Κώστας, ο Βύζας ο Μαργαρίτης, ο Κώστας και η Δώρα Μπέντζου, ο Ιωσηφίδης, ο Αδαμίδης, ο Μαρκοβίτης ο Μάριος, ο Λιάλιος Αγησίλαος, ο Κεραμίδης Πελοπίδας, ο Κασαπίδης Κώστας, ο Χατζηπαράσκης Αλέκος, ο Βάντσας ο Γιώργης, ο Τούσιας Βασίλης, ο Γιάννης ο Προκόπης, ο Τεπελένης ο Γαβριήλ, ο Παραστατίδης Αντώνης, ο Τσεχελίδης Αναστάσιος, ο Οικονομίδης, ο Ιωαννίδης Παύλος, ο Μασμανίδης Παντοκράτωρ, ο Στυλιανού ο Δημήτρης, ο Κώστας ο Μυλωνάς, Μουρατίδης Γιώργος, ο Σπυριδωνίδης Μενέλαος, ο Κιάτσης Γεώργιος, ο Καραβασίλης ο Γιώργος, ο Πατρίκας ο Βασίλης, ο Κουμπουλίδης ο Θεόδωρος και ο Θεόφιλος, ο Γερασιμίδης ο Σταύρος, ο Τσαουσίδης Χαράλαμπος, ο Γιάννης ο Γαβριηλίδης, ο Χατζηγεωργίου ο Φίλλιπος, ο Σίμος ο Τσακιρίδης, ο Κώστας ο Ματάκης….
Και τα άλλα καφενεία;
Οι άλλοι;
Οι δολοφονημένοι Έλληνες του Εθνικού Στρατού;
Πόσοι και πόσοι Έλληνες θυσία στην παγκόσμια σκακιέρα της Υπεροψίας.
Οι Χαροκαμένες, οι διαλυμένες «αριστερές» και «εθνικόφρονες» οικογένειες;
Τα ορφανά παιδιά, οι σκοτωμένοι,
το κρυμμένο, σκοτεινό, δολοφονημένο ΜΕΛΛΟΝ…
Πόσοι άλλοι Έλληνες θύματα του αδελφοκτόνου δράματος.
ΣΕ ΓΝΩΡΙΖΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΟΨΗ.
ΣΕ ΓΝΩΡΙΖΩ ΑΡΑΓΕ;;;;
ΤΟ ΕΛΛΑΣ της ΕΛΛΑΔΑΣ
Η ΕΛΛΑΔΑ του ΕΛΛΑΣ στον όλεθρο.
…Γιαγιά, να ένα μαύρο μαντίλι, είπε η Λίζα
Να και ένα άλλο, είπε ο Γιώργος.
Να ο ΕΜΦΥΛΙΟΣ, είπε η γιαγιά… έγραψα χρόνια πριν…
Στην πόλη κυκλοφορεί σιωπή.
Μια δραματική λυπημένη Ιστορία που διηγείται
και σέρνει βήματα των αποφυλακισμένων
που συγκεντρώνονται στα αριστερά καφενεία και στα δεξιά οι άλλοι.
Πώς μας γέλασαν οι παγκόσμιες δυνάμεις
και βάλαν τους Έλληνες να αλληλοσκοτώνονται;
Αδέλφια να αλληλοσπαράζονται,
και να μη βρίσκουν άκρη τα μυαλά των μανάδων και των πατεράδων.
Ποιος θα βγει να πει μια φορά δυνατά στα Παγκόσμια Μ.Μ.Ε.
να μαρτυρήσει πώς και γιατί σκότωσαν τους Έλληνες;
Ποιο παγκόσμιο τέρας θα γονατίσει;
Γιατί ζηλεύουν την Ελλάδα;
Πόσα χρόνια δολοφόνησαν τον Ανθρωπισμό;
Ποιος παγκόσμιος Ιερέας θα ζητήσει συγγνώμη απ’ τις μαυροντυμένες οικογένειες;
========================
————————————
Η ταβέρνα του ΛΥΧΝΑ
Ο Μέρκος, όμως, στου Λίχνα την ταβέρνα δίπλα στη λαϊκή αγορά,
ο Μέρκος,
μια φιλολογική έκφραση του Σκαρίμπα,
ένας ανεμοστρόβιλος της λογικής
ένας «πειραγμένος» απ’ τα πολλά σφυρίγματα της ζωής…
Μια ταβέρνα σκεπασμένη από κληματόφυλλα,
προστατευμένη από την κίνηση,
μια λογοτεχνική έδρα για εξομολογήσεις των καθημερινών,
των ερωτικών καημών, των φοιτητικών συναντήσεων,
ένα κέφι που αντιστέκεται στην καθημερινή επαναληπτικότητα.
——————————–
Φίλιππος, η ομάδα Μπάσκετ της Βέροιας
Απ’ τον καιρό που η ομάδα μπάσκετ του 6ου Στόλου
ήρθε στη Θεσσαλονίκη και έπειτα στη Βέροια,
για να παίξει μπάσκετ στα πευκάκια, το σημερινό αθλητικό κέντρο στην Ελιά,
πέρασαν χρόνοι πολλοί και μνήμες προσφιλείς
εγκαταστάθηκαν σε όλους όσοι αγάπησαν το μπάσκετ.
Έχουμε και λέμε! Βλαχόπουλος, Βλαχογιάννης, Ρούσσος, Γκαλέτσης,
ο Θανόπουλος, ο Στέφανος Ιωακειμίδης, ο Πιστοφίδης
ο Σάκης ο Παπαδόπουλος, ο Κωστάκης, ο Σχοινιώτης,
ο Μιχάλης ο Ζάννος, ο Τρύφων ο Σανίκης, ο Στυλιανίδης,
ο Γκαλαΐτσης, ο Κυρόπουλος, ο Τσάρλυ, ο Γιουβανάκης
οι Βαφειδαίοι Ντίνος και Γιώργος, ο Ροδόπουλος, ο Σλάβης
ο Δουλγέρογλου, ο Ουσουλτζόγλου, ο Ταχτσόγλου, ο Παπαγάλος,
ο Μεϊμαρίδης, ο Βαγγέλης Οικονόμου, ο Λάσκαρης, ο Χωματάς,
ο Κοκκαλιάρης, ο Ναζλίδης, ο Καπράρας ο Στέργιος…
Στα χέρια και την έγνοια του Λαζού σήμερα ο Σύλλογος.
—————————————
Ο Βεροιεύς Βικέλας & οι Ολυμπιακοί Αγώνες
Δεν είναι μικρό πράγμα να έλκει την καταγωγή του από τη Βέροια
ο εμπνευστής των Ολυμπιακών Αγώνων,
ο πρωτεργάτης της οικοδόμησης του Οργανισμού
που αναβίωσε το αθλητικό ειρηνοποιό πνεύμα των ΟΛΥΜΠΙΑΚΩΝ ΑΓΩΝΩΝ.
Τι σπουδαία κληρονομιά για την πόλη και τη φήμη της
να καυχιέται πως ο Βικέλας έχει την οικογενειακή του καταγωγή απ’ τη Βέροια;
Η οδός Βικέλα που ο Δήμος χάρισε σε μια κεντρική αρτηρία της πόλης
δεν φθάνει βέβαια για να ανταποδώσει την ΔΩΡΕΑ ΦΗΜΗΣ του Βικέλα στην πόλη.
Οι Βεροιείς διαβάζουν με συγκίνηση το κείμενο του Βικέλα που γράφει:
«Αλλ’ αισθάνομαι ότι, αν ήταν δυνατόν, και σήμερον έτι,
να στήσω την σκηνήν μου εις Βέροιαν,
εκεί ήθελα ανεύρει την πατρίδα,
καθόσον εκεί συγκεντρούνται
αι οικογενειακές μου παραδόσεις.
Δεν λησμονούμεν ότι εκείθεν καταγόμεθα…»
Η τελευταία παράγραφος
είναι παρμένη από την έκδοση-μελέτη του δικηγόρου Ιστορικού Γιώργου Χιονίδη
Ο Δημήτριος Βικέλας και ο δεσμός του με τη Βέροια.
——————-
«Μπελούγκα»
Στο «Μπελούγκα» γίνεται η ανακατανομή και αναδημοσίευση των ΝΕΩΝ της πόλης.
Οι Βεροιείς «σταθμεύουν» στις αναπαυτικές καρέκλες για τον πρωινό καφέ
και οι σβέλτες και ευγενικές γκαρσόνες
προσφέρουν καφέ μαζί με τα ειλικρινή χαμόγελά τους.
Και ωραίο φαγητό όμως
και ωραία γλυκά και διαλεχτά κρασιά,
και φρέσκες σαλάτες
και φρούτα
και στρωμένα τραπέζια
δεξιώσεων και αρραβώνων,
και συναντήσεις συλλόγων
και επετειακές συμμαθητών.
Διευθυντής ένας ευφυής, καλόκαρδος επιχειρηματίας, ο Νίκος ο Οικονόμου,
που χαίρεται να ακούει, να συγκεντρώνει και να μελετά
τις καθημερινές ιστορίες της πόλης που διηγούνται οι παρέες.