Βέροια: Σελίδες από τα “ΑποΜνημοΝεύματα της μνήμης” κάθε Κυριακή πρωί στη Φαρέτρα
ΝΑΖΛΙΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ (Ε)
————————
Η πλατεία Ωρολογίου
Το τσούγκρισμα των πασχαλινών αυγών στο Ρολόι.
Εγώ την πρόλαβα τον καιρό που οι Μικρασιάτες, οι Πόντιοι και οι άλλοι,
άφηναν τις λέξεις, τις μαρτυρίες, τις τραγωδίες της προσφυγιάς στην πλατεία.
Και το Πάσχα μαζεύονταν από νωρίς το πρωί
κρατώντας τα πασχαλινά κόκκινα αυγά τους αυτοί που θα αναμετρηθούν.
Δεν πρόλαβα τον επιβλητικό πύργο με το ρολόι
που κατεδαφίστηκε για λόγους μοντερνισμού.
Τον είδα, όμως, ζωγραφισμένο από τον κυρ Θωμά τον Βαφείδη.
Εκεί οι καταθέσεις στεφάνων στο Ηρώο της πόλης,
εκεί η συγκέντρωση των μαθητών για τις παρελάσεις
εκεί οι πανηγυρικοί της ημέρας στις εθνικές γιορτές
εκεί και αθώα ραντεβουδάκια των μαθητών
που πλουτίζουν την πλατεία.
Το κτίριο των παλιών δικαστηρίων,
δεσπόζει ακόμη και σήμερα στην πλατεία,
«υποστηριζόμενο» από το άγαλμα του Ρακτιβάν στην πρόσοψή του
και μύριες δικαστικές αποφάσεις μένουν «αποθηκευμένες» στη μνήμη του.
Κάτω απ’ τον μεγάλο πλάτανο το περίπτερο του Γότα και γύρω απ’ αυτό
ατέρμονες συζητήσεις και διηγήσεις απ’ τους ανθρώπους
που έχουν στην πλατεία τα έδρανα του «κοινοβουλίου» τους.
Τα παγκάκια της πλατείας. Και το Πάσχα; Πανζουρλισμός!
Όμως η πλατεία έχει και πολιτικά φρονήματα!
Τι θες ο Γ. Παπανδρέου, ο Κ. Καραμανλής, ο Ηλιού…
πολιτικοί όλων των παρατάξεων
μιλούν για το μέλλον, στέλνουν υποσχέσεις,
«Διορίζουν και Δωρίζουν» ευχές, ταρακουνούν την καθημερινότητα
και χαρίζουν ελπίδες στους αφοσιωμένους στα όνειρα.
…Η πλατεία ήταν γεμάτη από συντρόφους οικοδόμους φοιτητές…
τραγουδά ο Διονύσης Σαββόπουλος.
————————–
Η Ντέλλα Ρούνικ – Πασβαντίδου
Έπειτα η μικρή κοπέλα έφυγε απ’ τους στενούς δρόμους της Πολιτείας της
και χάθηκε στα παραμύθια.
Εκεί βρήκε τους πρίγκιπες,
τους Προέδρους,
τους βασιλιάδες,
τους επωνύμους των ονείρων της.
Έχτισε έναν κόσμο με τα χέρια και τον νου της,
είδε από ψηλά τις μέρες ευεργεσίας του Καιρού της,
έφτιαξε γλυπτά,
ζωγράφισε,
φόρεσε τους πιο διάσημους μόδιστρους,
είπε πως η ΖΩΗ είναι κάτι πολύ περισσότερο από τα αβαρή σύνορα της τυποποίησης.
Η Ντέλλα Πασβαντίδου,
Μούσα και Σταχτοπούτα ακριβών παραμυθιών
που σιγοτραγουδά τον Λόρκα…
…στην ανθισμένη την πορτοκαλιά από κάτωωωω,
Αχχχ έρωτάααααααααααααα…
————————–
Το καμίνι του μπαρμπα-Γιάννη του Ρήγα
Στην αρχή της οδού Μεγάλου Αλεξάνδρου ένα βεροιώτικο σπίτι με χαγιάτι και οντά
και ένα καμίνι στο ισόγειο που σκορπά αρώματα γλυκάνισου και σταφυλιών
κι έπειτα στάζει τσίπουρο στα κανάτια.
Μεθά όλη η γειτονιά από τη μυρωδιά
και οι πρώτοι πρώτοι δοκιμαστές πιάνουν το τραγούδι.
…Από την πόρτα σου περνώ, Φρόσουρίνα μου…
Άιντε τη βρίσκω κλειδωμένη,
Ρίνα κουκουλαζούδα μου…
Τι μυθικό πράγμα να ’ναι ο Θεός Διόνυσος στη γειτονιά σου!
Τα τρία του παιδιά χαίρονται.
Η Στέλλα ο Νίκος και η Ελένη το ’χουν καμάρι.
Ένα θαύμα μες στο σπίτι τους.
——————————-
Η «Μητέρα της πόλης» Κλινική Αντωνιάδη
Εκεί γεννήθηκαν όλοι.
Η σταθερή και μόνιμη «Έγκυος της Πόλης», που γέννησε όλους τους Βεροιείς.
Ιδρυτής ο ΣΟΛΩΝ, συνεχιστές οι γιοι του, ο Νίνος και ο Άκης.
Τα σκαλοπάτια της κλινικής τ’ ανέβηκαν όλοι.
Εκεί γεννήθηκαν Δήμαρχοι, Νομάρχες, Επιτελείς
οι Διευθυντές, οι Γιατροί, οι Μηχανικοί, οι Δικηγόροι,
οι Φρουτέμποροι, οι Σιδηροδρομικοί, οι Εστιάτορες
οι Λαχειοπώλες, οι Εργάτες, οι Καθηγητές, οι Δάσκαλοι, οι Ζαχαροπλάστες…
οι όμορφες,
αυτές που ξέρουν πως η ζωή διαδέχεται η μία την άλλη.
ΚΛΙΝΙΚΗ ΗΣΥΧΙΑ γράφει η ταμπέλα.
Η μαμά της Ιστορίας της πόλης
που γράφεται στη συνείδηση του καθενός.
—————————
Ο Κήπος της Ευφημίας και το βυρσοδεψείο του παππού Γιάννη Δασκαλόπουλου
Εκεί είναι μια ταξιαρχία πυξαριών παραταγμένη σε παράλληλους κύκλους,
τρίγωνα, τετράγωνα και μια σειρά γαρδένιες παραταγμένες σε μεγάλες γλάστρες.
Είναι κι ένα μαρμάρινο σιντριβάνι,
και γλαδιόλες και κρίνοι και βιολέτες και γαρίφαλα και τριαντάφυλλα,
είναι υάκινθοι, είναι πετούνιες, είναι ζίνια, μαργαρίτες, κοράλλι, κατιφέδες, πανσέδες,
σκυλάκια, βιολέτες, βερβένα, αγγελική, γιασεμί, λεβάντα, δενδρολίβανο, θυμάρι,
γεράνια, ηλίανθοι, καλεντούλα, κρίνοι, φουντουκιές, πασχαλιές…
και τι δεν είναι.
Κι ανάμεσά τους κρυμμένη μια ταμπέλα
που γράφει… ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ.
Ελάτε στην γοητεία του κήπου της γιαγιάς μου
που ’ρθε πρόσφυγας απ’ το Ορτάκιο της Βιθυνίας
και έφερε μαζί της τ’ αρώματα των λουλουδιών της Μικρασίας.
Αλλά και δένδρα, κερασιές, λωτοί, ευκάλυπτοι, φλαμουριές,
θάμνοι από γιασεμιά, φουντουκιές
και στην άκρη και σε κάθε γωνιά η Αγάπη για την Ομορφιά.
Ο παππούς Δασκαλόπουλος φέρνει μαζί του
το μικρασιάτικο ΚNOW HOW για την επεξεργασία των δερμάτων.
Κτίζει το βυρσοδεψείο του στην αρχή της οδού Πιερίων
και προμηθεύει σ’ όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό
επεξεργασμένα δέρματα. Ο γιος του, ο Γιώργος, θα συνεχίσει
το έργο του πατέρα του και θα σταθεί αρωγός
σε παιδιά που σπουδάζουν, σε οικογένειες που έχουν ανάγκη
σε ό,τι η πόλη επιχειρήσει στον πολιτισμό
και η μικρασιατική μνήμη θέλει να διατηρήσει ακέραια.
———————————-
Οι φούρνοι της Βέροιας
Μεγάλη παράδοση οι φούρνοι της Βέροιας.
H παλιά οικογένεια Σερεμέτα, οι φούρνοι «Breda» του Ευθύμογλου,
του Κυριαζάκη, του Λυκούργου, του Κόγια, του Φυτίκα, του…
Είναι φημισμένα τα βεροιώτικα κουλούρια.
Σαν κοπιάσουν οι ξένοι, ρεβανί Χοχλιούρου και κουλούρια Βεροίας θα ζητήσουν.
Περιουσία της πόλης, οι γεύσεις της,
που μαζί με τον φασουλονταβά της
διεκδικούν μια πρωταγωνιστική θέση στις προτιμήσεις ντόπιων και ξένων.
Και οι λαγάνες; Πανζουρλισμός!
Αρχίζει η νηστεία της Σαρακοστής.
Δηλαδή το ΚΟΙΝΟ ΑΙΣΘΗΜΑ των πολιτών, η Κοινή Συνισταμένη της Ιερότητας.
——————
Τα Εκκοκκιστήρια της Βέροιας
Των αδελφών Ουσουλτζόγλου,
του Ανδρέα Ναζλίδη, του Κοσμά Τσιτιρίδη,
του Καζαντζίδη, του Στέφανου Τσιράκογλου, του Ασβεστόπουλου,
της Ένωσης Γεωργικών Συνεταιρισμών.
Μια βιομηχανική αλυσίδα εργοστασίων που εκκοκκίζουν βαμβάκι,
για να ανταποκριθούν και να καλύψουν
την τεράστια παραγωγή βάμβακος της Ημαθίας.
Μυθικές είναι οι μεταφορές του βαμβακιού σε μπάλες
με τα κάρα της οικογένειας Γκανάρα
και τα ψηλά άλογα που περνούν μέσα απ’ την πόλη,
για να καταλήξουν στον σιδηροδρομικό σταθμό
απ’ όπου αρχίζει το εξαγωγικό τους ταξίδι στον Κόσμο.
Πανηγύρι μεγάλο η συγκομιδή στα χωράφια
και η μεταφορά του με καρότσες και τρακτέρ,
ώσπου να αντικατασταθεί η «μετακόμιση»
απ’ τα χωράφια στα εκκοκκιστήρια με τα σύγχρονα φορτηγά και τις νταλίκες.
Οικογένειες οικογενειών ζουν απ’ αυτήν την καλλιέργεια και την εκβιομηχάνισή της.
Σπουδάζουν παιδιά, παντρεύουν κορίτσια, κτίζουν εκκλησιές, βοηθούν απόρους
ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΕΙΤΑΙ όλη αυτή μοναδική παραγωγή.
Αυτή η ευλογία του Κάμπου.
————————–
Κονσερβοποιία VENUS Growers. Στέλιος Θεοδουλίδης, Αντώνης Μαρκοβίτης
Σπουδαία επιχείρηση η Κονσερβοποιία VENUS,
που συγκαταλέγεται και βραβεύτηκε
σαν μία από τις πλέον σημαντικές εταιρίες στην Ελλάδα.
Κάτι λίγοι παραγωγοί ροδακίνων,
με πρωτεργάτη τον παππού Μαρκοβίτη,
ξεκίνησαν να ιδρύσουν έναν συνεταιρισμό παραγωγών
που σήμερα αριθμεί περισσότερα από 600 μέλη.
Εξάγει το 95% των προϊόντων της σε όλο τον κόσμο
και με ικανή διοίκηση
με Πρόεδρο τον Αντώνη Μαρκοβίτη
και διευθύνοντα σύμβουλο τον ικανότατο και ευφυέστατο Στέλιο Θεοδουλίδη,
ανοίγει τα φτερά της στις αγορές όλου του κόσμου
αξιοποιώντας τη ροδακινοπαραγωγή της Ημαθίας.
Μια παραγωγή, η γέννηση της οποίας οφείλεται στον Μέγα Αλέξανδρο
που έστειλε από την εκστρατεία του στην Κίνα
τα ΡΟΔΑ-ΚΙΝΑ(Σ) στη Μακεδονία.
———————-
Οι δάσκαλοι της Βέροιας…
Αν πεις τα ονόματα των δασκάλων
Παρούσης, Κωστούλας, Οικονόμου, Γιόλα, Ζάχου, Φέσσας,
και των καθηγητών Τσολάκης, Καρανίκας, Τσαούσης,
θα ευεργετηθούν τα νιάτα της πόλης.
Μνήμες εξαίσιες θα παρουσιασθούν εμπρός σου.
Πόσο όμορφο είναι να έχεις στη ψυχή σου
ανθρώπους δοσμένους στο εκπαιδευτικό καθήκον τους.
Γίγαντες για τα παιδικά σου χρόνια
και καθηγητές φωτισμένοι, αγαπητοί, εμπνευσμένοι
και φιλαλήθεις στα εφηβικά σου χρόνια.
Παραδείγματα ενθουσιώδη για τις ψυχές των νέων παιδιών
και αποκαλυπτήρια εισαγωγής στον πολιτισμό για την υποδοχή του ΑΛΛΟΥ.
Πόσοι Παρούσηδες, Οικονόμοι, Τσολάκηδες,
κυκλοφορούν ανάμεσά μας κάθε μέρα,
καθώς οι δωρεές ευγενικών αισθημάτων
με τις οποίες εφοδίασαν τους μαθητές
μοιράζονται και απλώνονται στην πόλη κάθε μέρα.
Στιγμές που σημάδεψαν τους χαρακτήρες των μαθητών
στιγμές πνευματικού πλούτου για την εξέλιξή τους.
———————-
Ο φορτοεκφορτωτής – Άγγελος,
Γιώργος Μουρατίδης
Φορτοεκφορτωτής, αχθοφόρος των ελλειμμάτων της κοινωνίας.
Άνθρωπος που τα χέρια του σηκώνουν τα βάρη
από τις αμέλειες, τις ανευθυνότητες, την αδιαφορία των πολλών,
απέναντι στην αδυναμία των φτωχών, των ανήμπορων, των αδυνάτων.
Μοιράζει ρούχα, παπούτσια, έπιπλα που «περισσεύουν» απ’ τα σπίτια,
μαζεύει μαρούλια, πιπεριές, ντομάτες, λαχανικά, πατάτες, απ’ τους μπαξέδες
που του το επιτρέπουν οι μπαξεβάνοι, και με ένα πλατύ και γνήσιο χαμόγελο,
αθόρυβα και ταπεινά, τα δίνει στους «Δικαιούχους της Ανάγκης».
Και τι δεν μαζεύει από αριστερά και δεξιά.
Μα περισσότερο τον θαυμασμό όλων εκείνων
που ντρέπονται για τη δική τους ολιγωρία.
Ένας άνθρωπος, ένας φορτοεκφορτωτής κάνει μόνος του μια πόλη Πλούσια,
αφού κανείς δεν θα πεινάσει όσο ο Γιώργος θα σηκώνει στις πλάτες του
αυτά που η κοινωνία θα έπρεπε πριν απ’ αυτόν να σηκώνει.
Και… τσιμουδιά για όσα πέρασε, για όσα τράβηξε στις εξορίες
για να σώσει την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του.
Σεβασμό οφείλει όλη η πόλη σ’ αυτόν που την παραδειγματίζει
με την καθημερινή του έγνοια και θυσία.
———————————
Ο κοινωνικοθεραπευτής γιατρός
Θανάσης Γεωργιάδης
Ένας Γιατρός Πόντιος,
επιστήμονας αφοσιωμένος στην προσφορά και την καλοσύνη.
Δώρισε όλα τα ιατρικά του μηχανήματα στο Νοσοκομείο της Βέροιας,
και τις ιατρικές του υπηρεσίες σε όλους τους ανήμπορους,
«Εξεστράτευσε» με μανία εναντίον της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑΣ.
Η ανθρωπιστική του ταυτότητα
στάθηκε πιο πάνω από τα πρόσκαιρα και αφελή κομματικά οφέλη.
Τον προστάτεψε από την επιδειξιομανία, τα ρουσφέτια, τα βολέματα.
Το «Σε Γνωρίζω από την Όψη» ήταν πάντα πιο ψηλά
από τους θούριους των κομματικών ταρατατζούμ.
Ο Γιατρός Θανάσης Γεωργιάδης έχει μια κόρη χορογράφο,
και έναν γιο, ένα περήφανο γλυκό παιδί,
που διευθύνει μια ψυκτική μονάδα.
Ο Γιατρός Θανάσης Γεωργιάδης
έχει και μια φήμη που ζει στις καρδιές των ανθρώπων.
Αυτών που δεν πονήρεψαν ποτέ,
που αγάπησαν το ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΑΛΛΟΣ περισσότερο από τα «πολιτικά οφέλη».
Πόσο τον απέφευγε η πονηριά δεν λέγεται!
Μια περιουσία εντιμότητας
ανάμεσα σε «Διαμαρτυρόμενα» για την αδιαφορία κεφάλαια ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ.
———————————-
Ο κήπος του Σαρηκωστή Βέροια
Είναι προς το τέλος της λεωφόρου Ανοίξεως.
Ένας Παράδεισος.
Η Γενική Συνέλευση των λουλουδιών.
Ένας Βεροιώτης, δίχως να πει ούτε μια κουβέντα πουθενά,
κάνει καθημερινά διαλέξεις για το ΩΡΑΙΟ.
Φυλάγει την ΑΝΟΙΞΗ ινκόγκνιτο.
Για τη γοητεία της φύσης για τα μεθυστικά αρώματα των λουλουδιών.
Τετράγωνα της πόλης που έγιναν πολυκατοικίες
ντρέπονται για την πεζή σταδιοδρομία τους.
Ο Σαρηκωστής επένδυσε στην ομορφιά, γλίτωσε έναν χώρο από το μεθύσι της εργολαβίας που σκέπασε τη γοητεία της πόλης.
Οι τριανταφυλλιές του αμύνονται στην άλγεβρα,
στα μαθηματικά και τη γεωμετρία του κέρδους.
Τα βράδια οι Βεροιείς σταθμεύουν στον κήπο
και δίνουν ραντεβού στα λουλούδια του Σαρηκωστή.
Περνώ συχνά από τον εγκαταλελειμμένο πια κήπο,
μα είναι όλα τα λουλούδια μπροστά μου.
Οι «συμμαθητές» μου της Άνοιξης,
η παλέτα απ’ όπου αντλούν ερεθισμούς και ευαισθησίες
ο Ροντέν, ο Μαγκρίτ, ο Κλέε, ο Παρθένης, ο Τσαρούχης, ο Πικιώνης, ο…
απ’ τη Βέροια των χρωμάτων…
απ’ τη Βέροια του καιρού της «εξημέρωσης».
Μια αόρατη ταμπέλα στην είσοδο του κήπου γράφει.
..άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι…