Απόψεις Πολιτισμός

“Ψήνοντας τα αγγεία… ή σχετικά με τους αρχαίους κεραμικούς κλιβάνους” γράφει ο Αρ. Παπαγεωργίου

Οι κεραμικοί ιπνοί στην αρχαιότητα

Αριστοτέλης Παπαγεωργίου

Στον κυρίως ελλαδικό χώρο οι ιπνοί χρησιμοποιούνταν αποκλειστικά για την όπτηση των κεράμων και των άλλων κεραμοπλαστικών μελών, όπως επίσης και για το ψήσιμο των αγγείων – πήλινων και μετάλλινων.[1]

Οι κεραμικοί κλίβανοι ήταν, ως επί το πλείστον, στρογγυλοί και διώροφοι.[2] Ο κάτω όροφος, που ήταν συνήθως ισόγειος – μολονότι συναντώνται και περιπτώσεις όπου ήταν υπόγειος[3] ή και ημιυπόγειος[4] – λειτουργούσε ως εστία. Στην εστία εισαγόταν από πλευρικό άνοιγμα η καύσιμη ύλη, η οποία αποτελούταν από ξύλα ή ξυλάνθρακες. Ο επάνω όροφος ήταν υπέργειος και καλυπτόταν, συνήθως, από κτιστό θόλο.[5] Μεταξύ των δύο ορόφων υπήρχε ένα ενδιάμεσο πάτωμα, η εσχάρα, πάνω στην οποία τοποθετούνταν τα προς όπτηση αγγεία. Η εσχάρα ήταν διάτρητο πάτωμα ενός ορισμένου πάχους. Επάνω της ή υπήρχαν οπές ή κατέληγαν κυλινδρικοί αυλοί θερμάνσεως, που χρησίμευαν για τη διοχέτευση της θερμότητας από την εστία στον επάνω όροφο[6].

Σε μία πλευρά του θόλου της καμίνου υπήρχε ειδικό άνοιγμα (οπή), το οποίο οι κεραμείς χρησιμοποιούσαν, για να παρατηρούν και να ελέγχουν τη διαδικασία της όπτησης των αγγείων σε όλες τις φάσεις της.[7]

Σύγχρονα κεραμικά επιστόμια (φλάροι). Τα χρησιμοποιούν ακόμη στις Κυκλάδες ως κάλυμμα στις καμινάδες.

Στο εξωτερικό τοίχωμα του θόλου των κλιβάνων τοποθετούσαν με πλαστική συγκόλληση την κεφαλή ενός σατύρου, το επονομαζόμενο «αποτρόπαιον»[8]. Τα «αποτρόπαια», όπως άλλωστε δηλώνει και η ονομασία τους, χρησιμοποιούνταν ως φυλαχτά από τους δαίμονες, κατά της βασκανίας, για την επιτυχία του ψησίματος των αγγείων.[9]

Αποτροπαϊκό κεραμικό με ανάγλυφη απεικόνιση της Γοργώς

Αυτά είναι γενικώς τα κύρια χαρακτηριστικά, που συνθέτουν μία τυπική αρχιτεκτονική περιγραφή ενός αρχαίου κεραμικού κλιβάνου. Οι κυριότερες απεικονίσεις ιπνών – εκτός από τις αναφορές ορισμένων, μεμονωμένων φιλολογικών μαρτυριών – προέρχονται από παραστάσεις τους, που έχουν αποτυπωθεί στους αναθηματικούς πίνακες από τα Πεντεσκούφια της Κορινθίας.[10]

Ασφαλώς χρήσιμα πορίσματα και ενδιαφέρουσες μαρτυρίες προσφέρει η ανασκαφική έρευνα. Εν συνεχεία αναφέρονται τρεις ενδεικτικές περιπτώσεις, οι οποίες είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές σχετικά με τον τρόπο κατασκευής και την αρχιτεκτονική των κλιβάνων.

  1. Ο ιπνός της Κορίνθου

Ο ιπνός κεράμων, που αποκαλύφθηκε στη βόρεια παρυφή της αρχαίας Κορίνθου, χρονολογείται στα τέλη του 5ου αιώνα πΧ. Η χρονολόγηση τεκμαίρεται από τα  λοιπά ευρήματα της ανασκαφής του. Ο κλίβανος αυτός είναι σχήματος παραλληλογράμμου και αποτελείται από δύο παράλληλα, στενά, επιμήκη (5.00 m) και θολωτά ορύγματα, τα οποία βρίσκονται σε μικρή απόσταση μεταξύ τους.

Τα ορύγματα αυτά είναι σκαμμένα μέσα σε μαλακό, φυσικό πέτρωμα και προορίζονταν, για να δέχονται την καύσιμη ύλη. Είναι χαρακτηριστικό ότι τόσο οι θόλοι, όσο και τα τοιχώματα ανάμεσα στις δύο σύριγγες (ορύγματα), όπως επίσης και τα πλάγια εξωτερικά τοιχώματα διαπερνώνταν από καμπύλους, κυλινδρικούς αυλούς. Από αυτούς τους αυλούς εξέρχονταν οι φλόγες της φωτιάς ή η υψηλή θερμοκρασία, που ήταν απαραίτητη για την όπτηση των κεράμων και των άλλων κεραμικών αντικειμένων. Φαίνεται, τέλος, ότι δεν υπήρχε μόνιμος κτιστός θόλος αλλά, όπως συνέβαινε σε παρόμοιες περιπτώσεις, κατασκευαζόταν για κάθε καύση πρόχειρο περικάλυμμα από κλαδιά αλειμμένα με πηλό.[11]

  1. Ο ιπνός της Ολυμπίας

Ένας άλλος κλίβανος κεράμων της κλασικής περιόδου – χρονολογείται στο δεύτερο ήμισυ του 4ου πΧ αιώνα – αποκαλύφθηκε το 1941 στην Ολυμπία. Ο κλίβανος αυτός, όπως και εκείνος της Κορίνθου, φέρει κάτω χώρο θερμάνσεως, που αποτελείται από δύο παράλληλες σύριγγες, οι οποίες συγκοινωνούν προς τα άνω με την εσχάρα. Στην πήλινη εσχάρα που είναι τοποθετημένη πάνω από τα ορύγματα κατέληγαν κυλινδρικοί αυλοί θερμάνσεως. Διατάσσονταν ανά ένδεκα σε έξι σειρές και διευθύνονταν εγκάρσια προς τις γεννήσεις των θόλων κατά τέτοιο τρόπο, ώστε αυτοί να κατατέμνονται σε τοξοειδείς λωρίδες. Φαίνεται επίσης ότι και ο κλίβανος αυτός δεν έφερε μόνιμο κτιστό θόλο και στεγαζόταν πρόχειρα και περιστασιακά, όπως και ο ιπνός της Κορίνθου.[12]

  1. Ο κεραμικός κλίβανος της ΄Ηλιδας

Το 1970, κατά τις ανασκαφές της αρχαίας ΄Ηλιδας, ήρθε στο φως ένας κλίβανος, ο οποίος προοριζόταν για την όπτηση κυρίως πλίνθων και κεράμων. Κατά πάσα πιθανότητα χρονολογείται στα ύστερα ρωμαϊκά χρόνια (4ος αιώνας μΧ).[13]

Ο ιπνός αυτός της ΄Ηλιδας είναι διώροφος και κυκλικός. Το κάτω τμήμα του διαμορφώθηκε με εκσκαφή στο πρανές παρακείμενου λόφου, ενώ ο ημισφαιρικός θόλος του επάνω ορόφου ήταν – ήδη και κατά την αρχαιότητα – υπέργειος. Σε κατεύθυνση εγκάρσια προς το πρανές του λόφου υπάρχει τοξωτό άνοιγμα, το οποίο χρησίμευε για την εισαγωγή της καύσιμης ύλης. Το άνοιγμα, σε μήκος 0,85 m πέρα από τον τοίχο του κυκλικού θαλάμου θερμάνσεως, στεγάζεται με καμάρα, η οποία σχηματίζεται από σειρά τόξων, επιχρισμένων με παχύ στρώμα πηλού.

Αρχαία Ήλιδα – Ηλεία

Το στοιχείο εκείνο όμως που παρουσιάζει ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον είναι το σύστημα στήριξης της εσχάρας στο εσωτερικό του κυκλικού θαλάμου θερμάνσεως του κλιβάνου. Σε ύψος 1,90 m περίπου η τοιχοποιία του κυκλικού θαλάμου θερμάνσεως σχηματίζει εγκοπή (πατούρα), μέσα στην οποία στερεώνεται η εσχάρα. Το κέντρο του θαλάμου θερμάνσεως καταλαμβάνει ογκώδες κυλινδρικό στήριγμα με μικρότερη διάμετρο προς τα κάτω 0,90 m. Ο συμπαγής αυτός κορμός διαπερνάται από δύο επάλληλους αεραγωγούς σωλήνες, από τους οποίους ο ανώτερος βρίσκεται σε ύψος 1 m από το δάπεδο του κλιβάνου, ενώ η μεταξύ τους απόσταση είναι 0,40 m.[14] Στο μέσο του ανώτερου σωλήνα απολήγει κεντρικός αεραγωγός αυλός, ο οποίος βρίσκεται κατά τον κατακόρυφο άξονα του στηρίγματος. Οι δύο επάλληλοι σωλήνες είναι τοποθετημένοι κατά τον άξονα της θύρας του πλευρικού ανοίγματος του κλιβάνου, έτσι ώστε να δημιουργείται έλκυσμα του πυρός.

Με αυτόν τον τρόπο, δηλαδή με τους δύο επάλληλους αεραγωγούς και με τον κεντρικό αυλό θερμάνσεως που είναι κάθετος στον ανώτερο από τους δύο σωλήνες, όπως επίσης και από τις λοιπές οπές της εσχάρας, εξερχόταν στον επάνω όροφο του κλιβάνου η απαραίτητη υψηλή θερμοκρασία. Ο κεντρικός στρογγυλός κορμός, ο οποίος διευρύνεται προς τα άνω, σε ύψος 1,50 m ανοίγει σα βεντάλια, καθώς διασπάται σε δέσμη τοξυλλίων. Τα τοξύλλια αυτά είναι ακτινοειδώς διαταγμένα και πατούν στην εγκοπή των πλευρικών τοιχωμάτων του θαλάμου θερμάνσεως (βλ. σχήμα 1). Διατάσσονται σε δύο ομόκεντρες σειρές, από τις οποίες εκείνη που βρίσκεται προς την περιφέρεια έχει διπλάσιο αριθμό τοξυλλίων, εφόσον τα τοξύλλια διχάζονταν στο μέσο της απόστασης από τη γένεσή τους στο κεντρικό στήριγμα έως την κατάληξή τους στην πατούρα.[15] Έτσι σχηματίζεται θολωτή οροφή του θαλάμου θερμάνσεως, η οποία υποβαστάζει το διάτρητο πάτωμα (εσχάρα) του επάνω ορόφου του κλιβάνου. Η εσχάρα, τέλος, φέρει οπές, οι οποίες είναι ανοιγμένες εναλλάξ ανά δύο και τέσσερις στα διάκενα μεταξύ των τοξυλλίων, σχηματίζοντας συμμετρική, ακτινοειδή διάταξη γύρω από τον κεντρικό αεραγωγό αυλό.[16]

Ο κεραμικός κλίβανος της αρχαίας Ήλιδας

Τοποθέτηση των αγγείων και των κεράμων στους κλιβάνους

Μεταξύ των δύο ορόφων ενός κεραμικού κλιβάνου υπήρχε  ένα ενδιάμεσο δάπεδο, η εσχάρα, το οποίο ήταν διάτρητο και επέτρεπε την έξοδο της αναγκαίας υψηλής θερμοκρασίας από την εστία προς τον επάνω όροφο. Τα αγγεία τοποθετούνταν στην εσχάρα και στηρίζονταν μεταξύ τους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να εξασφαλίζεται η κυκλοφορία ισόποσης θερμότητας, που ήταν απαραίτητη τόσο για την όπτηση, όσο και για τη στερεότητα της χρωματικής σύνθεσης των αγγείων.[17] Για την τοποθέτηση των αγγείων στην εσχάρα χρησιμοποιούνταν ειδικά στηρίγματα. Τα συνηθέστερα ήταν τα λεγόμενα «τρίγωνα». Τα τρίγωνα αυτά ήταν μικρά, πήλινα, τριμελή αντικείμενα τριγωνικού σχήματος. Στην κατάληξη κάθε μέλους (ποδιού) υπήρχε μία μικρή προεξοχή, που χρησίμευε, για να τοποθετούνται με μεγαλύτερη ασφάλεια το στόμιο ή η βάση ενός αγγείου. Τέτοια πήλινα στηρίγματα βρέθηκαν στην ανασκαφή που διενεργήθηκε στην Αθήνα το 1967 (στην οδό Κέκροπος, στην Πλάκα).[18]

Λιθόκτιστος κλίβανος από κεραμικό εργαστήριο της Πάρου. Παροικιά, μεταίχμιο 1ου πΧ προς 1ο μΧ αιώνα

 Ένα άλλο μικρό πήλινο αντικείμενο, που πολύ συχνά βρίσκεται στις ανασκαφές, χρησιμοποιούταν για τη στήριξη των αγγείων μέσα στους κλιβάνους. Πρόκειται για μικρές πήλινες πλάκες ημιελλειπτικού σχήματος (αππιόσχημες), οι οποίες σχηματίζουν γωνία, προκειμένου να τοποθετούνται επάνω στο στόμιο ή η βάση των αγγείων.[19] Σχετικά με τη χρήση αυτών των αντικειμένων έχουν διατυπωθεί, κατά καιρούς, διάφορες ερμηνείες. Είχαν θεωρηθεί δηλαδή είτε εισιτήρια θεάτρου, είτε λατρευτικά σύμβολα, είτε γλωσσικά σημεία μίας ορισμένης γραφής, είτε ακόμη και στηρίγματα των αγγείων μέσα στους κλιβάνους. Από όλες τις προηγούμενες εκδοχές μόνο η τελευταία ευσταθεί. Πράγματι, αυτές οι γωνιώδεις πλάκες είχαν χρησιμοποιηθεί ως στηρίγματα των αγγείων και τοποθετούνταν είτε ανά τρία στην εσχάρα, ώστε να στηρίζουν την πρώτη σειρά των αγγείων μέσα στον κλίβανο, είτε χώριζαν τη δεύτερη από την πρώτη σειρά των αγγείων, καθώς αυτές διατάσσονταν επάλληλα, η μία επάνω στην άλλη. Τέλος, η ποσότητα και η συχνότητα αυτών των μικρών πήλινων πλακών στις ανασκαφές επιβεβαιώνει την αδιάκοπη χρήση τους από τον 4ο αιώνα πΧ έως και τους όψιμους ρωμαϊκούς χρόνους. Ασφαλώς, οι πρωιμότερες είναι πιο καλαίσθητες και τελειοποιημένες – συχνά μάλιστα είναι «γανωμένες» – ενώ οι υστερότερες είναι πιο πρόχειρα κατασκευασμένες και ευπαθείς[20]

Αριστουργηματικός μελανόμορφος αμφορέας με επίθετο χρώμα.
Στη μία του όψη απεικονίζεται ρεαλιστικά η συγκομιδή της ελιάς. Πρώιμος 6ος αιώνας πΧ, Βρετανικό Μουσείο, Λονδίνο

Από τις φιλολογικές μαρτυρίες…

  1. Καὶ τοὺς ὁμοίους καὶ ταῦτὰ ἐπιτηδεύοντας, ἐὰν μὴ παρενοχλῶσι, μὴ δ’ ἀπὸ ταὐτοῦ ὁ βίος. Γίγνεται γὰρ οὕτω τὸ «κεραμεὺς κεραμεῖ».

Είμαστε φιλικοί με τους ομοίους μας και με όσους έχουν τις ίδιες ασχολίες με μας, εάν δε μας ενοχλούν και δεν είναι κοινά τα μέσα προς το ζην. Από αυτό προέρχεται και η φράση «ο κεραμέας φθονεί κεραμέα».                                                                                                                                                                                                                                                         Αριστοτέλης «Ρητορική», 2,4,21–22

Σημείωση. Προφανώς ο Αριστοτέλης αντλεί την παροιμιώδη αυτή έκφραση από το έπος «Ἔργα καὶ ἡμέραι» (στ. 25) του Ησιόδου: «…κα κεραμεὺς κεραμεῖ κοτέει καὶ τέκτονι τέκτων, καὶ πτωχὸς πτωχῷ φθονέει καὶοιδὸς ἀοιδῷ».

  1. Adsitis, divi, neu vos e paupere mensa dona nec a puris spernite fictilibus.

Τίβουλλος, Ελεγεία, 1.1

Θεοί, ας είστε παρόντες και μην περιφρονείτε τα δώρα

από τραπέζι φτωχικό και πήλινα σκεύη καθαρά.

  1. Το ποίημα «Κάμινος» από τον ψευδοηροδότειο «Βίο του Ομήρου»

[De Herodotea quae fertur vita Homeri, Epigrammata Homerica, 14]

Τῇ δ εἰσαύριον ἀποπορευόμενον ἰδόντες κεραμέες τινὲς κάμινον ἐγκαίοντες κεράμου λεπτοῦ, προσεκαλέσαντο αὐτὸν, πεπυσμένοι ὅτι σοφὸς εἴη· καὶ ἐκέλευον σφιν ἀεῖσαι, φάμενοι δώσειν αὐτῷ τοῦ κεράμου καὶ ,τι ἄν ἄλλον ἔχωσιν, δὲ Ὅμηρος ἀείδει αὐτοῖς τὰ ἔπεα τάδε καλέεται «Κάμινος»:

Εἰ μοι δώσετε μισθὸν, ἀείσω, ὦ κεραμῆες·
δεῦρ’ ἄγ’ Ἀθηναίη, καὶ ὑπείρεχε χεῖρα καμίνου·
εὖ δὲ πεπανθεῖεν κότυλοι καὶ πάντα κανάστρα,
φρυχθῆναί τε καλῶς, και τιμῆς ὦνον ἀρέσθαι,
5          πολλὰ μὲν εἰν ἀγορῇ πωλεύμενα, πολλά δ’ ἀγυιαῖς,
πολλὰ δὲ κερδῆναι· ἡμῖν δὲ δὴ, ὥς σφιν ἀεῖσαι.
Ἤν δ’ ἐπ’ ἀναιδείην τρεφθέντες ψεύδε’ ἄρησθε,
συγκαλέω δ’ ἔπειτα καμίνων δηλητῆρας
Σύντριβ’ ὁμῶς Σμάραγόν τε καὶ Ἄσβετον ἡδὲ Σαβάκτην,
10        Ὠμόδαμόν θ’, ὅς τῇδε τέχνῃ κακὰ πολλὰ πορίζει.
Πέρθε πῦρ αἴθουσαν καὶ δώματα· σὺν δὲ κάμινος
πᾶσα κυκηθείη, κεραμέων μέγα κωκυσάντων.
Ὡς γνάθος ἱππείη βρύκει, βρύκοι δὲ κάμινος
πάντ’ ἐντοσθ’ αὐτῆς κεραμήϊα λεπτὰ ποιοῦσα.
15        Δεῦρο καὶ Ἠελίου θύγατερ, πολυφάρμακε Κίρκη,
ἄγρια φάρμακα βάλλε, κάκου δ’ αὐτοὺς τε καὶ ἔργα.
Δεῦρο δὲ καὶ Χείρων ἀγέτω πολέας Κενταύρους,
οἱ θ’ Ἡρακλῆος χεῖρας φύγον, οἵ τ’ ἀπόλοντο·
τύπτοιεν τάδε ἔργα κακῶς, πίπτοι δε κάμινος,
20        αὐτοὶ δ’ οἰμώζοντες ὁρῷατο ἔργα πονηρά·
γηθήσω δ’ ὁρόων αὐτῶν κακοδαίμονα τέχνην.
Ὅς δὲ χ’ ὑπερκύψει, πυρὶ τούτου πᾶν τὸ πρόσωπον
φλεχθείη, ὡς πάντες ἐπίσταιντ’ αἴσιμα ῥέζειν.

1ος/2ος αιώνας μετά Χριστόν

Την επόμενη μέρα κάποιοι κεραμοποιοί που έψηναν ένα όμορφο αγγείο με λεπτά τοιχώματα είδαν τον αοιδό να περπατά και τον προσκάλεσαν να έρθει κοντά τους, επειδή είχαν πληροφορηθεί ότι ήταν σοφός άνθρωπος· τον παρακάλεσαν να τους τραγουδήσει και του έταξαν το αγγείο αυτό και όσα άλλα είχαν έτοιμα. Τότε ο Όμηρος, τους τραγούδησε αυτόν τον ύμνο, που ονομάζεται «Κάμινος»:

Αν θα μου δώσετε αμοιβή για το τραγούδι μου, κεραμείς,
να βάλει η Αθηνά το χέρι της πάνω από το καμίνι,
για να ψηθούν καλά όλα τα αγγεία, οι κότυλοι και τα κανάτια
να αποκτήσουν μελανό χρώμα και καλές τιμές,
5          να πουληθούν στην αγορά και στους δρόμους                                                                                                                                    με πολύ κέρδος, όπως σας αρέσει.
Όμως αν μου φερθείτε με αναίδεια και δόλο,
θα καλέσω όσους συντρίβουν τους καμίνους,
τους μοχθηρούς Σύντριβο, Σμάραγο, Άσβετο και Σαβάκτη
10        και τον Ωμόδαμο, που προξενεί πολλές ζημιές σ’ αυτήν την τέχνη.
Μακάρι η μπούκα απ’ το καμίνι και τα δωμάτιά του κι ολόκληρος ο κλίβανος
να γίνουν
άνω κάτω, καθώς οι κεραμείς θα θρηνούν γοερά·
Κι όπως τα σαγόνια αλόγου τρώνε λαίμαργα,

έτσι και ο κλίβανος ας καταβροχθίσει
όλα τα αγγεία τα λεπτόφλουδα που έχει εντός του.
15        Έλα και συ, θυγατέρα του Ήλιου, φαρμακερή Κίρκη,
ρίξε δολερά φαρμάκια,
με άγριες κατάρες γι αυτούς και τα έργα τους.
Και συ Χείρωνα, οδήγησε εδώ όλους τους κενταύρους
κι αυτούς
που ξέφυγαν από τα χέρια του Ηρακλή, και όσους αφανίστηκαν,
να χαθούν οι πονηροί, να γκρεμιστεί
το καμίνι τους
20       και οι τεχνίτες θρηνώντας ας βλέπουν την καταστροφή.                                                                                                          Κι όποιος σκύψει να κρυφοκοιτάξει μέσα, να του καεί το πρόσωπο παντού,                                                            για να μάθει να φέρεται  σωστά.

Βιβλιογραφία – Βραχυγραφίες

Cook                                                  R M Cook,

«The doublestocking tunnel

of greek kilns», BSA 56 (1961)

Δεσποίνη                                           Αικ. Δεσποίνη,

«Κεραμικοί κλίβανοι Σίνδου», ΑΕ 1982

Kaloyeropoulou                               A. Kaloyeropoulou,

«From the techniques of pottery», AAA III 1970, 3

Καράγιωργα                                     Θ. Καράγιωργα,

«Κεραμεικός κλίβανος εν Ήλιδι», ΑΑΑ, ΙV, 1971

Κονοφάγος & Παπαδημητρίου                     Κ. Κονοφάγου–Γ.Παπαδημητρίου,

«Ερμηνεία του χρησιμοποιουμένου αγγείου από τους αρχαίους Έλληνες στο στόμιο των

καμίνων κατά την κλασική περίοδο», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, τ. 56,

1981, σσ  191-211

Noble                                                 J V Noble,

«Τhe techniques of painted attic pottery», London 1966

Ορλάνδος                                          Α Κ Ορλάνδου,

«Τα υλικά δομής των αρχαίων Ελλήνων», Αθήναι 1955, τόμος 1ος

Richter                                               G M Richter,

«Τhe craft of Athenian pottery», New   Haven, 1923

 

[1]           Βλ σχετικά Ορλάνδο, σελ. 87, ο οποίος, επικαλούμενος σχετική μαρτυρία του Ηροδότου, αναφέρει ότι στην Aνατολή  – κυρίως στην Περσία και τη Βαβυλώνα – ψήνονταν στους κεραμικούς κλιβάνους οι οπτόπλινθοι, ένα υλικό δομής που δε χρησιμοποιούταν στην ελληνική αρχιτεκτονική

[2]               Βλ. Ορλάνδο, σελ. 88, υποσημ. 3, όπου αναφέρεται ότι αρκετοί μεταγενέστεροι κλίβανοι, όπως αυτός της Ολυμπίας (3ος αιώνας μΧ) ήταν τετράγωνοι.

[3]               Βλ. Δεσποίνη, σσ  62-63, 68, 71 και 74, όπου περιγράφονται οι κεραμικοί κλίβανοι 1,2,3 και 4 αντίστοιχα του 4ου αιώνα πΧ που ανακαλύφθηκαν στη Σίνδο Θεσσαλονίκης, έπειτα από ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα Ιουνίου–Σεπτεμβρίου 1981.

[4]              Βλ. σχετικά Καράγιωργα, σ 27, στην περιγραφή του κεραμικού κλιβάνου, που βρέθηκε το 1970 στην αρχαία ΄Ηλιδα.

[5]               Με βάση τα ανασκαφικά δεδομένα έχει διαπιστωθεί ότι πολλές φορές ο επάνω όροφος του κλιβάνου δεν καλυπτόταν από μόνιμο, κτιστό θόλο. Συνήθως, για κάθε καμινεία κατασκευαζόταν πρόχειρο περικάλυμμα σχήματος ημισφαιρικού ή ημιπαραβολοειδούς, το οποίο αποτελούταν από περιπλεγμένα κλαδιά και φύλλα λυγαριάς που αλείφονταν με πηλό. Βλ σχετικά Ορλάνδο, σ 91.

[6]              Στις περισσότερες παραστάσεις κλιβάνων στους αναθηματικούς πίνακες από τα Πεντεσκούφια της Κορινθίας παρατηρούμε ένα αγγείο που «κλείνει» το στόμιο της καμίνου. Το αγγείο αυτό, που οι Κονοφάγος και Παπαδημητρίου, σσ 191 κε, ονόμασαν «κεραμικό επιστόμιο», καλυπτόταν στεγανά από μεταλλικό κάλυμμα. Η χρήση του κεραμικού επιστομίου είχε ως σκοπό να ρυθμίζει την είσοδο της διερχόμενης αιθάλης μέσα από την εστία του κλιβάνου. Το γεγονός αυτό επηρέαζε άμεσα τόσο τη χημική σύσταση της καύσης, εάν δηλαδή θα ήταν οξειδωτική ή αναγωγική, όσο την επιτυχία της όπτησης των αγγείων και το φυσικό χρωματισμό τους. Οι μελετητές συσχετίζουν αυτό το κεραμικό επιστόμιο με το χαρακτηριστικό αγγείο, που τοποθετείται στις εξόδους της καπνοδόχου σε ορισμένες παραδοσιακές οικίες στις Κυκλάδες. Πρόκειται για αγγεία ευμεγέθη και διάτρητα στον πυθμένα, συχνά δεν έχουν στόμιο αλλά φέρουν μόνο μικρές οπές ή τρεις σωληνοειδείς κατακόρυφες αποφύσεις, οι οποίες αντικαθιστούν το στόμιο.

[7]               Βλ σχετικά και Ιακωβίδη, σ 274.

[8]              Βλ την απεικόνιση ενός «αποτρόπαιου» στη σχηματική αναπαράσταση μίας τυπικής αρχαίας, κεραμικής καμίνου από τους Κονοφάγο και Παπαδημητρίου, σ 197. Πρβ επίσης Noble, σ 72, όπου αναφέρεται : «The top of it is decorated with a satyr’s head to ward off the evils that might befall the pottery during firing». Πρόκειται για περιγραφή της παράστασης ενός κλιβάνου σε αττική υδρία του ζωγράφου της ομάδας του «καλού» Λεάγρου.

[9]              Πρβλ. σχετικά το γνωστό ποίημα με τίτλο «Κάμινος» από τον ψευδοηροδότειο «Βίο του Ομήρου». Το ποίημα χρονολογείται από το Noble, πιθανώς μεταξύ του 520 και του 325 πΧ. Βλ επίσης και το σχολιασμό του ποιήματος από το Noble, σσ 71-72 και τη Richter, σσ 96-97.

[10]             Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η περίπτωση ενός κλιβάνου με είσοδο διπλής τροφοδότησης καύσιμης ύλης («double stocking tunnel»), που απεικονίζεται σε παράσταση ενός αναθηματικού πίνακα (αριθμός 7β) του δευτέρου τετάρτου του 6ου αιώνα πΧ, ο οποίος βρέθηκε στα Πεντεσκούφια το 1879. Πρόβλημα δημιουργήθηκε, καθώς προέκυψαν διχογνωμίες αρκετών σύγχρονων αρχαιολόγων σχετικά με την αρχιτεκτονική ερμηνεία αυτής της παράστασης. Τελικά, αποδείχτηκε ότι πρόκειται για την περιγραφή της κάτοψης του εσωτερικού του κλιβάνου, ο οποίος διέθετε δύο εισόδους για την εισαγωγή της καύσιμης ύλης. Μάλιστα η κάθε είσοδος διχοτομούταν. Ο αρχαίος ζωγράφος ενδεχομένως αντιμετώπιζε εμφανή, πρακτική δυσκολία στην παράσταση των αγγείων σε οριζόντια διάταξη μέσα στον κλίβανο, εφόσον έπρεπε να αποδώσει μικρογραφικά ένα στερεομετρικό σύνολο (ιπνός σε κάτοψη και τα αγγεία, που βρίσκονται τοποθετημένα εντός του) πάνω σε επίπεδη επιφάνεια, δηλαδή πάνω στον αναθηματικό πίνακα. Βλ. σχετικά σσ 64-65 και Richter, σσ 76 και 78.

[11]              Βλ αναλυτική περιγραφή και σχηματική αναπαράσταση του κλιβάνου από τον Ορλάνδο, σσ 89-91.

[12]              Βλ. περιγραφή του κλιβάνου από τον Ορλάνδο, σσ 92-93.

[13]              Βλ. Καράγιωργα, όπου περιγράφεται διεξοδικά ο κλίβανος της ΄Ηλιδας. Διατυπώνονται διάφορες εκδοχές, με βάση τα αρχαιολογικά δεδομένα, για την ασφαλέστερη χρονολόγησή του.

[14]             Καράγιωργα, σ 30, εικ. 6.

[15]              Καράγιωργα, όπ, εικ. 4 – 5.

[16]             Καράγιωργα,όπ, εικ. 1- 3.

[17]              Η πρώτη σειρά των αγγείων στους κλιβάνους ήταν τοποθετημένη μάλλον με το στόμιο προς τα κάτω, ενώ η δεύτερη τοποθετούταν με τη βάση προς τα κάτω. Οι βάσεις δηλαδή των αγγείων της πρώτης σειράς ήταν τοποθετημένες προς τις βάσεις των αγγείων της δεύτερης σειράς. Βλ σχετικά και Kaloyeoropoulou, σ 433, εικ. 10, όπου και παριστάνεται σχηματικά η υποθετική τοποθέτηση των αγγείων με τα στηρίγματά τους μέσα στον κλίβανο.

[18]             Βλ. σχετικά Kaloyeropoulou, σσ 430-433 και εικ. 5.

[19]             Kaloyeropoulou, όπ,  σσ 431-433 και εικ. 6-10.

[20]             Kaloyeropoulou, όπ, σ 434.

banner-article

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΔΙΑΒΑΣΜΕΝΑ