Ποια είναι η συγκολλητική ουσία στις σχέσεις των δύο ηγετών
Απροκάλυπτες τουρκικές παρεμβάσεις στις εκλογές των ΗΠΑ!
Πώς αντιμετωπίζει ο σουλτάνος το ενδεχόμενο εκλογής του Μπάιντεν
Σε όλη τη διάρκεια της θητείας του ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δείξει μια ξεκάθαρη προτίμηση προς τον Ερντογάν. Η στενή μεταξύ τους σχέση, που βασίζεται στη διαπροσωπική συνεννόηση, ό,τι κι αν λένε οι υπόλοιποι αμερικανικοί θεσμοί, ενδιαφέρει τον Τραμπ περισσότερο από οποιοδήποτε πολιτικό αποτέλεσμα.
«Δεν μου αρέσει να το λέω δημοσίως, (…) ταιριάζω μαζί του. Ακούει» δήλωσε την προηγούμενη εβδομάδα ο Αμερικανός Πρόεδρος για τον Ερντογάν.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, μάλλον ο Τραμπ δείχνει να είναι αυτός που… «ακούει». Η μετατροπή της διμερούς σχέσης ΗΠΑ – Τουρκίας σε μια σχέση που θυμίζει περισσότερο προσωπικό ντιλάρισμα μεταξύ των δυο ηγετών δεν έχει συνεισφέρει τίποτε υπέρ των αμερικανικών συμφερόντων. Αντιθέτως, με το να «χειρίζεται» τον Τραμπ, ο Ερντογάν έχει επωφεληθεί τα μέγιστα:
1. Κατάφερε τη διοίκηση Τραμπ να αναβάλει την επιβολή ποινών κατά της Halkbank, της τουρκικής τράπεζας που παρέκαμψε τις κυρώσεις στο Ιράν.
2. Ο Τραμπ είχε μπλοκάρει τις κυρώσεις κατά της Τουρκίας για το ντιλ της με τη Μόσχα για το σύστημα αεράμυνας S-400. Το ρωσικό πυραυλικό σύστημα που αγόρασε ο Ερντογάν μπορεί να δώσει στη Μόσχα πρόσβαση σε στρατιωτικά μυστικά του ΝΑΤΟ.
3. Έπεισε τον Τραμπ να εγκαταλείψει τους Κούρδους, κίνηση που έστειλε προς τα έξω την εικόνα μιας Αμερικής αδύναμης και αναξιόπιστης, που «πουλάει» τους συμμάχους της, κάτι που ενδυνάμωσε τη Ρωσία.
4. Δημιούργησε σημαντική ένταση στη σχέση της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ και την απομάκρυνε από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Προέβη σε εναγκαλισμούς με τους αντιπάλους της Αμερικής, όπως το Ιράν και η Ρωσία. Και τώρα ο Ερντογάν απειλεί να βάλει φωτιά σε όλη την ανατολική Μεσόγειο. Όλα αυτά ανενόχλητος…
5. Αυτές τις μέρες υπέγραψε συμβόλαιο με τη Μόσχα για την παραλαβή μιας δεύτερης συστοιχίας πυραύλων S-400.
Όταν τον Δεκαπενταύγουστο κυκλοφόρησε βιντεοσκοπημένη συνέντευξη του υποψηφίου για την προεδρία των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στους «New York Times» με το ξέσπασμά του κατά Ερντογάν, ο Τραμπ έσπευσε να στηρίξει τον φίλο του. Χαρακτήρισε τον Τούρκο Πρόεδρο «σκακιστή παγκόσμιας κλάσης», έναν ηγέτη τον οποίο ο Μπάιντεν, «ένας άντρας που δεν ξέρει πού βρίσκεται», σύμφωνα με τον Τραμπ, δεν θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει.
Έχουν γραφτεί αρκετά για τις «συγκολλητικές» ουσίες της σχέσης Τραμπ – Ερντογάν. Πολλά έχουν να κάνουν με το προσωπικό συμφέρον των δυο Προέδρων, που ανακατεύουν την πολιτική με τις μπίζνες των ιδίων και των οικογενειών τους. Και οι δύο, μάλιστα, έχουν φροντίσει να προωθήσουν από έναν γαμπρό ως επίσημο… ντιλαδόρο: ο Τραμπ τον Τζάρεντ Κούσνερ και ο Ερντογάν τον Μπεράτ Αλμπαϊράκ.
Ο Τραμπ διέθετε επενδύσεις στην Τουρκία πολύ πριν γίνει Πρόεδρος και, μάλιστα, είχε παραδεχθεί ότι υπάρχει «μια μικρή σύγκρουση συμφερόντων εκεί».
Υπάρχει, όμως, άλλο ένα κοινό σημείο μεταξύ των δυο Προέδρων. Και οι δυο έχουν μια βαθιά περιφρόνηση και εχθρικότητα προς οποιονδήποτε θεσμό ή αρχή που θα μπορούσε να περιορίσει τις δικές τους προσωπικές πολιτικές.
Ο Ερντογάν, μάλιστα, γνωρίζοντας καλά την απέχθεια του Τραμπ προς τους θεσμούς και την αμερικανική διπλωματία, είχε δηλώσει πέρυσι ότι «οι ΗΠΑ έχουν μια καθιερωμένη τάξη, την οποία μπορούμε να αποκαλέσουμε βαθύ κράτος και, φυσικά, αποτελεί εμπόδιο».
Από πλευράς του έχει… καλούς λόγους να επιτίθεται στο «βαθύ κράτος» των ΗΠΑ. Εκτός από τη διοίκηση Τραμπ, οι σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ έχουν χειροτερέψει. Σε όλους τους θεσμούς, από τη Βουλή μέχρι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, η αντιπάθεια προς τον Ερντογάν έχει ενταθεί.
Καμιά αξία η διπλωματία
Ο Τραμπ, άλλωστε, έχει κάνει ό,τι μπορεί για να απαξιώσει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Συχνά το αποκαλεί «The Deep State Department» υπονοώντας ότι τον σαμποτάρει το «βαθύ κράτος».
«Η διπλωματία απλώς δεν έχει καμιά αξία για την κυβέρνηση Τραμπ. Η μόνη μορφή εξωτερικής πολιτικής που καταλαβαίνει αυτή η κυβέρνηση είναι αυτή των απειλών» έχει δηλώσει η Ρομπέρτα Τζέικομπσον, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Μεξικό, που παραιτήθηκε το 2018. Τον προηγούμενο μήνα ο Μπομπ Μενέντεζ, ο επικεφαλής των Δημοκρατικών στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, παρουσίασε μια έκθεση που προειδοποιεί ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ «κινδυνεύει με καταστροφή».
Ο γερουσιαστής έχει δηλώσει ξεκάθαρα όσον αφορά το πρόσφατο παιχνίδι της Άγκυρας στη Μεσόγειο: «Η μόνη χώρα που αμφισβητεί αυτά τα ύδατα είναι η Τουρκία. Αυτά τα ύδατα ανήκουν στην Ελλάδα και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πρέπει κατηγορηματικά και δημόσια να αναγνωρίσει ότι η Τουρκία είναι η μόνη υπεύθυνη για την ένταση σχετικά με αυτά». Στο παρελθόν ο νεοσουλτάνος τον έχει αποκαλέσει εχθρό της Τουρκίας.
Η έκθεση Μενέντεζ
Η έκθεση του γερουσιαστή Μενέντεζ για την κατάσταση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι ένας κατάλογος όλων των ζημιών που έχουν γίνει στην αρχαιότερη ομοσπονδιακή υπηρεσία, η οποία ιδρύθηκε το 1789. Περιγράφει μια υπηρεσία που χάνει επιρροή και στελέχη – ταλέντα και τονίζει τις διαβρωτικές συνέπειες της διαχείρισης Τραμπ στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ.
«Σήμερα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ είναι μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Ο Πρόεδρος Τραμπ και η ηγεσία του, μέσω παραμέλησης και διαβρωτικής διακυβέρνησης, αποδεκάτισαν τη σημαντικότερη υπηρεσία εξωτερικής πολιτικής του έθνους μας, που είναι αφιερωμένη στην προώθηση των αμερικανικών αξιών. Αυτό δεν αποτελεί μόνο επίθεση σε μια ομοσπονδιακή υπηρεσία, είναι μια ντροπή για τις αμερικανικές αξίες και θέτει εν κινδύνω την εθνική μας στρατηγική» δήλωσε ο γερουσιαστής.
Χαρακτηριστική της κατάστασης που περιγράφει ο Μενέντεζ είναι η διαρροή μιας ηχογράφησης από ένα μπρίφινγκ στην Ουάσιγκτον τον προηγούμενο Νοέμβριο από τον πρέσβη της Κολομβίας Φρανσίσκο Σάντος στον υπουργό Εξωτερικών του: «Το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που κάποτε ήταν σημαντικό, είναι κατεστραμμένο, δεν υφίσταται».
Ο Τραμπ προσπάθησε να μειώσει το μπάτζετ του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, την τελευταία φορά κατά 34%, αλλά το Κογκρέσο τον αγνόησε.
Επιχειρηματίες… πρεσβευτές
Όταν ο Τραμπ διορίζει πρεσβευτές, προτιμά συνήθως δικές του πολιτικές επιλογές παρά διπλωμάτες καριέρας.
Η πρακτική να διορίζονται πολιτικοί απεσταλμένοι ως διπλωμάτες δεν είναι νέα για την Αμερική. Συχνά είναι επιχειρηματίες με μεγάλες οικονομικές δυνατότητες. Ο Ομπάμα, για παράδειγμα, είχε διορίσει πρεσβευτή στην Ελβετία τον επιχειρηματία Ντον Μπέιερ, τώρα γερουσιαστή στη Βιρτζίνια. Τυπικά περίπου το ένα τρίτο των πρεσβευτών ενός Αμερικανού Προέδρου είναι ισχυροί σπόνσορες της προεκλογικής εκστρατείας τους.
Όμως, στην περίπτωση Τραμπ, αυτοί αποτελούν το 43%. Η ποιότητα αυτών των επιλογών δεν είναι πάντα η ενδεδειγμένη. Ο «Economist» έγραψε ότι ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Γούντι Τζόνσον, ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Λονδίνο, φημολογείται πως το 2018 προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να «σπρώξει» τη διοργάνωση του British Open Golf Tournament να γίνει στο Trump Turnberry, γήπεδο στη Σκωτία ιδιοκτησίας Τραμπ.
Η AFSA (American Foreign Service Association), που αντιπροσωπεύει τους Αμερικανούς διπλωμάτες, εκτιμά ότι πολλοί ταλαντούχοι διπλωμάτες φεύγουν από τις αμερικανικές υπηρεσίες, αφού ανώτερες θέσεις δεν είναι διαθέσιμες.
Πολλά πόστα που απαιτούν επικύρωση από τη Γερουσία έχουν μείνει κενά για μεγάλες περιόδους, ενισχύοντας την αίσθηση της εγκατάλειψης και αδιαφορίας. Η θέση του βοηθού γραμματέα για ευρωπαϊκές και ευρασιατικές υποθέσεις παραμένει κενή από πέρυσι τον Φεβρουάριο.
«Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πόσο γρήγορα επήλθε η αλλοίωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ επί διοίκησης Τραμπ σε σχέση με τις προηγούμενες διοικήσεις» δηλώνει η Τζέικομπσον. Ένας πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ εκτιμά ότι μπορεί να χρειαστεί μια ολόκληρη γενιά για να διορθωθεί η ζημιά στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Ο Τζο Μπάιντεν δεσμεύεται να «ξαναχτίσει» το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και να ξανακάνει τη διπλωματία το κύριο εργαλείο της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής.
Ο Νίκολας Μπερνς, πρώην πρεσβευτής στο ΝΑΤΟ, πρώην πρεσβευτής στην Ελλάδα και σήμερα σύμβουλος του Μπάιντεν, «τρέχει» στο Χάρβαρντ ένα φιλόδοξο πρότζεκτ για τον μελλοντικό μετασχηματισμό της αμερικανικής διπλωματίας και τις αλλαγές που χρειάζονται. Οι προτάσεις θα δημοσιοποιηθούν μετά τις εκλογές.
Ο Μπερνς τάσσεται υπέρ μιας δραστικής αλλαγής όσον αφορά τους Αμερικανούς πρεσβευτές, ώστε το 90% να είναι διπλωμάτες καριέρας και μόλις 10% πολιτικά διορισμένοι (επιχειρηματίες – φίλοι κ.λπ.).
Η γερουσιαστής Ελίζαμπεθ Γουόρεν ζητάει να «στέλνουμε επαγγελματίες διπλωμάτες αντί να πουλάμε φανταχτερά διπλωματικά πόστα σε πλούσιους μπούφους».
Η Αμερική ανέκαθεν στηριζόταν σε ένα μείγμα στρατιωτικής ισχύος και διπλωματικής πειθούς, με το ένα να συμπληρώνει το άλλο. «Αν δεν χρηματοδοτήσετε επαρκώς το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, τότε θα πρέπει να αγοράσω περισσότερα όπλα» είχε πει χαρακτηριστικά ο στρατηγός Τζέιμς Μάτις στο Κογκρέσο το 2013.
Ο Μπάιντεν, αν εκλεγεί, θέλει να κάνει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ το κεντρικό μη στρατιωτικό εργαλείο της αμερικανικής στρατηγικής ασφαλείας.
Το τέλος μιας σχέσης
Ο Ερντογάν έχει κάθε λόγο να φοβάται την προοπτική να νικήσει ο Μπάιντεν στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Όχι μόνο θα τελειώσει η ειδική σχέση που έχει με τον Τραμπ – λέγεται ότι του τηλεφωνεί απευθείας – αλλά θα πρέπει να διαπραγματευτεί με κάποιον του οποίου οι απόψεις είναι αντίθετες με τις δικές του και δίνει βάρος στα διπλωματικά κανάλια.
Η κυβέρνηση Ερντογάν έχει μπλεχτεί στην εσωτερική αμερικανική πολιτική και παίρνει ανοιχτά θέση για τις αμερικανικές εκλογές. Ούτε η Ρωσία ούτε η Κίνα είναι, ανοιχτά τουλάχιστον, αναμεμειγμένες στην εσωτερική πολιτική των ΗΠΑ, τη στιγμή που Τούρκοι αξιωματούχοι εκτοξεύουν απειλές κατά του Μπάιντεν και του Δημοκρατικού Κόμματος.
Στελέχη της κυβέρνησης Ερντογάν, τρολ και ΜΜΕ που ελέγχονται πλήρως από τον σουλτάνο τηρούν μια απροκάλυπτα αντι-Μπάιντεν και φιλο-Τραμπ στάση. Ουσιαστικά τζογάρουν, αφού εξαρτούν το μέλλον τους και την επιτυχία κάποιων επιδιώξεών τους από μια νίκη του Τραμπ.
Η σχέση Άγκυρας – Ουάσιγκτον θα είναι καθοριστικής σημασίας όσον αφορά τις φιλοδοξίες του Τούρκου Προέδρου στη Μεσόγειο – και όχι μόνο. Ο Ερντογάν έχει βάλει όλα τα αυγά του στο καλάθι του Τραμπ κι έτσι οι επερχόμενες αμερικανικές εκλογές έχουν πάρει μια υπαρξιακή διάσταση για εκείνον και τον κύκλο της εξουσίας του, «ένα καρτέλ που αποτελείται από εθνικιστές αξιωματούχους, ακροδεξιούς Γκρίζους Λύκους και ισλαμιστές», όπως έγραψε ο βραβευμένος Τούρκος δημοσιογράφος και αρχισυντάκτης του Ahval Γιαβούζ Μπαϊντάρ.
Σε περίπτωση που ο Τραμπ κερδίσει δεύτερη θητεία, ο Ερντογάν θα αποθρασυνθεί περαιτέρω, όμως ήδη κάνει τους υπολογισμούς του για τις κινήσεις του αν ο Τραμπ χάσει. Σύμφωνα με τον Μπαϊντάρ, ο άμεσος στόχος του Ερντογάν στη Μεσόγειο είναι να επεκτείνει τη στρατιωτική παρουσία του και να δημιουργήσει τετελεσμένα στο Αιγαίο και τη Λιβύη, ώστε να μπορεί να διαπραγματευτεί από ισχυρότερη θέση με τον Μπάιντεν και το ΝΑΤΟ.
Η Ελλάδα, αν καταφέρει να «παγώσει» τις εξελίξεις στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο μέχρι τον Νοέμβριο, όλα δείχνουν ότι θα έχει να κερδίσει – ή έστω να χάσει λιγότερα…