Εκδηλώσεις Πολιτισμός

Κινηματογραφική Λέσχη εργαζομένων ΕΡΤ3: “Απατεώνες και Τζέντλεμεν” του Φρανκ Οζ

Έρχονται γιορτές και οι σινεφίλ έχουν ανάγκη για κάτι ταυτόχρονα ποιοτικό, ψυχαγωγικό και χαρούμενο. Έτσι από τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου και για τέσσερις εβδομάδες, η Κινηματογραφική Λέσχη των Εργαζομένων της Ε.Ρ.Τ.3 και το ΚΕ.Μ.Ε.Σ. παρουσιάζουν το αφιέρωμα «Γιορτές με γέλιο», με κορυφαίες σκηνοθετικές υπογραφές και διακεκριμένους  σταρ. Αρχίζουμε λοιπόν τη Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου στις 21:00 στο ΒΑΚΟΥΡΑ, με τους «Απατεώνες και Τζέντλεμεν» («Dirty Rotten Scoundrels»), φιλμ έγχρωμο Η.Π.Α. 1988, διάρκειας 110΄,σε σκηνοθεσία Φρανκ Οζ και σενάριο Ντέιλ Λόνερ, Στάνλεϊ Σαπίρο, Πολ Χένινγκ. Παίζουν οι Στιβ Μάρτιν, Μάικλ Κέιν, Γκλεν Χέντλι. Υποψήφιος στις Χρυσές σφαίρες για καλύτερη ερμηνεία σε κωμωδία ή μιούζικαλ ο Μάικλ Κέιν.

Στη Γαλλική Ριβιέρα ζει ο πάμπλουτος  απατεώνας Λόρενς (Μάικλ  Κέιν) και βγάζει πολλά χρήματα, εκμεταλλευόμενος Αμερικανές τουρίστριες  μιας κάποιας ηλικίας. Τότε εμφανίζεται ένας Αμερικανός απατεώνας, ο Φρέντι (Στιβ Μάρτιν), που κάνει την ίδια δουλειά με τον πρώτο, τελείως άκομψα. Ο Άγγλος τον εκπαιδεύει. Εκπληκτική κωμωδία με συνεχείς σεναριακές ανατροπές, έξοχα ευρήματα και δύο έξοχους σταρ.

Προλογίζει ο Αλέξης Δερμεντζόγλου, ενώ στο κοινό θα διανεμηθεί έντυπη ανάλυση του  Σταύρου Γανωτή. Το προς συζήτηση θέμα, με το τέλος της ταινίας, είναι: Η συμβολή του αμερικάνικου σινεμά στην κωμωδία.

Η ανάλυση που θα διανεμηθεί είναι η ακόλουθη:

«Παρότι ριμέικ από ζευγάρωμα κοτζάμ Μάρλον Μπράντο και Ντέιβιντ Νίβεν, το φιλμ του Φρανκ Οζ δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από το ορίτζιναλ. Πατάει φυσικά πάνω στο ίδιο ακριβώς μοτίβο, αλλά δεν έχει γίνει μικρή δουλειά από το νέο σενάριο, και η προσαρμογή του 60’s κλίματος σε αυτό των 1980, που από κωμωδία ακόμα κρατούσαν ένα επίπεδο, γίνεται με ομαλότητα και ξεκαρδιστική εντέλεια.

Δύο τα σημεία αιχμής της ταινίας. Το πρώτο είναι ένα κείμενο που λατρεύει τις ανατροπές. Μπορεί πλέον τα «twist» να αποτελούν ρουτίνα για το σύγχρονο σινεμά, εκείνη όμως την εποχή έτειναν να εκλείψουν από την ψυχαγωγία, που τα είχε ξεχασμένα πίσω σε αυτή του 1960. Έτσι, επανήλθε όλο αυτό το «πονηρό» κλίμα που μας είχε λείψει, και σε έβαζε στη διαδικασία άλλα να αναμένεις κι άλλα να έρχονται. Η τελική δε ανατροπή μπορεί να μην εντυπωσιάζει, μια κι έχεις ήδη πονηρευτεί στην πορεία ότι όλο και κάτι κουλό θα συμβεί στο φινάλε, αλλά μια και είναι ορίτζιναλ σε σχέση με το παλιότερο σενάριο, αξίζει επικρότησης.

Δεν ήταν όμως αυτή η αληθινά καίρια αιχμή που δίνει το ουσιαστικό χιουμοριστικό «χτύπημα» στον θεατή. Είναι η τόσο εύστοχη επιλογή των Μάικλ Κέιν, Στιβ Μάρτιν στους σχεδόν μόνους κεντρικούς ρόλους (υπάρχει μονάχα ένας ακόμα). Ο μεν δίνει απλόχερα όλο αυτό το σικάτο της αγγλικής σχολής, έστω κι αν δεν στρέφεται προς τον κλασικό φλεγματισμό των Βρετανών. Μια ερμηνεία που μονάχα ο Κέιν θα μπορούσε να αποδώσει ακόμα και καλύτερα από τον Σερ Ντέιβιντ Νίβεν, με τον Βρετανό σταρ να παίζει αέρινα και ταυτόχρονα να δίνει όγκο στην παραγωγή. Δίπλα του… ένα μπάχαλο αμερικανικής, μπουρλέσκ σχολής. Ο Στιβ Μάρτιν δεν αισθάνεται διόλου αμήχανα στο πλάι του βρετανικού ογκόλιθου, και παρέχει εκτός από την τέλεια χημεία των αντιθέτων, τις πλέον καθοριστικές κωμικά εξάρσεις του φιλμ. Ειδικά η σκηνή που το παίζει μουρλός, θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στις πλέον αξιομνημόνευτες κωμικές της συγκεκριμένης δεκαετίας. Ως τρίτος πόλος, η Γκλεν Χέντλι προσθέτει αυτό το συμπαθητικό που την έχουμε συνηθίσει να δίνει, έχει το θράσος να «χωθεί» ανάμεσα στους δύο διάσημους σταρ, απλά δεν μένει στη μνήμη, μια και κωμικά προσθέτει ελάχιστα.

Αν κάπου πρέπει κάποιος να ελέγξει τον Οζ, είναι στους ρυθμούς του. Μπορεί να εκμεταλλεύεται στο έπακρο το τόσο ταιριαστό τοπίο της γαλλικής Ριβιέρας, αλλά οι εξάρσεις της ταινίας είναι λίγες, αφήνοντας μια παραπάνω απ’ ό,τι θα έπρεπε χαλαρή εικόνα επί του συνόλου. Όχι πως κάνει ζημιά επί των ερμηνειών και των ανατροπών, αλλά δεν δίνει το κάτι παραπάνω από πλευράς ψυχοσύνθεσης του φιλμ, ώστε αυτά να αναδειχτούν ακόμα περισσότερο. Ίσως να έπρεπε να πάρει μερικά παραπάνω μαθήματα από την εξπέρ του είδους, την εταιρία Ealing, ή να προσθέσει περισσότερους κρίσιμους δεύτερους κωμικούς ρόλους, ώστε να «απλώσει το μάτι» μας.

Ως τελικό απόφθεγμα, ενώ έχουμε μια ταινία που δεν σου αφήνει την εντύπωση πως είδες κάτι που ξεπερνάει την απλή φάρσα, εντέλει σου εντυπώνεται στη μνήμη ως μια ιδιαίτερα ευχάριστη εμπειρία, που λογικό είναι να αναζητήσεις εκ νέου. Από τα καλύτερα δείγματα της αμερικανικής σχολής των χιουμοριστικών 1980, κι ας μην έχει τη δυναμική μιας κλασικής του είδους».

Ταινίες που πλησιάζουν το στιλ του «Απατεώνες και τζέντλεμεν» είναι: «Ιστορίες του κρεβατιού» (1964) του Ραλφ Λέβι, «Το κεντρί» (1973) του Τζορτζ Ρόι Χιλ, «Ένα ψάρι που το έλεγαν Γουάντα» (1988)του Τσαρλς Κράιτον, «Η γυναίκα πειρασμός» (1941) του Πρέστον Στάρτζες, «Χάρτινο φεγγάρι» (1973) του Πίτερ Μπογκντάνοβιτς, «Η λέσχη της απάτης» (1987) του Ντέιβιντ Μάμετ, «Οι κλέφτες» (1990) του Στίβεν Φρίαρς, «Στημένο παιγνίδι» (1997) του Ντέιβιντ Μάμετ

Την άλλη Δευτέρα 23 Δεκεμβρίου, στο ίδιο αφιέρωμα, θα προβληθεί η ξέφρενη ανατρεπτική σάτιρα του Τζιν Σακς  «Ένα παράξενο ζευγάρι» («The Odd Couple», 1968, με τους Τζακ Λέμον, Γουόλτερ Ματάου. Απέσπασε δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ και τρεις για Χρυσές Σφαίρες.

Για οποιαδήποτε επικαιροποιημένη πληροφορία  γύρω από τις ταινίες, τους συντελεστές και το πρόγραμμα συμβουλεύεστε το kemes facebook ή το kemes.wordpress.com

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας