Απόψεις Παιδεία

“Η πιο όμορφη γλώσσα, η γλώσσα της Διδασκαλίας” γράφει ο Νίκος Τσούλιας

Αφιερωμένο στους εκπαιδευτικούς που αγωνίζονται για ένα καλύτερο και πιο δημιουργικό σχολείο

Η γλώσσα της Διδασκαλίας δεν είναι απλά και μόνο πεδίο επικοινωνίας μεταξύ εκπαιδευτικών και μαθητών και εργαλείο μετάδοσης της γνώσης. Αποτελεί μια γλωσσική έκφραση της εκπαίδευσης και της αγωγής, της παιδείας και της μόρφωσης. Έχει το ξεχωριστό επιστημονικό της χρώμα, ως μια «επαγγελματική γλώσσα», αλλά δεν είναι ξεκομμένη από την καθημερινή γλώσσα, αφού ο κώδικάς της διατηρεί παράλληλα –  πέραν εκείνου του ξεχωριστού εκπαιδευτικού πεδίου – και μια κοινωνική συνιστώσα, για να λειτουργεί ως πεδίο αγωγής των νέων.

Έχει μοναδικότητα, αφού ξεχωρίζει από κάθε άλλη επιστημονική γλώσσα αλλά και πολλαπλότητα, αφού εμπεριέχει επιμέρους γλωσσικές αποφυάδες με βάση τα διάφορα γνωστικά αντικείμενα και την ιδιαιτερότητα στην ορολογία τους. Είναι και η μοναδική επιστημονική γλώσσα, που δεν οριοθετείται μόνο στο επιμέρους λεκτικό της πλαίσιο αλλά διαμορφώνεται από το ύφος και το ήθος του εκφραστή της, από τη συνολική στάση και συμπεριφορά του και κυρίως από τον ευρύ κοινωνικό χαρακτήρα του σχολείου και την διαπαιδαγωγική στοχοθεσία του.

Στα χαρακτηριστικά της στοιχεία θα βρούμε πολλαπλά φραστικά σχήματα, απλές και σύνθετες παραστάσεις και ποικιλία στους εννοιολογικούς χρωματισμούς. Οι υπαινιγμοί και οι συμβολισμοί στο μάθημα της λογοτεχνίας διαμορφώνουν μια πολυστρωματικότητα, όπου το άρρητο και το υπόρρητο είναι πάντα ενεργά «σημεία» για την άρτια κατανόηση του «κειμένου» και την ολοκλήρωση του μαθήματος, στη δε ποίηση θα κληθεί η έμπνευση και η εφευρετικότητα να αγκιστρωθεί με πειστικότητα στη σκέψη των μαθητών για να αναδυθούν κοινά ερμηνευτικά σχήματα αλλά και η απόλυτα προσωπική προσέγγιση στο εξεταζόμενο πεδίο. Στις θετικές επιστήμες η ακρίβεια των εννοιών και των εκφράσεων μαζί με την αντίστοιχη ορολογία αποτελούν νέες περιοχές μάθησης για τους εκπαιδευόμενους.

Στα μαθηματικά η αλληλουχία των πράξεων μέσα από το περίφημο «συνεπάγεται» και την απόλυτη σταθερότητα των αποδείξεων διαμορφώνει την οξύτητα της εδραίας γνώσης και του απόλυτα τεκμηριωμένου λόγου. Στα θρησκευτικά καλείται ένα μέρος της μεταφυσικής να δώσει μια πνοή στις πνευματικές ανησυχίες με βάση την έννοια της «πίστης» αλλά και με τον ανορθολογισμό, και είναι βέβαιο ότι θα συγκρουστεί με τον ορθολογισμό της φιλοσοφίας και των θετικών επιστημών, που καλλιεργούν και προάγουν την πνευματικότητα και τις ανησυχίες των μαθητών μακριά από δογματισμούς και «έσχατες αλήθειες» αλλά μόνο με τη δύναμη της διαρκούς έρευνας και του ορθού λόγου. Στις κοινωνικές και στις οικονομικές επιστήμες και στην ιστορία θα βρούμε την περιπέτεια και την εξέλιξη των κοινωνιών μέσα από το ταξίδι στο χρόνο, και (οφείλει να) αναδεικνύει την ενότητα του παγκόσμιου πολιτισμού και όλων των ανθρώπων.

Είναι η γλώσσα της διδασκαλίας που «ενοποιεί» ένα έθνος και τον αντίστοιχο λαό του. Είναι η γλώσσα της σχολικής αίθουσας που ενώνει από την αφηγηματική τέχνη του Ομήρου μέχρι και τη σημερινή προφορική ντοπιολαλιά σε μια περιοχή της χώρας μέσα από τη σταθερότητα λέξεων και εννοιών χιλιάδων χρόνων αλλά και μέσα από τη διαρκή μετεξέλιξη άλλων λέξεων και εκφράσεων εξιστορώντας την ίδια την πορεία του λαού, είναι αυτή η ίδια η γλώσσα που ακολουθώντας υψηλά νοήματα, φιλοσοφικά ρεύματα και επιστημονικές θεωρίες στο διάβα του χρόνου απεικονίζει στον πίνακα της ιστορίας τη συνολική περιπέτεια του ανθρώπινου πνεύματος – αρκεί να σκεφτούμε ότι ένα μεγάλο μέρος της σχολικής γνώσης είναι κοινό σε κάθε γωνιά της Γης.

Η γλώσσα της διδασκαλίας είναι η φυσική προέκταση της μητρικής γλώσσας. Και όταν έχει και άλλες μητροδίδακτες γλώσσες μέσα στη σχολική αίθουσα από την ποικιλία των μαθητών παιδιών γονέων μεταναστών και προσφύγων, οφείλει βρει λύσεις στις σχετικές δυσκολίες αλλά και να αγκαλιάσει με σεβασμό κάθε γλωσσική ιδιαιτερότητα. Ταυτόχρονα είναι το «συμφωνημένο» από την κοινωνία πεδίο για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας των νέων και για το σχεδιασμό του μέλλοντός των. Και η μεγάλη της πρόκληση είναι να μην υπάρχει απόσταση ανάμεσα στο τόσο απαιτητικό επίπεδό της και στη συνολική στάση του εκπαιδευτικού. Άλλωστε και η ίδια η αγωγή «καλεί» τον εκπαιδευτικό να μην οριοθετεί το πεδίο της στον κόσμο της θεωρίας και της γλωσσικής φόρμας αλλά στη γενικότερη κοσμοθεωρία του και προπάντων στον ίδιο τον τρόπο της ζωής του.

Και ενώ η γλώσσα της διδασκαλίας σηκώνει όλο αυτό το φορτίο, την ίδια στιγμή πρέπει να συναντάει γόνιμα και δημιουργικά, διαλογικά και ερευνητικά τα ιδιαίτερα γλωσσικά σχήματα των νέων μεταφερμένα είτε από τις νέες τεχνολογίες και από τον κυβερνοχώρο είτε από την ξεχωριστή κουλτούρα των μαθητών. Οφείλει να ενθαρρύνει και να εμπνέει τον ψυχισμό τους. Γιατί πάνω από όλα η γλώσσα διδασκαλίας δεν οριοθετείται στη νοητική πρόσληψη της γνώσης. Ζει και αναπτύσσεται σε περιβάλλον συναισθήματος. Η ίδια είναι συναίσθημα και παράλληλα δημιουργεί μια αίσθηση ζωής, της χαράς της ζωής!

Η γλώσσα της διδασκαλίας με τους πλούσιους φωνητικούς και νοηματικούς χρωματισμούς, με τις σιωπές της και τις αναμονές της  είναι η πιο μουσική γλώσσα πέραν εκείνης, που γίνεται τραγούδι στην ψυχή και στο στόμα των ανθρώπων. Το πλούσιο εννοιολογικό φορτίο της, το ουμανιστικό αξιακό της στερέωμα και το διαπαιδαγωγικό της σύμπαν είναι τα τόσο ξεχωριστά στοιχεία της, που την κάνουν ως την πιο όμορφη μορφή της γλώσσας – αν βέβαια μπορεί μια γλώσσα να επιμερίζεται…

alfavita

banner-article

Δημοφιλή άρθρα

  • Εβδομάδας