Ο Γιώργης Χριστοδούλου, μετά από μια μεγάλη περιοδεία στην Ελλάδα και το Εξωτερικό, έφερε την παράσταση – που ανέδειξε όχι μόνο το ταλέντο του, μουσικό και θεατρικό, αλλά και τη σοβαρότητα με την οποία αντιμετωπίζει ένα θέμα- στη Βέροια, στην Αντωνιάδεια Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
Η παράσταση «Ο Αττίκ στο Παρίσι… κι άλλες ιστορίες» παίχτηκε παντού με επιτυχία, γιατί ήταν συνδυασμός πολλών παραγόντων που οδηγούσαν σ’ αυτήν.
Πρώτα-πρώτα το θέμα. Ο Αττίκ και τα τραγούδια του, ακόμη και στα χρόνια μας, αγγίζουν το περιεχόμενο του κλασικού και εξακολουθούν να συγκινούν, φέρνοντας έναν αέρα αθώου ρομαντισμού, χαμένου για πάντα. Επιπλέον η ατμόσφαιρα των καμπαρέ του Μεσοπολέμου στην Ελλάδα και τα τραγούδια που κυκλοφορούσαν τότε παρουσιάζουν όχι μόνο καλλιτεχνικό αλλά και ιστορικό ενδιαφέρον καθρεφτίζοντας μια ολόκληρη εποχή.
Ο Γιώργης Χριστοδούλου, από την πρώτη στιγμή που ανέβηκε στη σκηνή, έπεισε το κοινό του πως την εποχή, τους συνθέτες της αλλά και ιδιαίτερα τον Αττίκ, τα είχε μελετήσει σε βάθος, με υπομονή, επιμονή και συνέπεια.
Αν όλη αυτήν τη δουλειά, την έρευνα με πλήθος στοιχεία, την ντύσεις με θεατρική αφήγηση και μια εξαιρετική φωνή, που τα διέθετε και τα δυο ο καλλιτέχνης, τότε μοιραία οδηγείσαι στην επιτυχία.
Στη σκηνή μόνο ένα πιάνο με τον νεαρό ταλαντούχο πιανίστα Χάρη Σταυρακάκη, ένα ακορντεόν αφημένο κάτω, και μια παλιά φωτογραφία του Αττίκ να προβάλλεται στο βάθος.
Το πρώτο μέρος της παράστασης, το αφιερωμένο στον Αττίκ, κινήθηκε σ’ ένα ευρύ πεδίο τοπικά και χρονικά, με τραγούδια του που πήγαζαν άμεσα από τη ζωή του και τους έρωτές του, που ήξερε να τους μεταμορφώνει σε στίχους και μελωδίες που έμειναν αξέχαστες.
Το δεύτερο μέρος, αφιερωμένο σε τραγούδια του Μεσοπολέμου, έδωσε ανάγλυφα την ατμόσφαιρα της εποχής και τους συνθέτες της μέσα από τα τραγούδια τους.
Με μια μοναδική ικανότητα ρέουσας θεατρικής αφήγησης, διανθισμένης με χιούμορ, ο Χριστοδούλου αποκάλυψε μια φωνή όχι μόνο πολύ εκφραστική αλλά και ικανή να αποδώσει το ηχόχρωμα της εποχής.
Άκρως επικοινωνιακός, καθώς ήθελε να κάνει ένα τη σκηνή με την πλατεία, έσπαζε συχνά την αφήγηση εντάσσοντας το κοινό στη δράση, με μια δόση υπερβολής, κίνηση που θα μπορούσε ίσως να τύχει μιας καλύτερης ισορροπίας.
Περνώντας από τραγούδια σταθμούς για το είδος τους, όπως το «Ζητάτε να σας πω», «Πόσο λυπάμαι», «Δυο πράσινα μάτια», «Ας ερχόσουν για λίγο», έκλεισε την παράσταση μ’ ένα δικό του τραγούδι, αναπαράγοντας την τρυφερότητα και τη συγκίνηση που διαπερνούσε εκείνην την τόσο μακρινή εποχή.
Η παράσταση άρεσε στο κοινό που την καταχειροκρότησε για την πρωτοτυπία αλλά και την ποιότητα που τη χαρακτήριζε.
Φωτογραφίες: faretra.info